Αυτά τα έγραψε το 1989, αμέσως μετά την πτώση του Τείχους σε ένα άρθρο του στο περιοδικό National Interest και τα επανέλαβε το 1992 στο βιβλίο του με τίτλο «The End of History and the Last Man», ο νεοφιλελεύθερος στοχαστής Francis Fukuyama.
Ούτως ή άλλως, όλες οι «πληροφορίες» παρουσιάζουν τα κράτη της «άλλης» μεριάς του «σιδηρούν παραπετάσματος» ως ολοκληρωτικά, απολυταρχικά υπερ-κράτη, που δρούσαν αρνητικά σε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα: δεν επιτρεπόταν αυτό, απαγορευόταν εκείνο, δεν είχαν το άλλο, τρώγανε στα συσσίτια, τους παρακολουθούσαν νυχθημερόν ανελέητοι επόπτες και μοχθηροί κατάσκοποι.
Ένα προσθετό χαρακτηριστικό αυτής της προσέγγισης είναι, πως παρουσιάζει τα σοσιαλιστικά κράτη ως ενιαία, μονοκόμματα και στάσιμα.
Μακάρι να ήταν έτσι!
Πόσες ιστορικές περιπλοκές θα είχαμε αποφύγει αν μπορούσαμε να μετρήσουμε τους «άλλους» με τα δεδομένα του συστήματος αναφοράς (καπιταλισμός) που χρησιμοποιούσαμε και χρησιμοποιούμε!
Η συνθήκη ενοποίησης ανάμεσα στην Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας και την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας τέθηκε σε ισχύ στις 3 Οκτωβρίου 1990.
Είχε προηγηθεί η πτώση του Τείχους, στις 9 Νοεμβρίου του 1989.
Αλλά αξίζει να αποσαφηνίσω κάτι.
Μόνο στο Βερολίνο το Τείχος ήταν τείχος με την κυριολεκτική έννοια. Το Βερολίνο ήταν και είναι κοντά στα Γερμανο-Πολωνικά σύνορα, και όχι κοντά στα 1.400 χιλιόμετρα των συνόρων που χώριζαν τη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας!
Δηλαδή, μετά το δυτικό Βερολίνο πάλι Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας συναντούσες!
Το Δυτικό Βερολίνο ήταν μια τόση δα κουκίδα μέσα στην καρδιά της Ανατολικής Γερμανίας. Στην ουσία αποτελούσε προχωρημένο φυλάκιο και στρατιωτική βάση του ΝΑΤΟ, ενώ παράλληλα λειτουργούσε ως κέντρο κατασκοπίας των Αμερικανών.
Τα σύνορα ανάμεσα στο Δυτικό και το Ανατολικό Βερολίνο που βρισκόταν ολόκληρο στην καρδιά του εδάφους της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας και εμφανιζόταν ως ξεχωριστό κράτος, με δικό του στρατό και δική του κυβέρνηση, έκλεισαν στις αρχές Αυγούστου 1961.
Σήμερα;
Τρεις δεκαετίες μετά την πτώση του Τείχους και την επιβολή της οικονομικής ορθολογικότητας του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού στους ηττημένους, πόσο ενωμένες είναι οι δύο Γερμανίες;
Η απάντηση είναι μια και στέρεη.
Ενώ προβάλλεται μια άψογη εικόνα για τη γερμανική ενοποίηση στην ουσία η θετική μυθολογία της καθαγιασμένης ένωσης των δυο Γερμανίων δεν έγινε ποτέ!
Αυτό που έγινε ήταν αφενός μια λυσσαλέα προσπάθεια να εξαφανιστούν τα κοινωνικά επιτεύγματα και να σβηστεί το παρελθόν (ύμνος, σημαία, εμβλήματα, ονόματα δρόμων σχολικά εγχειρίδια, πανεπιστημιακά μαθήματα κ.α.) της ΛΔΓ αφετέρου η μετατροπή όλων των υποδομών της σε εμπόρευμα που μπορούσε να πουληθεί σε τιμή ευκαιρίας στην ελεύθερη αγορά.
Με νοοτροπία κατακτητή η Δυτική Γερμανία κυριολεκτικά μετέτρεψε μια χώρα, ολόκληρη τη βιομηχανική, τεχνολογική και επιστημονική δομή της, σε μετοχή και με αποικιακούς όρους την έβγαλε στο σφυρί!
Καταρχάς και σύμφωνα με τον οικονομολόγο και μέλος του ΔΣ της Deutsche Bank Έντγκαρ Μοστ: «Ό,τι είχε δημιουργηθεί στη ΛΔΓ παραμερίστηκε. Τη διοίκηση ανέλαβε η Δύση και το προσωπικό που έστειλε δεν ήταν πραγματικά πρώτης ποιότητας. Στα πανεπιστήμια όλες τις θέσεις τις πήραν οι καθηγητές από τη Δύση. Η Ακαδημία των Επιστημών διαλύθηκε. Εξαφανίστηκαν όλες οι επιστημονικές αρμοδιότητες της πρώην ΛΔΓ που μπορούσαν να ανταγωνιστούν στην εντέλεια τη Δύση. Δεν έγινε ποτέ κάποια απόπειρα αξιολόγησης όλων αυτών, ενός απολογισμού».
Έπειτα ο τότε Καγκελάριος Χέλμουτ Κολ, ο οποίος υποσχόταν «Ανθισμένα τοπία» στους κατοίκους της ΓΛΔ, συνειδητά, σκληρά και αλαζονικά επέβαλε την ΛΔΓ την ισοτιμία ενός δυτικογερμανικού μάρκου προς δύο ανατολικογερμανικά πάνω από τα 4.000 μάρκα! Αυτή η ηθελημένη απόφαση κατάστρεψε τα θεμέλια της ανατολικογερμανικής οικονομίας, κάτι που έκανε πιο εύκολη την ένταξη κάπου 15.000 εταιρειών της ΛΔΓ, μαζί με τα τέσσερα εκατομμύρια εργαζόμενους, στο ίδρυμα καταπιστευτικής διαχείρισης «Truhandanstalt».
Το ίδρυμα (με τρελαίνουν οι καπιταλιστικοί ευφημισμοί) που αναφέρεται κοινώς ως Treuhand ιδρύθηκε από την κυβέρνηση του Χέλμουτ Κολ στις 17 Ιουνίου 1990 με σκοπό να ιδιωτικοποιήσει βιομηχανίες αυτοκινήτου, χημικών, χυτήρια χάλυβα κλωστοϋφαντουργία, διαλυστήρια, ναυπηγία εταιρείες ενέργειας και ύδρευσης, 2,4 εκατομμύρια εκτάρια γεωργικής γης και δασών, και όλες τις κατοικίες που είχαν παραχωρηθεί από την κυβέρνηση της ΛΔΓ σε πολίτες.
Όλα αυτά η Treuhand έπρεπε να τα ομαδοποιήσει να τα «αναδιαρθρώσει» και έπειτα να τα ρευστοποιήσει στα παζάρια των ελεύθερων αγορών. Αναδιάρθρωση όμως σημαίνει ιδιοκτησία, ανταγωνισμός (δηλαδή οικονομική επικράτηση μεταξύ των ομοίων), ελεύθερη αγορά, ανεργία.
Εντούτοις λίγοι ήταν εκείνοι που αντελήφθησαν ότι η ελευθερία που ονειρευόταν δεν περιλάμβανε τίποτα εκτός από την Κόκα Κόλα και τα McDonald’s.
Από τον Ιούνιο του 1990 ως το τέλος του ίδιου χρόνου και με το πέρασμα των αναδιαρθρωμένων επιχειρήσεων σε ιδιωτικά χέρια, 2,5 εκατομμύρια εργαζόμενοι από 4 εκατομμύρια συνολικά έχασαν την δουλειά τους. Πρώτα η ανεργία χτύπησε τις γυναίκες, όχι μόνο γιατί απολύθηκαν πρώτες, που απολύθηκαν, αλλά και γιατί έκλεισαν εν μια νυκτί οι δημόσιοι παιδικοί σταθμοί (Στη Δυτική Γερμανία δεν υπήρχαν καθόλου βρεφονηπιακοί σταθμοί) και έτσι δεν μπορούσαν να αφήσουν κάπου τα παιδιά τους ώστε να πάνε στην δουλειά τους.
Η τρομακτική ανεργία έφερε δυσαρέσκεια, φόβο, φτώχεια, αθλιότητα και πείνα. Ο κόσμος δεν μπορούσε να βρει χρήματα να πληρώσει αυτά που πριν τα είχε δωρεάν, όπως το σπίτι, το φυσικό αέριο, το ηλεκτρικό, την παροχή νερού…
Είναι χαρακτηριστικό πως για να διαχειριστούν των τεράστιο όγκο από δημόσια ακίνητα κατοικιών, δημιούργησαν μια αυτόνομη εταιρεία την Treuhandliegenschaftsgesellschaft. Το 2002 η εταιρεία μετονομάστηκε TLG Immobilien GmbH και το 2012 πουλήθηκε έναντι 1,1 δισεκατομμυρίων ευρώ στο ειδικευμένο, στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, Funds Lone Star.
Γενικά ένα κράτος καταβροχθίθηκε από τους όπου Γης επενδυτές, έως και τη τελευταία βίδα, οι οποίοι επιπλέον εισέπραξαν και πλουσιοπάροχες επιδοτήσεις μα και άτοκα δάνεια δήθεν για να επενδύσουν στις προς πώληση υποδομές.
Και όλα αυτά σε μια χώρα όπου κανείς πριν δεν πεινούσε, κανείς δεν κρύωνε, κανείς δεν ήταν άνεργος. Όλοι είχαν ένα διαμέρισμα και πρόσβαση σε πολύ οργανωμένες δημόσιες παροχές.
Όμως ο κόσμος απληροφόρητος και αποχαυνωμένος από την λέξη «ελευθερία» αμφισβητούσε το κατεστημένο σύστημα, τον νεποτισμό και τα τζάκια του Κομμουνιστικού κόμματος.
Που να φανταστούν ότι η «ελευθερία» της δυτικής Γερμανίας υπαγόρευε πως οι αγορές αυτορυθμίζονται και πως καμιά δημόσια δομή δεν παρεμβαίνει σε καμιά περίπτωση, αντίθετα το δημόσιο περιορίζεται στην παρατήρηση του laisser-faire;
Άλλωστε αν κάπου υπάρχουν λάθη ή και αδικίες, η ελεύθερη αγορά (δηλαδή όσοι άνθρωποι ανήκουν στο κλειστό κλαμπ των αρίστων που γεννήθηκαν για να διοικούν και να δίνουν εντολές) μπορεί να τα διορθώσει μόνη της.
Τι;
Όχι;
Τότε δεν ξέρετε τις απαράγραπτες αρχές του ελεύθερου φιλελεύθερου κόσμου. Πρώτον το κράτος είναι το απόλυτο κακό.
Δεύτερον ο ιδιώτης επενδυτής είναι ένας καλός άνθρωπος από την τάξη των αρίστων που κατέχει τις απαραίτητες χρηματοοικονομικές γνώσεις για να στοχεύει στο κέρδος με σκοπό να το μετατρέψει σε πηγή ευημερίας για όλο τον λαό…Ο επενδυτής είναι ο υπερασπιστής του δικαιώματος όλων των ανθρώπων στο πλούτο.
***
Στις 31 Αυγούστου 1990, υπογράφτηκε η συνθήκη ενοποίησης των δύο Γερμανιών -που προέβλεπε ιδιωτικοποίηση, δηλαδή αφανισμό, όλων των δομών της Ανατολικής Γερμανίας μέχρι το 1992- και τέθηκε σε ισχύ από τις 3 Οκτωβρίου 1990.
Για να δεχτεί η Γαλλία του Φρανσουά Μιτεράν την ενοποίηση, ο καγκελάριος Χέλμουτ Κολ δώρισε σε Γάλλους επενδυτές μια σειρά επιχειρήσεων της Ανατολικής Γερμανίας με πιο γνωστές, αυτές των διυλιστηρίων «Leuna» και της εταιρείας πετρελαίων «Minol», που παραχωρήθηκαν στη γαλλική πολυεθνική «Elf Acquitaine».
Ωστόσο ότι είχε σχέση με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας απαγορεύτηκε ρητά. Έσβησε ως διά μαγείας το παρελθόν 17 εκατομμυρίων ανθρώπων, και καταστράφηκε ολόκληρη η βιομηχανική, η τεχνολογική, η επιστημονική, και η πολιτισμική δομή της χώρας.
Ο Έλμαρ Φάμπερ (Elmar Faber), από τους σημαντικότερους εκδότες της Γερμανίας, ιδιοκτήτης του εκδοτικού οίκου Faber & Faber, για την ταραγμένη περίοδο που ακολούθησε την πτώση του Τείχους, γράφει: «Δεν ήταν ποιητική εποχή. Τα βιβλία των καλύτερων συγγραφέων της ΛΔΓ, καθώς και οι εκδόσεις των Χάινριχ Μαν, Λέον Φοϊχτβάνγκερ, Άρνολντ Τσβάιχ, Άννας Ζέγκερς, τόνοι βιβλίων, πετάχτηκαν στα σκουπίδια. Έπρεπε να κάνουν χώρο στα ράφια για τα βιβλία μαγειρικής, βιβλία συμβουλών παντός τύπου και τους τουριστικούς οδηγούς».
Ο εξοβελισμός την γνώσης που συμπορεύτηκε με τις φασιστικές οικονομικές πρακτικές ήταν πλήρως οργανωμένος εν αναμονή της «νίκης» του καπιταλισμού, που σχεδόν αμέσως ξεκίνησε την μεθοδευμένη και καλά χαρτογραφημένη εκστρατεία ελέγχου των βιβλίων…Δηλαδή της κριτικής σκέψης.
Πάντως, αυτοί που κέρδισαν ας μην ενθουσιάζονται υπερβολικά, γιατί ξαναβρισκόμαστε στο σημείο απ΄ όπου ξεκινήσαμε.
Αυτά μπορούσα να σας πω αυτά σας είπα.
Ψάχτε το θέμα και βγάλτε τα συμπεράσματα σας.
Μέχρι τότε;
Auf wiedersehen
Διαβάστε monde-diplomatique:
Α) «Στα ξεθωριασμένα χνάρια της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας»
Β) «Πολίτες β’ κατηγορίας στην πρώην Ανατολική Γερμανία»
Γ) «Ο φαύλος κύκλος της ερήμωσης στην ανατολική Γερμανία»
https://www.imerodromos.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες