«Θέλω να βλέπω με την ψυχή και τα μάτια τους», έλεγε και ήταν πάντα στην πρώτη γραμμή του πολέμου - Βραβεύθηκε με Πούλιτζερ για την δουλειά του στο προσφυγικό - Κόσσοβο, Ιράν, Σιέρα Λεόνε μερικά από τα πεδία μαχών που βρέθηκε - Τον νίκησε ο καρκίνος, σε ηλικία 59 ετών.
«Πάντα θέλω να είμαι όπου με χρειάζονται-να βλέπω με την ψυχή και τα μάτια τους» έλεγε ο βραβευμένος φωτορεπόρτερ Γιάννης Μπεχράκης, κάθε φορά που ένας δημοσιογράφος τον ρωτούσε αν είναι αμέτοχος σε όλα όσα απαθανατίζει.
Με πραγματικό κίνδυνο της ζωής του και αντιμετωπίζοντας τον θάνατο που τώρα κατάφερε να του στήσει την πιο αποτελεσματική ενέδρα, βρέθηκε στα πιο επικίνδυνα μέτωπα: από τον εμφύλιο στη Γιουγκοσλαβία μέχρι την αιματοβαμμένη Τσετσενία, το Αφγανιστάν, την Παλαιστίνη, τη Σιέρα Λεόνε.
Ήταν ο μοναδικός Έλληνας που κατάφερε να φέρει το Πούλιτζερ στην Ελλάδα για τις φωτογραφίες που τράβηξε ως επικεφαλής του Ρόιτερς μαζί με τον Άλκη Κωνσταντινίδη και τον Αλέξανδρο Αβραμίδη καλύπτοντας την προσφυγική κρίση.
Η ευαισθησία του τον έκανε να ξεχωρίζει όπως και το σπάνιο ήθος και η ανθρωπιά του. Ξεκίνησε την καριέρα του επειδή η φωτογραφία τον έφερνε πιο κοντά σε αυτό που ήθελαν να εκφράσουν οι άνθρωποι και εμπνεύστηκε βλέποντας και απαθανατίζοντας τη συγκίνηση στον θριαμβευτικό για την Ελλάδα τελικό του μπάσκετ το 1987. Κάλυψε την κηδεία του Χομεινί - «μόνο που έχασα εξαιτίας αυτού τα γεγονότα στην πλατεία Τιεν αμεν» έλεγε και από τότε βρισκόταν πάντα στην πρώτη γραμμή των πιο κρίσιμων παγκόσμιων γεγονότων.
Στα τέλη της δεκαετίας του '90 πήρε την απόφαση να μετοικήσει για χρόνια Κόσοβο ζώντας από κοντά τον γιουγκοσλαβικό εμφύλιο. Όταν μάλιστα κάποια στιγμή, το 1998, μπήκε σε ένα ισοπεδωμένο χωριό, ήταν εκείνος που μετέφερε τα νέα σε έναν από τους ελάχιστους ζωντανούς πιτσιρικάδες που είχαν μείνει για το ποιος ήταν ο νικητής της μάχης. Είχε κρυφτεί στο λεωφορείο του θείου του που ήταν ακριβώς απέξω και ήταν διάτρητο από σφαίρες.
Κάθε φορά που οι Τούρκοι τον έδιωχναν, εκείνος επέστρεφε. Τον είχαν μάλιστα συλλάβει δυο φορές και την τρίτη που κινδύνεψε με απέλαση κάποιος του επεσήμανε ότι ως Έλληνας ξέρει να ξεφεύγει. «Ναι είμαι Έλληνας αλλά πολύ καλός Έλληνας» του είπε κερδίζοντας την εμπιστοσύνη, όπως έκανε κάθε φορά που έβρισκε δυσκολία.
Επίσης αγαπούσε πολύ την Αμερική «για τον αέρα ελευθερίας της» και πρόσφατα είχε κληθεί να διδάξει φωτοδημοσιογραφία σε μεγάλα πανεπιστήμια των ΗΠΑ. «Ο πόλεμος είναι σαν φωτιά σε ξηρό χορτάρι» έλεγε κάθε φορά που τον ρωτούσαν την άποψη του για τις αιματηρές συγκρούσεις. «Λίγο να φυσήξει ο άνεμος και γυρνάει από εδώ και από εκεί».
Οι πόλεμοι και ο θάνατος τον παραμόνευαν αλλά τον νίκησε ο καρκίνος, τον οποίο αντιμετώπισε με περηφάνια και δύναμη μέχρι τέλους έχοντας στο πλευρό του την πολυαγαπημένη του σύζυγο Ελισάβετ Μπεχράκη και την κόρη του Ρεβέκκα. Είχε και έναν γιο από προηγούμενο γάμο, τον Δημήτρη. Τελευταία του επιθυμία ήταν να αποτεφρωθεί και στην κηδεία του να ακούγεται αποκλειστικά η μουσική του εφηβικού ειδώλου Τζορτζ Χάρισον στον οποίο είχε αφιερώσει τη βραβευμένη με έπαινο έκθεση στο σχολείο.
Εκτός από το Πούλιντζερ ο Γιάννης Μπεχράκης είχε κερδίσει τον τίτλο του «Έλληνα φωτορεπόρτερ της χρονιάς» 7 φορές από την Fuji. Είχε επίσης κερδίσει το πρώτο βραβείο στην κατηγορία «Ειδήσεις» στον παγκόσμιο φωτογραφικό διαγωνισμό WORLD PRESS PHOTO ανάμεσα σε 4.000 φωτογράφους από 122 χώρες και 40.000 φωτογραφίες.
Φωτογραφίες του Γιάννη Μπεχράκη για τις οποίες βραβεύτηκε με Πούλιτζε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες