Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2021

Η εποχή δημιουργεί τους ήρωες και όχι οι ήρωες την εποχή - Το γράμμα ενός έμπιστου τηλεγραφητή


Στο σχεδιασμό της μάχης για την κατάληψη του Καρπενησίου το 1949 από το Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας, η διακοπή των τηλεπικοινωνιών της πόλης πριν την έναρξη της επίθεσης ήταν αναπόφευκτη για την καθυστέρηση της ενημέρωσης των μοναρχοφασιστών.

Το πρώτο βράδυ από την δεκαπενθήμερης διάρκειας λαϊκής δημοκρατίας Καρπενησίου, έπρεπε να αποκατασταθούν οι τηλεπικοινωνίες. Ένας έμπιστος τηλεγραφητής, συνοδεία ανταρτών του ΔΣΕ, ανέλαβε την αποκατάσταση των καλωδίων που είχαν κοπεί σε συγκεκριμένα σημεία. Το περπάτημα στα βουνά πέριξ της πόλης του Καρπενησίου δύσκολο, εξαιτίας της σφοδρής κακοκαιρίας που συνόδευε στρατηγικά την επίθεση από βορά του ΔΣΕ στην πόλη.

Το χιόνι «ισιώνει» το έδαφος και το μονοπάτι γίνεται αδιάβατο ακόμη και γι’ αυτούς που το γνωρίζουν. Το πόδι πρέπει να σηκωθεί πιο ψηλά για να ολοκληρωθεί ο βηματισμός. Όλα γίνονται πιο δύσκολα.

  • -Χαράλαμπε πιο γρήγορα
  • -Δεν μπορώ πιο γρήγορα
  • -Πιο γρήγορα
  • -Δε γίνεται

«Με πιάνει ο ένας από το ένα μπράτσο, ο άλλος από το άλλο, με σηκώνουν, και με μεγάλες δρασκελιές και γρήγορο βηματισμό φτάσαμε στα σημεία που ήταν κομμένα τα καλώδια. Πως έβλεπαν που να πατήσουν δεν ξέρω.»

Τα παραπάνω είναι η αφήγηση ενός από τους γιούς του τηλεγραφητή στο γιό του, όπως αποτυπώθηκαν στο παιδικό μυαλουδάκι του αντί για παραμύθια, κι όπως επαναλήφθηκαν κατ’ απαίτηση του εγγονού στην εφηβεία. 

Στις αφηγήσεις περιλαμβανόταν και το γεγονός ότι όταν έπρεπε να σταλεί τηλεγράφημα από τον ΕΛΑΣ ή το ΔΣΕ, έπρεπε στα τηλεγραφεία να είναι έμπιστοι τηλεγραφητές για την αποστολή και τη λήψη του.

Σε ό,τι ιστορικό βιβλίο έπεφτε στα χέρια μου έκτοτε, έψαχνα να βρω ένα όνομα τηλεγραφητή. Διάβαζα «στάλθηκε τηλεγράφημα από το Καρπενήσι» και ήμουν σίγουρος ότι το έστειλε ο παππούς μου. Ούτε το όνομα λήψης του τηλεγραφήματος έτυχε να συναντήσω ποτέ. Όπως τόσα και τόσα άλλα ονόματα αγωνιστών.

Ο παππούς μου ήταν γραμματιζούμενος, καλλιγράφος, απόφοιτος Σχολαρχείου. Ήταν αυτός, που σύμφωνα με τα λεγόμενα του ανιψιού του Βασίλη, διάβαζε στην οικογένεια τα νέα και ό,τι άλλο χρειαζόταν. Ξαδέρφια με τον πρωταντάρτη «Καπετάν’ Καπλάνη». Φαντάρος του έλαχε το ταξίδι με τα πόδια στη Μικρά Ασία με τη γνωστή κατάληξη.

Δημόσιος υπάλληλος, πατέρας 8 παιδιών, με μεγάλη δυσκολία τα έβγαζε πέρα. Και δεν έφταναν οι δυσκολίες, είχε και τον καθημερινό έλεγχο των χωροφυλάκων, που έπιαναν τα παιδιά του στο δρόμο και τα ρωτάγανε μήπως και βγάλουνε λαβράκι: "τον Καπετάν Καπλάνη τί τον έχεις;", καλά δασκαλεμένα όμως αυτά απαντούσανε "δεν τον ξέρουμε". Στον Αϊ Δημήτρη κοντά ήταν το μπλόκο κάθε μέρα.

Τα βάσανα βέβαια δεν είχαν τελειωμό. Από τα οχτώ παιδιά του έχασε τα δύο στην κατοχή. Τη Σοφία από τύφο. Τη Ρηνούλα (Ειρήνη), την μικρότερη, από τις κακουχίες. Ο μεγαλύτερος γιός του, ο Βασίλης, έκανε ένα διάστημα στο ΔΣΕ, Γενάρη – Φλεβάρη του ‘49. Ήταν 16 χρονών όταν ανέβηκε στο βουνό με τούς αντάρτες. Από τότε το Βασίλη τον χαρακτηρίσανε κομμουνιστή. Κατάφερε τη δεκαετία του ’60 να φύγει από το Καρπενήσι και να προκόψει στη μεγαλούπολη.

Το τηλεγραφείο ήταν κάτω από το γραφείο του νομάρχη. Όταν μια μέρα προς τα τέλη του εμφυλίου μια ριπή πολυβόλου τρύπησε το πάτωμα του νομάρχη και καρφώθηκαν οι σφαίρες στο γραφείο του, ανέβηκε στο νομάρχη να διαμαρτυρηθεί για τις συνθήκες εργασίας.

Το σπίτι ήτανε πάνω από τα παλιά τα ΚΤΕΛ. Εκεί απέναντι από τα ΚΤΕΛ υπήρχε σκοπιά του κυβερνητικού στρατού. Κάθε βράδυ γυρνώντας από το καφενείο, μια ριπή αυτομάτου έσπαγε την ησυχία του σκοταδιού.

  • -Αλτ, τις ει;
  • -Ο Χαράλαμπος είμαι!
  • -Ποιος Χαράλαμπος;

Κάθε βράδυ…

Το γράμμα

Ο Χαράλαμπος Γκούβας είχε δύο μπατσανάκηδες μετανάστες στον Παναμά το 1947. Οι γυναίκες τους ήταν από το Κλαψί, πλούσιο χωριό με εύφορα χωράφια δίπλα από τον Καρπενησιώτη ποταμό. Ο ένας ήταν ήρωας του μετώπου στην Αλβανία. Η επικοινωνία γραπτή. Τα γράμματα θέλανε καράβι για να φτάσουνε. Αργούσαν.

Όταν τα τηλεγραφεία καταργήθηκαν τους δόθηκε το δικαίωμα της επιλογής: Ταχυδρομείο ή τηλεφωνία. Διάλεξε ταχυδρομείο. Ο πατέρας ενός φίλου -εν ζωή συνταξιούχος ταχυδρόμος- τον πρόλαβε στο ταχυδρομείο. «Ο πιο ήσυχος, ο πιο καλός άνθρωπος που έχω γνωρίσει ήταν ο παππούς σου ο Χαράλαμπος» μου είπε.

Πέθανε σε ηλικία 52 χρόνων το 1953. Πριν από μερικά χρόνια με πήρε τηλέφωνο μια ξαδέρφη μου και μου έδωσε μια φωτοτυπία από ένα γράμμα. Της το είχε δώσει μια θεία μας.

Σαν ελάχιστο φόρο τιμής σε όλους τους φιλήσυχους οικογενειάρχες που δε γίνανε «κυρ παντελήδες», αλλά ενεργά στρατεύθηκαν στην πλευρά των συμφερόντων του λαού μας.

Ευχαριστώ τον  «Ευρυτάνα ιχνηλάτη» για τη φιλοξενία και την ευκαιρία που μου έδωσε να αναφέρω το όνομα ενός από τους τηλεγραφητές.

«Απολαύστε» την ιστορία του λαού μας εν έτει 1947 μέσα από τις λέξεις του παππού μου προς τον μπατσανάκη του στον Παναμά.


Καρπενήσιον τη 4 Σ/βρίου 1947

Αγαπητέ μου μπατσιανάκη Κώστα χαίρε. Έλαβον το γράμμα σου και εχάρην πάρα πολύ όπου είστε καλά καθώς και ημείς είμεθα ακόμη μόνον ζωντανοί. Μάθε ότι προ ημερών ήλθεν εδώ και η μητέρα σου και είναι καλά. Οι άλλοι γερόντοι και όλοι όσοι είναι στο χωριό την έχουν πολύ άσχημα ούτε μπορούμε να έλθωμεν εις επικοινωνίαν. Τι θα απογίνουν δεν ξεύρω. Διότι επροτίμησαν να καθίσουν να μη χάσουν τα προϊόντα τους και τώρα κινδυνεύουν τα κεφάλια τους. Υποφέρουν από πολλά πράγματα ενώ αν ήρχοντο εδώ θα ήσαν διαφορετικότερα τα πράγματα και θα είμεθα όλοι μαζί. Η Ευανθία τους είπε να έλθουν εδώ αλλά ο γέρος δεν ηθέλησε. Το γράμμα σου αγαπητέ Κώστα άργησα να το λάβω ελλείψει συγκοινωνίας και τώρα που σου γράφω δεν ξέρω πότε θα φύγει από εδώ. 

Ο Γέρος σου φκιάνει το μαγαζί αλλά φοβισμένος είναι, εν πάσει περιπτώσει τώρα πλησιάζει να το τελειώσει. Τι άλλο να σου γράψω βροχές μόνον (;) άρχισαν και δια χειμώνα δεν έχει κανένας απολύτως καμμίαν προμήθειαν. Εκτός των άλλων δεν έχει βάλει κανένας ούτε ένα ξύλο για τον χειμώνα δεν δυνάμεθα να βγούμε έξω. Τώρα μόνον εις την ελπίδα της καλυτερεύσεως της καταστάσεως στηριζόμεθα και ο θεός βοηθός. 

Δεν μπορώ να σου γράψω καλά διότι τρέμουν τα χέρια μου από τις στενοχώριες και τα βάσανα, φαγητό σχεδόν δεν τρώγω τίποτε μόνο πίνω κάνα ούζο και το μεσημέρι και το βράδυ και έτσι κατορθώνομεν να κοιμηθούμε λίγο, αλλιώς θα είμεθα όλην την νύκταν άυπνοι τρυπομένοι στις γωνιές του καλυβιού μας.

Να δώσεις τους χαιρετισμούς μου στον δεύτερον μπατσιανάκη μας Ευάγγελον και να του πεις ότι έπρεπε να ήτο τώρα εδώ να έβλεπε πόσα απύδια πγιάνει ο σάκκος! Ήτο ευτύχημα που ήλθεν αυτού και εσώθη και ας τρώγει μια μπουκιά την ημέρα ενώ ημείς εδώ η ψυχή μας κάθε μέρα μπαίνει και βγαίνει. Τέλος πάντων ότι εγράφη δεν ξεγράφεται και ο θεός βοηθός μας. Λοιπόν Κώστα να μου στείλεις ένα τάλληρο χαρτονόμισμα να το πιώ όλο ούζο γιατί κρασί δε θα υπάρχει. Μόνον 1 όχι παραπάνω γιατί θα με πάρεις στο λαιμό σου διότι δεν θέλω να σταφλοπατάω διότι μέχρι σήμερα δεν έγινε τέτοιο πράγμα. Είμαι δε και λίγο στραβός γράφω και διαβάζω με οματογυάλια. Έχω τώρα 3 χρόνια και έγραψα κάποτε στο Σταύρο να μου στείλει και φαίνεται με ξέχασε. 


Άλλο δεν έχω να σου γράψω χαιρετισμούς από γυναίκα μου Θεοδώραν και από τα 6 εναπομείναντα παιδιά μας και εύχομαι το γράμμα μου να σας εύρη καλά καθώς και το δικό σου ημάς. Αναμένων απάντησίν σου.

Σε φιλώ αδελφικώς, ο μπατσιανάκης

Χαράλ. Β. Γκούβας

τ.τ.τ. υπάλληλος ξυπόλητος

Από τον συμπατριώτη μας Γιώργο Γκούβα, για το blog "Ευρυτάνας ιχνηλάτης"

από 

2 σχόλια:

  1. ΄΄Ετσι γράφεται η Ιστορία των λαών Δημήτρη μου μέσα από βιώματα και καταθέσεις ψυχής.

    υγ: Ο Αντρέας σου έχει πολλά να μάθει όταν μεγαλώσει από την δική σου
    "εκδοτική" δραστηριότητα.
    Καλή σου μέρα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Καλημέρα Λυγερή μου! Πολύ χαίρομαι που διαβάζω μήνυμά σου...
    Να είστε καλά και να μην χάνεσαι...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Για πες