Για να δούμε, όμως, τι συμβαίνει επί της ουσίας. Ποιος, τελικά, πολιτικοποιεί το θέμα;
Μα, πρώτα απ’ όλα η ίδια η κυβέρνηση. Από την πρώτη στιγμή που άρχισαν οι καταγγελίες, μέχρι και τώρα, υπάρχει πολιτική διαχείριση του ζητήματος.
Xαρακτηστικότερη όλων των κινήσεων πολιτικοποίησης είναι ενσωμάτωση των εκτιμήσεων του υπουργού Ανάπτυξης κι Επενδύσεων και αντιπροέδρου της ΝΔ, Αδ. Γεωργιάδη, στη γραμμή υπεράσπισης του Δημήτρη Λιγνάδη, από τον δικηγόρο του, Αλέξη Κούγια.
Τι έγραψε ο υπουργός, Αδ. Γεωργιάδης, προχθές:
Η αλήθεια δεν φτάνει να λέγεται αλλά πρέπει να λέγεται και στην σωστή στιγμή. Η κα Λίνα Μενδώνη ως ΥΠΠΟ ξεμπλόκαρε όλες τις μεγάλες Επενδύσεις που ήταν εκεί σταματημένες χρόνια. Εξ ου και το μίσος της Αριστεράς εναντίον της. Την θεωρώ εξαιρετική συνάδελφο.
Διαβάστε, επίσης, τι έγραφε, χθες, ο δικηγόρος του Δ. Λιγνάδη, Α. Κούγιας, σε ανακοίνωση με την οποία ανέλαβε οριστικά την υπεράσπιση του:
«…πολλές φορές κατασκευάζονται με σκοπιμότητα ποινικές υποθέσεις, που τις περισσότερες φορές είναι το μέσο επιχειρηματικών και πολιτικών συμφερόντων (υπόθεση του αείμνηστου Βρέντζου τρεις ημέρες πριν τις εκλογές του 2004, υπόθεση Ριχάρδου παραμονές εκλογών του 2019 κ.ά) και θέλω να καταστήσω γνωστό σε όλους ότι αυτή η υπόθεση με αυτή τη νομική βαρβαρότητα εις βάρος Έλληνα πολίτη έχει στόχο την κυρία Μενδώνη, η οποία είναι η μόνη αρμόδια Υπουργός για την απεμπλοκή της τεράστιας επενδύσεως στο Ελληνικό, ώστε να ξεπεραστούν οι σκόπελοι των δήθεν αρχαιολογικών ευρημάτων και να ολοκληρωθεί επιτέλους αυτή η τεράστια επένδυση».
Οι ομοιότητες είναι εμφανείς με «γυμνό μάτι» και κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει για τις πολιτικές διαστάσεις που συνυπάρχουν στη δήλωση υπουργού της κυβέρνησης και την ανακοίνωση του Αλ. Κούγια.
Θεωρούμε, δε, ως δεδομένο ότι και ο ίδιος ο κύριος Λιγνάδης έχει τις ίδιες θέσεις, αφού πρόκειται για τα λεγόμενα του δικηγόρου που τον υπερασπίζεται. Αν είναι σωστοί οι παραπάνω ισχυρισμοί μένει να αποδειχθεί, όπως άλλωστε μένει να κριθούν από τη δικαιοσύνη οι βαριές κατηγορίες κατά του Δ. Λιγνάδη.
Πάντως, είναι μάλλον λογικό το ερώτημα: Πώς μπορεί οι καταγγέλλοντες να γνώριζαν (χρόνια πριν είναι τα περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης στα οποία αναφέρονται) ότι ο κύριος Λιγνάδης θα έχει τη διεύθυνση το Εθνικού Θεάτρου και η κυρία Μενδώνη θα είναι η υπουργός που θα «ξεμπλοκάρει» τις μπίζνες και το ξεπούλημα στο Ελληνικό;
Για να ολοκληρώσουμε, δε, τα περί της ανακοίνωσης και των δημόσιων σχολίων του Αλ. Κούγια (φανταζόμαστε ότι και σε αυτές συμφωνεί ο κύριος Λιγνάδης, αφού πρόκειται για τον δικηγόρο του) να κρατήσουμε και τους χαρακτηρισμούς του για τους «δήθεν μάρτυρες», όπως του ονομάζει:
«Πρόκειται για «επαγγελματίες» ομοφυλόφιλους, οι οποίοι ως επάγγελμα έχουν την επ’ αμοιβή συνύπαρξή τους με αντίστοιχους ομοφυλόφιλους, και μία κυρία 40 ετών, η οποία ομολογεί ότι ήταν αθεράπευτα ερωτευμένη και είχε σεξουαλική σχέση με τον κύριο Λιγνάδη, ενώ ήταν δεσμευμένη, και της οποίας η προσωπικότητα είναι γνωστή στο χώρο του θεάτρου, λεπτομέρειες της οποίας θα αναδείξουμε με το απολογητικό μας υπόμνημα και όσα θα απολογηθούμε στην κυρία Ανακριτή».
«Επαγγελματίες ομοφυλόφιλοι» (!) ; Τι σημαίνει αυτό άραγε; Mήπως «ομοφυλόφιλοι ακραίοι» (!) (δηλώσεις Κούγια στο Mega); Η άποψη του δικηγόρου του Δ. Λιγνάδη, επιδιώκοντας να απαξιώσει τους μάρτυρες, είναι δημόσια, άρα κρίνεται: Δεν πρόκειται απλά για εκτόξευση κατηγορίας αλλά για ρατσιστική και ομοφοβική αντίληψη, η οποία σαφώς κι έχει πολιτικό περιεχόμενο και σε ιδεολογικό επίπεδο.
Πάμε, όμως, λίγο πίσω χρονικά. Η κυβέρνηση επέλεξε, αλλάζοντας τη διαδικασία, να ορίσει (με ανάθεση) τον κύριο Λιγνάδη καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου. Είναι αυτό μια πολιτική πράξη; Σαφώς και είναι κι αναλάμβανε την ευθύνη για αυτή (και ανεξαρτήτως της εξέλιξης των γεγονότων).
Ο ίδιος ο κύριος Δημήτρης Λιγνάδης διάλεξε (και είναι δικαίωμα του) να έχει πολιτική παρουσία στο δημόσιο διάλογο. Είναι σαφές, δε, πως υπερασπίζεται μια συγκεκριμένη πολιτική κατεύθυνση (κι αυτό είναι δικαίωμα του, φυσικά). Ας μην κάνουμε, όμως, πως δεν γνωρίζουμε ή δεν βλέπουμε «ξαφνικά» την πολιτική υπόσταση του.
Χαρακτηριστική είναι, δε, η πολιτική του κοσμοθεωρία (και σίγουρα η κοσμοθεωρία που απορρίπτει) από την παρακάτω τοποθέτηση του (29|06|2020 – συνέντευξη στο iefimerida.gr):
«Η λεγόμενη ψευδοαριστερά δίνει αγώνες για την πατρίδα των Παλαιστινίων, για τους Κούδρους, κ.α. αλίμονο όμως αν της πεις τη έννοια πατρίδα σε ότι αφορά στην Ελλάδα. Ή την έννοια αρχαίοι-κλασικοί. Λυπάμαι που θα το πω αλλά εκχωρήθηκε και ο Πολιτισμός και η Παιδεία, χρόνια τώρα, σε αυτές τις συνειδήσεις τις ψευδοαριστερές. Σε αυτό έχουν ευθύνη όλες οι πλευρές. Γιατί και η άλλη πλευρά, οι φερόμενοι ως δεξιοί, θεώρησαν την Παιδεία και τον Πολιτισμό κάτι διακοσμητικό και μη απαραίτητο. Δεν είναι έτσι. Αφέθηκε ο χώρος της Παιδείας και του Πολιτισμού σε όλη αυτή τη μηδενιστική αναθεώρηση. Ελπίζω όμως ότι αυτό το σύμπτωμα, τελειώνει».
Ας συμπληρώσουμε και τη συνέντευξη του με τίτλο «Το Εθνικό θέλει αλλαγή ιδεολογίας» στο «Βήμα» (12/01/2020).
Μεταξύ άλλων, δε, να υπενθυμίσουμε ότι ο κύριος Λιγνάδης είχε αποφασίσει να παρεμβαίνει και με τη θεσμική του ιδιότητα (δικαίωμα του κι αυτό, όπως είναι και αυτονόητο πως κρίνεται, όπως κρίνεται όποιος τοποθετείται δημόσια).
Η συμμετοχή του, για παράδειγμα, ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, σε εκδήλωση για το θέμα της τρομοκρατίας, τον Ιανουάριο του 2020, με πάνελ και ομιλητές συγκεκριμένης πολιτικής τοποθέτησης είναι κάτι το οποίο, φανταζόμαστε, ότι επέλεξε ο ίδιος.
Η εκδήλωση είχε προαναγγελθεί, με «τυμπανοκρουσίες»: Άνοιγμα από τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη και κλείσιμο από τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. Μεταξύ των ομιλητών ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο Γιάννης Πρετεντέρης κ.α.
Δεν νομίζουμε ότι υπάρχει κανείς που θα πει ότι δεν επρόκειτο για μια δημόσια παρέμβαση με πολιτικό περιεχόμενο, ανεξαρτήτως της κρίσης που μπορεί να έχει ο καθένας για το θέμα της εκδήλωσης.
Και κάτι ακόμα: Η επιλογή για μετονομασία του ισογείου του «Ρεξ» σε Σκηνή «Ελένη Παπαδάκη» έχει πολιτικό και ιστορικό φορτίο πολλών διαστάσεων. Είναι προφανές ότι δεν σταθμίστηκε μόνο η καλλιτεχνική υπόσταση αλλά και το πολιτικό μήνυμα. Διαβάστε εδώ την ανακοίνωση του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών που ζητούσε την ανάκληση της απόφασης.
Εάν προστεθεί, δε, και η κυβερνητική διαχείριση (από τη δημοσίευση των καταγγελιών, τη διάψευση της παραίτησης του Δ. Λιγνάδη, τις μηνύσεις, την παραίτηση του Δ. Λιγνάδη μέχρι και τη συνέντευξη Τύπου της υπουργού Πολιτισμού) θα εντοπίσει άκρως πολιτικούς χειρισμούς:
Μέσα σε λίγες μέρες η υπουργός Πολιτισμού έκανε ένα ένα άλμα: Από το «o κάθε άνθρωπος έχει τις αντοχές του» για να «ανεχθεί οποιεσδήποτε φήμες» στο «ο Λιγνάδης είναι ένας επικίνδυνος άνθρωπος» που την «εξαπάτησε».
Το έχουμε ξαναγράψει: Εάν ήξερε και δεν είχε «εξαπατηθεί» (από την «υποκριτική τέχνη» του Λιγνάδη), τότε οι ευθύνες θα ήταν ποινικές. Πολιτική ευθύνη είναι να παραδεχθείς ότι έκανες (το λιγότερο) λάθος εκτίμηση κι έδωσες (με ανάθεση) σε έναν «επικίνδυνο άνθρωπο» τη διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου.
Η υπουργός Πολιτισμού όχι μόνο δεν ανέλαβε την πολιτική ευθύνη αλλά συμμετείχε στο κυβερνητικό γαϊτανάκι για την παραίτηση Λιγνάδη, η οποία αρχικά ήταν προσωπική επιλογή του ιδίου (σύμφωνα με την υπουργό) και μετά βαφτίστηκε έως και αποπομπή.
Συγκεκριμένα, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, Άκης Σκέρτσος, (ΣΚΑΪ 22/2) ισχυρίστηκε ότι «ζητήθηκε και δόθηκε η παραίτηση». Όταν αποφασίσετε τι έγινε ας ενημερώσετε. Αυτό δεν αλλάξει φυσικά τη δεδομένη πολιτική διάσταση των κινήσεων σας.
Επίσης, εάν δεν ήταν και πολιτική η υπόθεση, τότε γιατί ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, ζήτησε συζήτηση (αύριο) σε επίπεδο αρχηγών στη Βουλή, για την ποιότητα του δημοσίου διαλόγου;…
Αλήθεια, ο πρωθυπουργός θα λάβει υπόψη του και τον περί “κίναιδων” και “παιδεραστών” χρυσαυγίτικο οχετό του βουλευτή της ΝΔ κύριου Μακάριου Λαζαρίδη;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες