Η σχετική αναθέρμανση του επίσημου πληθωρισμού, όπως αυτός αποτυπώνεται στον δείκτη τιμών καταναλωτή, αλλά και οι προβληματισμοί αστικών επιτελείων για το κατά πόσο η εξέλιξη αυτή αποτελεί πρόσκαιρο και συγκυριακό φαινόμενο ή μονιμότερο χαρακτηριστικό, αποτελεί τη νέα πραγματικότητα στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, μετά από μια περίοδο σχετικής νομισματικής σταθερότητας.
Οπως και να 'χει, το λαϊκό εισόδημα «ροκανίζεται» έτσι από μια ακόμα πλευρά που έρχεται να προστεθεί στη φοροληστεία και τα παλιάς και νέας κοπής χαράτσια που θα φορτωθούν το επόμενο διάστημα στις πλάτες του λαού, για να αποπληρωθούν τα «σπασμένα» του Ταμείου Ανάκαμψης, πλάι βέβαια με τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις, κι ενώ τα λαϊκά στρώματα έρχονται αντιμέτωπα και με πολύ μεγάλες αυξήσεις στα ήδη τσουχτερά τιμολόγια ρεύματος. Και όλα αυτά σε συνθήκες παραπέρα χτυπήματος των μισθών, των συντάξεων, των λαϊκών εισοδημάτων.
Σύμφωνα λοιπόν με την τελευταία αξιολόγηση και την επεξεργασία των δεδομένων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Τράπεζα της Ελλάδας, ο πληθωρισμός, μετρούμενος με τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή (ΕνΔΤΚ), χαρακτηρίστηκε από σημαντική μεταβλητότητα, φτάνοντας στο 0,9% τους πρώτους μήνες του 2021 και 2% τον Μάη (προσωρινή εκτίμηση), από -0,3% τον Δεκέμβρη του 2020.
Η αύξηση αυτή οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αύξηση της ενεργειακής συνιστώσας (πετρέλαιο, φυσικό αέριο κ.α.), η οποία εκτιμάται ότι έφτασε στο 13,1% τον Μάη του 2021 από -9,7% τον Απρίλη του 2020 και στην επιβολή προσαύξησης φόρου στην κατανάλωση άνθρακα στη Γερμανία τον Γενάρη του 2021.
Στην αυξητική τάση συνέβαλαν επίσης η διόγκωση των ναύλων και του κόστους των θαλάσσιων μεταφορών, η οποία όπως επισημαίνεται οφείλεται στον αυξημένο όγκο διεθνών εμπορευματικών συναλλαγών, αλλά και σε διαταράξεις στις θαλάσσιες μεταφορές φορτίων και στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες.
Σύμφωνα με τις πρόσφατες εκτιμήσεις, ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη αναμένεται να διαμορφωθεί σε 1,9% κατά μέσο όρο το 2021, έναντι 0,3% το 2020, επηρεαζόμενος από την αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας και της διεθνούς τιμής του πετρελαίου, καθώς και από την άρση της μείωσης της έμμεσης φορολογίας που εφαρμόστηκε στη Γερμανία το 2020, για τη διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης.
Το κύμα ανατιμήσεων καταγράφεται και στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που δείχνουν αυξήσεις σχεδόν σε όλα τα είδη λαϊκής κατανάλωσης κατά 2% περίπου μεσοσταθμικά, που για ορισμένα είδη φτάνουν μέχρι και το 12%.
Ειδικότερα, σύμφωνα με πρόσφατη επεξεργασία στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, τον μήνα Μάρτη 2021, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο περσινό, οι τιμές κατέγραψαν αύξηση 3,4%, εξαιτίας κυρίως των ανατιμήσεων στις ζωοτροφές και στο κόστος Ενέργειας.
Τον Ιούνη ο γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή, σε σύγκριση με τον Ιούνη του 2020, τσίμπησε 1% έναντι μείωσης 1,6%, που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση του έτους 2020 με το 2019.
Οι ανατιμήσεις προήλθαν κυρίως από τις μεταβολές στις ακόλουθες ομάδες:
- 0,4% στην ομάδα Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά, κυρίως λόγω αύξησης των τιμών σε αρνί και κατσίκι (17,0%), πουλερικά (1,2%), νωπά ψάρια (4,1%), τυριά (2,5%), ελαιόλαδο (1,3%), άλλα βρώσιμα έλαια (15%), νωπά λαχανικά (1,2%), πατάτες (8,6%).
Μόνο μέρος της αύξησης αυτής αντισταθμίστηκε από τη μείωση των τιμών σε ψωμί και δημητριακά, μοσχάρι, χοιρινό, γάλα νωπό πλήρες, γιαούρτι, νωπά φρούτα, χυμούς φρούτων.
- 0,5% στην ομάδα Ενδυση και υπόδηση.
- 6,7% στην ομάδα Μεταφορές, κυρίως λόγω αύξησης των τιμών σε καύσιμα και λιπαντικά (15,8%), εισιτήρια μεταφοράς επιβατών με αεροπλάνο (35,5%), αυτοκίνητα καινούργια (3,2%).
Ενώ παραπάνω από αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία που δείχνουν αύξηση 4% στην ομάδα Στέγαση, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε ηλεκτρισμό (0,7%) και φυσικό αέριο όπου οι αυξήσεις αγγίζουν το 60,6%!
Εξάλλου, την ίδια ώρα κι ενώ η κυβέρνηση έχει ανοίξει τους «κρουνούς» της χρηματοδότησης για τους ενεργειακούς επιχειρηματικούς ομίλους, μέσα από κάθε πιθανή πηγή άντλησης ρευστότητας (Ταμείο Ανάκαμψης, ΕΣΠΑ, δανεικά με κρατικές εγγυήσεις κ.λπ.), και έχει διαμορφώσει όλο το θεσμικό πλαίσιο που απαιτούσαν τα μονοπώλια για την υλοποίηση των «πράσινων» επενδύσεών τους (σε ΑΠΕ, φυσικό αέριο, δίκτυα μεταφοράς Ενέργειας κ.ά.), τα λαϊκά νοικοκυριά βρίσκονται αντιμέτωπα με νέες πολύ μεγάλες αυξήσεις στα ήδη «εκτοξευμένα» τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος που εκατοντάδες χιλιάδες αδυνατούν ήδη να πληρώσουν. Αυτές έρχονται μεταξύ άλλων και ως ευθεία συνέπεια της πολιτικής της «απελευθέρωσης» που υπηρέτησαν όλες οι κυβερνήσεις, με την έναρξη προ μηνών του Χρηματιστηρίου Ενέργειας που εκτόξευσε τις χονδρεμπορικές τιμές, ενώ τη χονδρεμπορική τιμή επηρεάζουν και οι αυξήσεις στις διεθνείς τιμές του εισαγόμενου φυσικού αερίου, το οποίο, υπενθυμίζουμε, αντικαθιστά τον... «βρώμικο και ακριβό» λιγνίτη.
Ετσι από την 1η Αυγούστου θα κληθούν να δουν και νέες αυξήσεις στα τιμολόγια ρεύματος της τάξης του 3% έως 15,6%, σύμφωνα και με τις νέες χρεώσεις που ενέκρινε τις προηγούμενες μέρες η ΡΑΕ, για την κατηγορία των ρυθμιζόμενων χρεώσεων.
Σύμφωνα με τη σχετική απόφαση, οι νέες τσουχτερές χρεώσεις περιλαμβάνουν αυξήσεις:
- Για τους οικιακούς καταναλωτές χαμηλής τάσης κατά 3,3%, με τη χρέωση Ενέργειας να ανεβαίνει στα 0,56 ευρώ ανά κιλοβατώρα από 0,542 ευρώ ανά κιλοβατώρα που ίσχυε για το 2019 και το 2020.
- Για τους οικιακούς καταναλωτές χαμηλής τάσης και δικαιούχους του ΚΟΤ και πολύτεκνους κατά 3%, με τη χρέωση Ενέργειας να ανεβαίνει στα 0,62 ευρώ ανά κιλοβατώρα από 0,602.
- Για τους λοιπούς πελάτες χαμηλής τάσης, δηλαδή τις επιχειρήσεις και τον οδικό φωτισμό, κατά 6,5%. Πιο συγκεκριμένα η χρέωση Ενέργειας ανεβαίνει στα 0,52 ευρώ ανά κιλοβατώρα έναντι 0,488 ευρώ ανά κιλοβατώρα.
Αποκαλυπτικό στο μεταξύ είναι ότι την ίδια ώρα οι «πελάτες υψηλής τάσης» (ενεργοβόρος και βαριά βιομηχανία) θα δουν ένα ακόμα αίτημά τους να ικανοποιείται, με τη δική τους χρέωση να μειώνεται κατά 2%, αφού η χρέωση ισχύος καθορίστηκε στα 23.560 ευρώ ανά MW ετησίως έναντι 24.062 ευρώ.
Πλάι στις «κρυφές» ανατιμήσεις σε είδη βασικής κατανάλωσης που ήδη συντελούνται, τις αυξήσεις στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος ελέω «απελευθερωμένης» αγοράς, αλλά και τις δυσοίωνες προβλέψεις για ακόμη μεγαλύτερες αυξήσεις στα καύσιμα και σε μια σειρά άλλων ειδών πρώτης ανάγκης, το ήδη πετσοκομμένο λαϊκό εισόδημα ετοιμάζονται να «ροκανίσουν» παραπέρα και οι κάθε είδους φόροι, πράσινοι και άλλοι, που επιχειρούν να φορτώσουν στον λαό από τους επόμενους κιόλας μήνες.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η νέα φοροεπιδρομή που κυοφορεί η αύξηση των αντικειμενικών αξιών από την κυβέρνηση.
Θυμίζουμε πως η κυβέρνηση ανακοίνωσε πρόσφατα τις νέες τιμές ζώνης που διαμορφώνουν τις λεγόμενες «αντικειμενικές αξίες» των ακινήτων, με την αύξηση να φτάνει κατά μέσο όρο στο 8% σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία. Ωστόσο, το 55% του συνόλου των ζωνών εμφανίζουν αύξηση 19,5% κατά μέσο όρο, με το εύρος των διακυμάνσεων να είναι πολύ μεγάλο. Ενδεικτικά, στο κέντρο της Αθήνας καταγράφεται αύξηση κατά 95% (από 1.850 σε 3.600 ευρώ), ενώ στις λεγόμενες τουριστικές περιοχές όπως Ιθάκη, Ρόδος, Σαντορίνη κ.ά. οι αυξήσεις ξεπερνούν και το 200%.
Παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση «δεσμεύεται» ότι η αναπροσαρμογή προς τα πάνω των τιμών ζώνης δεν θα συμπαρασύρει και τον ΕΝΦΙΑ, η αλήθεια είναι ότι πλέον έχει προετοιμάσει το κατάλληλο έδαφος για αυξήσεις αργότερα, στο όνομα της «φορολογικής δικαιοσύνης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες