Οι παλαιότεροι θα θυμούνται πως στις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο Ρίτσαρντ Νίξον υπήρξε ο πρώτος Αμερικανός πρόεδρος που επισκέφθηκε την τότε κομμουνιστική Κίνα.
Ελάχιστοι, όμως, θα γνωρίζουν πως περίπου μία δεκαετία αργότερα ο νεότερος αδελφός του, ο Εντουαρντ Νίξον, πώλησε στην Κίνα αμερικανική τεχνολογία επεξεργασίας σπάνιων γαιών, μιας πρώτης ύλης που την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία στην παραγωγή κατείχαν οι ΗΠΑ.
Μάλλον και ο ίδιος δεν υποψιαζόταν τότε πως έκανε το πρώτο βήμα προς την απογύμνωση της υπερδύναμης από τα στρατηγικής σημασίας 17 μέταλλα με τα εξωτικά ονόματα όπως νεοδύμιο, λανθάνιο, δυσπρόσιο κ.λπ. που είναι αναγκαία για την παραγωγή σχεδόν όλων των προϊόντων υψηλής τεχνολογίας.
Ούτε και πως τα παραχωρούσε σε μια χώρα που έμελλε να εξελιχθεί στην κυριότερη ανταγωνίστρια των ΗΠΑ και θα μετέτρεπε τις σπάνιες γαίες σε παγκόσμιο μονοπώλιό της αλλά και σε στρατηγικό και γεωπολιτικό όπλο κατά της Ουάσιγκτον.
Στις δεκαετίες που μεσολάβησαν η Κίνα εξελίχθηκε σε οικονομική υπερδύναμη και έχει εμπλακεί σε μια αναμέτρηση δυνάμεων και γοήτρου με τις ΗΠΑ που υπερβαίνει τα όρια ενός εμπορικού πολέμου και εξελίσσεται σε πόλεμο τεχνολογικής ισχύος και γεωπολιτικής επιρροής.
Σε ό,τι αφορά τις σπάνιες γαίες εξελίχθηκαν σε συνώνυμο του σύγχρονου τρόπου ζωής. Είναι αναγκαίες για είδη που τα τελευταία τριάντα χρόνια εντάσσονται όλο και βαθύτερα στην καθημερινότητα του απλού ανθρώπου και στις εφαρμογές της επιστήμης.
Ηλεκτρονικοί υπολογιστές, ιδιαιτέρως τα προσφιλή μας laptop, ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα και οι μπαταρίες τους, smartphones, DVD, iPhones, λέιζερ, διαστημική και αμυντική βιομηχανία, καταλύτες αυτοκινήτων, εξαρτήματα διυλιστηρίων, επίπεδες οθόνες τηλεοράσεων, ιατρικές συσκευές και ένα ατελείωτο φάσμα προϊόντων υψηλής τεχνολογίας παράγονται με σπάνιες γαίες.
Και βέβαια το πρόβλημα είναι πως σήμερα η Κίνα ελέγχει την παγκόσμια παραγωγή τους και τις εξαγωγές τους σε ποσοστό άνω του 80%, κατέχει εν ολίγοις σχεδόν παγκόσμιο μονοπώλιο. Ακόμη πιο δυσοίωνο είναι ότι κατά γενική ομολογία των εμπειρογνωμόνων, θα χρειαστούν όχι απλώς χρόνια αλλά δεκαετίες για να κατασκευαστούν ανά τον κόσμο μονάδες εξόρυξης και επεξεργασίας των σπάνιων γαιών ώστε να απεξαρτηθούν οι ΗΠΑ και ο υπόλοιπος κόσμος από την Κίνα.
Γι’ αυτό και οι τιμές των σπάνιων γαιών εκτινάχθηκαν μέσα στην εβδομάδα όταν το Πεκίνο άφησε να εννοηθεί ότι εξετάζει σοβαρά τη δυνατότητα να επιστρατεύσει το στρατηγικό του όπλο στην αντιπαράθεση με την Ουάσιγκτον. Η τιμή του νεοδύμιου, για παράδειγμα, που χρειάζεται για την παραγωγή κινητήρων και τουρμπίνων έχει σημειώσει άνοδο πάνω από 30% μέσα στις τελευταίες δύο εβδομάδες, ενώ του δυσπρόσιου, που χρειάζεται για την κατασκευή μαγνητών, πυρηνικών ράβδων και λαμπτήρων υψηλής τάσης, έφτασε μέσα στην εβδομάδα στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων τεσσάρων ετών.
Είχε προηγηθεί στις 21 Μαΐου η επίσκεψη του Κινέζου προέδρου, Σι Τζιπίνγκ, σε μονάδα επεξεργασίας σπάνιων γαιών στη νότια Κίνα όπου και μίλησε για την αυτάρκεια της χώρας σε σπάνιες γαίες. Τις ίδιες περίπου ημέρες η εφημερίδα «Λαϊκή Ημερησία» της Κίνας τιτλοφορούσε σχετικό δημοσίευμά της με την απειλητική φράση «μην πείτε πως δεν προειδοποιηθήκατε», που όπως τόνισαν οι Finacial Times παρέπεμπε σε παρόμοιες απειλές πριν από τον σινοϊνδικό πόλεμο του 1962 και τη σύντομη σύγκρουση της Κίνας με το Βιετνάμ το 1979. Και βέβαια το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου υποσχέθηκε «άνευ προηγουμένου» κινητοποίηση για να διασφαλίσει την επάρκεια της αμερικανικής οικονομίας σε σπάνιες γαίες.
Ο Τραμπ δεν τολμά να επιβάλει δασμούς στις κινεζικές σπάνιες γαίες
Σύμφωνα με την αμερικανική γεωλογική επιθεώρηση, τα αποθέματα σπάνιων γαιών στις ΗΠΑ ανέρχονται σε 1,4 εκατ. μετρικούς τόνους. Ακόμη, όμως, και το μοναδικό ορυχείο σπάνιων γαιών που εξακολουθεί να λειτουργεί στις ΗΠΑ, στο Μάουντεν Πας της Καλιφόρνιας, εξάγει κάθε χρόνο στην Κίνα για επεξεργασία 50.000 τόνους σπάνιων γαιών, σχεδόν το σύνολο της παραγωγής του. Φαινομενικώς παράδοξη λεπτομέρεια του σινοαμερικανικού εμπορικού πολέμου είναι το ότι η Κίνα έχει επιβάλει δασμούς 25% σε αυτές τις εισαγωγές αμερικανικών σπάνιων γαιών ως αντίποινα στους δασμούς του Ντόναλντ Τραμπ σε κινεζικά προϊόντα. Η Ουάσιγκτον, αντιθέτως, δεν έχει τολμήσει να αυξήσει τους δασμούς στον τεράστιο όγκο των σπάνιων γαιών που εισάγει από την Κίνα. Αρκέστηκε μόνον να τις συμπεριλάβει στον κατάλογο των κινεζικών εισαγόμενων προϊόντων που είναι υποψήφια για δασμούς.
Και βέβαια οι αμερικανικές σπάνιες γαίες στέλνονται στην Κίνα για επεξεργασία για τον ίδιο ακριβώς λόγο που πριν από σχεδόν 40 χρόνια η Ουάσιγκτον πούλησε τη σχετική τεχνολογία στο Πεκίνο και παραιτήθηκε σχεδόν ολοκληρωτικά από την παραγωγή σπάνιων γαιών. Σε αντίθεση με το τι δηλώνει το όνομά τους, οι σπάνιες γαίες δεν είναι τόσο σπάνιες. Βρίσκονται, αντιθέτως, στο υπέδαφος αρκετών χωρών και ενίοτε σε μεγάλες ποσότητες. Η εξόρυξή τους, όμως, και η επεξεργασία τους είναι δαπανηρές και έχουν βαρύτατες επιπτώσεις στο περιβάλλον: είναι όχι μόνον τοξικές αλλά και ραδιενεργές. Γι’ αυτό και ορυχεία και μονάδες επεξεργασίας σπάνιων γαιών υπάρχουν σε ελάχιστες χώρες.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 μάλιστα, οι αμερικανικές αρχές διαπίστωσαν πως από το ορυχείο στο Μάουντεν Πας διέρρευσε ραδιενεργό νερό και είχε μολύνει την ευρύτερη περιοχή. Κάτι ανάλογο έχει συμβεί, βέβαια, και στην Κίνα, όπου στο παρελθόν δημιουργήθηκε μια κυριολεκτικά τοξική λίμνη στο ορυχείο που επισκέφθηκε τον Μάιο ο Κινέζος πρόεδρος. Και χρειάστηκαν δισεκατομμύρια δολάρια για να αποκατασταθεί η ζημιά. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο πως η Κίνα κατέκτησε το παγκόσμιο μονοπώλιο των σπάνιων γαιών καθώς πρόκειται για μια χώρα με ελάχιστο σεβασμό στο περιβάλλον και εξαιρετικά χαμηλό εργατικό κόστος. Σε συνδυασμό, έτσι, με τον μακρόπνοο σχεδιασμό της κινεζικής οικονομίας –διαχρονική τακτική της κινεζικής ηγεσίας–, κατέληξε η Κίνα σχεδόν να απειλεί σήμερα την παγκόσμια οικονομία. Φαίνεται λοιπόν να έχει υλοποιηθεί πλήρως το όραμα που υπέκρυπτε πριν από 32 χρόνια η δήλωση του τότε προέδρου της Κίνας Ντεγκ Χιαοπίνγκ, όταν βρέθηκε στο ίδιο ορυχείο σπάνιων γαιών που επισκέφθηκε και ο σημερινός διάδοχός του: «Η Μέση Ανατολή έχει πετρέλαιο, η Κίνα έχει σπάνιες γαίες».
Η αφύπνιση των μεγάλων οικονομιών μετά το θερμό επεισόδιο με την Ιαπωνία
Η Κίνα οικοδόμησε αθόρυβα το παγκόσμιο μονοπώλιό της στις σπάνιες γαίες σε βάθος δεκαετιών και χωρίς να προκαλέσει καμία έγκαιρη κινητοποίηση των εξαρτημένων οικονομιών. Η αφύπνιση για τις μεγάλες οικονομίες ήρθε για πρώτη φορά μόλις το 2010, όταν σοβούσε διπλωματική κρίση ανάμεσα στην Κίνα και την Ιαπωνία γύρω από τη Θάλασσα της Ανατολικής Κίνας. Τότε φάνηκε πως πολλές χώρες αντιλήφθηκαν για πρώτη φορά τους κινδύνους που εγκυμονεί η εξάρτησή τους από έναν και μόνον προμηθευτή. Το Τόκιο κατηγορούσε τότε το Πεκίνο ότι διέκοψε τις εξαγωγές σπάνιων γαιών για πολιτικούς λόγους. Τα διεθνή ΜΜΕ ανέφεραν πως το Πεκίνο ασκούσε πιέσεις στην Ιαπωνία διακόπτοντας τις εξαγωγές των 17 μετάλλων. Το Πεκίνο διέψευδε κατηγορηματικά τις κατηγορίες και, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, είχε δίκιο, καθώς δεν σταμάτησαν οι εξαγωγές κάθε είδους μετάλλων στην Ιαπωνία.
Και μόνον, όμως, η υποψία ότι η Κίνα χρησιμοποιούσε τον ορυκτό πλούτο της ως γεωπολιτικό όπλο οδήγησε τότε στα ύψη τις τιμές των σπάνιων γαιών, που κυριολεκτικά δεκαπλασιάστηκαν σε μικρό χρονικό διάστημα και δημιούργησαν προβλήματα σε ένα μεγάλο φάσμα βιομηχανιών. Στάθηκε, άλλωστε, αρκετή για να πείσει κυβερνήσεις και βιομηχανίες να κινητοποιηθούν, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται διαρκώς καινούργια επενδυτικά σχέδια για ορυχεία. Από όλα αυτά επιβίωσε τελικά μόνον ένα, το Lynas στην Αυστραλία. Οι μετοχές της εταιρείας του σημείωσαν φέτος άνοδο πάνω από 90% εξαιτίας του εμπορικού πολέμου.
Οπως ανέφερε προσφάτως ο Γιουτζίν Γκολτζ, πρώην εμπειρογνώμων του Πενταγώνου και σήμερα καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Notre Dame στην πολιτεία της Ιντιάνα, από το 2010 και μετά οι αμερικανικές αρχές και οι βιομηχανίες συγκεντρώνουν αποθέματα σπάνιων γαιών. Δηλαδή, όπως ακριβώς η Ουάσιγκτον διατηρεί αποθέματα πετρελαίου.
Παράλληλα, πολλές βιομηχανίες έχουν έκτοτε περιορίσει τη χρήση σπάνιων γαιών ή επιχειρούν να τις υποκαταστήσουν με άλλα μέταλλα.
Τους τελευταίους μήνες, όμως, η κλιμάκωση του σινοαμερικανικού εμπορικού πολέμου έχει προκαλέσει πραγματική ανησυχία. Τον Μάιο, η Lynas Corporation που βρίσκεται στην Αυστραλία υπέγραψε μνημόνιο συνεργασίας με την αμερικανική Blue Line Corp του Τέξας για την ανέγερση μονάδας επεξεργασίας σπάνιων γαιών στις ΗΠΑ. Τις ίδιες ημέρες περίπου, η αμερικανική κυβέρνηση υιοθέτησε νόμο με τον οποίο ενθαρρύνει την ανάπτυξη εγχώριων εγκαταστάσεων για την επεξεργασία σπάνιων γαιών.
Στο μεταξύ, το αμερικανικό Κογκρέσο προσβλέπει σε κρατική χρηματοδότηση σχεδίων για την εξόρυξη σπάνιων γαιών από υποπροϊόντα του άνθρακα. Σύμφωνα όμως με τον Ερικ Γουίλιαμς, καθηγητή Βιώσιμης Οικονομίας στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο του Ρότσεστερ, ίσως χρειαστεί ακόμη και μία δεκαετία για να αποδώσει αυτού του είδους η διαδικασία και μάλιστα σε βαθμό ώστε να αξιοποιηθεί για χρήση σε εκτεταμένη βιομηχανική κλίμακα.
Την άποψή του συμμερίζονται στην πλειονότητά τους οι οικονομικοί αναλυτές της Citigroup, με τον Ολιβερ Νάτζεντ να τονίζει πως «η αμερικανική βιομηχανία δεν έχει κανένα δρόμο με τον οποίο μπορεί να δώσει άμεσα τέλος στην εξάρτησή της από την Κίνα για σπάνιες γαίες». Οπως τονίζουν σε σχετική αναφορά της τράπεζας, η εξόρυξη και η επεξεργασία των επίμαχων αυτών μετάλλων «προσκρούει σε προβλήματα χρηματοδότησης, τεχνικά προβλήματα και προβλήματα σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά η αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων θα εξαρτηθεί από το κατά πόσον θα υπάρξει συνεχής υποστήριξη από τους επενδυτές και την κυβέρνηση».
Η παραδοχή
«Συχνά δεν δίνουμε τόση σημασία σε αυτά τα κρίσιμης σημασίας μέταλλα, αλλά χωρίς αυτά θα ήταν αδύνατος ο σύγχρονος τρόπος ζωής». Με τη δήλωση αυτή ο Αμερικανός υπουργός Εμπορίου, Γουίλμπουρ Ρος, παραδέχθηκε τη στρατηγική σημασία των σπάνιων γαιών όταν δόθηκε στη δημοσιότητα σχετική έκθεση έπειτα από αίτημα του Ντόναλντ Τραμπ.
Η «τροφοδοσία»
Η Κίνα θα καλύψει τις «θεμιτές ανάγκες» άλλων χωρών εκτός ΗΠΑ, δήλωσε προ ημερών ο Γικάο Φενγκ, εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εμπορίου. Προσέθεσε, ωστόσο, πως η ηγεσία της χώρας του δεν θα επιτρέψει να χρησιμοποιηθούν οι σπάνιες γαίες «για να υπονομευθεί η ανάπτυξη της Κίνας».
Χωρίς υποδομές
«Οι ΗΠΑ θα χρειαστούν πολύ χρόνο για να οικοδομήσουν δική τους υποδομή για την επεξεργασία σπάνιων γαιών. Οι υποδομές του για τις σπάνιες γαίες είναι μηδενικές». Ετσι περιγράφει την εξάρτηση της αμερικανικής οικονομίας από τις σπάνιες γαίες της Κίνας η Ελεν Λάου, αναλύτρια πρώτων υλών στην Argonaut Securities του Χονγκ Κονγκ.
http://www.kathimerini.gr/
Ελάχιστοι, όμως, θα γνωρίζουν πως περίπου μία δεκαετία αργότερα ο νεότερος αδελφός του, ο Εντουαρντ Νίξον, πώλησε στην Κίνα αμερικανική τεχνολογία επεξεργασίας σπάνιων γαιών, μιας πρώτης ύλης που την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία στην παραγωγή κατείχαν οι ΗΠΑ.
Μάλλον και ο ίδιος δεν υποψιαζόταν τότε πως έκανε το πρώτο βήμα προς την απογύμνωση της υπερδύναμης από τα στρατηγικής σημασίας 17 μέταλλα με τα εξωτικά ονόματα όπως νεοδύμιο, λανθάνιο, δυσπρόσιο κ.λπ. που είναι αναγκαία για την παραγωγή σχεδόν όλων των προϊόντων υψηλής τεχνολογίας.
Ούτε και πως τα παραχωρούσε σε μια χώρα που έμελλε να εξελιχθεί στην κυριότερη ανταγωνίστρια των ΗΠΑ και θα μετέτρεπε τις σπάνιες γαίες σε παγκόσμιο μονοπώλιό της αλλά και σε στρατηγικό και γεωπολιτικό όπλο κατά της Ουάσιγκτον.
Στις δεκαετίες που μεσολάβησαν η Κίνα εξελίχθηκε σε οικονομική υπερδύναμη και έχει εμπλακεί σε μια αναμέτρηση δυνάμεων και γοήτρου με τις ΗΠΑ που υπερβαίνει τα όρια ενός εμπορικού πολέμου και εξελίσσεται σε πόλεμο τεχνολογικής ισχύος και γεωπολιτικής επιρροής.
Σε ό,τι αφορά τις σπάνιες γαίες εξελίχθηκαν σε συνώνυμο του σύγχρονου τρόπου ζωής. Είναι αναγκαίες για είδη που τα τελευταία τριάντα χρόνια εντάσσονται όλο και βαθύτερα στην καθημερινότητα του απλού ανθρώπου και στις εφαρμογές της επιστήμης.
Ηλεκτρονικοί υπολογιστές, ιδιαιτέρως τα προσφιλή μας laptop, ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα και οι μπαταρίες τους, smartphones, DVD, iPhones, λέιζερ, διαστημική και αμυντική βιομηχανία, καταλύτες αυτοκινήτων, εξαρτήματα διυλιστηρίων, επίπεδες οθόνες τηλεοράσεων, ιατρικές συσκευές και ένα ατελείωτο φάσμα προϊόντων υψηλής τεχνολογίας παράγονται με σπάνιες γαίες.
Και βέβαια το πρόβλημα είναι πως σήμερα η Κίνα ελέγχει την παγκόσμια παραγωγή τους και τις εξαγωγές τους σε ποσοστό άνω του 80%, κατέχει εν ολίγοις σχεδόν παγκόσμιο μονοπώλιο. Ακόμη πιο δυσοίωνο είναι ότι κατά γενική ομολογία των εμπειρογνωμόνων, θα χρειαστούν όχι απλώς χρόνια αλλά δεκαετίες για να κατασκευαστούν ανά τον κόσμο μονάδες εξόρυξης και επεξεργασίας των σπάνιων γαιών ώστε να απεξαρτηθούν οι ΗΠΑ και ο υπόλοιπος κόσμος από την Κίνα.
Γι’ αυτό και οι τιμές των σπάνιων γαιών εκτινάχθηκαν μέσα στην εβδομάδα όταν το Πεκίνο άφησε να εννοηθεί ότι εξετάζει σοβαρά τη δυνατότητα να επιστρατεύσει το στρατηγικό του όπλο στην αντιπαράθεση με την Ουάσιγκτον. Η τιμή του νεοδύμιου, για παράδειγμα, που χρειάζεται για την παραγωγή κινητήρων και τουρμπίνων έχει σημειώσει άνοδο πάνω από 30% μέσα στις τελευταίες δύο εβδομάδες, ενώ του δυσπρόσιου, που χρειάζεται για την κατασκευή μαγνητών, πυρηνικών ράβδων και λαμπτήρων υψηλής τάσης, έφτασε μέσα στην εβδομάδα στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων τεσσάρων ετών.
Είχε προηγηθεί στις 21 Μαΐου η επίσκεψη του Κινέζου προέδρου, Σι Τζιπίνγκ, σε μονάδα επεξεργασίας σπάνιων γαιών στη νότια Κίνα όπου και μίλησε για την αυτάρκεια της χώρας σε σπάνιες γαίες. Τις ίδιες περίπου ημέρες η εφημερίδα «Λαϊκή Ημερησία» της Κίνας τιτλοφορούσε σχετικό δημοσίευμά της με την απειλητική φράση «μην πείτε πως δεν προειδοποιηθήκατε», που όπως τόνισαν οι Finacial Times παρέπεμπε σε παρόμοιες απειλές πριν από τον σινοϊνδικό πόλεμο του 1962 και τη σύντομη σύγκρουση της Κίνας με το Βιετνάμ το 1979. Και βέβαια το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου υποσχέθηκε «άνευ προηγουμένου» κινητοποίηση για να διασφαλίσει την επάρκεια της αμερικανικής οικονομίας σε σπάνιες γαίες.
Ο Τραμπ δεν τολμά να επιβάλει δασμούς στις κινεζικές σπάνιες γαίες
Σύμφωνα με την αμερικανική γεωλογική επιθεώρηση, τα αποθέματα σπάνιων γαιών στις ΗΠΑ ανέρχονται σε 1,4 εκατ. μετρικούς τόνους. Ακόμη, όμως, και το μοναδικό ορυχείο σπάνιων γαιών που εξακολουθεί να λειτουργεί στις ΗΠΑ, στο Μάουντεν Πας της Καλιφόρνιας, εξάγει κάθε χρόνο στην Κίνα για επεξεργασία 50.000 τόνους σπάνιων γαιών, σχεδόν το σύνολο της παραγωγής του. Φαινομενικώς παράδοξη λεπτομέρεια του σινοαμερικανικού εμπορικού πολέμου είναι το ότι η Κίνα έχει επιβάλει δασμούς 25% σε αυτές τις εισαγωγές αμερικανικών σπάνιων γαιών ως αντίποινα στους δασμούς του Ντόναλντ Τραμπ σε κινεζικά προϊόντα. Η Ουάσιγκτον, αντιθέτως, δεν έχει τολμήσει να αυξήσει τους δασμούς στον τεράστιο όγκο των σπάνιων γαιών που εισάγει από την Κίνα. Αρκέστηκε μόνον να τις συμπεριλάβει στον κατάλογο των κινεζικών εισαγόμενων προϊόντων που είναι υποψήφια για δασμούς.
Και βέβαια οι αμερικανικές σπάνιες γαίες στέλνονται στην Κίνα για επεξεργασία για τον ίδιο ακριβώς λόγο που πριν από σχεδόν 40 χρόνια η Ουάσιγκτον πούλησε τη σχετική τεχνολογία στο Πεκίνο και παραιτήθηκε σχεδόν ολοκληρωτικά από την παραγωγή σπάνιων γαιών. Σε αντίθεση με το τι δηλώνει το όνομά τους, οι σπάνιες γαίες δεν είναι τόσο σπάνιες. Βρίσκονται, αντιθέτως, στο υπέδαφος αρκετών χωρών και ενίοτε σε μεγάλες ποσότητες. Η εξόρυξή τους, όμως, και η επεξεργασία τους είναι δαπανηρές και έχουν βαρύτατες επιπτώσεις στο περιβάλλον: είναι όχι μόνον τοξικές αλλά και ραδιενεργές. Γι’ αυτό και ορυχεία και μονάδες επεξεργασίας σπάνιων γαιών υπάρχουν σε ελάχιστες χώρες.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 μάλιστα, οι αμερικανικές αρχές διαπίστωσαν πως από το ορυχείο στο Μάουντεν Πας διέρρευσε ραδιενεργό νερό και είχε μολύνει την ευρύτερη περιοχή. Κάτι ανάλογο έχει συμβεί, βέβαια, και στην Κίνα, όπου στο παρελθόν δημιουργήθηκε μια κυριολεκτικά τοξική λίμνη στο ορυχείο που επισκέφθηκε τον Μάιο ο Κινέζος πρόεδρος. Και χρειάστηκαν δισεκατομμύρια δολάρια για να αποκατασταθεί η ζημιά. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο πως η Κίνα κατέκτησε το παγκόσμιο μονοπώλιο των σπάνιων γαιών καθώς πρόκειται για μια χώρα με ελάχιστο σεβασμό στο περιβάλλον και εξαιρετικά χαμηλό εργατικό κόστος. Σε συνδυασμό, έτσι, με τον μακρόπνοο σχεδιασμό της κινεζικής οικονομίας –διαχρονική τακτική της κινεζικής ηγεσίας–, κατέληξε η Κίνα σχεδόν να απειλεί σήμερα την παγκόσμια οικονομία. Φαίνεται λοιπόν να έχει υλοποιηθεί πλήρως το όραμα που υπέκρυπτε πριν από 32 χρόνια η δήλωση του τότε προέδρου της Κίνας Ντεγκ Χιαοπίνγκ, όταν βρέθηκε στο ίδιο ορυχείο σπάνιων γαιών που επισκέφθηκε και ο σημερινός διάδοχός του: «Η Μέση Ανατολή έχει πετρέλαιο, η Κίνα έχει σπάνιες γαίες».
Η αφύπνιση των μεγάλων οικονομιών μετά το θερμό επεισόδιο με την Ιαπωνία
Η Κίνα οικοδόμησε αθόρυβα το παγκόσμιο μονοπώλιό της στις σπάνιες γαίες σε βάθος δεκαετιών και χωρίς να προκαλέσει καμία έγκαιρη κινητοποίηση των εξαρτημένων οικονομιών. Η αφύπνιση για τις μεγάλες οικονομίες ήρθε για πρώτη φορά μόλις το 2010, όταν σοβούσε διπλωματική κρίση ανάμεσα στην Κίνα και την Ιαπωνία γύρω από τη Θάλασσα της Ανατολικής Κίνας. Τότε φάνηκε πως πολλές χώρες αντιλήφθηκαν για πρώτη φορά τους κινδύνους που εγκυμονεί η εξάρτησή τους από έναν και μόνον προμηθευτή. Το Τόκιο κατηγορούσε τότε το Πεκίνο ότι διέκοψε τις εξαγωγές σπάνιων γαιών για πολιτικούς λόγους. Τα διεθνή ΜΜΕ ανέφεραν πως το Πεκίνο ασκούσε πιέσεις στην Ιαπωνία διακόπτοντας τις εξαγωγές των 17 μετάλλων. Το Πεκίνο διέψευδε κατηγορηματικά τις κατηγορίες και, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, είχε δίκιο, καθώς δεν σταμάτησαν οι εξαγωγές κάθε είδους μετάλλων στην Ιαπωνία.
Και μόνον, όμως, η υποψία ότι η Κίνα χρησιμοποιούσε τον ορυκτό πλούτο της ως γεωπολιτικό όπλο οδήγησε τότε στα ύψη τις τιμές των σπάνιων γαιών, που κυριολεκτικά δεκαπλασιάστηκαν σε μικρό χρονικό διάστημα και δημιούργησαν προβλήματα σε ένα μεγάλο φάσμα βιομηχανιών. Στάθηκε, άλλωστε, αρκετή για να πείσει κυβερνήσεις και βιομηχανίες να κινητοποιηθούν, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται διαρκώς καινούργια επενδυτικά σχέδια για ορυχεία. Από όλα αυτά επιβίωσε τελικά μόνον ένα, το Lynas στην Αυστραλία. Οι μετοχές της εταιρείας του σημείωσαν φέτος άνοδο πάνω από 90% εξαιτίας του εμπορικού πολέμου.
Οπως ανέφερε προσφάτως ο Γιουτζίν Γκολτζ, πρώην εμπειρογνώμων του Πενταγώνου και σήμερα καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Notre Dame στην πολιτεία της Ιντιάνα, από το 2010 και μετά οι αμερικανικές αρχές και οι βιομηχανίες συγκεντρώνουν αποθέματα σπάνιων γαιών. Δηλαδή, όπως ακριβώς η Ουάσιγκτον διατηρεί αποθέματα πετρελαίου.
Παράλληλα, πολλές βιομηχανίες έχουν έκτοτε περιορίσει τη χρήση σπάνιων γαιών ή επιχειρούν να τις υποκαταστήσουν με άλλα μέταλλα.
Τους τελευταίους μήνες, όμως, η κλιμάκωση του σινοαμερικανικού εμπορικού πολέμου έχει προκαλέσει πραγματική ανησυχία. Τον Μάιο, η Lynas Corporation που βρίσκεται στην Αυστραλία υπέγραψε μνημόνιο συνεργασίας με την αμερικανική Blue Line Corp του Τέξας για την ανέγερση μονάδας επεξεργασίας σπάνιων γαιών στις ΗΠΑ. Τις ίδιες ημέρες περίπου, η αμερικανική κυβέρνηση υιοθέτησε νόμο με τον οποίο ενθαρρύνει την ανάπτυξη εγχώριων εγκαταστάσεων για την επεξεργασία σπάνιων γαιών.
Στο μεταξύ, το αμερικανικό Κογκρέσο προσβλέπει σε κρατική χρηματοδότηση σχεδίων για την εξόρυξη σπάνιων γαιών από υποπροϊόντα του άνθρακα. Σύμφωνα όμως με τον Ερικ Γουίλιαμς, καθηγητή Βιώσιμης Οικονομίας στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο του Ρότσεστερ, ίσως χρειαστεί ακόμη και μία δεκαετία για να αποδώσει αυτού του είδους η διαδικασία και μάλιστα σε βαθμό ώστε να αξιοποιηθεί για χρήση σε εκτεταμένη βιομηχανική κλίμακα.
Την άποψή του συμμερίζονται στην πλειονότητά τους οι οικονομικοί αναλυτές της Citigroup, με τον Ολιβερ Νάτζεντ να τονίζει πως «η αμερικανική βιομηχανία δεν έχει κανένα δρόμο με τον οποίο μπορεί να δώσει άμεσα τέλος στην εξάρτησή της από την Κίνα για σπάνιες γαίες». Οπως τονίζουν σε σχετική αναφορά της τράπεζας, η εξόρυξη και η επεξεργασία των επίμαχων αυτών μετάλλων «προσκρούει σε προβλήματα χρηματοδότησης, τεχνικά προβλήματα και προβλήματα σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά η αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων θα εξαρτηθεί από το κατά πόσον θα υπάρξει συνεχής υποστήριξη από τους επενδυτές και την κυβέρνηση».
Η παραδοχή
«Συχνά δεν δίνουμε τόση σημασία σε αυτά τα κρίσιμης σημασίας μέταλλα, αλλά χωρίς αυτά θα ήταν αδύνατος ο σύγχρονος τρόπος ζωής». Με τη δήλωση αυτή ο Αμερικανός υπουργός Εμπορίου, Γουίλμπουρ Ρος, παραδέχθηκε τη στρατηγική σημασία των σπάνιων γαιών όταν δόθηκε στη δημοσιότητα σχετική έκθεση έπειτα από αίτημα του Ντόναλντ Τραμπ.
Η «τροφοδοσία»
Η Κίνα θα καλύψει τις «θεμιτές ανάγκες» άλλων χωρών εκτός ΗΠΑ, δήλωσε προ ημερών ο Γικάο Φενγκ, εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εμπορίου. Προσέθεσε, ωστόσο, πως η ηγεσία της χώρας του δεν θα επιτρέψει να χρησιμοποιηθούν οι σπάνιες γαίες «για να υπονομευθεί η ανάπτυξη της Κίνας».
Χωρίς υποδομές
«Οι ΗΠΑ θα χρειαστούν πολύ χρόνο για να οικοδομήσουν δική τους υποδομή για την επεξεργασία σπάνιων γαιών. Οι υποδομές του για τις σπάνιες γαίες είναι μηδενικές». Ετσι περιγράφει την εξάρτηση της αμερικανικής οικονομίας από τις σπάνιες γαίες της Κίνας η Ελεν Λάου, αναλύτρια πρώτων υλών στην Argonaut Securities του Χονγκ Κονγκ.
http://www.kathimerini.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες