Το σύνθημα είναι σχετικά νέο, δεν το γνώριζαν οι Θεσσαλονικείς στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια για να το φωνάξουν. Και θα είχαν χίλια δίκια!Στην πόλη αυτή, με την είσοδο των Γερμανών, ήρθαν τα πάνω… κάτω. Η διαπλοκή των δημοσιογράφων, αλλά και αυτών που δήλωναν δημοσιογράφοι ξεπέρασε κάθε όριο.του Άγγελου Μενδρινού
Δεν είναι περίεργο που στις 23 Οκτωβρίου 1945 άρχισε η μοναδική δίκη δημοσιογράφων στην Ελλάδα με την κατηγορία της συνεργασίας με τους Γερμανούς.
Στο εδώλιο βρέθηκαν 14 άνδρες και 3 γυναίκες.
Χρειάζεται όμως ένα φλας μπακ πριν μπούμε στην κυρίως ιστορία. Το 1941 όταν οι Γερμανοί μπήκαν στη πόλη, μετρούσε μόλις 29 χρόνια που είχε ενσωματωθεί στο ελληνικό κράτος. Υπήρχε ισχυρή εβραϊκή κοινότητα με επιδόσεις υψηλές στο εμπόριο και στη δημοσιογραφία μες τρεις καθημερινές εφημερίδες και αναρίθμητα εβδομαδιαία και μηνιαία έντυπα, αλλά και ισχυρή παρουσία αρμενικής κοινότητας. Έντονο ήταν και το προσφυγικό στοιχείο που δεν είχε προλάβει να κλείσει τις πληγές της Καταστροφής που είχε συντελεστεί 19 χρόνια νωρίτερα!
Οι Γερμανοί με την είσοδό τους απαγόρευσαν την κυκλοφορία των εβραϊκών εφημερίδων και της «Μακεδονίας». Λίγες μέρες μετά έκλεισαν και τις υπόλοιπες.
Εξαίρεση αποτέλεσε η «Απογευματινή» (καμία σχέση με την ομώνυμη αθηναϊκή έκδοση των αδελφών Μπότση) που έγινε όργανο της Γερμανικής προπαγάνδας. Άλλωστε οι ιδιοκτήτες της δεν είχαν κρύψει ποτέ τον εθνικοσοσιαλιστικό προσανατολισμό τους.
Παράλληλα ίδρυσαν την εφημερίδα «Νέα Ευρώπη» (πρώτο φύλλο στις 14 Απριλίου 1941) με αρχισυντάκτη τον Μιχάλη Παπαστρατηγάκη, υπεύθυνο στην επιτροπή λογοκρισίας επί 4ης Αυγούστου που κάλεσαν από την Αθήνα με μισθό 30.000 δρχ το μήνα, όταν η εφημερίδα στοίχιζε 4 δρχ!
Όλες αυτές οι κινήσεις δεν είχαν στόχο μόνο την προπαγάνδα. Στο βάθος κρυβόταν η δημιουργία κλίματος αντισημιτισμού με… έπαθλο τις εβραϊκές περιουσίες.
Χαρακτηριστική είναι η κατάθεση του χαρτοβιομήχανου Ερρίκου Χασήδ στο δικαστήριο των δοσιλόγων δημοσιογράφων:
«Ήρθε μια μέρα ο Αλέκος Ωρολογάς με τον υπεύθυνο του Γραφείου Τύπου της Γερμανικής προπαγάνδας Λενχάμερ και μου είπαν: Κλείσε το μαγαζί και δώσε μας τα κλειδιά».
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κι εσύ τα έδωσες;
«Δεν είχα άλλη επιλογή. Ο Σόλομον Κοέν που δεν τα έδωσε μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο Παύλος Μελάς και μόνο όταν αυτός και η γυναίκα του υπέγραψαν το παραχωρητήριο για το δικό τους μαγαζί τον άφησαν ελεύθερο. Φυσικά δεν πήρε δραχμή από τη μεταβίβαση…»
Κι οι ελληνικές περιουσίες δεν είχαν καλύτερη τύχη. Η «Νέα Ευρώπη» στεγάστηκε στα γραφεία της εφημερίδας «Φως», χρησιμοποιώντας και τις τυπογραφικές της εγκαταστάσεις! Χωρίς να αποζημιώσει φυσικά τους νόμιμους ιδιοκτήτες.
Το χαρτί, όχι απαραίτητα το δημοσιογραφικό, αλλά παντός είδους (για τετράδια, βιβλία, άλλες χρήσεις) πέρασε στα χέρια μιας ελληνογερμανικής κάστας από τα εβραϊκά. Η ίδια τακτική ακολουθήθηκε και για άλλες περιπτώσεις πλούσιων Εβραίων. Τους έπιαναν οι Γερμανοί, μεσολαβούσαν οι Έλληνες συνεργάτες τους και στη συνέχεια τους άφηναν αφού πλήρωναν υψηλά λίτρα (πάντα σε λίρες Αγγλίας ή χρυσό).
Η «παρέα» των Γερμανών και των Ελλήνων μοιραζόταν τα κέρδη! Κάτι αντίστοιχο έγινε και με τις περιουσίες του Εβραϊκού στοιχείου όταν άρχισε η μεταφορά τους στα στρατόπεδα εξόντωσης. Οι… ορφανές περιουσίες απέκτησαν ξαφνικά ιδιοκτήτες!
Μέχρι και την τοπική Ένωση Συντακτών επεχείρησαν να καταργήσουν με τη δημιουργία του «Μακεδονικού Συνδέσμου Δημοσιογράφων». Δεν πέρασε η πρόταση, αλλά φρόντισαν να απαλλάξουν τον πρόεδρο Σήφακα από τα καθήκοντά του και να προωθήσουν τον αντιπρόεδρο Ρηγινό στη θέση του.
Οι άνεργοι δημοσιογράφοι της Θεσσαλονίκης υποχρεώθηκαν να αλλάξουν επάγγελμα. Τον χειμώνα του ’41, εικοσιδύο μέλη της ΕΣΗΕΜΘ (Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Μακεδονίας – Θράκης) υπέγραψαν ένα «Πρωτόκολλο Τιμής» με το οποίο δεσμεύονταν να μην προσφέρουν εργασία στα έντυπα του κατακτητή και των συνεργατών τους.
Ας γυρίσουμε όμως στη δίκη που δεν θα γινόταν εάν δεν έκανε μήνυση ο πρόεδρος της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης (ΙΚΘ), Χαίμ Σαλτιέλ. Βρισκόμαστε στα 1945. Έχουν προηγηθεί τα Δεκεμβριανά και έπεται ο εμφύλιος. Ο Παπαστρατηγάκης, ο Βασίλης Λαμψάκης, ο πρώτος εκδότης της «Νέας Ευρώπης», ο Ξενοφών Γιοσμάς, ο παρακρατικός που ήταν πρωταγωνιστής μεταγενέστερα στην υπόθεση Λαμπράκη και δήλωνε «δημοσιογράφος» και η Αριάδνη Κελπερή ήταν αγνώστου διαμονής. Όλοι ήξεραν όμως ότι είχαν ακολουθήσει τους Γερμανούς στην αποχώρησή τους.
Δύο ακόμα ο Δημήτρης Ηλιάδης και ο Νίκος Φαρδής που είχε παίξει «βρώμικο ρόλο» στην υπόθεση του εμπρησμού του συνοικισμού Κάμπελ νοσηλεύονταν σε νοσοκομείο. Ποιοι έμειναν; Ο διαφημιστής Γιώργος Πολλάτος με τη γυναίκα του Μαρία, οι Δημήτρης Τσούρκας, Αλέκος και ο Πέτρος Ωρολογάς, Δημήτρης Λιανόπουλος, Χρήστος Ελευθεριάδης, Ιωάννης Σπαθάρης και η Κλειώ Καραντηνού, υπάλληλος του Γερμανικού Γραφείου Τύπου.
Οι κατηγορίες ήταν η δημοσίευση εμπρηστικών σχολίων στις εφημερίδες, αλλά και παράνομος πλουτισμός, κυρίως από τη λεηλασία των εβραϊκών περιουσιών.
Σε θάνατο καταδικάστηκαν οι Λαμψάκης και Γιοσμάς, σε ισόβια ο Παπαστρατηγάκης, σε 15 χρόνια κάθειρξη οι Πολλάτος και Αλέκος Ωρολογάς, σε 5 χρόνια ο Πέτρος Ωρολογάς, σε τρία χρόνια η Αριάδνη Κελπερή, ενώ όλοι οι άλλοι αθωώθηκαν. Στους καταδικασθέντες για οικονομική συνεργασία με τον εχθρό επιβλήθηκε δήμευση του 1/4 της περιουσίας τους.
Έμειναν ελάχιστα στη φυλακή κι απελευθερώθηκαν αφού μετρούσε περισσότερο ο αντικομουνισμός τους παρά η συνεργασία τους με τον εχθρό. Όσοι δεν παρέστησαν στη δίκη πέτυχαν διαχωρισμό των υποθέσεων επικαλούμενοι λόγους ανωτέρας βίας (!), πέρασαν από νέα δίκη και απαλλάχτηκαν λόγω αμφιβολιών!
Όσοι ήταν δημοσιογράφοι συνέχισαν απρόσκοπτα τη δημοσιογραφική τους καριέρα. Οι υπόλοιποι ακολούθησαν αυτό που ήξεραν καλά, τις μπίζνες με το κράτος.
Ως εθνικόφρονες και αντικομουνιστές πάντα έβρισκαν κάποιο φίλο από τα… παλιά να τους διευκολύνει…
* Στην κεντρική φωτογραφία στην κορυφή, δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, Αριστερά η εφημερίδα «Νέα Ευρώπη» όργανο των Γερμανών και δεξιά Έλληνας αριστερός που οδηγείται για εκτέλεση στο Επταπύργιο, λίγο μετά την Απελευθέρωση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες