Οι πρώτες αποφάσεις για έρευνες πετρελαίου στο Αιγαίο δημοσιεύθηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το 1961. Το 1969 η Αθήνα υπογράφει συμφωνία με τη νεοσύστατη αμερικανική εταιρεία Oceanic Explorations. H εταιρεία διατηρεί μέχρι σήμερα δικαιώματα ερευνών στο Β. Αιγαίο.
Οπως λέει ο καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής του Παντείου και υποψήφιος της Ν.Δ. στην Α΄ Αθηνών Αγγελος Συρίγος, «η πρώτη γεώτρηση έγινε σε απόσταση 20 χιλιομέτρων νοτίως της Καβάλας το 1971, χωρίς επιτυχία. Δύο άλλες γεωτρήσεις, που έγιναν δυτικά της Θάσου το 1972-73, οδήγησαν στην ανακάλυψη κοιτάσματος, που όμως κρίθηκε μη οικονομικά εκμεταλλεύσιμο. Η τέταρτη γεώτρηση ξεκίνησε το φθινόπωρο του 1973 και ολοκληρώθηκε τον Φεβρουάριο του 1974. Με αυτήν ανακαλύφθηκε το κοίτασμα Πρίνος Ι».
Οι τουρκικές αντιδράσεις είχαν ήδη αρχίσει. Τις ημέρες της εξέγερσης του Πολυτεχνείου η Aγκυρα παραχώρησε στην τουρκική εταιρεία TRAO 27 άδειες έρευνας για υδρογονάνθρακες σε περιοχές του Αιγαίου που έως τότε θεωρούνταν ότι ανήκαν στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Η Αθήνα αποδέχθηκε ότι πρέπει να αποσαφηνιστούν τα όρια της ελληνικής και τουρκικής υφαλοκρηπίδας (ένα περίπλοκο νομικό ζήτημα λόγω των χιλιάδων νήσων και της επιρροής τους στην υφαλοκρηπίδα σε σχέση με την επιρροή των ηπειρωτικών όγκων). Τον Ιούνιο του 1974 η Τουρκία έστειλε στην ελληνική υφαλοκρηπίδα το υδρογραφικό «Τσανταρλί» συνοδευόμενο από 37 πολεμικά σκάφη.
Στα μάτια κάθε παρατηρητή που παραβλέπει τα ιστορικά βιώματα και τις συλλογικές αφηγήσεις που συνέχουν την εθνική υπόσταση, μια ελληνοτουρκική συμφωνία για το Αιγαίο μοιάζει με λύση αυτονόητη.
Ωστόσο, η «συνεκμετάλλευση» (και η διευθέτηση της υφαλοκρηπίδας) γίνεται αντιληπτή από τμήμα του πολιτικού κόσμου και της κοινής γνώμης στην Ελλάδα ως υποχώρηση πίσω από τη γραμμή της Μικρασιατικής Καταστροφής, όσο κι αν –μιλώντας νομικά– τα ενδεχόμενα τουρκικά δικαιώματα αφορούν περιοχές στα διεθνή ύδατα του Αιγαίου κι όχι στα ελληνικά χωρικά ύδατα.
Οι πιο συνετοί προειδοποιούν ότι η διατήρηση της εκκρεμότητας αυξάνει τις αμυντικές δαπάνες σε μη βιώσιμα επίπεδα και εγκυμονεί τον κίνδυνο αιφνίδιας σύγκρουσης που, αν εκδηλωθεί, θα έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή από τις μεγάλες δυνάμεις λύσεων διαμοιρασμού περιοχών του Αιγαίου χωρίς τον έλεγχο της Αθήνας.
Το «Χόρα» και το «Πίρι Ρέις»
Μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πρότεινε στην Αγκυρα την από κοινού παραπομπή της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, κάτι που αρχικά έγινε αποδεκτό, αλλά κατά τη διάρκεια των διπλωματικών επαφών εκδηλώθηκε μια ουσιώδης διαφωνία.
Η Αθήνα στόχευε στην κατάθεση συνυποσχετικού, αλλά η Αγκυρα ζήτησε συνολικό διακανονισμό των ελληνοτουρκικών θεμάτων μέσω «συνολικής συμφωνίας» (package deal). Το αποτέλεσμα ήταν η παραπομπή να ματαιωθεί.
Οι Τούρκοι, σε μια προσπάθεια να καλλιεργήσουν κλίμα αβεβαιότητας και να παρεμποδίσουν τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Ελλάδας με την ΕΟΚ, οι οποίες ξεκίνησαν την 27η Ιουλίου 1976, έστειλαν στο Αιγαίο το «Σισμίκ Ι» (το γνωστό «Χόρα»), το οποίο παραβίασε την ελληνική υφαλοκρηπίδα μεταξύ Λήμνου και Λέσβου.
Τελικά, οι δύο κυβερνήσεις αποφάσισαν με το Πρωτόκολλο της Βέρνης να απέχουν από ερευνητικές επιχειρήσεις σε αμφισβητούμενες περιοχές, οι οποίες «θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις διαπραγματεύσεις για την υφαλοκρηπίδα».
Περίπου εκείνη την εποχή ο Καραμανλής ανέθεσε στο Γαλλικό Ινστιτούτο Πετρελαίου (BEICIP) τη σύνταξη έκθεσης για το Αιγαίο. Οι Γάλλοι αξιοποίησαν τα ερευνητικά δεδομένα που είχαν συλλέξει επί δικτατορίας οι αμερικανικές εταιρείες και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η περιοχή που παρουσιάζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι η θέση «Μπάμπουρας», που βρίσκεται ανατολικά της Θάσου, στα δέκα μίλια, δηλαδή πέραν των έξι μιλίων των χωρικών υδάτων, καθώς και άλλες δύο κοντινές θέσεις. Σε αυτό το σημείο η δικαιοδοσία πρέπει να καθοριστεί από τις αποφάσεις για την υφαλοκρηπίδα.
Οι έρευνες ανεστάλησαν τον Ιανουάριο του 1978 προς εφαρμογήν του άρθρου 6 του Πρακτικού της Βέρνης. Τον Αύγουστο του 1981 ο υπουργός Ενέργειας Στέφανος Μάνος ζήτησε να πληροφορηθεί αν οι λόγοι αναστολής των ερευνών εξακολουθούσαν να υφίστανται. Ο υπουργός Αμυνας Ευάγγελος Αβέρωφ απάντησε ότι οι λόγοι «ήδη εξέλιπον». Στις 24 Αυγούστου, ήδη σε προεκλογική περίοδο, ο κ. Μάνος έδωσε το πράσινο φως για την επανέναρξη των ερευνών. Χρόνια αργότερα η Ν.Δ. κατηγορήθηκε από το ΠΑΣΟΚ ότι έλαβε αυτή την απόφαση γιατί γνώριζε ότι δεν θα χρειαζόταν να αντιμετωπίσει η ίδια τις πιθανές συνέπειές της.
Το 1987, το ελληνικό κράτος εξαγοράζει μερίδια ξένων εταιρειών της Κοινοπραξίας Βορείου Αιγαίου. Οι Τούρκοι υποπτεύονται ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου θα ξεκινήσει γεωτρήσεις και στέλνουν το υδρογραφικό «Πίρι Ρέις» συνοδεία πέντε τουρκικών πολεμικών έως τα ανοικτά της Χαλκιδικής. Ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα Εντμουντ Κίλι εξηγεί στην Αγκυρα ότι δεν προβλέπονται γεωτρήσεις και η κρίση εκτονώνεται.
Ο Παπανδρέου συναντά τον Τούρκο πρόεδρο Τουργκούτ Οζάλ τον Φεβρουάριο του 1988 στο Νταβός, όπου υιοθετείται η φράση «μη πόλεμος». Με το Μνημόνιο της Βουλιαγμένης (Μάιος 1988) και το Μνημόνιο της Κωνσταντινούπολης (Σεπτέμβριος 1988), μεταξύ των υπουργών Καρόλου Παπούλια και Μεσούτ Γιλμάζ, η Ελλάδα δεσμεύεται ότι δεν θα εκτελεί έρευνες στο Αιγαίο πέραν των έξι μιλίων της αιγιαλίτιδας ζώνης.
Οι «φουρτούνες» σε Ιμια και Κύπρο
Τον Δεκέμβριο του 1995 σε νησίδα των Ιμίων προσάραξε τουρκικό φορτηγό. Ο πλοίαρχος αρνήθηκε τη βοήθεια ελληνικού ναυαγοσωστικού, λέγοντας ότι «βρίσκεται εντός τουρκικών υδάτων». Το συμβάν εξελίχθηκε στην κρίση των Ιμίων την οποία σχεδίασε η Αγκυρα για να «ξεπαγώσει» το Αιγαίο και να σύρει την Αθήνα σε διμερή διαπραγμάτευση για την υφαλοκρηπίδα. Το τέχνασμα απέτυχε και το «πάγωμα» διατηρήθηκε. Οι πάγιες τουρκικές αξιώσεις στο Αιγαίο μετονομάστηκαν σε «γκρίζες ζώνες».
Το 1999, με τη συμφωνία του Ελσίνκι, ο Κώστας Σημίτης αξιοποίησε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας και αναδιατύπωσε το πρόβλημα σε ευρωτουρκική βάση. Οι διαφορές στο Αιγαίο θα έπρεπε να παραπεμφθούν στη Χάγη ώς το τέλος του 2004, με «αντάλλαγμα» την ελληνική συναίνεση στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας με την Ε.Ε. Η κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή, που ανέλαβε τον Μάρτιο 2004, διαφώνησε με το συγκεκριμένο σκέλος του Ελσίνκι, με το επιχείρημα ότι με την παραπομπή στη Χάγη η Αθήνα «αναγνωρίζει κυριαρχικά δικαιώματα της Τουρκίας στο Αιγαίο».
Στις αρχές της δεκαετίας του 2010, η Ελλάδα παραχώρησε άδειες εκμετάλλευσης, αλλά μόνο σε περιοχές του Ιονίου. Προηγήθηκε το 2011 έρευνα του σκάφους «Νόρντικ Εξπλόρερ» από το όριο της μη κυρωθείσας ελληνοαλβανικής συμφωνίας του 2009 ώς την ανατολική ακτή της Κρήτης. Από την άλλη πλευρά, ο χάρτης των τουρκικών αμφισβητήσεων «εμπλουτίστηκε» με περιοχές του Νοτιοανατολικού Αιγαίου.
Ερευνες στην περιοχή του Καστελλόριζου έγιναν με τουρκική ανάθεση σε νορβηγικές εταιρείες τον Σεπτέμβριο του 2011, ένα μήνα μετά τη συμφωνία της Κύπρου με την αμερικανική Noble. Η συμφωνία αυτή ενεργοποίησε τουρκικές αντιδράσεις που θυμίζουν αυτές που εκδηλώθηκαν για πρώτη φορά το 1973 στο Αιγαίο. Η Τουρκία διεκδικεί ζωτικό χώρο, οι αντιδράσεις συνεχίζονται και φτάνουν ώς την πρόσφατη κλιμάκωση που σηματοδοτεί η απόπειρα τουρκικής γεώτρησης στα ανοιχτά της Βόρειας Κύπρου.
http://www.kathimerini.gr/
Οπως λέει ο καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής του Παντείου και υποψήφιος της Ν.Δ. στην Α΄ Αθηνών Αγγελος Συρίγος, «η πρώτη γεώτρηση έγινε σε απόσταση 20 χιλιομέτρων νοτίως της Καβάλας το 1971, χωρίς επιτυχία. Δύο άλλες γεωτρήσεις, που έγιναν δυτικά της Θάσου το 1972-73, οδήγησαν στην ανακάλυψη κοιτάσματος, που όμως κρίθηκε μη οικονομικά εκμεταλλεύσιμο. Η τέταρτη γεώτρηση ξεκίνησε το φθινόπωρο του 1973 και ολοκληρώθηκε τον Φεβρουάριο του 1974. Με αυτήν ανακαλύφθηκε το κοίτασμα Πρίνος Ι».
Οι τουρκικές αντιδράσεις είχαν ήδη αρχίσει. Τις ημέρες της εξέγερσης του Πολυτεχνείου η Aγκυρα παραχώρησε στην τουρκική εταιρεία TRAO 27 άδειες έρευνας για υδρογονάνθρακες σε περιοχές του Αιγαίου που έως τότε θεωρούνταν ότι ανήκαν στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Η Αθήνα αποδέχθηκε ότι πρέπει να αποσαφηνιστούν τα όρια της ελληνικής και τουρκικής υφαλοκρηπίδας (ένα περίπλοκο νομικό ζήτημα λόγω των χιλιάδων νήσων και της επιρροής τους στην υφαλοκρηπίδα σε σχέση με την επιρροή των ηπειρωτικών όγκων). Τον Ιούνιο του 1974 η Τουρκία έστειλε στην ελληνική υφαλοκρηπίδα το υδρογραφικό «Τσανταρλί» συνοδευόμενο από 37 πολεμικά σκάφη.
Στα μάτια κάθε παρατηρητή που παραβλέπει τα ιστορικά βιώματα και τις συλλογικές αφηγήσεις που συνέχουν την εθνική υπόσταση, μια ελληνοτουρκική συμφωνία για το Αιγαίο μοιάζει με λύση αυτονόητη.
Ωστόσο, η «συνεκμετάλλευση» (και η διευθέτηση της υφαλοκρηπίδας) γίνεται αντιληπτή από τμήμα του πολιτικού κόσμου και της κοινής γνώμης στην Ελλάδα ως υποχώρηση πίσω από τη γραμμή της Μικρασιατικής Καταστροφής, όσο κι αν –μιλώντας νομικά– τα ενδεχόμενα τουρκικά δικαιώματα αφορούν περιοχές στα διεθνή ύδατα του Αιγαίου κι όχι στα ελληνικά χωρικά ύδατα.
Οι πιο συνετοί προειδοποιούν ότι η διατήρηση της εκκρεμότητας αυξάνει τις αμυντικές δαπάνες σε μη βιώσιμα επίπεδα και εγκυμονεί τον κίνδυνο αιφνίδιας σύγκρουσης που, αν εκδηλωθεί, θα έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή από τις μεγάλες δυνάμεις λύσεων διαμοιρασμού περιοχών του Αιγαίου χωρίς τον έλεγχο της Αθήνας.
Το «Χόρα» και το «Πίρι Ρέις»
Μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πρότεινε στην Αγκυρα την από κοινού παραπομπή της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, κάτι που αρχικά έγινε αποδεκτό, αλλά κατά τη διάρκεια των διπλωματικών επαφών εκδηλώθηκε μια ουσιώδης διαφωνία.
Η Αθήνα στόχευε στην κατάθεση συνυποσχετικού, αλλά η Αγκυρα ζήτησε συνολικό διακανονισμό των ελληνοτουρκικών θεμάτων μέσω «συνολικής συμφωνίας» (package deal). Το αποτέλεσμα ήταν η παραπομπή να ματαιωθεί.
Οι Τούρκοι, σε μια προσπάθεια να καλλιεργήσουν κλίμα αβεβαιότητας και να παρεμποδίσουν τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Ελλάδας με την ΕΟΚ, οι οποίες ξεκίνησαν την 27η Ιουλίου 1976, έστειλαν στο Αιγαίο το «Σισμίκ Ι» (το γνωστό «Χόρα»), το οποίο παραβίασε την ελληνική υφαλοκρηπίδα μεταξύ Λήμνου και Λέσβου.
Τελικά, οι δύο κυβερνήσεις αποφάσισαν με το Πρωτόκολλο της Βέρνης να απέχουν από ερευνητικές επιχειρήσεις σε αμφισβητούμενες περιοχές, οι οποίες «θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις διαπραγματεύσεις για την υφαλοκρηπίδα».
Περίπου εκείνη την εποχή ο Καραμανλής ανέθεσε στο Γαλλικό Ινστιτούτο Πετρελαίου (BEICIP) τη σύνταξη έκθεσης για το Αιγαίο. Οι Γάλλοι αξιοποίησαν τα ερευνητικά δεδομένα που είχαν συλλέξει επί δικτατορίας οι αμερικανικές εταιρείες και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η περιοχή που παρουσιάζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι η θέση «Μπάμπουρας», που βρίσκεται ανατολικά της Θάσου, στα δέκα μίλια, δηλαδή πέραν των έξι μιλίων των χωρικών υδάτων, καθώς και άλλες δύο κοντινές θέσεις. Σε αυτό το σημείο η δικαιοδοσία πρέπει να καθοριστεί από τις αποφάσεις για την υφαλοκρηπίδα.
Οι έρευνες ανεστάλησαν τον Ιανουάριο του 1978 προς εφαρμογήν του άρθρου 6 του Πρακτικού της Βέρνης. Τον Αύγουστο του 1981 ο υπουργός Ενέργειας Στέφανος Μάνος ζήτησε να πληροφορηθεί αν οι λόγοι αναστολής των ερευνών εξακολουθούσαν να υφίστανται. Ο υπουργός Αμυνας Ευάγγελος Αβέρωφ απάντησε ότι οι λόγοι «ήδη εξέλιπον». Στις 24 Αυγούστου, ήδη σε προεκλογική περίοδο, ο κ. Μάνος έδωσε το πράσινο φως για την επανέναρξη των ερευνών. Χρόνια αργότερα η Ν.Δ. κατηγορήθηκε από το ΠΑΣΟΚ ότι έλαβε αυτή την απόφαση γιατί γνώριζε ότι δεν θα χρειαζόταν να αντιμετωπίσει η ίδια τις πιθανές συνέπειές της.
Το 1987, το ελληνικό κράτος εξαγοράζει μερίδια ξένων εταιρειών της Κοινοπραξίας Βορείου Αιγαίου. Οι Τούρκοι υποπτεύονται ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου θα ξεκινήσει γεωτρήσεις και στέλνουν το υδρογραφικό «Πίρι Ρέις» συνοδεία πέντε τουρκικών πολεμικών έως τα ανοικτά της Χαλκιδικής. Ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα Εντμουντ Κίλι εξηγεί στην Αγκυρα ότι δεν προβλέπονται γεωτρήσεις και η κρίση εκτονώνεται.
Ο Παπανδρέου συναντά τον Τούρκο πρόεδρο Τουργκούτ Οζάλ τον Φεβρουάριο του 1988 στο Νταβός, όπου υιοθετείται η φράση «μη πόλεμος». Με το Μνημόνιο της Βουλιαγμένης (Μάιος 1988) και το Μνημόνιο της Κωνσταντινούπολης (Σεπτέμβριος 1988), μεταξύ των υπουργών Καρόλου Παπούλια και Μεσούτ Γιλμάζ, η Ελλάδα δεσμεύεται ότι δεν θα εκτελεί έρευνες στο Αιγαίο πέραν των έξι μιλίων της αιγιαλίτιδας ζώνης.
Οι «φουρτούνες» σε Ιμια και Κύπρο
Τον Δεκέμβριο του 1995 σε νησίδα των Ιμίων προσάραξε τουρκικό φορτηγό. Ο πλοίαρχος αρνήθηκε τη βοήθεια ελληνικού ναυαγοσωστικού, λέγοντας ότι «βρίσκεται εντός τουρκικών υδάτων». Το συμβάν εξελίχθηκε στην κρίση των Ιμίων την οποία σχεδίασε η Αγκυρα για να «ξεπαγώσει» το Αιγαίο και να σύρει την Αθήνα σε διμερή διαπραγμάτευση για την υφαλοκρηπίδα. Το τέχνασμα απέτυχε και το «πάγωμα» διατηρήθηκε. Οι πάγιες τουρκικές αξιώσεις στο Αιγαίο μετονομάστηκαν σε «γκρίζες ζώνες».
Το 1999, με τη συμφωνία του Ελσίνκι, ο Κώστας Σημίτης αξιοποίησε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας και αναδιατύπωσε το πρόβλημα σε ευρωτουρκική βάση. Οι διαφορές στο Αιγαίο θα έπρεπε να παραπεμφθούν στη Χάγη ώς το τέλος του 2004, με «αντάλλαγμα» την ελληνική συναίνεση στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας με την Ε.Ε. Η κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή, που ανέλαβε τον Μάρτιο 2004, διαφώνησε με το συγκεκριμένο σκέλος του Ελσίνκι, με το επιχείρημα ότι με την παραπομπή στη Χάγη η Αθήνα «αναγνωρίζει κυριαρχικά δικαιώματα της Τουρκίας στο Αιγαίο».
Στις αρχές της δεκαετίας του 2010, η Ελλάδα παραχώρησε άδειες εκμετάλλευσης, αλλά μόνο σε περιοχές του Ιονίου. Προηγήθηκε το 2011 έρευνα του σκάφους «Νόρντικ Εξπλόρερ» από το όριο της μη κυρωθείσας ελληνοαλβανικής συμφωνίας του 2009 ώς την ανατολική ακτή της Κρήτης. Από την άλλη πλευρά, ο χάρτης των τουρκικών αμφισβητήσεων «εμπλουτίστηκε» με περιοχές του Νοτιοανατολικού Αιγαίου.
Ερευνες στην περιοχή του Καστελλόριζου έγιναν με τουρκική ανάθεση σε νορβηγικές εταιρείες τον Σεπτέμβριο του 2011, ένα μήνα μετά τη συμφωνία της Κύπρου με την αμερικανική Noble. Η συμφωνία αυτή ενεργοποίησε τουρκικές αντιδράσεις που θυμίζουν αυτές που εκδηλώθηκαν για πρώτη φορά το 1973 στο Αιγαίο. Η Τουρκία διεκδικεί ζωτικό χώρο, οι αντιδράσεις συνεχίζονται και φτάνουν ώς την πρόσφατη κλιμάκωση που σηματοδοτεί η απόπειρα τουρκικής γεώτρησης στα ανοιχτά της Βόρειας Κύπρου.
http://www.kathimerini.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες