Το 1944 βρίσκει τις εργατικές φτωχογειτονιές της Αθήνας σε αγωνιστικό αναβρασμό. Η αντιστασιακή δράση του λαού της πρωτεύουσας δυναμώνει συνεχώς. Δίπλα στις κινητοποιήσεις και τους απεργιακούς αγώνες για την χορήγηση τροφίμων και το σταμάτημα της κατοχικής τρομοκρατίας οι κάτοικοι των συνοικιών οργανώνονται μαζικά στο ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ και την ΕΠΟΝ και αρχίζουν να εξοπλίζονται. Γράφει ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΕΝΕΖΑΚΗΣ
Εκείνο το Σάββατο 4 Μάρτη αρχίζουν οι χιτλερικές επιδρομές στις λαϊκές γειτονιές, με την προσπάθεια να εισβάλουν στην Κοκκινιά. Ο ΕΛΑΣ τους περιμένει και ξεκινάει η Ιστορική Μάχη της Κοκκινιάς. Την Δευτέρα 6 Μάρτη 1944, ο Πειραιάς αντιδρά και κατεβαίνει σε μαζική πανεργατική απεργία κατά της τρομοκρατίας του λαού της Κοκκινιάς.
Η συμμετοχή κι η αλληλεγγύη των εργατών και του λαού προς τους Κοκκινιώτες αγωνιστές είναι καθολική. Νεκρώνει το λιμάνι, τα συνεργεία, τα ραφτάδικα, τα υφαντουργεία, τα σαπουνάδικα, τα λαδάδικα… σε όλο τον Πειραιά. Εκτός από την αλληλεγγύη των εργατών και του λαού προς τους Κοκκινιώτες, οι απεργιακές κινητοποιήσεις μπλοκάρουν και σημαντικές δυνάμεις των Γερμανών, των Ταγμάτων Ασφαλείας και της Χωροφυλακής, στο κέντρο του Πειραιά και δεν μπορούν να εισβάλουν στην Κοκκινιά.
Η μάχη κράτησε 3 μέρες, μέχρι το βράδυ της 8 Μάρτη, όταν αποχώρησαν οι Ναζί και οι ταγματασφαλίτες από την Κοκκινιά παίρνοντας μαζί τους 300 αιχμάλωτους στο Χαϊδάρι, αφού εκτέλεσαν 4 ΕΑΜίτες στην πλατεία Αγίων Αναργύρων.
Η Κοκκινιά είναι Στάλιγκραντ
κι η Καλογρέζα Μόσχα
κι οι συνοικίες του λαού
μας οδηγούν στη δόξα
Απ’ τα μέσα Φλεβάρη υπάρχει η πληροφορία ότι οι ταγματασφαλίτες του Ντερτιλή και του Λάμπου θα κάνουν επίθεση στις εργατοσυνοικίες της Νέας Ιωνίας, Καλογρέζα, Σαφράμπολη κλπ. Ο ΕΛΑΣ της περιοχής, το 3ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ Αθήνας και η 8η Αχτίδα της ΚΟΑ μπαίνουν σε επιφυλακή.
Οι ταγματασφαλίτες, καταφέρνουν ένα σημαντικό χτύπημα. Μετά από προδοσία ενός χαφιέ, δέχονται επίθεση στο σπίτι τους, στις 23 Φλεβάρη, τα αδέλφια Μπαρτζώκα, τον πολιτικό καθοδηγητή Στέλιο Μπαρτζώκα και τον καπετάνιο του λόχου Καλογρέζας Αλέξη Μπαρτζώκα. Στην συμπλοκή που ακολούθησε ο Αλέξης σκοτώνεται επί τόπου. Ο Στέλιος μεταφέρεται στο Χαϊδάρι και εκτελείται στις αρχές Μάρτη.
Μετά την επίθεση στην Κοκκινιά τα μέτρα της επιφυλακής εντείνονται. Μια βδομάδα όμως μετά οι αποκεφαλισμένες και άπειρες ακόμα δυνάμεις του ΕΛΑΣ χαλαρώνουν εφησυχασμένες, εκτιμώντας ότι ο κίνδυνος πέρασε και χωρίς την συγκατάθεση της Επιτροπής Πόλης της ΚΟΑ, σταματούν την επιφυλακή.
Τις μέρες αυτές οι ανθρακωρύχοι της Καλογρέζας βρίσκονται σε αγωνιστικές κινητοποιήσεις. Στις 14 Μάρτη επιτροπή εργαζομένων στα ανθρακωρυχεία καταθέτουν στην εργοδοσία αιτήματα των εργατών. Την ίδια μέρα σε σύσκεψη του κατοχικού υπουργού Εσωτερικών Αναστάσιου Ταβουλάρη με την ηγεσία των δωσιλογικών Σωμάτων Ασφαλείας αποφασίζεται η διενέργεια ερευνών και συλλήψεων «εν τω Συνοικισμώ Καλογραίζης και των πέριξ αυτού μικροσυνοικισμών την επομένην ημέραν».
Στη σύσκεψη συμμετείχαν ο Διευθυντής της Δ/νσεως Συντονισμού Χωροφυλακής Αντισυνταγματάρχης Νικόλαος Ταρσατόπουλος, ο Γεν. Διευθυντής Χωροφυλακής Υποστράτηγος Κατσιμπίρης, ο Διευθυντής Χωροφυλακής Συνταγματάρχης Γαλανός, ο Αρχηγός Χωροφυλακής Υποστράτηγος Γκίνης, ο Διευθυντής της Ειδικής Ασφάλειας Χωροφυλακής Υποστράτηγος Λάμπου, ο Διοικητής των Ταγμάτων Ασφαλείας Υποστράτηγος Ντερτιλής και ο Γερμανός αξιωματικός «παρά τω Υπουργείω» Μπος.
Αργά το βράδυ, γύρω στα μεσάνυχτα, μεγάλες δυνάμεις των ταγματασφαλιτών και το σύνολο των ανδρών της Ειδικής Ασφάλειας περικυκλώνουν τη Νέα Ιωνία, την Καλογρέζα, την Σαφράμπολη και το Ηράκλειο. Η Ειδική Ασφάλεια του Λάμπου έχει έτοιμο κατάλογο με ονόματα πρωτοπόρων εργατών, ΕΑΜιτών, ΕΠΟΝιτών και κομμουνιστών.
Πριν ακόμα ξημερώσει η 15 Μάρτη 1944 τα γερμανικά Es-Es, οι δολοφόνοι της Ειδικής Ασφάλειας με επικεφαλής τον Λάμπου, οι ταγματασφαλίτες γερμανοτσολιάδες με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Νικόλαο Πλυτζανόπουλο, χωροφύλακες με τον αρχηγό τους υποστράτηγο Γκίνο, ένα σύνολο πάνω από 2.000 εξαγριωμένων βανδάλων, με πυροβολισμούς, χειροβομβίδες, βρισιές σπρωξίματα και κλωτσιές ξεχύνονται μέσα στα σπίτια των αιφνιδιασμένων κατοίκων της συνοικίας. Ερευνες, συλλήψεις με υποδείξεις των κουκουλοφόρων καταδοτών και βασανισμοί για να μαρτυρήσουν τα στελέχη των αντιστασιακών οργανώσεων.
Συλλαμβάνουν τους άνδρες, τρομοκρατούν γυναίκες και παιδιά, μαζεύουν τους άνδρες που πάνε για την πρωινή βάρδια στα εργοστάσια. Λεηλατούν σπίτια και μαγαζιά. Στα λιγνιτωρυχεία, την ώρα που σχολάει η νυχτερινή βάρδια και βγαίνει από τις στοές, τους μαζεύουν όλους και συλλαμβάνουν τους περισσότερους.
Τους οδηγούν, μαζί μ’ άλλους άνδρες από την Ελευθερούπολη, τη Σαφράμπολη, το Παναιτώλιο και άλλα σημεία της Νέας Ιωνίας με βρισιές, με κτυπήματα και υπό την απειλή των όπλων, στην πλατεία της εκκλησίας της Ζωοδόχου Πηγής, όπου βρίσκεται το τμήμα Χωροφυλακής της Καλογρέζας.
Εκεί βρίσκουν βασανίζουν τον 19χρονο Παναγιώτη Μικρόπουλο που την προηγούμενη μέρα είχε πάει στο διευθυντή του ορυχείου να ζητήσει να ικανοποιηθούν τα αιτήματα των λιγνιτωρύχων. Του ζητούν να προδώσει συναγωνιστές του, αυτός αρνείται. Τον απομακρύνουν τον πάνε παρακάτω στο ρέμα και τον εκτελούν.
Ο αυτόπτης μάρτυρας, 20χρονος τότε αγωνιστής Νίκος Παπούδης που ο πατέρας του Μιχάλης Παπούδης εκτελέστηκε σε αυτό το μπλόκο, διηγείται:
«Επικεφαλής των Γερμανοτσολιάδων ο αρχιπροδότης και εγκληματίας Λάμπου, με άμεσους συνεργάτες, τους περιβόητους βασανιστές της Ασφάλειας Παρθενίου και Μόρφη.
Επιβλέποντες, τα αφεντικά τους 3-5 Γερμανοί Αξιωματικοί. Συγκεντρώνουν όλους τους άντρες από 18 χρονών και πάνω, σε δυο σημεία. Στην πλαγιά του Ηρακλείου, στο τέρμα της Ζωοδόχου Πηγής και στην πλαγιά του Καπιτωλίου στην Αλσούπολη. Εχουν στα χέρια τους καταλόγους, με εκατοντάδες ονόματα πατριωτών.
Τους καλούν να παρουσιαστούν. Πολλοί ακούνε τα ονόματά τους και βγαίνουν. Καμιά 20αριά τους πηγαίνουν στο πρόχειρο στρατοδικείο, πούχει στηθεί στην Ελευθερούπολη στον Παιδικό Σταθμό.
Μετά την πρώτη διαλογή μεταφέρουν του υπόλοιπους στο σημερινό χώρο της εκκλησίας Ζωοδόχου Πηγής.
Οι διαθέσεις του όσο πάνε χειροτερεύουν, διαβάζουν συνέχεια τον κατάλογο με τα ονόματα, κανείς δεν το κουνάει από τη θέση του. Οι τσολιάδες κουβαλάνε συνέχεια πατριώτες.
Κάνει την εμφάνισή του ο Αρχιπροδότης Λάμπου, άγριες οι διαθέσεις του. Φαίνεται καθαρά από το όλο παρουσιαστικό του. Εχει τα χέρια ψηλά και κρατάει την περιβόητη αλυσίδα που βασάνιζε τους πατριώτες για να μαρτυρήσουν. Εγκατέλειπε τα θύματά του, μόνο όταν δεν είχαν πια ψυχή.
Ανεβασμένος σε μια καρέκλα βγάζει λόγο. Δίπλα τα τσανάκια του με καταλόγους:
«Ακούστε ρε σεις. Ηρθα εδώ με τη βοήθεια της Παναγίας. Δεν θέλω να σας κάνω κακό».
Το πρόσωπό του, ο τόνος της φωνής του μαρτυρούν το αντίθετο.
«Θα διαβαστούν εδώ μερικά ονόματα. Αλοίμονό του αν κάποιος ακούσει το όνομά του και δεν βγει».
Βγαίνουν πρώτα μερικοί γερόντοι. Ακολουθούν κι άλλοι, και με μερικούς ακόμα, που φέρανε οι Τσολιάδες, φτιάχνουν την πρώτη ομάδα.
Κανείς δεν φαντάζεται, ότι κάποιο μεγάλο κακό θα συμβεί. Καταλαβαίνουμε ότι πρόκειται για εκτέλεση, όταν ακούμε τη φωνή του Παρθενίου, που λέει: «Μερικοί άνδρες να βγουν για απόσπασμα». Τρέχουν καμιά τριανταριά. Ακούγονται πυροβολισμοί κι ομοβροντίες. Μέσα στις ομοβροντίες των όπλων, πιο ισχυρές, πιο δυνατές οι φωνές των πατριωτών που τα κορμιά τους δεν λένε να πέσουν:
ΖΗΤΩ η Ελευθερία
ΖΗΤΩ η Ελλάδα
Ζήτω το ΕΑΜ – Ζήτω ο ΕΛΑΣ
Ζήτω η ΕΠΟΝ – Ζήτω το ΚΚΕ
Ζήτω και Ζήτω. – Μαρία παιδί μου – Κώστα, Νίκο, μητέρα. Οι αραιοί πυροβολισμοί της χαριστικής βολής. Μια – μια φωνή κι η τελευταία ανάσα του κάθε ήρωα κόβεται.
Με πιο άγριες διαθέσεις εμφανίζεται και πάλι ο Αρχιπροδότης Λάμπου. Κατάκοπος από την κούραση, γιατί κάποιον βασάνιζε και δεν έβγαινε τίποτα. Τον εγκατέλειψε, γιατί νόμιζε ότι πέθανε. Ο βασανισμένος γλύτωσε και ζει.
Φωνάζουν πολλά ονόματα. Κανείς δεν βγαίνει. Με μια κουστωδία περνάει μπροστά μας. Μα πάλι κανείς δεν βγαίνει. Αγριεύει, ουρλιάζει, φωνάζει, χειρονομεί, μα κανείς δεν το κουνάει από τη θέση του.
Φέρνουν τον ήρωα Γιώργο Χρυσαυγή. Φανερά πάνω του τα ίχνη των βασανιστηρίων. Φέρνουν τον Ορφέα Συρμαλόγλου, τους αδελφούς Παρασκευά Γιώργο και Παντελή. Πιστάγκωνα δεμένους. Φέρνουν κι άλλους. Κι έναν τραυματία αντάρτη του ΕΛΑΣ. Τους εκτελούν όλους. Πάλι η ίδια σκηνή. Πάλι οι ίδιες φωνές, οι ίδιες ζητωκραυγές και ο αριθμός 23 είναι γεγονός. Καλογρεζάνοι 20, ένας Σαφραμπολίτης ο Αντάρτης Αναστασίου, που καταγόταν απ’ τα Μεσόγεια και ο Ιταλός Μπελεγρίνο Αντώνιο.
Πολλοί από τους σημερινούς κατοίκους – παιδιά τότε – έβλεπαν την σκηνή των εκτελέσεων, κρυμμένοι πίσω από τα σπίτια και τις παράγκες.
Αφρίζουν από λύσσα οι προδότες και πρώτος απ’ όλους ο Λάμπου. Πηγαινοέρχεται, βρίζει, φωνάζει, ουρλιάζει μα κανείς δεν δείχνει να τον υπολογίζει.
Πάλι διαβάζουν ονόματα, πάλι ακούγονται τα ίδια και τα ίδια, κανείς δεν το κουνάει από τη θέση του. Πάλι μας βγάζει λόγο: «Σηκωθείτε όλοι όρθιοι κι ακούστε» (ανεβασμένος στην καρέκλα). Δίπλα ο Διοικητής της Καλογρέζας Μπουρίκος. «Θα περάσετε όλοι από δω μπροστά μας, κι όσους γνωρίζει ο Διοικητής, θα πάνε απ’ εδώ κι όσους όχι, απ’ εκεί».
Με υψωμένο το κεφάλι περνάνε όλοι μπροστά του. Εκαναν διαλογή. Γέμισαν καμιόνια φορτηγά με 150 πατριώτες, και το καραβάνι παίρνει το δρόμο για το Χαϊδάρι. Πολλούς έστειλαν στα στρατόπεδα της Γερμανίας. Αλλους εκτέλεσαν στο Δομοκό και σε άλλα μέρη της πατρίδας μας. Λίγοι έζησαν. Τρεις με τέσσερις γύρισαν στην Καλογρέζα.
Ωρα 2.20, τυπικά το μπλόκο είχε τελειώσει. Η τρομοκρατία όμως συνεχίζεται.
Οι οικογένειες των θυμάτων κουβαλάνε τους νεκρούς στα σπίτια τους με τη βοήθεια συγγενών και φίλων. Η Οργάνωση έφτιαξε τα φέρετρα και φρόντισε για τη ταφή.
Η εκκλησία όμως αρνείται να τελέσει την νεκρώσιμη ακολουθία.
Το Νεκροταφείο είναι ζωσμένο από εκατοντάδες Τσολιάδες με προτεταμένα τα όπλα. Ετσι, με δυο-τρία λόγια του παπά, θάβονται οι Ηρωες του Μπλόκου…»
(από το «Ιωνιώτες Αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης»)
Οι Εκτελεσμένοι του πρώτου μεγάλου Μπλόκου, τα ονόματα των οποίων αναγράφονται στο μνημείο της Εθνικής Αντίστασης στην Καλογρέζα:
1.Ανδριώτης Ευάγγελος 34 ετών
2.Αργυρόπουλος Δημήτριος 25 ετών3.Αρτινιάν Νικόλαος 26 ετών
4.Βουτσάς Κωσταντίνος 18 ετών
5.Γεωργίου Κωσταντίνος 18 ετών
6.Καλοειδής Ιωάννης 32 ετών
7.Καμίνης Γεώργιος 28 ετών
8.Κανάκης Μιχαήλ 33 ετών
9.Κοντόπουλος Κωσταντίνος 30
10.Λασκαρίδης Γεώργιος 26 ετών
11.Μαυρίδης Αιμίλιος 27 ετών
12.Μικρόπουλος Παναγιώτης 19 ετών
13.Μινόπουλος Κωσταντίνος 52 ετών
14.Πανταλέων Αναστάσιος 28 ετών
15.Παπαδημητρίου Γεώργιος 26 ετών
16.Παρασκευάς Γεώργιος 26 ετών
17.Παρασκευάς Παντελής 24 ετών
18.Παπούδης Μιχαήλ 60 ετών
19.Σοφιανόπουλος Γεώργιος 17 ετών
20.Συρμαλόγλου Γεώργιος 28 ετών
21.Χρυσαύγης Γεώργιος 27 ετών
22.Πελεγκρίνο Αντώνιο, Ιταλός
Τρεις μέρες μετά, στις 18 Μάρτη 1944, κυκλοφορεί ο παράνομος ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ με κεντρικό τίτλο «ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΓΥΡΕΥΕΙ ΕΚΔΙΚΗΣΗ»
Και με ρεπορτάζ για το πώς έγιναν τα τραγικά γεγονότα, με τίτλο «ΟΙ ΟΡΔΕΣ ΤΟΥ ΛΑΜΠΟΥ ΣΦΑΖΟΥΝ ΕΡΓΑΤΕΣ».
Η κατάσταση που δημιουργήθηκε έπειτα από την επιδρομή και της σφαγή της Καλογρέζας στην περιοχή της Νέας Ιωνίας ήταν άσχημη. Απορφανίστηκαν οι οργανώσεις, μούδιασε ο κόσμος, παρέλυσε η μαζική οργανωμένη δράση, σκόρπισαν οι δυνάμεις. Οι κατακτητές και οι ντόπιοι συνεργάτες τους κατόρθωσαν να φοβίσουν το λαό, τους εργάτες της περιοχής για ένα διάστημα.
Η Κομματική Οργάνωση της Αθήνας πήρε έκτακτα οργανωτικά μέτρα. Αντικατέστησε την γραμματέα της Αχτίδας, την «κατσαρίδα» (Μπαϊράμογλου) με τον Ακροναυπλιώτη Γιώργη Βοντίτσιο (Γούσια), για την ανασυγκρότηση του ΕΛΑΣ τοποθέτησε καπετάνιο τάγματος το δοκιμασμένο στέλεχος (από τα ιδρυτικά του ΕΛΑΣ) Βασίλη Γρατσία (Νικηφόρο) και άλλα στελέχη από την Επιοτροπή Πόλης και την ΕΠΟΝ. Την καθοδήγηση της Κομματικής Αχτίδας ανέλαβε ο Σπύρος Κωτσάκης (Νέστωρας).
Σε δυο μήνες η κατάσταση άλλαξε. Ο λαός και οι αντάρτες, σε όλη την Αθήνα, συνειδητοποίησαν καλά τι σημαίνει να μη δόσεις μάχη, να αιφνιδιαστείς και να ηττηθείς.
Ο Ιούνης βρήκε τη Νέα Ιωνία με ξαναστημένες τις οργανώσεις της, πανέτοιμη, στην πρώτη γραμμή της αντίστασης ενάντια στον κατακτητή και τους δωσίλογους συνεργάτες του.
ΠΗΓΕΣ:
–«Η Εθνική Αντίσταση στην Αδούλωτη Αθήνα», Βασίλη Γ. Μπαρτζώτα, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή» 1984
–«ΕΙΣΦΟΡΑ» στο χρονικό της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης στην Αθήνα», Σπύρου Κωτσάκη, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»1986
–«Ιωνιώτες Αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης», έκδοση της ΠΕΑΕΑ – Παράρτημα Νέας Ιωνίας, 1998
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες