Ποιοι και γιατί αποφάσισαν να απέχουν από εμφανίσεις στα ΜΜΕ - Η συνεδρίαση της Τετάρτης αποτέλεσε ορόσημο αφού ήταν η πρώτη φορά που εκδηλώθηκαν τόσες διαφωνίες, σε σημείο να κληθούν τα μέλη της επιτροπής να εκφράσουν τις απόψεις τους δια ψηφοφορίας - Επιστρατεύτηκαν κορυφαίοι υπουργοί προκειμένου να πειστούν οι επιστήμονες ότι πρέπει να χαλαρώσουν τα περιοριστικά μέτρα. του Γιάννη Μακρυγιάννη
Οι δραματικές ψηφοφορίες που έγιναν στην τελευταία συνεδρίαση της επιτροπής των ειδικών του υπουργείου Υγείας για την πανδημία και από τις οποίες προέκυψε ένα «ναι», ένα «όχι» και ένα «ίσως, θα δούμε» απέναντι στις κυβερνητικές προτάσεις για το άνοιγμα της αγοράς και της κοινωνίας από τα lockdown, φανερώνουν ότι πλέον οι σχέσεις πολιτικής ηγεσίας και επιστημόνων είναι σε ένα δύσκολο σημείο.
Οι παλιές αγάπες και η συμπόρευση άλλων περιόδων μοιάζουν μακρινή ανάμνηση, καθώς η σφοδρότητα του τρίτου πανδημικού κύματος και ο τρόπος διαχείρισής του δεν έχουν εύκολες συνταγές. Και πάντως δεν υπάρχει η άλλοτε πανθομολογούμενη ταύτιση απόψεων ανάμεσα στην επιτροπή των ειδικών και την κυβέρνηση.
Η συνεδρίαση της Τετάρτης αποτέλεσε ορόσημο στη συνεργασία των δύο πλευρών, αφού ήταν η πρώτη φορά που εκδηλώθηκαν τόσες διαφωνίες, σε σημείο μάλιστα να κληθούν τα μέλη της επιτροπής να εκφράσουν τις απόψεις τους δια ψηφοφορίας. Επιστρατεύτηκαν δε κορυφαίοι υπουργοί (ως και ο κ. Γιώργος Γεραπετρίτης παρενέβη) και άλλα αρμόδια στελέχη, προκειμένου να πειστούν οι επιστήμονες ότι πρέπει να χαλαρώσουν τα περιοριστικά μέτρα. Η κυβέρνηση κατάφερε τελικά να αποσπάσει ένα σχεδόν ομόφωνο «ναι» γα το άνοιγμα του λιανεμπορίου, για το οποίο επέμενε εδώ και καιρό ο κ. Άδωνης Γεωργιάδης, αλλά δεν συνέβη το ίδιο με τα σχολεία.
Παρότι η υπουργός Παιδείας κυρία Νίκη Κεραμέως πίεσε ασφυκτικά, η πλειοψηφία της επιτροπής «έσυρε» το θέμα όσο γινόταν προς τα πίσω, επιμένοντας όχι μόνο στο σταδιακό άνοιγμα, αλλά και στην τήρηση αυστηρών μέτρων προστασίας, με την προσκόμιση αρνητικού self test από τους μαθητές. Αρχικά θα ανοίξουν μόνο τα λύκεια και εφόσον η κυβέρνηση έχει καταφέρει στο μεταξύ να προμηθεύσει τα φαρμακεία με τα self test, που θα φτάσουν έγκαιρα στους μαθητές.
Η συνεδρίαση της Τετάρτης αποτέλεσε ορόσημο στη συνεργασία των δύο πλευρών, αφού ήταν η πρώτη φορά που εκδηλώθηκαν τόσες διαφωνίες, σε σημείο μάλιστα να κληθούν τα μέλη της επιτροπής να εκφράσουν τις απόψεις τους δια ψηφοφορίας. Επιστρατεύτηκαν δε κορυφαίοι υπουργοί (ως και ο κ. Γιώργος Γεραπετρίτης παρενέβη) και άλλα αρμόδια στελέχη, προκειμένου να πειστούν οι επιστήμονες ότι πρέπει να χαλαρώσουν τα περιοριστικά μέτρα. Η κυβέρνηση κατάφερε τελικά να αποσπάσει ένα σχεδόν ομόφωνο «ναι» γα το άνοιγμα του λιανεμπορίου, για το οποίο επέμενε εδώ και καιρό ο κ. Άδωνης Γεωργιάδης, αλλά δεν συνέβη το ίδιο με τα σχολεία.
Παρότι η υπουργός Παιδείας κυρία Νίκη Κεραμέως πίεσε ασφυκτικά, η πλειοψηφία της επιτροπής «έσυρε» το θέμα όσο γινόταν προς τα πίσω, επιμένοντας όχι μόνο στο σταδιακό άνοιγμα, αλλά και στην τήρηση αυστηρών μέτρων προστασίας, με την προσκόμιση αρνητικού self test από τους μαθητές. Αρχικά θα ανοίξουν μόνο τα λύκεια και εφόσον η κυβέρνηση έχει καταφέρει στο μεταξύ να προμηθεύσει τα φαρμακεία με τα self test, που θα φτάσουν έγκαιρα στους μαθητές.
Ήδη μοιάζει δύσκολο να ανοίξουν όλες οι βαθμίδες πριν το Πάσχα. Η επιτροπή διχάστηκε επ’ αυτού του θέματος, με την κυρία Βάνα Παπαευαγγέλου να εκφράζει την άποψη για άνοιγμα και τον κ. Μάριο Λαζανά να επιμένει στους μεγάλους κινδύνους που εγκυμονεί κάτι τέτοιο για την υπερμετάδοση του ιού.
Το «όχι» που εισέπραξε η κυβέρνηση αφορούσε στην άρση της απαγόρευσης των διαδημοτικών μετακινήσεων, με αποτέλεσμα να αναλάβει η ίδια την ευθύνη και να τις επιτρέψει πιλοτικά για τα σαββατοκύριακα. Ενδεικτικό της σκληρής στάσης που τηρεί η επιτροπή απέναντι στα αιτήματα για επανεκκίνηση δραστηριοτήτων είναι και το γεγονός ότι απέρριψε εξ αρχής ακόμα και την οποιαδήποτε συζήτηση για την εστίαση, κάτι που οδήγησε τον πρωθυπουργό κ. Κυριάκο Μητσοτάκη να δηλώσει την Παρασκευή στη Βουλή ότι τα μαγαζιά αυτά θα αρχίσουν να δέχονται πάλι κόσμο μετά το Πάσχα!
Σύννεφα και αποχή από τα ΜΜΕ
Το κλίμα στις σχέσεις της επιτροπής, ή τουλάχιστον πολλών μελών της με την κυβέρνηση είχε αρχίσει να χαλάει εδώ και δύο μήνες τουλάχιστον. Η κρίση έγινε φανερή με την απροσδόκητη επιλογή που έκαναν κάποιοι καθηγητές και γιατροί εγνωσμένου κύρους, ειδικού επιστημονικού βάρους και διαθέτοντες επικοινωνιακή δεινότητα, να απόσχουν από τα μέσα ενημέρωσης και τη δημόσια υποστήριξη της τακτικής, την οποία είχε προκρίνει η πολιτική ηγεσία για τη διαχείριση της πανδημίας.
Βέβαια νωρίτερα ήταν ο κ. Σωτήρης Τσιόδρας, ο οποίος έχει επιλέξει εδώ και σχεδόν δέκα μήνες την αποχή από την καθημερινή ενημέρωση των πολιτών για την πανδημία. Ωστόσο ήταν αντιληπτό ότι ο κ. Τσιόδρας δεχόταν υπέρμετρα μεγάλο βάρος και τεράστια πίεση και μόνο από την αίσθηση ότι κρεμόταν μία ολόκληρη κοινωνία από τις δηλώσεις του κάθε απόγευμα, άρα η απόφασή του δεν προξενούσε μεγάλη έκπληξη. Άλλωστε ο ίδιος παραμένει στο κεντρικό επιτελείο διαχείρισης της πανδημίας, ουσιαστικά ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην πολιτική εξουσία και την επιστημονική κοινότητα.
Την αρχή αυτής της αποστασιοποίησης την έκανε ο παθολόγος – λοιμωξιολόγος και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας για την Αντιμετώπιση του AIDS κ. Μάριος Λαζανάς, όταν στις 8 Φεβρουαρίου, παραμονές της επιβολής του τελευταίου στη σειρά lockdown, ανακοίνωσε ότι δεν θα ξαναβγεί σε τηλεοράσεις και ραδιόφωνα. Στη συνέχεια με πιο διακριτικό τρόπο το ίδιο έκανε και ο καθηγητής Μικροβιολογίας και αντιπρύτανης του ΕΚΠΑ κ. Αθανάσιος Τσακρής, οποίος αθόρυβα σταμάτησε να ανταποκρίνεται στις εκκλήσεις των δημοσιογράφων για δημόσιες τοποθετήσεις. Την τριάδα των μεγάλων απουσιών το τελευταίο δίμηνο συμπληρώνει ο κ. Νίκος Σύψας επίσης εκ των εμβληματικών φυσιογνωμιών όλο το προηγούμενο διάστημα. Μάλιστα ο καθηγητής Παθολογικής Φυσιολογίας Λοιμώξεων του ΕΚΠΑ, θεωρούνταν κατά τους πρώτους μήνες της πανδημίας μαζί με τον κ. Χαράλαμπο Γώγο κάτι σαν άτυποι υπαρχηγοί του κ. Τσιόδρα.
Το δρόμο της αποχής φαίνεται να επιλέγει εδώ και αρκετές ημέρες και ένας ακόμη εκ των σημαντικών μελών της επιτροπής ο κ. Τάκης Παναγιωτόπουλος, καθηγητής Δημόσιας Υγείας, αλλά κυρίως από τις πιο συνετές και μετριοπαθείς φωνές στο επιστημονικό απαράτ της χώρας, κόντρα στην πανδημία. Με μετρημένες εμφανίσεις συμμετείχε στο μέτωπο και ένας ακόμη άριστος γνώστης των θεμάτων, ο κ. Γιώργος Σαρόγλου, Παθολόγος - Λοιμωξιολόγος και Ομότιμος Καθηγητής Παθολογίας στο ΕΚΠΑ.
Η στάση αυτή, την οποία έχει επιλέξει ένα μέρος των επιστημόνων το τελευταίο διάστημα, δεν φαίνεται να είναι τυχαία.
Άλλωστε εκεί στις αρχές Φεβρουαρίου, κυβερνητικοί παράγοντες είχαν καλέσει ευθέως τα μέλη της επιτροπής του υπουργείου Υγείας να περιορίσουν τις εμφανίσεις τους. «Στους λίγους δύσκολους μήνες που απομένουν χρειάζεται υπεύθυνος και ενιαίος λόγος από τους ειδικούς και λιγότερη έκθεση υποκειμενικών απόψεων οι οποίες δεν εξυπηρετούν την συλλογική ανάγκη» είχε τονίσει στις 9 Φεβρουαρίου η ίδια η κυβερνητική εκπρόσωπος κυρία Αριστοτελία Πελώνη, δίδοντας ένα σαφές σήμα για τις διαθέσεις της πολιτικής ηγεσίας. Λίγες ημέρες νωρίτερα είχε εκδηλωθεί μάλιστα μία διχογνωμία για το εάν θα έπρεπε να επιβληθούν νέα περιοριστικά μέτρα ή θα επιτρεπόταν σε ορισμένους τομείς της αγοράς να λειτουργήσουν, υπό κάποιες προϋποθέσεις.
Η «κούραση», τα τεστ και οι μάσκες
Το σκηνικό που άρχισε να διαμορφώνεται οδήγησε σε διάφορα παρατράγουδα στη συνέχεια, με δημόσιο αποκορύφωμα τη δήλωση που έκανε η πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εντατικής Θεραπείας κυρία Αναστασία Κοτανίδου περί «κουρασμένης επιτροπής, που έχει χάσει το δρόμο της και λαμβάνει λάθος αποφάσεις». Ανεξαρτήτως του τι ακριβώς εννοούσε η κυρία Κοτανίδου, καθώς η ίδια είπε μετά ότι παρερμηνεύτηκαν οι δηλώσεις της, τα θέματα στους κόλπους της επιτροπής είχαν ξεκινήσει από αρκετά νωρίτερα και μερικώς είχαν εκφραστεί και στην εκδήλωση του δεύτερου κύματος το περασμένο φθινόπωρο. Ιδίως οι κύριοι Λαζανάς και Τσακρής, δύο άνθρωποι με αδιαμφισβήτητο κύρος, γνώση και ευθυκρισία, είχαν ταχθεί για παράδειγμα από πολύ νωρίς υπέρ της ανάγκης του εντατικού testing στην κοινότητα, χωρίς να εισακουστούν όμως.
Την ίδια άποψη είχαν και πολλοί άλλοι της επιτροπής, ανάμεσά τους σίγουρα και ο κ. Παναγιωτόπουλος, ο οποίος έκανε ιώβεια υπομονή έως τον Μάρτιο. Το θέμα με το testing ήταν πολλές φορές από τις πληγές που κακοφόρμισαν στην επιτροπή, προκαλώντας ρωγμές στην επαφή με την κυβέρνηση, ενώ χάλασαν και πολλές σχέσεις μεταξύ των μελών της. Πληροφορίες αναφέρουν για παράδειγμα ότι στις αρχές του χρόνου και μετά από πιέσεις πολλών επιστημόνων, δόθηκε η διαβεβαίωση ότι θα εφαρμοστεί υποχρεωτικά το μέτρο των διαγνωστικών ελέγχων στους χώρους εργασίας, ειδικά όπου ο αριθμός των εργαζομένων είναι μεγάλος και γίνεται υπερμετάδοση του ιού. Η υπόσχεση έμεινε στα χαρτιά, όπως και οι δεσμεύσεις ότι θα υπάρξει παρέμβαση και στα μέσα μαζικής μεταφοράς, ένα αίτημα που έθεταν αρκετοί ειδικοί.
Είναι δε χαρακτηριστικό ότι ο κ. Λαζανάς έλεγε από πέρσι τον Ιούλιο (και συνέχισε να το επαναλαμβάνει διαρκώς σε κάθε δημόσια παρέμβασή του) ότι «είναι το φαινόμενο του παγόβουνου, που ανακαλύπτουμε την κορυφή του βουνού με τα μοριακά τεστ, αλλά από κάτω υπάρχει ένας πληθυσμός ακόμα ο οποίος είναι ασυμπτωματικός και είναι ωφέλιμο και σκόπιμο αυτός να ανευρεθεί και να θεραπευτεί αν χρειάζεται». Ο κ. Τσακρής προειδοποιούσε ανάλογα από τον περασμένο Νοέμβριο, ενώ είχε ζητήσει μετ’ επιτάσεις το άνοιγμα των σχολείων μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων να γίνει με υποχρεωτικά τεστ σε μαθητές και εκπαιδευτικούς.
Οι κύριοι Λαζανάς και Τσακρής ήταν επίσης από πολύ νωρίς, πριν εφαρμοστεί τελικά τον Οκτώβριο, υπέρμαχοι της ευρείας ή και καθολικής χρήσης μάσκας, ενώ μαζί με τον κ. Σύψα εξέφραζαν πάντα μεγάλη επιφύλαξη στο θέμα του ανοίγματος δραστηριοτήτων, διαβλέποντας τον κίνδυνο να υπάρξει αναζωπύρωση του πανδημικού κύματος, για διάφορους λόγους και αιτίες. Ο τελευταίος μάλιστα ήταν διαπρύσιος κήρυκας της σκληρής καραντίνας – τύπου περσινού Μαρτίου – κάτι που φάνηκε να ενόχλησε σφόδρα υπουργούς και άλλα αρμόδια κυβερνητικά στελέχη, τα οποία δέχονταν ισχυρές πιέσεις από την αγορά για οργάνωση της «εξόδου» από τα lockdown.
Οι ισορροπίες και τα όρια της επιτροπής
Η ισορροπία ανάμεσα στη συνταγή των περιοριστικών μέτρων και την ανάγκη «απελευθέρωσης» της κοινωνίας και της αγοράς ήταν από ένα σημείο και μετά διαρκές σημείο τριβής και προβληματισμού. Η επιτροπή έτσι κι αλλιώς συγκροτήθηκε με βάση το υγειονομικό κομμάτι, πρωτίστως το κλινικό και δεν εμπλουτίστηκε έγκαιρα με άλλες επιστημονικές ειδικότητες, όπως ψυχολόγους/κοινωνιολόγους, ούτε όμως και ειδικούς για τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας και των lockdown. Αυτή την ισορροπία αναλάμβανε η κυβέρνηση να την βρει και να την εφαρμόσει – εξ ου και όλο και πιο συχνά μετέχουν στις συνεδριάσεις της επιτροπής υπουργοί και κυβερνητικοί παράγοντες, οι οποίοι παρουσιάζουν σχετικά στοιχεία και προσπαθούν να πείσουν για την ανάγκη ανοιγμάτων.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι ζητούν από γιατρούς και μάχιμους επιστήμονες, ειδικά από ανθρώπους που βρίσκονται σε νοσοκομεία και βλέπουν τις δραματικές συνέπειες της πανδημίας στο σύστημα υγείας, να εισηγούνται για θέματα, που δεν είναι υποχρεωμένοι να γνωρίζουν, ούτε καν να τα λαμβάνουν υπόψη τους ίσως. Αυτή είναι πιθανόν και η βαθύτερη αιτία που ορισμένοι επέλεξαν τελικά κάποια απόσταση από τα πράγματα και πάντως από τις δημόσιες τοποθετήσεις. Ιδίως όταν έβλεπαν - και μάλλον νιώθοντας οι ίδιοι άβολα - συναδέλφους τους να αναλαμβάνουν το βάρος να αξιολογήσουν και άλλες συνιστώσες της πανδημίας, όπως τις οικονομικές, τις κοινωνικές, τις τουριστικές κ.ο.κ.
Στην ομάδα αυτή των μελών της επιτροπής, που τελικώς δέχθηκαν να σηκώσουν αυτό το βάρος και γι’ αυτό έχουν πιο ενισχυμένο ρόλο, είναι μεταξύ άλλων οι δύο εκπρόσωποι στις ενημερώσεις του υπουργείου,
Το «όχι» που εισέπραξε η κυβέρνηση αφορούσε στην άρση της απαγόρευσης των διαδημοτικών μετακινήσεων, με αποτέλεσμα να αναλάβει η ίδια την ευθύνη και να τις επιτρέψει πιλοτικά για τα σαββατοκύριακα. Ενδεικτικό της σκληρής στάσης που τηρεί η επιτροπή απέναντι στα αιτήματα για επανεκκίνηση δραστηριοτήτων είναι και το γεγονός ότι απέρριψε εξ αρχής ακόμα και την οποιαδήποτε συζήτηση για την εστίαση, κάτι που οδήγησε τον πρωθυπουργό κ. Κυριάκο Μητσοτάκη να δηλώσει την Παρασκευή στη Βουλή ότι τα μαγαζιά αυτά θα αρχίσουν να δέχονται πάλι κόσμο μετά το Πάσχα!
Σύννεφα και αποχή από τα ΜΜΕ
Το κλίμα στις σχέσεις της επιτροπής, ή τουλάχιστον πολλών μελών της με την κυβέρνηση είχε αρχίσει να χαλάει εδώ και δύο μήνες τουλάχιστον. Η κρίση έγινε φανερή με την απροσδόκητη επιλογή που έκαναν κάποιοι καθηγητές και γιατροί εγνωσμένου κύρους, ειδικού επιστημονικού βάρους και διαθέτοντες επικοινωνιακή δεινότητα, να απόσχουν από τα μέσα ενημέρωσης και τη δημόσια υποστήριξη της τακτικής, την οποία είχε προκρίνει η πολιτική ηγεσία για τη διαχείριση της πανδημίας.
Βέβαια νωρίτερα ήταν ο κ. Σωτήρης Τσιόδρας, ο οποίος έχει επιλέξει εδώ και σχεδόν δέκα μήνες την αποχή από την καθημερινή ενημέρωση των πολιτών για την πανδημία. Ωστόσο ήταν αντιληπτό ότι ο κ. Τσιόδρας δεχόταν υπέρμετρα μεγάλο βάρος και τεράστια πίεση και μόνο από την αίσθηση ότι κρεμόταν μία ολόκληρη κοινωνία από τις δηλώσεις του κάθε απόγευμα, άρα η απόφασή του δεν προξενούσε μεγάλη έκπληξη. Άλλωστε ο ίδιος παραμένει στο κεντρικό επιτελείο διαχείρισης της πανδημίας, ουσιαστικά ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην πολιτική εξουσία και την επιστημονική κοινότητα.
Την αρχή αυτής της αποστασιοποίησης την έκανε ο παθολόγος – λοιμωξιολόγος και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας για την Αντιμετώπιση του AIDS κ. Μάριος Λαζανάς, όταν στις 8 Φεβρουαρίου, παραμονές της επιβολής του τελευταίου στη σειρά lockdown, ανακοίνωσε ότι δεν θα ξαναβγεί σε τηλεοράσεις και ραδιόφωνα. Στη συνέχεια με πιο διακριτικό τρόπο το ίδιο έκανε και ο καθηγητής Μικροβιολογίας και αντιπρύτανης του ΕΚΠΑ κ. Αθανάσιος Τσακρής, οποίος αθόρυβα σταμάτησε να ανταποκρίνεται στις εκκλήσεις των δημοσιογράφων για δημόσιες τοποθετήσεις. Την τριάδα των μεγάλων απουσιών το τελευταίο δίμηνο συμπληρώνει ο κ. Νίκος Σύψας επίσης εκ των εμβληματικών φυσιογνωμιών όλο το προηγούμενο διάστημα. Μάλιστα ο καθηγητής Παθολογικής Φυσιολογίας Λοιμώξεων του ΕΚΠΑ, θεωρούνταν κατά τους πρώτους μήνες της πανδημίας μαζί με τον κ. Χαράλαμπο Γώγο κάτι σαν άτυποι υπαρχηγοί του κ. Τσιόδρα.
Το δρόμο της αποχής φαίνεται να επιλέγει εδώ και αρκετές ημέρες και ένας ακόμη εκ των σημαντικών μελών της επιτροπής ο κ. Τάκης Παναγιωτόπουλος, καθηγητής Δημόσιας Υγείας, αλλά κυρίως από τις πιο συνετές και μετριοπαθείς φωνές στο επιστημονικό απαράτ της χώρας, κόντρα στην πανδημία. Με μετρημένες εμφανίσεις συμμετείχε στο μέτωπο και ένας ακόμη άριστος γνώστης των θεμάτων, ο κ. Γιώργος Σαρόγλου, Παθολόγος - Λοιμωξιολόγος και Ομότιμος Καθηγητής Παθολογίας στο ΕΚΠΑ.
Η στάση αυτή, την οποία έχει επιλέξει ένα μέρος των επιστημόνων το τελευταίο διάστημα, δεν φαίνεται να είναι τυχαία.
Άλλωστε εκεί στις αρχές Φεβρουαρίου, κυβερνητικοί παράγοντες είχαν καλέσει ευθέως τα μέλη της επιτροπής του υπουργείου Υγείας να περιορίσουν τις εμφανίσεις τους. «Στους λίγους δύσκολους μήνες που απομένουν χρειάζεται υπεύθυνος και ενιαίος λόγος από τους ειδικούς και λιγότερη έκθεση υποκειμενικών απόψεων οι οποίες δεν εξυπηρετούν την συλλογική ανάγκη» είχε τονίσει στις 9 Φεβρουαρίου η ίδια η κυβερνητική εκπρόσωπος κυρία Αριστοτελία Πελώνη, δίδοντας ένα σαφές σήμα για τις διαθέσεις της πολιτικής ηγεσίας. Λίγες ημέρες νωρίτερα είχε εκδηλωθεί μάλιστα μία διχογνωμία για το εάν θα έπρεπε να επιβληθούν νέα περιοριστικά μέτρα ή θα επιτρεπόταν σε ορισμένους τομείς της αγοράς να λειτουργήσουν, υπό κάποιες προϋποθέσεις.
Η «κούραση», τα τεστ και οι μάσκες
Το σκηνικό που άρχισε να διαμορφώνεται οδήγησε σε διάφορα παρατράγουδα στη συνέχεια, με δημόσιο αποκορύφωμα τη δήλωση που έκανε η πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εντατικής Θεραπείας κυρία Αναστασία Κοτανίδου περί «κουρασμένης επιτροπής, που έχει χάσει το δρόμο της και λαμβάνει λάθος αποφάσεις». Ανεξαρτήτως του τι ακριβώς εννοούσε η κυρία Κοτανίδου, καθώς η ίδια είπε μετά ότι παρερμηνεύτηκαν οι δηλώσεις της, τα θέματα στους κόλπους της επιτροπής είχαν ξεκινήσει από αρκετά νωρίτερα και μερικώς είχαν εκφραστεί και στην εκδήλωση του δεύτερου κύματος το περασμένο φθινόπωρο. Ιδίως οι κύριοι Λαζανάς και Τσακρής, δύο άνθρωποι με αδιαμφισβήτητο κύρος, γνώση και ευθυκρισία, είχαν ταχθεί για παράδειγμα από πολύ νωρίς υπέρ της ανάγκης του εντατικού testing στην κοινότητα, χωρίς να εισακουστούν όμως.
Την ίδια άποψη είχαν και πολλοί άλλοι της επιτροπής, ανάμεσά τους σίγουρα και ο κ. Παναγιωτόπουλος, ο οποίος έκανε ιώβεια υπομονή έως τον Μάρτιο. Το θέμα με το testing ήταν πολλές φορές από τις πληγές που κακοφόρμισαν στην επιτροπή, προκαλώντας ρωγμές στην επαφή με την κυβέρνηση, ενώ χάλασαν και πολλές σχέσεις μεταξύ των μελών της. Πληροφορίες αναφέρουν για παράδειγμα ότι στις αρχές του χρόνου και μετά από πιέσεις πολλών επιστημόνων, δόθηκε η διαβεβαίωση ότι θα εφαρμοστεί υποχρεωτικά το μέτρο των διαγνωστικών ελέγχων στους χώρους εργασίας, ειδικά όπου ο αριθμός των εργαζομένων είναι μεγάλος και γίνεται υπερμετάδοση του ιού. Η υπόσχεση έμεινε στα χαρτιά, όπως και οι δεσμεύσεις ότι θα υπάρξει παρέμβαση και στα μέσα μαζικής μεταφοράς, ένα αίτημα που έθεταν αρκετοί ειδικοί.
Είναι δε χαρακτηριστικό ότι ο κ. Λαζανάς έλεγε από πέρσι τον Ιούλιο (και συνέχισε να το επαναλαμβάνει διαρκώς σε κάθε δημόσια παρέμβασή του) ότι «είναι το φαινόμενο του παγόβουνου, που ανακαλύπτουμε την κορυφή του βουνού με τα μοριακά τεστ, αλλά από κάτω υπάρχει ένας πληθυσμός ακόμα ο οποίος είναι ασυμπτωματικός και είναι ωφέλιμο και σκόπιμο αυτός να ανευρεθεί και να θεραπευτεί αν χρειάζεται». Ο κ. Τσακρής προειδοποιούσε ανάλογα από τον περασμένο Νοέμβριο, ενώ είχε ζητήσει μετ’ επιτάσεις το άνοιγμα των σχολείων μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων να γίνει με υποχρεωτικά τεστ σε μαθητές και εκπαιδευτικούς.
Οι κύριοι Λαζανάς και Τσακρής ήταν επίσης από πολύ νωρίς, πριν εφαρμοστεί τελικά τον Οκτώβριο, υπέρμαχοι της ευρείας ή και καθολικής χρήσης μάσκας, ενώ μαζί με τον κ. Σύψα εξέφραζαν πάντα μεγάλη επιφύλαξη στο θέμα του ανοίγματος δραστηριοτήτων, διαβλέποντας τον κίνδυνο να υπάρξει αναζωπύρωση του πανδημικού κύματος, για διάφορους λόγους και αιτίες. Ο τελευταίος μάλιστα ήταν διαπρύσιος κήρυκας της σκληρής καραντίνας – τύπου περσινού Μαρτίου – κάτι που φάνηκε να ενόχλησε σφόδρα υπουργούς και άλλα αρμόδια κυβερνητικά στελέχη, τα οποία δέχονταν ισχυρές πιέσεις από την αγορά για οργάνωση της «εξόδου» από τα lockdown.
Οι ισορροπίες και τα όρια της επιτροπής
Η ισορροπία ανάμεσα στη συνταγή των περιοριστικών μέτρων και την ανάγκη «απελευθέρωσης» της κοινωνίας και της αγοράς ήταν από ένα σημείο και μετά διαρκές σημείο τριβής και προβληματισμού. Η επιτροπή έτσι κι αλλιώς συγκροτήθηκε με βάση το υγειονομικό κομμάτι, πρωτίστως το κλινικό και δεν εμπλουτίστηκε έγκαιρα με άλλες επιστημονικές ειδικότητες, όπως ψυχολόγους/κοινωνιολόγους, ούτε όμως και ειδικούς για τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας και των lockdown. Αυτή την ισορροπία αναλάμβανε η κυβέρνηση να την βρει και να την εφαρμόσει – εξ ου και όλο και πιο συχνά μετέχουν στις συνεδριάσεις της επιτροπής υπουργοί και κυβερνητικοί παράγοντες, οι οποίοι παρουσιάζουν σχετικά στοιχεία και προσπαθούν να πείσουν για την ανάγκη ανοιγμάτων.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι ζητούν από γιατρούς και μάχιμους επιστήμονες, ειδικά από ανθρώπους που βρίσκονται σε νοσοκομεία και βλέπουν τις δραματικές συνέπειες της πανδημίας στο σύστημα υγείας, να εισηγούνται για θέματα, που δεν είναι υποχρεωμένοι να γνωρίζουν, ούτε καν να τα λαμβάνουν υπόψη τους ίσως. Αυτή είναι πιθανόν και η βαθύτερη αιτία που ορισμένοι επέλεξαν τελικά κάποια απόσταση από τα πράγματα και πάντως από τις δημόσιες τοποθετήσεις. Ιδίως όταν έβλεπαν - και μάλλον νιώθοντας οι ίδιοι άβολα - συναδέλφους τους να αναλαμβάνουν το βάρος να αξιολογήσουν και άλλες συνιστώσες της πανδημίας, όπως τις οικονομικές, τις κοινωνικές, τις τουριστικές κ.ο.κ.
Στην ομάδα αυτή των μελών της επιτροπής, που τελικώς δέχθηκαν να σηκώσουν αυτό το βάρος και γι’ αυτό έχουν πιο ενισχυμένο ρόλο, είναι μεταξύ άλλων οι δύο εκπρόσωποι στις ενημερώσεις του υπουργείου,
ήτοι ο κ. Γκίκας Μαγιορκίνης και η κυρία Βάνα Παπαευαγγέλου, αλλά και οι κύριοι Δημήτρης Παρασκευής και Χρήστος Χατζηχριστοδούλου και οι κυρίες Αναστασία Κοτανίδου, Βάνα Σύψα και άλλοι.
Πιο ισορροπιστικό ρόλο επιχειρούν να διαδραματίσουν για να συνθέσουν τις διαφορετικές προσεγγίσεις και φιλοσοφίες των συναδέλφων τους επιστημόνων, καθηγητές και γιατροί όπως ο κ. Χαράλαμπος Γώγος και ο κ. Άλκης Βατόπουλος. Πρόκειται για δύο παράγοντες της επιτροπής με εξαιρετική απήχηση και ψύχραιμο λόγο, αν και συχνά προσπαθούν να αφήσουν όλες τις πλευρές ικανοποιημένες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες