Στα τέλη του 1944 και αρχές του 1945, καθώς πλησίαζε το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, ξεκινούν οι Πορείες Θανάτου, οι βίαιες μετακινήσεις στις οποίες υποχρεώθηκαν χιλιάδες κρατούμενοι στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης τα οποία βρίσκονταν κοντά στα μέτωπα του πολέμου, στο δρόμο του Κόκκινου Στρατού, που προέλαυνε από τα Ανατολικά, και των στρατευμάτων των Συμμαχικών Δυνάμεων, ΗΠΑ, Βρετανίας και Καναδά, που πλησίαζαν τα στρατόπεδα από Δυτικά και Νότια. του ΑΝΔΡΕΑ ΔΕΝΕΖΑΚΗ
Οι Ναζί αποφάσισαν να εγκαταλείψουν αυτά τα στρατόπεδα, μεταφέροντας κρατούμενους και καταστρέφοντας υποδομές και αποδείξεις της κτηνωδίας τους, ώστε να μη πέσουν στα χέρια των εχθρών τους.
Χιλιάδες κρατούμενοι, κακομεταχειρισμένοι, πεινασμένοι και άρρωστοι περπάτησαν δεκάδες χιλιόμετρα μέσα σε βροχές και χιόνια, για να επιβιβαστούν σε τρένα κι από κει με νέες πορείες να μεταφερθούν σε νέα «ασφαλέστερα» στρατόπεδα. Πολλοί από αυτούς δεν άντεξαν, κατέρρευσαν και ξεψύχησαν στο δρόμο εκτελέστηκαν από του Γερμανούς για να μη καθυστερούν την μετακίνηση.
Μόνο στη μετακίνηση 60.000 κρατουμένων από το Αουσβιτς προς το Βότσισλαβ, τον Γενάρη του 1945, σε μια πορεία 55 χιλιομέτρων, 15.000 από αυτούς πέθαναν ή εκτελέστηκαν στο δρόμο.
«Κανένας φυλακισμένος σε στρατόπεδο συγκέντρωσης δεν πρέπει να πέσει ζωντανός στα χέρια του εχθρού», αυτή ήταν η τελευταία διαταγή του Χίμλερ σχετικά με τη μοίρα των κρατουμένων φυλακισμένων της Γερμανίας.
Στις 25 Γενάρη 1945, ξεκίνησε η εκκένωση του στρατοπέδου συγκέντρωσης Stutthof, στη βόρεια Πολωνία. Από τους 50.000 φυλακισμένους περίπου 5.000 έφτασαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, στη γερμανική ακτή της Βαλτικής. Όταν οι Σοβιετικοί μπήκαν στο Stutthof, βρήκαν και διέσωσαν μόνο 100 κρατούμενους.
Τον Απρίλη κρατούμενοι από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης Neuengamme (Νόιενγκάμμε) και Mittelbau-Dora κατέφθασαν στα στρατόπεδα του κόλπου Neustadt (Νόυστατ), στη Βαλτική.
Το στρατόπεδο Νόιενγκάμμε βρισκόταν λίγο έξω από το Αμβούργο. Γίνονταν παραγωγή τούβλων και πολεμικού υλικού, Είχε το δικό του κρεματόριο. Στο στρατόπεδο ήταν έγκλειστες πάνω από 15.000 γυναίκες. Το στρατόπεδο Μίτελμπάου-Ντόρα βρισκόταν περίπου στο κέντρο της Γερμανίας, κοντά στο Νόρντχάουσεν της Θουριγγίας. Εκεί οι κρατούμενοι κατασκεύαζαν του πυραύλους V-2 και τις βόμβες V-1.
Στις 26 – 28 Απρίλη, οι ναζί αποφάσισαν να μετατρέψουν τα πλοία στο κόλπο του Νόυστατ σε πλωτή φυλακή. Φόρτωσαν στα αγκυροβολημένα στο κέντρο του κόλπου, Cap Arcona, Thielbeck, και Athen, περισσότερους από 5.000 κρατούμενους. Το βράδυ της 2 του Μάη, με φορτηγίδες μετέφεραν στα αγκυροβολημένα πλοία, άλλους 5.000, κυρίως γυναίκες και παιδιά, από τα στρατόπεδα Stutthof και Mittelbau-Dora.
Την ίδια μέρα οι Γερμανοί διαπραγματεύονταν την παράδοση της πόλης του Λιούμπεκ, των εγκαταστάσεων στο λιμάνι και τα πλοία που ήταν αγκυροβολημένα. Το απόγευμα εκπρόσωπος της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού (ICRC) και το πρωί της 3 του Μάη, εκπρόσωπος του Σουηδικού Ερυθρού Σταυρού (SRC) ενημερώνουν τη βρετανική διοίκηση της 11ης Μεραρχίας Τεθωρακισμένων, ότι κολασμένοι των γερμανικών στρατοπέδων συγκέντρωσης είναι εγκλωβισμένοι στα πλοία, στον κόλπο του Νόυστατ.
Η βρετανική ΡΑΦ, όμως, συνέχιζε τις πολεμικές της επιχειρήσεις…
Στις 2:30 μ.μ., 3 Μάη 1945, την στιγμή που υπογραφόταν η παράδοση της ναυτικής βάσης, οκτώ μαχητικά βομβαρδιστικά Hawker Typhoon της ΡΑΦ, εξαπολύουν σφοδρή επίθεση στα πλοία. Οι βρετανικές ρουκέτες χτύπησαν πρώτο το Thielbek, έπιασε φωτιά στο κατάστρωμα, έγειρε και βυθίστηκε σε 15 λεπτά.
Οι σωστικές λέμβοι αχρηστεύτηκαν και τα σωσίβια χρησιμοποιήθηκαν μόνο από τους φρουρούς και το πλήρωμα. Το νερό ήταν ακόμα πολύ κρύο, στους 8° C, και η απόσταση από τη ξηρά πολύ μεγάλη. Τη στιγμή του ναυαγίου υπήρχαν 2.800 αιχμάλωτοι στο πλοίο, σχεδόν όλοι πνίγηκαν.
Στη συνέχεια χτυπήθηκε θανάσιμα και βυθίστηκε το υπερωκεάνιο Cap Arcona, που μετέφερε πάνω από 5.500 κρατούμενους, από τους οποίους γλύτωσαν γύρω στους 300.
Μόνο το SS Athen, έπεσε στα βράχια και 2.500 κρατούμενοι, πήδηξαν έξω και γλύτωσαν οι περισσότεροι. Το Deutschland IV, που είχε μετατραπεί σε νοσοκομειακό, βυθίστηκε, αλλά δεν είχε επιβάτες.
Πάνω από 7.000 νεκροί κρατούμενοι των στρατοπέδων συγκέντρωσης ήταν ο απολογισμός της φρίκης εκείνης της μέρας.
Ανάμεσα σε κείνους που πνίγηκαν ήταν και 44 Ελληνες, από αυτούς, μόνο πέντε ονόματα διασώθηκαν και δημοσιεύθηκαν στο «ΕΠΕΣΑΝ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ», τόμος 4β, σελ. 219:
Πολιτόπουλος Λυκούργος, από το Π. Φάληρο, 30 χρόνων, από τους πρώτους ΕΑΜίτες και πρώτος υπεύθυνος του ΕΛΑΣ Φαλήρου. Εφυγε στο βουνό, στο Αρχηγείο Αττικοβοιωτίας. Σε αποστολή στη Μάντρα Αττικής πιάστηκε από τους Γερμανούς, κλείστηκε στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου και από κει στάλθηκε στα γερμανικά στρατόπεδα.
Κοντογούρης Θάνος
Μούρλας Χρόνης, από την Πάρο
Τούλιος Σπύρος του Γιώργου, από την Κεφαλλονιά, φοιτητής Νομικής. Πιάστηκε από τους Γερμανούς στον Πειραιά, στις 4.5.44 και κλείστηκε στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου και από κει στάλθηκε στα στρατόπεδα της Γερμανίας.
Παπαγιώργης (γιός) από το Κερατσίνι κ.ά.
Την επόμενη μέρα βρετανικά στρατεύματα μπήκαν στο Neustadt.
Αρκετά μνημεία, εκτός από το Lübeck, στήθηκαν στη Γερμανία για να τιμήσουν τα αδικοχαμένα θύματα της τραγωδίας του Cap Arcona.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες