Τετάρτη 22 Ιουλίου 2020

Natura-ληστές και υπερπατριώτες


Δεν θα πρωτοτυπήσουμε, το γνωρίζουμε, μα πρέπει να σημειωθεί: Αν ο Τσίπρας είχε πει «το δάσος κάποια στιγμή θα καεί και θα αρχίσει μετά μια άλλη ιστορία», όπως έπραξε ο Μητσοτάκης αναφερόμενος στον Ερημίτη της
Κέρκυρας, θα ήταν πρώτο θέμα στα δελτία ειδήσεων επί καθημερινής βάσεως. Όμως, το πρόβλημα εδώ δεν είναι η μονομέρεια των τηλεοπτικών σταθμών. Ούτε καν ο Μητσοτάκης. 

Αλλά, το γεγονός ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια οικολογική και εν τέλει κοινωνική καταστροφή που επιχειρείται να κανονικοποιθεί διαμέσου ενός κυνικού επιχειρήματος που καθιστά εν τη γεννέσει του καταστροφικό ό, τι αντίκειται στα περιβόητα «επενδυτικά project».


Ήδη από τις 18 Ιουνίου2020 ξεκίνησαν οι εργασίες μεταφοράς – με έξοδα των φορολογουμένων, λένε οι τοπικοί φορείς- του παλιού ναυτικού φυλακίου που βρίσκεται στην κορυφή του λόφου , στη θέση του οποίου θα δημιουργηθεί κεντρική ξενοδοχειακή μονάδα. Πέραν αυτού, το σχέδιο περιλαμβάνει την πολεοδόμηση 180 στρεμμάτων , με κτήρια, καταστήματα και εξοχικές κατοικίες προς πώληση, αλλά και αθλητικές, ψυχαγωγικές και λιμενικές εγκαταστάσεις. 
Βάσει του ρεπορτάζ του greenagenda.gr, οι υπεύθυνοι της επένδυσης ισχυρίζονται ότι το ναυτικό οχυρό της περιοχής θα χτιστεί στο ύψος του ενώ θα υπάρχουν στέγες ώστε να διατηρείται ο οικολογικός του χαρακτήρας. Τέτοιες δηλώσεις προκαλούν θυμηδία, αντιτείνει η Βέρα Κορωνάκη, Πρόεδρος του Συλλόγου Προστασίας Περιβάλλοντος Κέρκυρας, τονίζοντας ότι «τόνοι τσιμέντου και σεβασμός στο οικοσύστημα δεν συνάδουν». Ενώ, προσθέτει πως «παρά το γεγονός ότι εκκρεμεί δικαστική απόφαση για το αν είναι δασική η περιοχή, που έχει επιλεγεί για την ανέγερση ξενοδοχείου και δεν επιτρέπεται καμία παρέμβαση στον επίδικο τόπο, όχι μόνο προχώρησαν στην κατεδάφιση του παλαιού φυλακίου αλλά και αποψίλωσαν την περιοχή, μετατρέποντάς την σε κρανίου τόπο» [Εφ.Συν].
Η κυβέρνηση από την πλευρά της λέει ότι η Ελλάδα ήταν κρανίου τόπος ή καλύτερα «έρημος επενδύσεων»- πριν την… εθνοσωτήρια μέρα της 7ης Ιουλίου του 2019- εξαιτίας του γεγονότος ότι ένας Δήμαρχος καθυστερούσε μια «τέτοια επένδυση που αφορά το σύνολο του ελληνικού λαού». Ως εκ τούτου, εναντίον των τοπικών συμφερόντων στρέφεται αυτός που «εμποδίζει την επένδυση, όχι αυτός που τη στηρίζει» [Α. Γεωργιάδης, LiberalΟ «Ερημίτης» αποδεικνύει γιατί η Ελλάδα ήταν… έρημος επενδύσεων, 10/2/2020].
Τον ενθουσιασμό του πρωθυπουργού και των εμπλεκόμενων υπουργών του δεν φαίνεται να ασπάζονται οι κάτοικοι της περιοχής, με τον Κώστα Ρεβενιώτη , τον νέο πρόεδρο του τοπικού Συμβουλίου της κοινότητας Σινιών, όπου και ανήκει ο Ερημίτης να ξεκαθαρίζει ότι «αυτό το παρθένο κομμάτι είναι αυτό που θαυμάζουν οι επισκέπτες και συμβάλλει στην τουριστική ανάπτυξη της περιοχής».
Η όλη κατάσταση στην πανέμορφη αυτή γωνιά του Ιουνίου έρχεται να θυμίσει έτι μια φορά εκείνο που γράφαμε πριν λίγο καιρό εδώ, στον Ημεροδρόμο σχετικά με τον νέο περιβαλλοντικό νόμο. Ότι πρόκειται για ένα νομικό όπλο στα χέρια της κυβέρνησης που αντιμετωπίζει το περιβάλλον ως εργαλείο οικονομικής ανάπτυξης, σε πρωτοφανή κλίμακα, ακόμη και για τα δεδομένα του εν πολλοίς απαλλαγμένου από οικολογικές ευαισθησίες ελληνικού κράτους [Δ. Κούλαλης, Ημεροδρόμος, Περί ανέμων και χρημάτων, 22/6/2020].
Στα πλαίσια πάντα της συνέχειάς του…
Το 2013, έπειτα απ τη διενέργεια διαγωνισμού του ΤΑΙΠΕΔ, η NCH Capital κέρδισε το δικαίωμα εκμετάλλευσης 490 στρεμμάτων δάσους και κολπίσκων στον Ερημίτη για 99 χρόνια. Το 2016, επί ΣΥΡΙΖΑ πια, κατέβαλε την πρώτη δόση του συνολικού τιμήματος των 23εκατ. ευρώ, με την τότε κυβέρνηση να την φοροαπαλλάσσει για το ποσό των 4,1 εκατ. ευρώ, «λόγω επένδυσης», σύμφωνα με δημοσίευμα του Protagongr. Το φοροαπαλλακτικό δωράκι προς το αμερικανικό fund είχε υπογράψει ο Γιάννης Δραγασάκης τo 2018. Γνωστά πράγματα. Εκείνο όμως που δεν είναι και τόσο γνωστό, και που το μαθαίνει κανείς παρακολουθώντας στωικά εδώ και ένα χρόνο τη… λασπομαχία ανάμεσα στους δύο κομματικούς μονομάχους, είναι ότι το 2017 ένας «ουρανοκατέβατος» διαγωνισμός για την κυριότητα του ακινήτου στο οποίο μπορούν να ανεγερθούν πολυτελείς κατοικίες συνολικού εμβαδού 27χιλ. τ.μ. έφερε στα ταμεία του ελληνικού Δημοσίου λίγο πάνω από 2 εκατ. ευρώ, όταν «σε παραπλήσιες εκτάσεις στην Κασσιόπη, για να κτίσει κανείς πληρώνει έως και έξι φορές περισσότερο απ’ όσο εκτιμήθηκε και πληρώθηκε το δομήσιμο τετραγωνικό μέτρο στην περίπτωση του δημόσιου ακινήτου» κι ενώ οι υποδομές δεν επιστρέφουν στην κυριότητα του ελληνικού Δημοσίου.
Πλειοδότης φυσικά ήταν και πάλι η NCH Capital, μολονότι «στην αρχική προσφορά υποβολής ενδιαφέροντος δεν αναφερόταν κάτι σχετικά με την μετέπειτα παραχώρηση της κυριότητας της γης». Ίσως, «εάν ήταν εξ αρχής γνωστή αυτή η πρόθεση του ΤΑΙΠΕΔ να πωλήσει τελικά τις εκτάσεις όπου θα χτίζονταν οι πολυτελείς κατοικίες, τόσο ο κύκλος των ενδιαφερόμενων επενδυτών όσο και το τίμημα θα ήταν διαφορετικό – και τα χρήματα που θα εισέπραττε το κράτος σίγουρα πολύ περισσότερα».
Θα πείτε: Το θέμα σας είναι το ποσό που δόθηκε ή ότι ξεπουλιέται η δημόσια περιουσία, χωρίς κανείς να λαμβάνει υπόψη τη γνώμη των πολιτών; Δεν χωρά αμφιβολία ότι το κύριο εδώ είναι η εκποίηση των «φιλέτων» της Ελλάδας. Ωστόσο, εκείνο που θέλουμε να επισημάνουμε (επιτυχώς- ανεπιτυχώς;, εσείς το κρίνετε) είναι ότι αυτό το επενδυτικό γιουρούσι πάνω στο χρεοκοπημένο κουφάρι της χώρας γίνεται για ένα κομμάτι ψωμί.
Επομένως, μπορούμε να πούμε ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα ακόμη «αριστερό» ξεπούλημα της περιουσίας των φορολογουμένων που έδωσε άλλοθι και πάτημα στην παρούσα κυβέρνηση να στολίσει με επενδυτικές τυμπανοκρουσίες το ακραία νεοφιλελεύθερο αφήγημά της; Η απάντηση είναι προφανής.
Κατά την άποψή μας, στον οικονομικό τομέα, δε χωρά αμφιβολία ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έπιασε το νήμα από εκεί που το άφησε η κυβέρνηση Τσίπρα, όπως η ίδια έπραξε μετά την είσοδό της στον δρόμο του ρεαλισμού. Ωστόσο, εκείνο που διαφοροποιεί τη σημερινή διοίκηση της χώρας από τους προκατόχους της είναι ότι αυτή η τοξικά ταξική πολιτική εφαρμόζεται την ώρα που η παρεοκρατία των «αρίστων» όχι μόνο έχει παύσει να ασχολείται με τη διοίκηση του τόπου, όπως κάθε (μετα)μνημονιακή κυβέρνηση οφείλει να πράξει, αλλά απροκάλυπτα προσπαθεί να οικοδομήσει ένα σύγχρονο αστυνομικό κράτος.
Κι εδώ βρίσκεται το πραγματικό πολιτικό διακύβευμα.
Τι είναι η πατρίδα μας; Μην είν’ οι κάμποι;
Μην είναι τ’ άσπαρτα ψηλά βουνά;
Μην είναι ο ήλιος της, που χρυσολάμπει;
Μην είναι τ’ άστρα της τα φωτεινά;
Ι. Πολέμης
Μπορεί να φαίνεται αστείο που επιλέξαμε τους στίχους του Ι. Πολέμη για να εισαχθούμε στη μεγάλη εικόνα της πολιτικής πραγματικότητας στη χώρα, μα, ας το καλοσκεφτούμε: Όταν οι κάμποι, τα ψηλά βουνά, γιατί όχι ο ήλιος και τα άστρα, σερβίρονται ως δέλεαρ πλουτισμού μόνο για λίγους, ενώ η πλειοψηφία ζει στα όρια του οικονομικού κατακρημνισμού, τι τελικά έχει μείνει από την πατρίδα που συνεχώς επικαλείται η κυβερνώσα παράταξη;
Έπειτα από όσα συνέβησαν τις τελευταίες μέρες είναι ξεκάθαρο ότι το μητσοτακικό γκουβέρνο φλερτάρει απροκάλυπτα με την εκτροπή, αμφισβητώντας εν τοις πράγμασι ακόμη και τις βασικές ελευθερίες που –ως συγκολλητική ουσία για την κοινωνική συνοχή- προβλέπει η αστική δημοκρατία.
Θέτοντας στην πρώτη γραμμή της μάχης τους πολιτικούς «καμικάζι» που διαθέτει, το ετσιθελικό κράτος της παλινορθωμένης- γνήσιας αυτή τη φορά-Δεξιάς έρχεται να επιβάλλει σιγή νεκροταφείου απέναντι στη δυσαρέσκεια που δημιουργεί αυτό το κράμα εξυπηρέτησης των «κολλητών»- αντεργατικού μένους- ξενοφοβίας και ολοκληρωτικής μετατροπής του φυσικού πλούτου της χώρας σε ευρύχωρο τσιφλίκι διαχειριστών ξένων εταιρειών. Επομένως, είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί πρόσωπα με μοναδικά προσόντα την κολακεία προς τον εκάστοτε αρχηγό και τον mainstream χρυσαυγιτισμό, όχι απλά βρήκαν στέγη στην Πειραιώς, αλλά απολαμβάνουν «ασυλίας» από υψηλόβαθμα στελέχη της Ν.Δ και τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Πρόκειται δηλαδή για μια συνειδητή στρατηγική επιρροής της Ν.Δ, για μια αναγκαία εργαλειακή σύμπλευση του Μητσοτάκη προς και με τον κοινωνικό (κατ’ επέκταση εκλογικό) πυρήνα της Χρυσής Αυγής που μπορεί να μη συνομιλεί απευθείας με τύπους που φέρουν τη σβάστικα, όπως επί Σαμαρά, ωστόσο δημιουργούν – πίσω από παραπλανητικές εθνικιστικές κορώνες και το φαντασιακό του «fast track» πλουτισμού- μια ιδεολογική «ματριόσκα» που προσφέρεται ως δώρο σε… έκπτωτους «μεσαιοταξίτες».
Η ακροδεξιά δεν είναι συμπλήρωμα του πολιτικού οράματος της σημερινής κυβέρνησης, λέει ο συνάδελφος Γιάννης Ορέστης Παπαδημητρίου. Εξηγώντας ότι αφού «τα νούμερα της πραγματικής μεσαίας τάξης δεν επαρκούσαν για την εκλογική της νίκη, η ΝΔ χρειάστηκε να καλλιεργήσει τη φαντασίωση της. «Η μαζική αυθυποβολή του κόσμου υπήρξε πρόθυμη να πειστεί ότι ξαφνικά επέστρεψε σε μία ομαλότητα, πιθανώς υποβοηθούμενος από μία βραχύβια μικρο-σπέκουλα στην τουριστική φούσκα των τελευταίων ετών. Η φαντασίωση της μεσαίας τάξης υπήρξε μια πολυτελής αυταπάτη, αναντίστοιχη της πραγματικής συρρίκνωσης της ποιότητας ζωής της». Συμπερασματικά, λοιπόν : «η ακροδεξιά είναι στυλοβάτης της σημερινής κυβέρνησης και ο βασικός μηχανισμός παραγωγής συναινέσεων στην πολιτική της- που δεν διστάζει να χαϊδεύει- «τα πιο βδελυρά στοιχεία της ελληνικής κοινωνίας (…) εργαλειοποιώντας τα για μια βίαιη αναδιανομή προς τα πάνω».
Η ΝΔ κρύβει τα ακροδεξιά της σταγονίδια μέσα στο τσουνάμι της εντατικοποιημένης καταστολής και κάτω από τον χιτώνα του λαϊκίστικου υπερπατριωτισμού . Από πότε όμως πατριώτης είναι εκείνος που αφήνει την πλειονότητα των συμπολιτών του να εξαρτάται ολοένα περισσότερο από τα περισσεύματα των λίγων;
Κι αυτή είναι μια πολιτική ερώτηση. Έχουμε την απάντηση;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για πες