Απολογήθηκε σήμερα στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Μεσολογγίου,δηλώνοντας αθώα,η χήρα του Νίκου Μέντζου, η οποία κάθεται στο εδώλιο του κατηγορουμένου για τον θάνατό του.
Η γυναίκα ξεκίνησε την απολογία της αναφέροντας πως γνωρίστηκαν και ένωσαν τις ζωές τους, επισημαίνοντας όμως, ότι ποτέ δεν έγινε αποδεκτή από την οικογένειά του, επειδή δεν ήταν και η ίδια δασκάλα για να θεωρείται ισάξιά του. Αφού η ζωή τους κυλούσε καλά έφθασε στο σημείο που έμαθε για την ερωμένη.
Όταν το συζήτησε με τον σύζυγό της εκείνος της είπε ότι θα διακόψει αυτή τη σχέση διότι δεν θέλει να χαλάσει το σπίτι τους. Όταν η ίδια τον ρώτησε ποια είναι η ερωμένη της απάντησε ότι είναι μια μητέρα που έχει παιδί στο σχολείο που διδάσκει. Έκανε δε τα πάντα για να δείξει στην γυναίκα του ότι έχει μετανιώσει, λέγοντάς της όμως ότι η ερωμένη τον ενοχλεί ακόμα και στο σχολείο και τον πιέζει.
Μάλιστα την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 2011 η ερωμένη έπαιρνε τηλέφωνο τον δάσκαλο βρίζοντάς τον και μετά πήγε κάτω από το σπίτι του και όταν εκείνος την ρώτησε γιατί ήρθε ως εκεί, εκείνη απάντησε: «Στο είπα ότι θα έρθω στο σπίτι σου». Η κατηγορουμένη είπε ότι ο σύζυγός της της είπε κάποια στιγμή ότι ο άντρας της ερωμένης τον είχε βρει μια φορά στο σχολείο και του είπε να μην φοβάται εκείνον αλλά τα αδέλφια της. Για τα χρήματα που της έδινε και το αυτοκίνητο που της αγόρασε, είπε ότι τα έμαθε μετά τον θάνατό του.
Προχωρώντας την απολογία της και στο επίμαχο διάστημα υπογράμμισε ότι ο Νίκος Μέντζος, όσο πλησίαζε το Πάσχα ήταν ανήσυχος, διότι φοβόταν μήπως η ερωμένη ξαναπάει εκεί που θα γιορτάζουν και τον διασύρει πως έκανε και την Πρωτοχρονιά.
Φθάνοντας και στην ημέρα του θανάτου του είπε ότι έφυγε από το σπίτι στις 6.15 το πρωί, για να πάει με τον αδελφό της να κόψει χόρτα σε ένα χωράφι. Στις 9 επέστρεψαν και της τηλεφώνησε, ενώ εκείνη εργαζόταν στο ζαχαροπλαστείο του γαμπρού της. Της είπε ότι τελείωσε από το συγκεκριμένο χωράφι και θα περάσει σε λίγο από το ζαχαροπλαστείο. Στις 9.15 πήγε και η ίδια βγήκε έξω και της ανέφερε ότι θα πάει σε ένα άλλο χωράφι στην Αβόρανη.
Στις 9.25 η κατηγορουμένη του τηλεφώνησε, όπως είπε η ίδια, για να τον ρωτήσει για μια παραγγελία του ζαχαροπλαστείου αλλά εκείνος δεν απάντησε. Τον ξανακάλεσε στις 10, όταν και απάντησε και αφού μίλησαν για την παραγγελία ολοκληρώθηκε η συνομιλία.
Στις 11.08 της τηλεφώνησε ο ίδιος και αφού αυτή απάντησε στην κλήση λέγοντας: «ναι, ναι» δεν πήρε απάντηση, αλλά λίγα δευτερόλεπτα αργότερα άκουσε τον σύζυγό της να της λέει: «Τώρα θα γίνουν όλα ρημαδιό». Εκείνη ρώτησε: «τι είπες;», χωρίς να πάρει απάντηση και αφού η γραμμή έμεινε ανοιχτή για λίγα δευτερόλεπτα στην συνέχεια έκλεισε.
Τότε ανησύχησε και βρίσκοντας μια δικαιολογία θέλησε να φύγει από το ζαχαροπλαστείο για να τον αναζητήσει. Στις 11.15 είπε στον ιδιοκτήτη και γαμπρό της ότι είναι άρρωστο το παιδί και θα φύγει, όμως επειδή έπρεπε να ετοιμάσει κάποιες επείγουσες παραγγελίες έμεινε ως τις 11.30 και στην συνέχεια έφυγε με κατεύθυνση προς το χωράφι της Αβόρανης.
Έφθασε, όπως είπε, 10 λεπτά αργότερα, αλλά ο δάσκαλος δεν ήταν εκεί. Τότε τηλεφώνησε στην πεθερά της μήπως πήγε στο πατρικό του αλλά έλαβε αρνητική απάντηση, παίρνοντας παράλληλα τον δρόμο της επιστροφής προς το Αγρίνιο.
Σε ένα σημείο του δρόμου που βρίσκεται κοντά στο κτήμα που βρέθηκε απανθρακωμένος ο δάσκαλος σταμάτησε να τηλεφωνήσει στον γιό της για να δει αν ο πατέρας του πήγε στο σπίτι. Η απάντηση ήταν αρνητική και τότε είδε στα δεξιά της να βγαίνει καπνός, ο οποίος προερχόταν από το κτήμα. Κατευθύνθηκε προς τα εκεί θεωρώντας ότι καίει κάποια κλαδιά και βρέθηκε μπροστά στο φλεγόμενο αυτοκίνητο.
«Πήγα στο χωράφι και είδα ότι καιγόταν το αυτοκίνητό μας. Προσπάθησα να πλησιάσω όσο πιο κοντά μπορούσα για να δω αν βρίσκεται άνθρωπος μέσα. Δεν μπόρεσα να διακρίνω. Άρχισα να ψάχνω γύρω – γύρω. Ακόμα και πάνω στα δέντρα κοιτούσα. Σοκαρίστηκα. Δεν ήξερα πώς να αντιδράσω. Το μόνο που σκέφτηκα ήταν να πάρω τηλέφωνο την αδελφή μου και της είπα ότι καίγεται το αυτοκίνητο του Νίκου. Δεν ξέρω αν είναι ο Νίκος μέσα. Την ξαναπήρα στις 12.02 και της είπα: «που είστε;’’. Εκείνη μου απάντησε: ‘’Ερχόμαστε’’. Εγώ έπεσα κάτω. Μετά ήρθε ο γαμπρός μου και με ρώτησε αν πήρα την πυροσβεστική. Εγώ είπα: ‘’όχι’’ και τηλεφώνησε εκείνος. Αμέσως μετά ήρθε και η αδελφή μου μαζί με τον γιό της. Ο γαμπρός μου πήρε το αυτοκίνητό του και πήγε πιο πέρα για να περιμένει την πυροσβεστική. Ήρθε η πυροσβεστική και έκανε την κατάσβεση. Εγώ θέλησα να πάω κοντά για να δω αν είναι κάποιος μέσα στο αυτοκίνητο», είπε χαρακτηριστικά στην απολογία της.
Συνεχίζοντας είπε ότι στην συνέχεια την πήραν από εκεί και πήγαν στο σπίτι όπου αργότερα πήγε και η αστυνομία αναζητώντας κάποιο τυχόν σημείωμα. «Εκεί μου είπαν ότι μέσα στο αυτοκίνητο βρέθηκαν υπολείμματα σώματος. Μέχρι τότε ήλπιζα ότι ο Νίκος είναι ζωντανός. Τότε χάθηκαν όλες οι ελπίδες μου», τόνισε.
Στην ερώτηση της Προέδρου για το που πήγε το μυαλό της, απάντησε ότι αρχικά σκέφτηκε ότι πρόκειται για έγκλημα και όχι για αυτοκτονία και το μυαλό της πήγε στην πλευρά της ερωμένης, δεδομένου ότι ο Νίκος της έλεγε ότι πρέπει να φυλάγονται και να λαμβάνουν μέτρα ασφάλειας.
Η Πρόεδρος ρώτησε αν ο Μέντζος δάνειζε χρήματα σε τρίτους, καθώς και για τα κερδισμένα δελτία του ΟΠΑΠ που συγκέντρωνε για να δικαιολογήσει χρήματα. Η ίδια δεν έδωσε λεπτομερείς πληροφορίες καθώς είπε ότι αυτά τα θέματα τα συζητούσε με τον λογιστή του και για το χρηματιστήριο συζητούσε με τον γαμπρό του. Πάντως είχαν προγραμματίσει κάποια αγορά ακινήτου και έπρεπε να δικαιολογηθούν τα χρήματα.
Στο μεταξύ επειδή η πλευρά της κατηγορουμένης αμφισβητεί τον αυτόπτη μάρτυρα, αλλά δεν τον έχει μηνύσει, όπως έκανε για την πατρική οικογένεια του Μέντζου, είπε ότι αναγκάστηκε να προχωρήσει σε αυτή την διαδικασία διότι την κατηγόρησαν ευθέως. Όσο για τον μάρτυρα είπε ότι δεν τον μήνυσε διότι πιστεύει ότι όλα αυτά που κατέθεσε με κάποιο τρόπο τα διάβασε στην δικογραφία και δεν ήταν παρών, ενώ παράλληλα ένας Εισαγγελέας της είπε ότι είναι μυθομανής και δεν έχει νόημα να τον μηνύσει.
Η δίκη διακόπηκε για την Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου.
ΒΑΣΩ ΒΗΤΤΑ
https://www.aixmi-news.gr/
Η γυναίκα ξεκίνησε την απολογία της αναφέροντας πως γνωρίστηκαν και ένωσαν τις ζωές τους, επισημαίνοντας όμως, ότι ποτέ δεν έγινε αποδεκτή από την οικογένειά του, επειδή δεν ήταν και η ίδια δασκάλα για να θεωρείται ισάξιά του. Αφού η ζωή τους κυλούσε καλά έφθασε στο σημείο που έμαθε για την ερωμένη.
Όταν το συζήτησε με τον σύζυγό της εκείνος της είπε ότι θα διακόψει αυτή τη σχέση διότι δεν θέλει να χαλάσει το σπίτι τους. Όταν η ίδια τον ρώτησε ποια είναι η ερωμένη της απάντησε ότι είναι μια μητέρα που έχει παιδί στο σχολείο που διδάσκει. Έκανε δε τα πάντα για να δείξει στην γυναίκα του ότι έχει μετανιώσει, λέγοντάς της όμως ότι η ερωμένη τον ενοχλεί ακόμα και στο σχολείο και τον πιέζει.
Μάλιστα την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 2011 η ερωμένη έπαιρνε τηλέφωνο τον δάσκαλο βρίζοντάς τον και μετά πήγε κάτω από το σπίτι του και όταν εκείνος την ρώτησε γιατί ήρθε ως εκεί, εκείνη απάντησε: «Στο είπα ότι θα έρθω στο σπίτι σου». Η κατηγορουμένη είπε ότι ο σύζυγός της της είπε κάποια στιγμή ότι ο άντρας της ερωμένης τον είχε βρει μια φορά στο σχολείο και του είπε να μην φοβάται εκείνον αλλά τα αδέλφια της. Για τα χρήματα που της έδινε και το αυτοκίνητο που της αγόρασε, είπε ότι τα έμαθε μετά τον θάνατό του.
Προχωρώντας την απολογία της και στο επίμαχο διάστημα υπογράμμισε ότι ο Νίκος Μέντζος, όσο πλησίαζε το Πάσχα ήταν ανήσυχος, διότι φοβόταν μήπως η ερωμένη ξαναπάει εκεί που θα γιορτάζουν και τον διασύρει πως έκανε και την Πρωτοχρονιά.
Φθάνοντας και στην ημέρα του θανάτου του είπε ότι έφυγε από το σπίτι στις 6.15 το πρωί, για να πάει με τον αδελφό της να κόψει χόρτα σε ένα χωράφι. Στις 9 επέστρεψαν και της τηλεφώνησε, ενώ εκείνη εργαζόταν στο ζαχαροπλαστείο του γαμπρού της. Της είπε ότι τελείωσε από το συγκεκριμένο χωράφι και θα περάσει σε λίγο από το ζαχαροπλαστείο. Στις 9.15 πήγε και η ίδια βγήκε έξω και της ανέφερε ότι θα πάει σε ένα άλλο χωράφι στην Αβόρανη.
Στις 9.25 η κατηγορουμένη του τηλεφώνησε, όπως είπε η ίδια, για να τον ρωτήσει για μια παραγγελία του ζαχαροπλαστείου αλλά εκείνος δεν απάντησε. Τον ξανακάλεσε στις 10, όταν και απάντησε και αφού μίλησαν για την παραγγελία ολοκληρώθηκε η συνομιλία.
Στις 11.08 της τηλεφώνησε ο ίδιος και αφού αυτή απάντησε στην κλήση λέγοντας: «ναι, ναι» δεν πήρε απάντηση, αλλά λίγα δευτερόλεπτα αργότερα άκουσε τον σύζυγό της να της λέει: «Τώρα θα γίνουν όλα ρημαδιό». Εκείνη ρώτησε: «τι είπες;», χωρίς να πάρει απάντηση και αφού η γραμμή έμεινε ανοιχτή για λίγα δευτερόλεπτα στην συνέχεια έκλεισε.
Τότε ανησύχησε και βρίσκοντας μια δικαιολογία θέλησε να φύγει από το ζαχαροπλαστείο για να τον αναζητήσει. Στις 11.15 είπε στον ιδιοκτήτη και γαμπρό της ότι είναι άρρωστο το παιδί και θα φύγει, όμως επειδή έπρεπε να ετοιμάσει κάποιες επείγουσες παραγγελίες έμεινε ως τις 11.30 και στην συνέχεια έφυγε με κατεύθυνση προς το χωράφι της Αβόρανης.
Έφθασε, όπως είπε, 10 λεπτά αργότερα, αλλά ο δάσκαλος δεν ήταν εκεί. Τότε τηλεφώνησε στην πεθερά της μήπως πήγε στο πατρικό του αλλά έλαβε αρνητική απάντηση, παίρνοντας παράλληλα τον δρόμο της επιστροφής προς το Αγρίνιο.
Σε ένα σημείο του δρόμου που βρίσκεται κοντά στο κτήμα που βρέθηκε απανθρακωμένος ο δάσκαλος σταμάτησε να τηλεφωνήσει στον γιό της για να δει αν ο πατέρας του πήγε στο σπίτι. Η απάντηση ήταν αρνητική και τότε είδε στα δεξιά της να βγαίνει καπνός, ο οποίος προερχόταν από το κτήμα. Κατευθύνθηκε προς τα εκεί θεωρώντας ότι καίει κάποια κλαδιά και βρέθηκε μπροστά στο φλεγόμενο αυτοκίνητο.
«Πήγα στο χωράφι και είδα ότι καιγόταν το αυτοκίνητό μας. Προσπάθησα να πλησιάσω όσο πιο κοντά μπορούσα για να δω αν βρίσκεται άνθρωπος μέσα. Δεν μπόρεσα να διακρίνω. Άρχισα να ψάχνω γύρω – γύρω. Ακόμα και πάνω στα δέντρα κοιτούσα. Σοκαρίστηκα. Δεν ήξερα πώς να αντιδράσω. Το μόνο που σκέφτηκα ήταν να πάρω τηλέφωνο την αδελφή μου και της είπα ότι καίγεται το αυτοκίνητο του Νίκου. Δεν ξέρω αν είναι ο Νίκος μέσα. Την ξαναπήρα στις 12.02 και της είπα: «που είστε;’’. Εκείνη μου απάντησε: ‘’Ερχόμαστε’’. Εγώ έπεσα κάτω. Μετά ήρθε ο γαμπρός μου και με ρώτησε αν πήρα την πυροσβεστική. Εγώ είπα: ‘’όχι’’ και τηλεφώνησε εκείνος. Αμέσως μετά ήρθε και η αδελφή μου μαζί με τον γιό της. Ο γαμπρός μου πήρε το αυτοκίνητό του και πήγε πιο πέρα για να περιμένει την πυροσβεστική. Ήρθε η πυροσβεστική και έκανε την κατάσβεση. Εγώ θέλησα να πάω κοντά για να δω αν είναι κάποιος μέσα στο αυτοκίνητο», είπε χαρακτηριστικά στην απολογία της.
Συνεχίζοντας είπε ότι στην συνέχεια την πήραν από εκεί και πήγαν στο σπίτι όπου αργότερα πήγε και η αστυνομία αναζητώντας κάποιο τυχόν σημείωμα. «Εκεί μου είπαν ότι μέσα στο αυτοκίνητο βρέθηκαν υπολείμματα σώματος. Μέχρι τότε ήλπιζα ότι ο Νίκος είναι ζωντανός. Τότε χάθηκαν όλες οι ελπίδες μου», τόνισε.
Στην ερώτηση της Προέδρου για το που πήγε το μυαλό της, απάντησε ότι αρχικά σκέφτηκε ότι πρόκειται για έγκλημα και όχι για αυτοκτονία και το μυαλό της πήγε στην πλευρά της ερωμένης, δεδομένου ότι ο Νίκος της έλεγε ότι πρέπει να φυλάγονται και να λαμβάνουν μέτρα ασφάλειας.
Η Πρόεδρος ρώτησε αν ο Μέντζος δάνειζε χρήματα σε τρίτους, καθώς και για τα κερδισμένα δελτία του ΟΠΑΠ που συγκέντρωνε για να δικαιολογήσει χρήματα. Η ίδια δεν έδωσε λεπτομερείς πληροφορίες καθώς είπε ότι αυτά τα θέματα τα συζητούσε με τον λογιστή του και για το χρηματιστήριο συζητούσε με τον γαμπρό του. Πάντως είχαν προγραμματίσει κάποια αγορά ακινήτου και έπρεπε να δικαιολογηθούν τα χρήματα.
Στο μεταξύ επειδή η πλευρά της κατηγορουμένης αμφισβητεί τον αυτόπτη μάρτυρα, αλλά δεν τον έχει μηνύσει, όπως έκανε για την πατρική οικογένεια του Μέντζου, είπε ότι αναγκάστηκε να προχωρήσει σε αυτή την διαδικασία διότι την κατηγόρησαν ευθέως. Όσο για τον μάρτυρα είπε ότι δεν τον μήνυσε διότι πιστεύει ότι όλα αυτά που κατέθεσε με κάποιο τρόπο τα διάβασε στην δικογραφία και δεν ήταν παρών, ενώ παράλληλα ένας Εισαγγελέας της είπε ότι είναι μυθομανής και δεν έχει νόημα να τον μηνύσει.
Η δίκη διακόπηκε για την Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου.
ΒΑΣΩ ΒΗΤΤΑ
https://www.aixmi-news.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες