Δευτέρα 7 Μαρτίου 2022

«Είμαι γυναίκα γι' αυτό με σκοτώνεις»: Μια συνέντευξη με αφορμή ένα βιβλίο κι ένα αιματηρό 2021


«Είμαι γυναίκα γι'αυτό με σκοτώνεις». Αυτός είναι ο τίτλος του βιβλίου της Τζένης Κριθαρά που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις ΚΨΜ και περιλαμβάνει έρευνα και μαρτυρίες για τη γυναικοκτονία και την έμφυλη βία.

της Φωτεινής Λαμπρίδη 
Η δημοσιογράφος και πτυχιούχος Πολιτικών Επιστημών, δίνει έμφαση στην αναπαραγωγή έμφυλων στερεοτύπων, συνοψίζει την ιστορία του σύγχρονου φεμινιστικού κινήματος από τη Λατινική Αμερική έως την Τουρκία και λέει μιλώντας στο tvxs.gr πως «μετά από ένα τόσο αιματηρό 2021 για το γυναικείο κίνημα, νομίζω πως το κυριότερο αίτημα του φεμινιστικού κινήματος κατά την φετινή Ημέρα της Γυναίκας είναι η θεσμοθέτηση του όρου “γυναικοκτονία” και ο προσανατολισμός της κοινωνίας στην υποστήριξη των θυμάτων έμφυλης βίας».

«Σε ό,τι αφορά στο κομμάτι της πολιτείας, ο κατάλογος όσων θα έπρεπε να έχει κάνει και έχουν μείνει στα χαρτιά ή στην σφαίρα της κινηματικής διεκδίκησης είναι τεράστιος».

Είναι το metoo και η ενδυνάμωση του φεμινιστικού  κινήματος ο λόγος που γράψατε αυτό το βιβλίο; Γιατί γυναικοκτονίες υπήρχαν πάντα αλλά δυστυχώς η βιβλιογραφία είναι φτωχή στη χώρα. Για ποιο λόγο πιστεύετε;

Δυστυχώς, είναι αλήθεια πως η βιβλιογραφία σχετικά με την γυναικοκτονία και την έμφυλη βία είναι πολύ περιορισμένη στην χώρα μας. Νομίζω πως αυτό οφείλεται κυρίως σε δύο παράγοντες: α) μέχρι κάποιο σημείο της ιστορίας μας η βία κατά των γυναικών ήταν απόλυτα κανονικοποιημένη, άρα το πρόβλημα ήταν σαν μην υπήρχε και β) όταν έφτασε και στην χώρα μας ο φεμινισμός, η πατριαρχικά δομημένη κοινωνία έσπευσε να βάλει στις φεμινίστριες μία σειρά από ταμπέλες που τις κράτησε σε μεγάλο βαθμό -εκούσια ή ακούσια-  μακριά από την δημοσίευση θέσεων, μελετών και ερευνών.

Για εμένα, το κίνημα  #metoo ήταν απλώς η αφορμή για να δουλέψω πιο συστηματικά πάνω σε θέματα που ήδη με απασχολούσαν σε προσωπικό, δημοσιογραφικό και ακαδημαϊκό επίπεδο. Σε ό,τι αφορά στην ενδυνάμωση του φεμινιστικού κινήματος, αποτελεί για εμένα γνώμονα σε ό,τι γράφω ή λέω. Το ίδιο συνέβη και κατά την συγγραφή του βιβλίου. Θεώρησα πως συγκεντρώνοντας τα αίτια, τις μορφές και τα αποτελέσματα της έμφυλης βίας σε ένα βιβλίο, θα μπορούσα να δώσω απαντήσεις και τροφή για σκέψη ακόμη και σε ανθρώπους που στέκονται κριτικά απέναντι στο φαινόμενο και την ορολογία γύρω από αυτό.

Οι μαρτυρίες που καταγράφετε είναι ανατριχιαστικές και ενδεικτικές της κατάστασης. Πάμε να δούμε λίγο τα στερεότυπα που αναπαράγονται σε σχέση με την έμφυλη βία. Στην πρώτη ιστορία βλέπουμε πως ο θύτης είναι υπεράνω κάθε υποψίας αλλά και το θύμα ένα άτομο μορφωμένο και καλλιεργημένο. Γιατί παρά το ότι ζούμε στην εποχή της πληροφόρησης, τα στερεότυπα συνεχίζουν να επικρατούν στον δημόσιο λόγο;

Όλες οι μαρτυρίες που καταγράφονται στο βιβλίο αποδεικνύουν πως η έμφυλη βία διαπερνά οριζόντια ολόκληρη την κοινωνία ανεξαρτήτως μόρφωσης, οικονομικής κατάστασης ή πολιτικών πεποιθήσεων των θυτών και των θυμάτων. Μπορεί να ζούμε στην εποχή της πληροφόρησης, όπως πολύ σωστά επισημαίνετε, όμως δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που η πληροφορία είναι κατευθυνόμενη. Ο λόγος των συστημικών ΜΜΕ στην Ελλάδα είναι κατεξοχήν σεξιστικός και διόλου συμπεριληπτικός. Αυτό σημαίνει πως αναπαράγονται έμφυλα στερεότυπα που δεν συνάδουν με τα σύγχρονα αιτήματα και τους κοινωνικούς αγώνες για την ισότητα. Νομίζω πως αυτού του είδους οι προσλαμβάνουσες σε συνδυασμό με την ανυπαρξία πολιτικής βούλησης για την ριζική επίλυση του ζητήματος έχουν ως αποτέλεσμα να διαιωνίζονται τα ίδια αναχρονιστικά στερεότυπα στον δημόσιο λόγο.

Γιατί διχάζει και προκαλεί ο όρος γυναικοκτονία ενώ καταγράφεται ως η δεύτερη στον κατάλογο του ΟΗΕ μορφή έμφυλης βίας;

Το γεγονός πως μία λέξη διχάζει περισσότερο από την πράξη που περιγράφει είναι προβληματικό από μόνο του. Ο όρος «γυναικοκτονία» βάζει με τρόπο ρητό και εμφατικό στον δημόσιο διάλογο ένα φαινόμενο που μέχρι πρότινος κρυβόταν κάτω από το χαλί και βαφτιζόταν «έγκλημα πάθους», «έγκλημα τιμής» ή με ένα σωρό άλλες φράσεις που προσέφεραν άλλοθι και ελαφρυντικά στον γυναικοκτόνο. Όσοι ενοχλούνται από τον όρο «γυναικοκτονία» νιώθουν πως απειλείται ο ρόλος που τους έχει δοθεί στο πλαίσιο ενός πατριαρχικά δομημένου εξουσιαστικού συστήματος. Αρνούμενοι τον όρο, γίνονται μέρος του προβλήματος. Το παράδοξο είναι πως όσοι αντιτίθενται στον όρο «γυναικοκτονία» προσπαθούν να καλύψουν την σεξιστική τους στάση με ένα τάχα μου δήθεν φεμινιστικό περίβλημα. Διατείνονται πως ο όρος είναι υποτιμητικός για τις γυναίκες γιατί αφαιρεί την ανθρώπινη υπόστασή τους (!), λες και όρος παιδοκτονία αφαιρεί από το παιδί την ιδιότητα του παιδιού. Προφανώς δεν χωράει στον κοινωνικό τους πολιτισμό πως τα ειδικά προβλήματα χρειάζονται ειδικούς όρους για να δοθούν ειδικές λύσεις.

Ποια είναι αυτά που θα σταχυολογούσατε ως πιο σημαντικά στην έρευνα σας;

Πιστεύω πως η όσο το δυνατόν πληρέστερη μορφή όλων των εκφάνσεων της έμφυλης βίας είναι ένα χρήσιμο εργαλείο στα χέρια κάθε αναγνώστριας και κάθε αναγνώστη. Από εκεί και πέρα, οι μαρτυρίες των γυναικών που παρατίθενται στο βιβλίο είναι για εμένα ο «θησαυρός» αυτού του βιβλίου. Είναι διαφορετικό να αναλύεις ένα φαινόμενο και να επιχειρηματολογείς με ερευνητικά δεδομένα και εντελώς διαφορετικά να ακούς από τα χείλη των θυμάτων την ιστορία που κρύβεται πίσω από τους αριθμούς. 

Νομίζω πως ακόμη και αν δεν διαβάσει κανείς τα δύο πρώτα κεφάλαια του βιβλίου, μέσα από τις μαρτυρίες των δέκα γυναικών θα πάρει απαντήσεις σε πολλά από τα ευρέως διαδεδομένα ερωτήματα. Οι ίδιες οι πρωταγωνίστριες εξηγούν γιατί πήραν την απόφαση να μιλήσουν μετά από πέντε ή δεκαπέντε χρόνια, γιατί δεν έφυγαν από μία κακοποιητική σχέση ή γιατί δεν κατήγγειλαν τον κακοποιητή τους. Όταν μιλούν τα θύματα, εγώ σωπαίνω, ακούω και υποκλίνομαι στην δύναμη και το θάρρος τους.

    «Εγώ σε πιστεύω αδερφή μου» είναι ένα σύνθημα του νέου φεμινιστικού κινήματος που έρχεται να απαντήσει στην αμφισβήτηση που δέχεται η επιζήσασα. Πόσο έχει αλλάξει αυτό στη σύγχρονη Ελλάδα;

    • Είμαστε σε μία στιγμή που καταγράφεται μεταστροφή της κοινωνίας ως προς την στάση της απέναντι στο θύμα. Τόσο η ενοχοποίησή του, όσο και η αμφισβήτηση των λεγομένων του υποχωρούν, χωρίς αυτό να σημαίνει πως εκλείπουν. Τα τελευταία χρόνια η γυναικεία αλληλεγγύη έχει αυξηθεί σημαντικά, στους αγώνες μας συμμετέχουν και άντρες και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Αυτό που παρατηρώ είναι ένα μεγάλο χάσμα ανάμεσα στην κοινωνία των πολιτών και το συστημικό γίγνεσθαι. Τα κινήματα είναι αλληλέγγυα, ενωμένα και δραστήρια, όμως η πολιτεία και τα περισσότερα ΜΜΕ συνεχίζουν να αναπαράγουν σεξιστικά πρότυπα. Κατά συνέπεια, η αμφισβήτηση στις επιζήσασες συνεχίζει να ζει, αλλά δεν βασιλεύει πια.

      • Πόσο στηρίζουν οι ίδιες οι οικογένειες τις επιζήσασες;

      Αυτό μπορεί να εξεταστεί μόνο κατά περίπτωση. Υπάρχουν οικογένειες που στηρίζουν οικονομικά, ψυχολογικά και με κάθε άλλο τρόπο τα θύματα που βρίσκονται στους κόλπους τους. Υπάρχουν, όμως, και οικογένειες που θεωρούν το θύμα ντροπή για το όνομα και την υπόληψή τους, αλλά και οικογένειες που αδιαφορούν παντελώς. Μιλώντας με πολλές γυναίκες, πολλών διαφορετικών ηλικιών και υπόβαθρων, διαπίστωσα πως αυτές οι διαφορές είναι διαχρονικές. Δεν έγιναν ξαφνικά περισσότερο ή λιγότερο υποστηρικτικές οι οικογένειες επειδή τώρα – με την βοήθεια του #metoo- ξεκίνησε μίας μεγαλύτερης κλίμακας κοινωνική αφύπνιση.

      • Την περασμένη εβδομάδα είχαμε δύο ακόμα γυναικοκτονίες. Κάποιοι βλέπουν να εντείνεται το πρόβλημα άλλοι-ες ισχυρίζονται πως πάντα έτσι ήταν απλά τώρα δημοσιοποιούνται και κατονομάζονται αυτά τα εγκλήματα. Τι λέει η δική σας έρευνα;

      Αυτό που έχω διαπιστώσει είναι πως δυστυχώς τα πράγματα ήταν ανέκαθεν έτσι, αλλά ευτυχώς, το έμφυλο έγκλημα πλέον καταγγέλλεται και αναδεικνύεται. Και σε αυτό το σημείο επανερχόμαστε στην ανάγκη θεσμοθέτησης του όρου «γυναικοκτονία». Όταν δεν λες τα πράγματα με το όνομά τους, τα κανονικοποιείς και τα διαιωνίζεις. Όταν, όμως, τους δίνεις ξεχωριστή θέση στον δημόσιο λόγο, αποκτούν ορατότητα και δυνατότητα να αντιμετωπιστούν σε κατάλληλη βάση.

      • Ποιο είναι κατά τη γνώμη σας το κυριότερο αίτημα του φεμινιστικού κινήματος στη φετινή ημέρα της γυναίκας και τι οφείλει ακόμα η πολιτεία να πράξει;

      Μετά από ένα τόσο αιματηρό 2021 για το γυναικείο κίνημα, νομίζω πως το κυριότερο αίτημα του φεμινιστικού κινήματος κατά την φετινή Ημέρα της Γυναίκας είναι η θεσμοθέτηση του όρου «γυναικοκτονία» και ο προσανατολισμός της κοινωνίας στην υποστήριξη των θυμάτων έμφυλης βίας. Σε ό,τι αφορά στο κομμάτι της πολιτείας, ο κατάλογος όσων θα έπρεπε να έχει κάνει και έχουν μείνει στα χαρτιά ή στην σφαίρα της κινηματικής διεκδίκησης είναι τεράστιος. Ο συντηρητισμός και ο στρουθοκαμηλισμός της σημερινής κυβέρνησης είναι βαθιά προβληματικός. Δεν γίνεται να λες πως στηρίζεις την ισότητα και την ίδια ώρα «να μην βρίσκεις» γυναίκες για τα υπουργεία σου. Δεν γίνεται να καταδικάζεις την βία από όπου κι αν προέρχεται και να μην θεσμοθετείς την γυναικοκτονία.

      Δεν γίνεται να βάζεις προοδευτικό  (!) πρόσημο στην διακυβέρνησή σου και να μην προωθείς τον γάμο ή την τεκνοθεσία για τα ομόφυλα ζευγάρια. Αναχρονιστικές και σεξιστικές αντιλήψεις εκφράζονται δημόσια από μέλη του κυβερνώντος κόμματος χωρίς να υπάρχει σαφής καταδίκη. Τι μήνυμα περνάει αυτό στην κοινωνία; Για να προχωρήσει η κυβέρνηση σε πράγματα που θα προωθούν την έμφυλη ισότητα, θα πρέπει πρώτα να αποφασίσει αν επιθυμεί όντως να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση ή αν το εξαγγέλλει προσχηματικά για να μην έχει … γκρίνιες.

    Δεν υπάρχουν σχόλια:

    Δημοσίευση σχολίου

    Για πες