Δεύτερη πιο ακριβή χώρα στην Ευρωπαϊκή Ενωση (Ε.Ε.) είναι η Ελλάδα στις ονομαστικές χρεώσεις ευρυζωνικών συνδέσεων σταθερής. Μελέτη της Κομισιόν που παρουσιάστηκε πριν από λίγες ημέρες εμφανίζει κατά μέσον όρο την Ελλάδα ως τη χώρα με τις πιο υψηλές χρεώσεις, μετά εκείνες του Βελγίου.
Η Ελλάδα, με βάση τη σχετική μελέτη και ανάλογα με το εξεταζόμενο πακέτο, συγκαταλέγεται είτε στην 4η κατηγορία χωρών της Ε.Ε. με τις πιο υψηλές χρεώσεις, είτε στην 3η κατηγορία με τις χώρες που εφαρμόζουν αρκετά υψηλές χρεώσεις.
Τα κράτη-μέλη χωρίζονται σε τέσσερις βασικές κατηγορίες, με την πρώτη να περιλαμβάνει τις «φθηνές» χώρες της Ε.Ε., τη δεύτερη «τις σχετικά φθηνές», την τρίτη τις «σχετικά ακριβές» και την τέταρτη τις «ακριβές» χώρες.
Στην ίδια κατηγορία, εκτός από τη χώρα μας και το Βέλγιο, ανήκουν η Κύπρος, η Ιρλανδία και ακολουθούν η Ισπανία και η Σλοβενία. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι πιο ακριβές χώρες της Ε.Ε. στις χρεώσεις ευρυζωνικού Internet σταθερής, είναι οι ίδιες αυτές που προσφέρουν και τις πιο αργές συνδέσεις.
Για παράδειγμα, οι χώρες Βέλγιο, Ελλάδα, Κύπρος και Ιρλανδία, στο τέλος του περασμένου έτους, δεν προσέφεραν συνδέσεις ταχυτήτων 1 Gbps, ενώ δύο από αυτές (Ελλάδα, Κύπρος) δεν πρόσφεραν καν συνδέσεις με ταχύτητες άνω των 200 Μbps.
Αναφορικά με τις χρεώσεις, η Ελλάδα σχεδόν σε όλες τις κατηγορίες προσφερόμενων πακέτων (απλή σύνδεση, double paly, triple play) είναι πιο ακριβή από τον μέσο όρο της Ευρώπης. Ανάλογα με το είδος της ευρυζωνικής σύνδεσης μεταβάλλονται και οι αποκλίσεις στις χρεώσεις. Για παράδειγμα, όσον αφορά τα πακέτα που περιλαμβάνουν συνδέσεις ταχυτήτων 30 έως 100 Mbps, η απόκλιση της χώρας μας με τον μέσο όρο της Ε.Ε. κυμαίνεται από 20% έως 60%.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις πιο ακριβές χώρες όσο αυξάνεται η ταχύτητα σύνδεσης στο Διαδίκτυο. Στα πακέτα που περιλαμβάνουν συνδέσεις άνω των 100 (και έως 200 Mbps) η Ελλάδα είναι συνήθως η πιο ακριβή και οι αποκλίσεις στις χρεώσεις διευρύνονται.
Για παράδειγμα, για ένα πακέτο double play (Internet+TV) με σύνδεση άνω των 100 Mbps, στην Ελλάδα η χρέωση είναι υπερδιπλάσια του μέσου όρου της Ε.Ε. Συγκεκριμένα, εκφρασμένο σε μονάδες αγοραστικής δύναμης, ξεπερνά τα 90 ευρώ τον μήνα, όταν o μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι 43,7 ευρώ.
Αντίστοιχα ισχύουν και για άλλα πακέτα (single play, triple play κ.λπ.). Μικρότερες είναι οι αποκλίσεις, όταν αναφερόμαστε σε πακέτα που περιλαμβάνουν συνδέσεις με χαμηλές ταχύτητες (12-30 Mbps). Στα συγκεκριμένα πακέτα οι χρεώσεις στη χώρα μας είναι στα επίπεδα του μέσου όρου ή και οριακά χαμηλότερα.
Σύμφωνα με τη μελέτη, οι Ελληνες καταναλωτές πληρώνουν πολύ πιο ακριβά τη μετάβασή τους από μια κατηγορία ευρυζωνικής σύνδεσης σε μια άλλη. Για παράδειγμα, η μετάβαση από ένα πακέτο που περιλαμβάνει μια σύνδεση 12-30 Mbps σε ένα αντίστοιχο πακέτο που περιλαμβάνει σύνδεση 30-100 Mbps, στην Ελλάδα περικλείει υπερτίμημα που κυμαίνεται από 8,5 έως 15,2 ευρώ. Στην υπόλοιπη Ευρώπη, το υπερτίμημα μιας αντίστοιχης μετάβασης είναι 2,1 ευρώ.
Οι προαναφερόμενες χρεώσεις, όπως αναφέρουν οι μελετητές, είναι ονομαστικές και αντλήθηκαν από τους ιστότοπους των επιχειρήσεων τον Οκτώβριο του 2018. Από τη χώρα μας στοιχεία αντλήθηκαν από τους παρόχους ΟΤΕ, Vodafone, Wind και Forthent. Tα στοιχεία της μελέτης αξιοποιούνται στους δείκτες DESI (Digital Economy & Society Index).
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΜΑΝΔΡΑΒΕΛΗΣ
https://www.kathimerini.gr/
Η Ελλάδα, με βάση τη σχετική μελέτη και ανάλογα με το εξεταζόμενο πακέτο, συγκαταλέγεται είτε στην 4η κατηγορία χωρών της Ε.Ε. με τις πιο υψηλές χρεώσεις, είτε στην 3η κατηγορία με τις χώρες που εφαρμόζουν αρκετά υψηλές χρεώσεις.
Τα κράτη-μέλη χωρίζονται σε τέσσερις βασικές κατηγορίες, με την πρώτη να περιλαμβάνει τις «φθηνές» χώρες της Ε.Ε., τη δεύτερη «τις σχετικά φθηνές», την τρίτη τις «σχετικά ακριβές» και την τέταρτη τις «ακριβές» χώρες.
Στην ίδια κατηγορία, εκτός από τη χώρα μας και το Βέλγιο, ανήκουν η Κύπρος, η Ιρλανδία και ακολουθούν η Ισπανία και η Σλοβενία. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι πιο ακριβές χώρες της Ε.Ε. στις χρεώσεις ευρυζωνικού Internet σταθερής, είναι οι ίδιες αυτές που προσφέρουν και τις πιο αργές συνδέσεις.
Για παράδειγμα, οι χώρες Βέλγιο, Ελλάδα, Κύπρος και Ιρλανδία, στο τέλος του περασμένου έτους, δεν προσέφεραν συνδέσεις ταχυτήτων 1 Gbps, ενώ δύο από αυτές (Ελλάδα, Κύπρος) δεν πρόσφεραν καν συνδέσεις με ταχύτητες άνω των 200 Μbps.
Αναφορικά με τις χρεώσεις, η Ελλάδα σχεδόν σε όλες τις κατηγορίες προσφερόμενων πακέτων (απλή σύνδεση, double paly, triple play) είναι πιο ακριβή από τον μέσο όρο της Ευρώπης. Ανάλογα με το είδος της ευρυζωνικής σύνδεσης μεταβάλλονται και οι αποκλίσεις στις χρεώσεις. Για παράδειγμα, όσον αφορά τα πακέτα που περιλαμβάνουν συνδέσεις ταχυτήτων 30 έως 100 Mbps, η απόκλιση της χώρας μας με τον μέσο όρο της Ε.Ε. κυμαίνεται από 20% έως 60%.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις πιο ακριβές χώρες όσο αυξάνεται η ταχύτητα σύνδεσης στο Διαδίκτυο. Στα πακέτα που περιλαμβάνουν συνδέσεις άνω των 100 (και έως 200 Mbps) η Ελλάδα είναι συνήθως η πιο ακριβή και οι αποκλίσεις στις χρεώσεις διευρύνονται.
Για παράδειγμα, για ένα πακέτο double play (Internet+TV) με σύνδεση άνω των 100 Mbps, στην Ελλάδα η χρέωση είναι υπερδιπλάσια του μέσου όρου της Ε.Ε. Συγκεκριμένα, εκφρασμένο σε μονάδες αγοραστικής δύναμης, ξεπερνά τα 90 ευρώ τον μήνα, όταν o μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι 43,7 ευρώ.
Αντίστοιχα ισχύουν και για άλλα πακέτα (single play, triple play κ.λπ.). Μικρότερες είναι οι αποκλίσεις, όταν αναφερόμαστε σε πακέτα που περιλαμβάνουν συνδέσεις με χαμηλές ταχύτητες (12-30 Mbps). Στα συγκεκριμένα πακέτα οι χρεώσεις στη χώρα μας είναι στα επίπεδα του μέσου όρου ή και οριακά χαμηλότερα.
Σύμφωνα με τη μελέτη, οι Ελληνες καταναλωτές πληρώνουν πολύ πιο ακριβά τη μετάβασή τους από μια κατηγορία ευρυζωνικής σύνδεσης σε μια άλλη. Για παράδειγμα, η μετάβαση από ένα πακέτο που περιλαμβάνει μια σύνδεση 12-30 Mbps σε ένα αντίστοιχο πακέτο που περιλαμβάνει σύνδεση 30-100 Mbps, στην Ελλάδα περικλείει υπερτίμημα που κυμαίνεται από 8,5 έως 15,2 ευρώ. Στην υπόλοιπη Ευρώπη, το υπερτίμημα μιας αντίστοιχης μετάβασης είναι 2,1 ευρώ.
Οι προαναφερόμενες χρεώσεις, όπως αναφέρουν οι μελετητές, είναι ονομαστικές και αντλήθηκαν από τους ιστότοπους των επιχειρήσεων τον Οκτώβριο του 2018. Από τη χώρα μας στοιχεία αντλήθηκαν από τους παρόχους ΟΤΕ, Vodafone, Wind και Forthent. Tα στοιχεία της μελέτης αξιοποιούνται στους δείκτες DESI (Digital Economy & Society Index).
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΜΑΝΔΡΑΒΕΛΗΣ
https://www.kathimerini.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες