Ένα συχνό κλισέ του αριστερού χώρου είναι ότι η κρίση συνιστά ευκαιρία. Βασικά βέβαια η ιδέα ανήκει στη σύγχρονη διοίκηση επιχειρήσεων. Οπότε μπορεί το σύνθημα για ευκαιρία ανατροπής εν μέσω κρίσης να αποδείχτηκε
(προς το παρόν τουλάχιστον) όνειρο, η βούληση των καπιταλιστών όμως για να εφευρίσκουν πεδία κερδοφορίας ακόμα και στα χαλάσματα της κοινωνίας αποδεικνύεται ένας πολύ πραγματικός εφιάλτης.
(προς το παρόν τουλάχιστον) όνειρο, η βούληση των καπιταλιστών όμως για να εφευρίσκουν πεδία κερδοφορίας ακόμα και στα χαλάσματα της κοινωνίας αποδεικνύεται ένας πολύ πραγματικός εφιάλτης.
Στο σχετικά κοντινό παρελθόν, την περίοδο της Κατοχής υπήρχαν Έλληνες συνεργάτες των Γερμανών οι οποίοι κατέδιδαν πατριώτες αντιστασιακούς για να απολαμβάνουν προνόμια και αμοιβές πάνω σε πτώματα και κάτω από κρεμάλες.
Αυτή ήταν η μία κατηγορία η οποία έμεινε γνωστή ως δωσίλογοι και σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσαν τον “εθνικό” κορμό του μετεμφυλιακού κράτους.
Η άλλη ήταν έμποροι οι οποίοι υπερκοστολογούσαν βασικά αγαθά όπως το ψωμί, τα αβγά και το λάδι για να απομυζήσουν την περιουσία και τις οικονομίες των υπολοίπων. Η κατηγορία αυτή έμεινε γνωστή ως μαυραγορίτες και σε μεγάλο βαθμό στελέχωσε τον επιχειρηματικό κορμό του μετεμφυλιακού κράτους.
Βέβαια καθώς τα χρόνια περνούσαν, το κράτος φρόντισε να νομιμοποιήσει και να ξεπλύνει τόσο τους δωσίλογους, όσο και τους μαυραγορίτες. Τους έβγαλε τις κουκούλες και τα βρώμικα με αίμα ρούχα και τους έντυσε με κουστούμια και γραβάτες. Πλέον έγιναν αξιότιμοι επιχειρηματίες και αρωγοί της ανάπτυξης.
Βέβαια, σε περιόδους όπου δημιουργούταν κρισιακές καταστάσεις όπως η περίοδος των μνημονίων, οι μαυραγορίτες ξαναφορούσαν τα βρώμικα ρούχα τους και έπιαναν πάλι τη γνωστή δουλειά τους, καλυμμένη πλέον με επιγραφές αγοράζω χρυσό. Αυτοί όμως είναι οι ψιλικατζήδες της υπόθεσης.
Με την αρχή της πανδημίας παρατηρήθηκαν αρκετές ύποπτες συμπτώσεις. Όταν απουσίαζαν τα διαγνωστικά τεστ για τον sars covid 2, η κυβέρνηση και το υπουργείο υγείας μιλούσε για περιττή πολυτέλεια. Αργότερα, με την εισαγωγή στην αγορά διαγνωστικών τεστ από αμερικανικές εταιρείες, η γραμμή άλλαξε (και ορθά φυσικά αυτή τη φορά).
Στην αρχή της πανδημίας οι μάσκες ήταν επικίνδυνες για το κυβερνητικό επιτελείο. Όταν όμως άρχισε να λειτουργεί εργοστάσιο και να αναλαμβάνει παραγγελίες, οι μάσκες έγιναν απαραίτητες. Την ίδια περίοδο 30 εκατομμύρια ευρώ διανέμονταν σε συγκεκριμένα ΜΜΕ. Την ίδια περίοδο πραγματοποιήθηκαν (και πραγματοποιούνται ακόμα) απευθείας αναθέσεις για την παραγγελία εξοπλισμών σε νοσοκομεία και όχι μόνο, με αφορμή την κατεπείγουσα κατάσταση. Αλλά αυτά είναι πάλι τα ψιλικά της ιστορίας. Παρ’ όλ’ αυτα ήδη συγκεντρώνονται αρκετές συμπτώσεις.
Το μεγάλο κόλπο ξεκινά με την ιστορία της κοστολόγησης και της πραγματοποίησης των μοριακών διαγνωστικών ελέγχων (PCR). Το τεστ αυτό κοστίζει 50 ευρώ περίπου στην αγορά του.
Πόσο κοστολογείται η πώλησή του όμως στον πληθυσμό; Εδώ ξεκινάει το γλέντι. Η συγκεκριμένη εξέταση δεν έχει ενταχθεί στο κοστολόγιο και το σύστημα του ΕΟΠΥΥ. Αυτό σημαίνει πως δε συνταγογραφείται και επομένως δεν καλύπτεται από τα ασφαλιστικά ταμεία, από τη μία, και ότι δεν υπάρχει προκαθορισμένη τιμή, από την άλλη, το οποίο σημαίνει ότι ο κάθε ιδιώτης μπορεί να τη χρεώσει όσο θέλει.
Λογικό θα μπορούσε να σκεφτεί κάποιος, εφόσον ο ιδιώτης έχει πραγματοποιήσει μια ορισμένη επένδυση. Το οποίο όμως δε συμβαίνει πάντα καθώς μεγάλο κομμάτι των ιδιωτών απλά συλλέγει τα δείγματα και τα στέλνει προς επεξεργασία σε μεγάλα διαγνωστικά κέντρα. Δημιουργούνται λοιπόν “franchise” που διαχειρίζονται επαγγελματικά την ροή των διαγνωστικών ελέγχων.
Αυτό επιτείνεται από το γεγονός ότι τα δημόσια νοσοκομεία του εθνικού συστήματος υγείας δεν αναλαμβάνουν τον διαγνωστικό έλεγχο σε προληπτική βάση αλλά μόνο σε περίπτωση εισαγωγής στη δομή, είτε λόγω των συμπτωμάτων της νόσου είτε για χειρουργείο.
Με δεδομένο ότι δειγματοληπτική ιχνηλάτιση δεν πραγματοποιείται, η μόνη πρόσβαση σε προληπτικό διαγνωστικό έλεγχο είναι τα ιδιωτικά εργαστήρια. Η κοστολόγηση του τεστ κυμαίνεται από τα 80 έως τα 150 ευρώ. Αλλά αυτή είναι μόνο η αρχή.
Την προηγούμενη εβδομάδα το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας ξέμεινε από αντιδραστήρια ενώ κάλυπτε περίπου 1000 τεστ ανά ημέρα. Λίγο αργότερα ξέμεινε και η Ιατρική του ΕΚΠΑ. Οι κυβερνητικές πηγές ανέφεραν ότι αυτό οφειλόταν στην αλόγιστη χρήση των τεστ. Πώς όμως αυτό είναι δυνατόν όταν τα τεστ στα νοσοκομεία γίνονται μόνο στους νοσηλευόμενους, στα επείγοντα και στα χειρουργεία και όχι στον γενικό πληθυσμό; Και πώς αυτό συμβαδίζει με την εξαγγελία για μαζικό έλεγχο;
Άρα μήπως η απάντηση για την ανεπάρκεια αντιδραστηρίων βρίσκεται αλλού; Εξάλλου το κυβερνητικό επιτελείο είχε 6 μήνες να προετοιμαστεί. Μπορεί λοιπόν να είναι τόσο ανίκανοι; Η απάντηση δίνεται με την λύση που δόθηκε στο πώς θα καλυφθεί το κενό του διαγνωστικού ελέγχου.
Ένα από τα “franchise” εργαστήρια ανέλαβε την διενέργεια των διαγνωστικών ελέγχων που έμειναν ακάλυπτοι από το ΕΚΑ και το ΕΚΠΑ με κόστος 100 ευρώ. Εντελώς συμπτωματικά ένας από τους ιδιοκτήτες του “franchise” μέχρι τον Αύγουστο ήταν ο Γκίκας Μαγιορκίνης. Και θα είχε ενδιαφέρον να μελετηθεί αν οι συμπτώσεις μεταφέρθηκαν με την αποχώρησή του σε κάποιο άλλο πρόσωπο.
Όπως εξίσου ενδιαφέρον έχει και το ότι πάντα στους πολέμους (πόλεμο χαρακτήρισε την πανδημία ο Κυριάκος Μητσοτάκης) κάποιοι πάλι συμπτωματικά βγαίνουν κερδισμένοι με φουσκωμένα πορτοφόλια.
Στην προκειμένη περίπτωση το κέρδος για τις 15 ημέρες που χρειάζονται μέχρι να εφοδιαστεί ξανά το ΕΚΑ και το ΕΚΠΑ είναι το εξής: 100 ευρώ για το κάθε τεστ μείον 50 ευρώ το κόστος, άρα 50 ευρώ ανά τεστ επί 1000 τεστ την ημέρα επί 15 ημέρες, τουτέστιν 750000 ευρώ. Για δύο εβδομάδες.
ΟΚ δεν είναι και χρηματιστήριο ή ολυμπιακοί αγώνες, αλλά είναι γερή μπάζα για τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Παρατηρείται λοιπόν ότι για άλλη μια φορά σε μια κατάσταση κρίσης, υπάρχουν αρκετοί που εκμεταλλεύονται τις ανάγκες και τις αγωνίες των συμπολιτών τους. Άλλοι βγαίνουν κερδισμένοι με ψιλά, άλλοι με χοντρά, και πάντα χαμένος είναι ο λαός.
Και επειδή στην συγκεκριμένη περίπτωση η κρίση αφορά άμεσα θέμα δημόσιας υγείας, η εκμετάλλευση καθίσταται ακόμα πιο χυδαία. Οι πολίτες παρακολουθούν έντρομοι το κυβερνητικό επιτελείο και τα ΜΜΕ να τους κατηγορούν για την ενδεχόμενη εξάπλωση του ιού και στην προσπάθειά τους να ελεγχθούν ώστε να προφυλάξουν τα συγγενικά τους και τα αγαπημένα τους πρόσωπα καταφεύγουν στη διεξαγωγή διαγνωστικού ελέγχου. Μόνο που το δημόσιο έχει αποσυρθεί και τους αφήνει βορά στις ορέξεις της “ελεύθερης” αγοράς.
Ο μεγαλύτερος εχθρός δεν είναι ο sars cov 2 αλλά το σύστημα που βλέπει πεδίο κερδοφορίας ακόμα και στο θέμα της υγείας, ακόμα και στις εντατικές και τους επικείμενους θανάτους. Και φυσικά ο εχθρός δεν είναι τα μέτρα προστασίας ακόμα και όταν αυτά είναι ανεπαρκή. Δε μπορεί το πεδίο της λαϊκής διεκδίκησης να αφορά την άρνηση μέτρων προστασίας που χρησιμοποιούνται εδώ και αιώνες ή την καταδίκη της επιστημονικής κοινότητας. Και εδώ θα πρέπει να αναλογιστεί και τις ευθύνες της η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ που με τον επικοινωνιακό μικροπολιτικό τρόπο διαχείρισης της πανδημίας δίνουν τροφή στην ανάπτυξη αυτών των απόψεων.
Η διεκδίκηση λοιπόν οφείλει να είναι η δημόσια υγεία για όλους και όλες, το οποίο συνεπάγεται και μέτρα προστασίας και ελέγχου δωρεάν και προσβάσιμα σε όλες και όλους. Στην συγκεκριμένη περίπτωση ο διαγνωστικός έλεγχος πρέπει να ενταχθεί στον ΕΟΠΥΥ ώστε να λάβει συγκεκριμένη κοστολόγηση και να καλύπτεται από τα ασφαλιστικά ταμία, έως ότου το σύνολο των δομών του ΕΣΥ με συγκροτημένα κέντρα για την πανδημία να καλύπτουν την ανάγκη και προσυμπτωματικού ελέγχου.
Ισχύει ότι όλα τα παραπάνω θα έπρεπε να τα έχει κάνει ήδη η κυβέρνηση, αντί στελέχη και βουλευτές της να διαφημίζουν στα social media την ανάγκη για προσυμπτωματικό έλεγχο μετά τις διακοπές. Ο οποίος όπως αναφέρθηκε πριν κοστίζει. Όμως η απάντηση σε αυτό δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι η άρνηση της πραγματικότητας και η υποχώρηση σε θέσεις που παραπέμπουν σε μεσαίωνα. Γιατί τελικά αυτή η μορφή διεκδίκησης δεν τιμωρεί την κυβέρνηση αλλά τον ίδιο το λαό. Και τελικά γλιτώνει την κυβέρνηση από τις πραγματικές της ευθύνες. Η κοινωνία δικαιούται να είναι προστατευμένη από αυτή και την κάθε πανδημία και όχι να είναι έρμαιο στα χέρια αργυραμοιβών. Και αυτό πρέπει να διεκδικήσει και σε αυτό τον αγώνα πρέπει να συνταχθεί. Ώστε να μην περάσει άλλη μια αρπαχτή στα ψιλά και να εμφανισθούν οι σύγχρονοι μαυραγορίτες ως μετέπειτα σωτήρες.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Πάνος Χριστοδούλου, Ειδικευόμενος Ιατρικής Βιοπαθολογίας/Εργαστηριακής Ιατρικής, MSc Διοίκησης Μονάδων Υγείας, Υποψήφιος Διδάκτορας Ιατρικής Πανεπιστημίου Πατρών, PGCert Διαχείρισης κρίσεων στη δημόσια υγεία και ανθρωπιστικής απάντησης
από ΚΑΤΙΟΥΣΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες