Σε έναν άτυπο σύμβουλο Υγείας εξελίσσεται για ολοένα και περισσότερους Ελληνες το Διαδίκτυο. Σχεδόν ένας στους δύο χρησιμοποιεί το Ιντερνετ για να αναζητήσει πληροφορίες σχετικά με προβλήματα υγείας που τον απασχολούν, για υπηρεσίες υγείας ή να αντλήσει συμβουλές για υγιεινή συμπεριφορά.
Μάλιστα, το ποσοστό των Ελλήνων που αντλούν e-πληροφορίες υγείας, έχει πενταπλασιαστεί μέσα σε μία δεκαετία, από 10% το 2008 σε 47% το 2017. Τους ρυθμούς αυτούς ωστόσο δεν ακολουθεί η e-εξυπηρέτηση του συστήματος υγείας στη χώρα μας για την παροχή υπηρεσιών στους πολίτες.
Είναι ενδεικτικό ότι στην Ελλάδα ραντεβού μπορεί να προγραμματιστεί ηλεκτρονικά μόνο με γιατρούς των μονάδων υγείας (πρώην ΠΕΔΥ), ενώ ο ηλεκτρονικός φάκελος υγείας των πολιτών τώρα αρχίζει να εφαρμόζεται, μαζί με τον θεσμό του οικογενειακού γιατρού. Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ για την Υγεία στην Ευρώπη (Health at a Glance: Europe 2018), η Ελλάδα βρίσκεται στην προτελευταία θέση της Ε.Ε. αναφορικά με τα «ηλεκτρονικά» ραντεβού με γιατρούς: μόλις το 2% των Ελλήνων έκλεισε μέσω Διαδικτύου ραντεβού με γιατρό το 2016 έναντι 13% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος. Στην τελευταία θέση είναι η Κύπρος (το ποσοστό είναι μηδενικό), ενώ στις πρώτες θέσεις είναι η Δανία (49%), η Φινλανδία (35%) και η Ισπανία (30%).
Πάντως, για τους Ελληνες, η αναζήτηση πληροφοριών υγείας, σχετικά με ασθένειες, διατροφή, κακώσεις, τραύματα, παράγοντες που βελτιώνουν την υγεία κ.ά. «φιγουράρει» στις πρώτες θέσεις στη λίστα με τους λόγους για τους οποίους χρησιμοποίησαν το Διαδίκτυο το πρώτο τρίμηνο του 2018.
Τα δεδομένα
Σύμφωνα με τα δεδομένα που συλλέγει η Ελληνική Στατιστική Αρχή, οι βασικές προτιμήσεις των «συνδεδεμένων με το Διαδίκτυο» πολιτών είναι οι πληροφορίες για προϊόντα και υπηρεσίες γενικά (89,4% όσων χρησιμοποίησαν το Διαδίκτυο το πρώτο τρίμηνο του 2018), η αποστολή και λήψη ηλεκτρονικών μηνυμάτων (75,3%), η συμμετοχή σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης (73,4%), η μουσική, όπως web ραδιόφωνο, YouΤube κ.ά. (72%) και η αναζήτηση πληροφοριών υγείας (65,2%).
Σε όλη την Ευρώπη το παλιό πρότυπο των πολιτών να ακούν μόνο «ό,τι πει ο γιατρός» έχει πλέον κλυδωνιστεί. Σύμφωνα με τα στοιχεία που αναφέρεται στην έκθεση του ΟΟΣΑ για την Υγεία στην Ευρώπη (Health at a Glance 2018 Europe), κατά μέσον όρο το 51% των κατοίκων των χωρών-μελών της Ε.Ε. αναζητεί πληροφορίες υγείας στο Διαδίκτυο, ποσοστό που το 2007 ήταν κάτω από 30%. Τα μεγαλύτερα ποσοστά καταγράφονται στην Ολλανδία (71%), στη Φινλανδία (69%) και στο Λουξεμβούργο (65%), ενώ στον αντίποδα είναι η Ρουμανία, η Ιταλία (33%) και η Βουλγαρία (34%). Το ποσοστό των πολιτών της Ε.Ε. που χρησιμοποιεί το Διαδίκτυο για την άντληση πληροφοριών υγείας εξαρτάται από την ηλικία (περίπου το 30% των ατόμων ηλικίας 65 έως 74 ετών, έναντι 55% των ατόμων ηλικίας 25 έως 64 ετών), αλλά και το εισόδημα (40% των πιο «φτωχών» νοικοκυριών, έναντι 60% των πλούσιων). Μπορεί η διαδικτυακή πληροφόρηση υγείας να είναι χρήσιμη και να βοηθά τους πολίτες να διαχειριστούν θέματα υγείας, ωστόσο οι συγγραφείς της έκθεσης του ΟΟΣΑ εκφράζουν τον προβληματισμό τους για το γεγονός ότι πολλοί χρήστες του Διαδικτύου δεν είναι σε θέση να αξιολογήσουν την επιστημονική ακρίβεια των πληροφοριών.
Πάντως, οι Ελληνες συγκαταλέγονται μεταξύ των πιο αισιόδοξων Ευρωπαίων αναφορικά με το επίπεδο της υγείας τους, καθώς το 74% αξιολογεί την υγεία του καλή ή πολύ καλή. Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ, το ποσοστό αυτό είναι υψηλό και κατατάσσει τους Ελληνες στην 5η θέση της σχετικής λίστας της Ε.Ε. μετά τους Ιρλανδούς (83% δηλώνουν ότι έχουν καλή/πολύ καλή υγεία), τους Κύπριους (79%), τους Ολλανδούς (76%) και τους Σουηδούς.
Αντίθετα, λιγότεροι από τους μισούς Λιθουανούς, Λετονούς και Πορτογάλους χαρακτηρίζουν το επίπεδο της υγείας τους καλό ή πολύ καλό. Σε γενικές γραμμές, οι άνδρες έχουν την τάση να αξιολογούν την υγεία τους καλύτερα σε σχέση με τις γυναίκες οι οποίες δηλώνουν σε μεγαλύτερη συχνότητα χρόνια προβλήματα υγείας. Ενας στους τέσσερις Ελληνες (24%) δηλώνει ότι έχει κάποιο χρόνιο πρόβλημα υγείας, ενώ αντίστοιχο είναι το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι έχουν περιορισμούς στις καθημερινές δραστηριότητες λόγω κάποιου προβλήματος υγείας που τους ταλαιπωρεί. Αξίζει να σημειωθεί ότι αν και στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. τα άτομα με υψηλό εισόδημα τείνουν να δηλώνουν καλύτερη υγεία, στην Ελλάδα δεν καταγράφονται σοβαρές διαφορές μεταξύ διαφορετικών οικονομικών τάξεων.
Θετικές εξελίξεις καταγράφει η έκθεση για τη χώρα μας σε ό,τι αφορά την παιδική παχυσαρκία και το κάπνισμα. Και στους δύο αυτούς παράγοντες κινδύνου για σοβαρές χρόνιες παθήσεις, τα ποσοστά των Ελλήνων βελτιώνονται. Η Ελλάδα μέσα σε μία δεκαετία υποχώρησε από τη δεύτερη θέση μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. με τα πιο παχύσαρκα παιδιά στην τέταρτη, σημειώνοντας μία θεαματική μείωση στα σχετικά ποσοστά. Ειδικότερα, το ποσοστό των παχύσαρκων Ελληνόπουλων ηλικίας 7-8 ετών μειώθηκε από 21% που ήταν το 2008 σε 17% το 2017 κάτω από χώρες όπως η Κύπρος (20%), η Ισπανία (18%) και Ιταλία (18%). Σημειώνεται όμως ότι η Ελλάδα παραμένει εντός της «διακεκαυμένης ζώνης» και μακριά από τον μέσον όρο των παχύσαρκων παιδιών στις χώρες της Ε.Ε. (12%).
Το κάπνισμα
Θεαματική μείωση καταγράφεται και στο ποσοστό των Ελλήνων καπνιστών από 40% που ήταν το 2006 (το υψηλότερο μεταξύ των χωρών της Ε.Ε.) σε 27% το 2016. Παρά τη μεγάλη αυτή βελτίωση η Ελλάδα παραμένει πολύ υψηλά στη σχετική λίστα της Ε.Ε. (δεύτερη μετά τη Βουλγαρία).
Τόσο το κάπνισμα όσο και η παχυσαρκία αποτελούν σύμφωνα με τους ειδικούς γιατρούς τους πλέον «τροποποιήσιμους» παράγοντες κινδύνου για ασθένειες όπως ο καρκίνος και οι καρδιαγγειακές παθήσεις. Εκτιμάται ότι περίπου 790.000 πολίτες της Ε.Ε. πέθαναν πρόωρα το 2016 λόγω του καπνίσματος, της ανθυγιεινής διατροφής, της καθιστικής ζωής και της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ. Οι συγγραφείς της έκθεσης του ΟΟΣΑ τονίζουν την ανάγκη να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην πρόληψη αυτών των παραγόντων κινδύνου, υπογραμμίζοντας ότι παρά την τάση μείωσης του καπνίσματος στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. ένας στους πέντε ενήλικες συνεχίζει να καπνίζει σε καθημερινή βάση και τουλάχιστον ένας στους έξι Ευρωπαίους πολίτες είναι παχύσαρκος.
Η πληγή της ατμοσφαιρικής ρύπανσης
Βαρύ φόρο σε ανθρώπινες ζωές προκαλεί στην Ευρώπη η ατμοσφαιρική ρύπανση. Οπως αναφέρεται στην έκθεση του ΟΟΣΑ Health at a Glance: Europe 2018, εκτιμάται ότι η έκθεση στα αιωρούμενα σωματίδια PM 2,5 και το όζον επέφεραν το 2016 τον θάνατο 238.400 Ευρωπαίων πολιτών. Περισσότερο επιβαρυμένες λόγω της ατμοσφαιρικής ρύπανσης είναι οι χώρες της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης, ενώ στον αντίποδα βρίσκονται οι Σκανδιναβικές χώρες. Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση ευθύνεται ετησίως για 573 θανάτους ανά εκατομμύριο πληθυσμού.
Στην πρώτη θέση της σχετικής λίστας της Ε.Ε. είναι η Βουλγαρία με υπερδιπλάσιο αριθμό θανάτων (1.310 ανά εκατ. πληθυσμού) και ακολουθούν η Ουγγαρία και η Ρουμανία. Την πιο καθαρή ατμόσφαιρα στην Ε.Ε. φαίνεται ότι έχει η Σουηδία με 150 θανάτους ανά εκατομμύριο πληθυσμού. Οι συγγραφείς της έκθεσης τονίζουν ότι αν και την τελευταία δεκαετία έχουν γίνει παρεμβάσεις για τη μείωση των εκπομπών αιωρούμενων σωματιδίων, απαιτείται πιο συντεταγμένη προσπάθεια για την αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
http://www.kathimerini.gr/
Μάλιστα, το ποσοστό των Ελλήνων που αντλούν e-πληροφορίες υγείας, έχει πενταπλασιαστεί μέσα σε μία δεκαετία, από 10% το 2008 σε 47% το 2017. Τους ρυθμούς αυτούς ωστόσο δεν ακολουθεί η e-εξυπηρέτηση του συστήματος υγείας στη χώρα μας για την παροχή υπηρεσιών στους πολίτες.
Είναι ενδεικτικό ότι στην Ελλάδα ραντεβού μπορεί να προγραμματιστεί ηλεκτρονικά μόνο με γιατρούς των μονάδων υγείας (πρώην ΠΕΔΥ), ενώ ο ηλεκτρονικός φάκελος υγείας των πολιτών τώρα αρχίζει να εφαρμόζεται, μαζί με τον θεσμό του οικογενειακού γιατρού. Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ για την Υγεία στην Ευρώπη (Health at a Glance: Europe 2018), η Ελλάδα βρίσκεται στην προτελευταία θέση της Ε.Ε. αναφορικά με τα «ηλεκτρονικά» ραντεβού με γιατρούς: μόλις το 2% των Ελλήνων έκλεισε μέσω Διαδικτύου ραντεβού με γιατρό το 2016 έναντι 13% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος. Στην τελευταία θέση είναι η Κύπρος (το ποσοστό είναι μηδενικό), ενώ στις πρώτες θέσεις είναι η Δανία (49%), η Φινλανδία (35%) και η Ισπανία (30%).
Πάντως, για τους Ελληνες, η αναζήτηση πληροφοριών υγείας, σχετικά με ασθένειες, διατροφή, κακώσεις, τραύματα, παράγοντες που βελτιώνουν την υγεία κ.ά. «φιγουράρει» στις πρώτες θέσεις στη λίστα με τους λόγους για τους οποίους χρησιμοποίησαν το Διαδίκτυο το πρώτο τρίμηνο του 2018.
Τα δεδομένα
Σύμφωνα με τα δεδομένα που συλλέγει η Ελληνική Στατιστική Αρχή, οι βασικές προτιμήσεις των «συνδεδεμένων με το Διαδίκτυο» πολιτών είναι οι πληροφορίες για προϊόντα και υπηρεσίες γενικά (89,4% όσων χρησιμοποίησαν το Διαδίκτυο το πρώτο τρίμηνο του 2018), η αποστολή και λήψη ηλεκτρονικών μηνυμάτων (75,3%), η συμμετοχή σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης (73,4%), η μουσική, όπως web ραδιόφωνο, YouΤube κ.ά. (72%) και η αναζήτηση πληροφοριών υγείας (65,2%).
Σε όλη την Ευρώπη το παλιό πρότυπο των πολιτών να ακούν μόνο «ό,τι πει ο γιατρός» έχει πλέον κλυδωνιστεί. Σύμφωνα με τα στοιχεία που αναφέρεται στην έκθεση του ΟΟΣΑ για την Υγεία στην Ευρώπη (Health at a Glance 2018 Europe), κατά μέσον όρο το 51% των κατοίκων των χωρών-μελών της Ε.Ε. αναζητεί πληροφορίες υγείας στο Διαδίκτυο, ποσοστό που το 2007 ήταν κάτω από 30%. Τα μεγαλύτερα ποσοστά καταγράφονται στην Ολλανδία (71%), στη Φινλανδία (69%) και στο Λουξεμβούργο (65%), ενώ στον αντίποδα είναι η Ρουμανία, η Ιταλία (33%) και η Βουλγαρία (34%). Το ποσοστό των πολιτών της Ε.Ε. που χρησιμοποιεί το Διαδίκτυο για την άντληση πληροφοριών υγείας εξαρτάται από την ηλικία (περίπου το 30% των ατόμων ηλικίας 65 έως 74 ετών, έναντι 55% των ατόμων ηλικίας 25 έως 64 ετών), αλλά και το εισόδημα (40% των πιο «φτωχών» νοικοκυριών, έναντι 60% των πλούσιων). Μπορεί η διαδικτυακή πληροφόρηση υγείας να είναι χρήσιμη και να βοηθά τους πολίτες να διαχειριστούν θέματα υγείας, ωστόσο οι συγγραφείς της έκθεσης του ΟΟΣΑ εκφράζουν τον προβληματισμό τους για το γεγονός ότι πολλοί χρήστες του Διαδικτύου δεν είναι σε θέση να αξιολογήσουν την επιστημονική ακρίβεια των πληροφοριών.
Πάντως, οι Ελληνες συγκαταλέγονται μεταξύ των πιο αισιόδοξων Ευρωπαίων αναφορικά με το επίπεδο της υγείας τους, καθώς το 74% αξιολογεί την υγεία του καλή ή πολύ καλή. Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ, το ποσοστό αυτό είναι υψηλό και κατατάσσει τους Ελληνες στην 5η θέση της σχετικής λίστας της Ε.Ε. μετά τους Ιρλανδούς (83% δηλώνουν ότι έχουν καλή/πολύ καλή υγεία), τους Κύπριους (79%), τους Ολλανδούς (76%) και τους Σουηδούς.
Αντίθετα, λιγότεροι από τους μισούς Λιθουανούς, Λετονούς και Πορτογάλους χαρακτηρίζουν το επίπεδο της υγείας τους καλό ή πολύ καλό. Σε γενικές γραμμές, οι άνδρες έχουν την τάση να αξιολογούν την υγεία τους καλύτερα σε σχέση με τις γυναίκες οι οποίες δηλώνουν σε μεγαλύτερη συχνότητα χρόνια προβλήματα υγείας. Ενας στους τέσσερις Ελληνες (24%) δηλώνει ότι έχει κάποιο χρόνιο πρόβλημα υγείας, ενώ αντίστοιχο είναι το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι έχουν περιορισμούς στις καθημερινές δραστηριότητες λόγω κάποιου προβλήματος υγείας που τους ταλαιπωρεί. Αξίζει να σημειωθεί ότι αν και στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. τα άτομα με υψηλό εισόδημα τείνουν να δηλώνουν καλύτερη υγεία, στην Ελλάδα δεν καταγράφονται σοβαρές διαφορές μεταξύ διαφορετικών οικονομικών τάξεων.
Θετικές εξελίξεις καταγράφει η έκθεση για τη χώρα μας σε ό,τι αφορά την παιδική παχυσαρκία και το κάπνισμα. Και στους δύο αυτούς παράγοντες κινδύνου για σοβαρές χρόνιες παθήσεις, τα ποσοστά των Ελλήνων βελτιώνονται. Η Ελλάδα μέσα σε μία δεκαετία υποχώρησε από τη δεύτερη θέση μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. με τα πιο παχύσαρκα παιδιά στην τέταρτη, σημειώνοντας μία θεαματική μείωση στα σχετικά ποσοστά. Ειδικότερα, το ποσοστό των παχύσαρκων Ελληνόπουλων ηλικίας 7-8 ετών μειώθηκε από 21% που ήταν το 2008 σε 17% το 2017 κάτω από χώρες όπως η Κύπρος (20%), η Ισπανία (18%) και Ιταλία (18%). Σημειώνεται όμως ότι η Ελλάδα παραμένει εντός της «διακεκαυμένης ζώνης» και μακριά από τον μέσον όρο των παχύσαρκων παιδιών στις χώρες της Ε.Ε. (12%).
Το κάπνισμα
Θεαματική μείωση καταγράφεται και στο ποσοστό των Ελλήνων καπνιστών από 40% που ήταν το 2006 (το υψηλότερο μεταξύ των χωρών της Ε.Ε.) σε 27% το 2016. Παρά τη μεγάλη αυτή βελτίωση η Ελλάδα παραμένει πολύ υψηλά στη σχετική λίστα της Ε.Ε. (δεύτερη μετά τη Βουλγαρία).
Τόσο το κάπνισμα όσο και η παχυσαρκία αποτελούν σύμφωνα με τους ειδικούς γιατρούς τους πλέον «τροποποιήσιμους» παράγοντες κινδύνου για ασθένειες όπως ο καρκίνος και οι καρδιαγγειακές παθήσεις. Εκτιμάται ότι περίπου 790.000 πολίτες της Ε.Ε. πέθαναν πρόωρα το 2016 λόγω του καπνίσματος, της ανθυγιεινής διατροφής, της καθιστικής ζωής και της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ. Οι συγγραφείς της έκθεσης του ΟΟΣΑ τονίζουν την ανάγκη να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην πρόληψη αυτών των παραγόντων κινδύνου, υπογραμμίζοντας ότι παρά την τάση μείωσης του καπνίσματος στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. ένας στους πέντε ενήλικες συνεχίζει να καπνίζει σε καθημερινή βάση και τουλάχιστον ένας στους έξι Ευρωπαίους πολίτες είναι παχύσαρκος.
Η πληγή της ατμοσφαιρικής ρύπανσης
Βαρύ φόρο σε ανθρώπινες ζωές προκαλεί στην Ευρώπη η ατμοσφαιρική ρύπανση. Οπως αναφέρεται στην έκθεση του ΟΟΣΑ Health at a Glance: Europe 2018, εκτιμάται ότι η έκθεση στα αιωρούμενα σωματίδια PM 2,5 και το όζον επέφεραν το 2016 τον θάνατο 238.400 Ευρωπαίων πολιτών. Περισσότερο επιβαρυμένες λόγω της ατμοσφαιρικής ρύπανσης είναι οι χώρες της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης, ενώ στον αντίποδα βρίσκονται οι Σκανδιναβικές χώρες. Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση ευθύνεται ετησίως για 573 θανάτους ανά εκατομμύριο πληθυσμού.
Στην πρώτη θέση της σχετικής λίστας της Ε.Ε. είναι η Βουλγαρία με υπερδιπλάσιο αριθμό θανάτων (1.310 ανά εκατ. πληθυσμού) και ακολουθούν η Ουγγαρία και η Ρουμανία. Την πιο καθαρή ατμόσφαιρα στην Ε.Ε. φαίνεται ότι έχει η Σουηδία με 150 θανάτους ανά εκατομμύριο πληθυσμού. Οι συγγραφείς της έκθεσης τονίζουν ότι αν και την τελευταία δεκαετία έχουν γίνει παρεμβάσεις για τη μείωση των εκπομπών αιωρούμενων σωματιδίων, απαιτείται πιο συντεταγμένη προσπάθεια για την αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
http://www.kathimerini.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες