Συντάκτης: Γιώργος Πετρόπουλος
Για την προσωπικότητα του Αρη Βελουχιώτη (Θανάσης Κλάρας) έχουν γραφτεί τόσα πολλά ώστε εύκολα να μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι έχουν ειπωθεί όλα. Μια επανάληψη, επομένως, πληροφοριών γύρω από τον βίο και τη δράση του δεν θα είχε κανένα νόημα.
Η «Εφ.Συν.» απέφυγε να το κάνει στα χρόνια που υπάρχει και κυκλοφορεί, καθώς φρόντιζε πάντα στα αφιερώματά της στον πρωτοκαπετάνιο του ΕΛΑΣ να παρουσιάζει ελάχιστα γνωστό ή αδημοσίευτο υλικό με χρήσιμες ιστορικές πληροφορίες.
Πέρσι δώσαμε για πρώτη φορά στη δημοσιότητα, ολοκληρωμένη, την παρουσίαση του φακέλου του Αρη στην Ασφάλεια.
Φέτος, μέσα από άγνωστες στο ευρύ αναγνωστικό κοινό ή αδημοσίευτες μαρτυρίες, θα παρουσιάσουμε όλο το σκηνικό και το παρασκήνιο του λόγου του Αρη στη Λαμία, στον γιορτασμό της απελευθέρωσης της πόλης τον Οκτώβρη του 1944.
Παράλληλα, μέσα από δύο μαρτυρίες που δημοσιεύονται για πρώτη φορά θα αποκαλύψουμε πώς σώθηκε και πώς δημοσιεύτηκε στη Μεταπολίτευση η -μάλλον- πιο γνωστή φωτογραφία του Αρη αλλά και πώς σώθηκε το ανεκτίμητο φωτογραφικό αρχείο του φωτογράφου της Εθνικής Αντίστασης Σπ. Μελετζή.
Ο λόγος του Αρη Βελουχιώτη στη Λαμία, στις 22 Οκτωβρίου του 1944, δικαίως θεωρείται ένα από τα σπουδαιότερα ντοκουμέντα της Εθνικής Αντίστασης.
Το περιεχόμενό του είναι ευρύτατα γνωστό κι ευκόλως προσβάσιμο. Εχει δημοσιευτεί σε πλήθος βιβλίων και υπάρχει στο διαδίκτυο. Ο αναγνώστης που δεν έχει διαβάσει τον λόγο μπορεί να τον αναζητήσει, να τον βρει χωρίς δυσκολία και να τον μελετήσει.
Για τη συγκέντρωση, όπου ο Αρης εκφώνησε τον λόγο του, ο φωτογράφος της Εθνικής Αντίστασης Σπ. Μελετζής, ο οποίος ήταν παρών και αποτύπωσε σκηνές με τον φωτογραφικό του φακό, έχει αφήσει μια συγκλονιστική μαρτυρία στην εισαγωγή του φωτογραφικού λευκώματός του «Με τους αντάρτες στα βουνά», που κυκλοφόρησε πρώτη φορά το 1976.
Ο λόγος -καθώς ο Αρης μίλησε εκτός κειμένου- αποτυπώθηκε στο χαρτί και σώθηκε από τον κομμουνιστή δημοσιογράφο Ορφέα Οικονομίδη.
Ο Ορφέας, στέλεχος του ΚΚΕ τη δεκαετία του ’30, την περίοδο της Αντίστασης και ειδικότερα το ’44 ήταν υπεύθυνος της έκδοσης της εφημερίδας «Ρούμελη», του δημοσιογραφικού, δηλαδή, οργάνου της Επιτροπής του ΕΑΜ Στερεάς Ελλάδας.
Αργότερα, στις αρχές του καλοκαιριού του 1945 ανέλαβε την έκδοση της εβδομαδιαίας εφημερίδας «Νέος Δρόμος», που ήταν όργανο του ΕΑΜικού Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας στο οποίο ηγούνταν ο Κώστας Γαβριηλίδης. Στον «Νέο Δρόμο» ο Ορφέας υπέγραφε συνήθως με τα αρχικά Ο.Π. που παρέπεμπαν στο ψευδώνυμό του «Ορφέας Πετράνος».
Στο δεύτερο φύλλο του «Νέου Δρόμου» -τιμώντας την επέτειο του ενός χρόνου από τον θάνατο του Αρη- ο Ορφέας έδωσε στη δημοσιότητα τον λόγο της Λαμίας μαζί με ένα μικρό εισαγωγικό που εξηγούσε αυτά που προηγήθηκαν κι εκείνα που ακολούθησαν.
Πρόκειται για μια πολυτιμότατη μαρτυρία, η οποία θα μπορούσε να τιτλοφορηθεί «Πώς διασώθηκε ο λόγος της Λαμίας».
Η δημοσίευση του λόγου ολοκληρώθηκε σε τρεις συνέχειες (στα φύλλα 2, 3, 4 του «Νέου Δρόμου», 25 Ιουνίου, 2 και 9 Ιουλίου του 1945).
Παραθέτουμε τα σημαντικότερα αποσπάσματα από τη μαρτυρία του Σπύρου Μελετζή για τη συγκέντρωση της Λαμίας καθώς και ολόκληρη τη μαρτυρία του Ορφέα Οικονομίδη ώστε ο αναγνώστης να έχει πλήρη εικόνα του θέματος.
Οφείλουμε όμως να δώσουμε ορισμένα επιπλέον στοιχεία αναφορικά με την τύχη των χειρογράφων του λόγου της Λαμίας. Σύμφωνα με τη μαρτυρία (στον γράφοντα) του γιου του Ορφέα, εκλεκτού δημοσιογράφου και ιστορικού Φοίβου Οικονομίδη, ο Ορφέας είχε τα χειρόγραφα του λόγου έως τη δικτατορία των συνταγματαρχών.
Μόλις εκδηλώθηκε το πραξικόπημα, από φόβο μήπως χαθούν τα εμπιστεύθηκε σε γνωστό του πρόσωπο για να τα φυλάξει. Αργότερα, όταν τα ζήτησε πίσω το εν λόγω πρόσωπο του είπε πως τα κατέστρεψε για να μην ενοχοποιηθεί από τα όργανα της χούντας στην περίπτωση που του γινόταν έρευνα.
Ενδεχομένως τα πράγματα να είναι έτσι, μπορεί όμως και να μην είναι. Σε κάθε περίπτωση τα χειρόγραφα αυτά ήταν πολύτιμα, καθώς η μελέτη τους θα έδειχνε σε ποια ακριβώς σημεία της καταγραφής του Ορφέα ο Αρης έκανε διορθώσεις ή προσθήκες.
Για τη δημοσίευση, πρώτη φορά, αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση στο περιοδικό «Τετράδιο», της φωτογραφίας του Αρη, το κείμενο που δημοσιεύουμε βασίζεται σε μαρτυρία του γνωστού δημοσιογράφου, ποιητή και ανεκτίμητου συνεργάτη της «Εφ.Συν.» Φώντα Λάδη, ο οποίος ήταν συνεκδότης του «Τετράδιου» μαζί με τον Δημήτρη Γκιώνη.
Για τη σωτηρία του φωτογραφικού αρχείου του Σπ. Μελετζή γράφει ο ανιψιός του, Μενέλαος Μελετζής.
Το αφιέρωμα ολοκληρώνεται με ένα ποίημα του Φώντα Λάδη για τον Αρη που δημοσιεύεται για πρώτη φορά.
Τότε που δάκρυσε ο Αρης
Ως εκείνη τη στιγμή νόμιζα πως τέτοιες αδυναμίες τις έχουμε εμείς οι κοινοί άνθρωποι, αλλά να βλέπης έναν Αρη να δακρύζη και να συγκινείται τόσο πολύ, αυτό δεν το χωρούσε ο νους μου…
του Σπύρου Μελετζή*
«Στη Λαμία φθάσαμε απόγευμα και μείναμε το βράδυ εκεί γιατί την άλλη μέρα θα γιόρταζε την απελευθέρωσή της. Η μέρα που ξημέρωσε ήταν λιόλουστη. Ψηλά από την πόλη, το κάστρο της Λαμίας φωτολουσμένο έμοιαζε σαν φωτοστέφανό της. Η πόλη ντυμένη μέσα στ’ ασπρογάλαζα απ’ τις χιλιάδες σημαίες ετοιμάζονταν για τη μεγάλη στιγμή της γιορτής της.
Οι καμπάνες της Μητρόπολης χτυπούσαν χαρμόσυνα και ο λαός συγκεντρώνονταν να παρακολουθήση τη δοξολογία. Κατά τις δέκα η ώρα η πλατεία και οι γύρω δρόμοι είχαν γεμίσει από κόσμο. Ομάδες ανταρτών και φουστανελλοφόρων είχαν παραταχθή απ’ τη Μητρόπολη ώς το κτίριο που από τον εξώστη του θα μιλούσε ο Αρης.
Ο εξώστης ήταν στολισμένος με όλες τις συμμαχικές σημαίες και με τεράστιες ελληνικές που έγραφαν ‘‘λαοκρατία’’. Μετά τη δοξολογία, ο Αρης συνοδευόμενος από τον Αρχιμανδρίτη Γερμανό (που πάντα στο βουνό ακολουθούσε τον Αρη κι’ ήταν γνωστός ως Καπετάν Ανυπόμονος), από τον παλαίμαχο λαϊκό αγωνιστή Τάκη Φίτσιο, τον Γενικό Διοικητή Στερεάς συναγωνιστή Σημίτη, τον Δήμαρχο Λαμίας και άλλους, προχωρούσαν προς το κτίριο απ’ όπου θα μιλούσε.
Σ’ όλη τη διαδρομή οι παρατεταγμένοι αντάρτες και φουστανελλοφόροι με προτεταμένα τα όπλα τούς χαιρετούσαν κατά τον αντάρτικο χαιρετισμό. Η πλατεία είχε γίνει μια ανθρωποθάλασσα.
Σημαίες, πανώ, σημαιούλες συμμαχικές και ελληνικές ανακατεύονταν σε μια πολυχρωμία και λαμποκοπούσαν στο λιοφώτιστο πρωινό εκείνης της μέρας. Λες και η φύση ένοιωθε και συμμερίζονταν τη χαρά της λευτεριάς του λαού της Λαμίας.
Οταν ο Αρης πρόβαλε στον εξώστη μια απέραντη ζητωκραυγή σκέπασε τα πάντα και δεν εννοούσε να σταματήση. Κι όσο ο Αρης τούς έκανε νόημα με χειρονομίες να ησυχάσουν, τόσο ο λαός της Λαμίας κουνούσε τα πανώ και τις σημαίες και ζητωκραύγαζε. Πέρασε αρκετή ώρα ώς ότου μπορέση ν’ αρχίση την ομιλία του. Τέσσερις ολόκληρες ώρες κράτησε εκείνη η ομιλία του Αρη.
Τέσσερις ώρες ο Αρης μιλούσε για τον αγώνα του Ελληνικού λαού στις πόλεις και στα βουνά, πώς άρχισε, τι υπόφεραν και πώς έφθασαν ώς τη σημερινή μέρα της λευτεριάς. Ηρθαν στιγμές κατά την ομιλία του που ο Αρης είχε συγκινηθή τόσο πολύ που βούρκωναν τα μάτια του, έκλαιγε και δεν μπορούσε ν’ αρθρώση λέξη. Πρώτη φορά έβλεπα τέτοια συγκίνηση και ομολογώ πως ποτέ μου δεν μπορούσα να φαντασθώ πως υπάρχουν τέτοιες στιγμές στον άνθρωπο Τιτάνα. Ως εκείνη τη στιγμή νόμιζα πως τέτοιες αδυναμίες τις έχουμε εμείς οι κοινοί άνθρωποι, αλλά να βλέπης έναν Αρη να δακρύζη και να συγκινείται τόσο πολύ, αυτό δεν το χωρούσε ο νους μου…
Εβλεπα έναν Αρη γεμάτο καλωσύνη κι ανθρωπιά και προσπαθούσα να νοιώσω την ψυχική του κατάσταση. Να επικοινωνήσω ψυχικά μαζί του και να γίνω και 'γώ μέτοχος της χαράς και της συγκίνησης που πλημμύριζαν την ψυχή του. Ομολογώ πως εκείνη τη στιγμή ένοιωσα μια μεγάλη αναταραχή μέσα μου… Πώς ήταν λοιπόν δυνατόν να μη συγκινηθή τόσο πολύ όταν πριν από τρία χρόνια άφησε την πόλη που γεννήθηκε σκλάβα κι’ άρπαξε το ντουφέκι και βγήκε αντάρτης στα βουνά και πάλεψε και μόχθησε για το ξεσκλάβωμά της.
Χαίρονταν τούτη τη στιγμή γιατί η Λαμία ήταν λεύτερη και ο λαός της τον ζητωκραύγαζε και τον φώναζε ελευθερωτή της. Πώς μπορεί να μη συγκινηθή κανείς μπροστά σε τέτοια γεγονότα, σε τέτοιες θείες στιγμές.
Ποια άλλη χαρά πιο μεγάλη θα μπορούσε να νοιώση μέσα στην ψυχή του ο Αρης από τούτη την τρισευτυχισμένη στιγμή, που η πατρίδα του, η Λαμία, και ο λαός της τον στεφάνωναν με το πιο ένδοξο στεφάνι της τιμής και της ευγνωμοσύνης για την προσφορά και τις θυσίες του για τη λευτεριά της».
*Αναδημοσίευση από το βιβλίο του Σπύρου Μελετζή: «Με τους αντάρτες στα βουνά», Αθήνα 1976, σελ. 36-38
Πώς σώθηκε η ομιλία του
Δεν είμαι στρατηγός κι ας με ονόμασαν τέτοιον. Σε παρακαλώ να μην ξαναβάλεις τέτοιο πράμμα στην εφημερίδα... Να βάζεις σκέτα: “ο Αρης”! Κι αμέσως κατόπιν άρχισε να γελά
του Ορφέα Οικονομίδη
«Πολύ καιρό ζητούσα να μάθω από το στόμα του Αρη την ιστορία της αντάρτικης δράσης του. Μα πάντα η μόνη απάντηση που έπαιρνα, είτανε στερεότυπη: Εμείς δημιουργούμε την Ιστορία και δεν έχουμε καιρό να τη γράφουμε.
Στις 19 Οκτωβρίου 1944 η XIII Μεραρχία του ΕΛΑΣ μπήκε θριαμβευτικά στη Λαμία, τη γενέτειρα του Αρη. Την επομένη το βράδυ έφτασε κι ο Αρης, καβάλλα στ’ άλογό του, με συνοδεία τους μαυροσκούφηδες.
Η υποδοχή που του επεφύλαξε η πατρίδα του, είτανε κάτι το αφάνταστο. Από τη μια άκρη της πόλης μέχρι την άλλη, παραταγμένα τα συντάγματα της XIII Μεραρχίας χαιρετούσαν την είσοδό του με πανηγυρικούς πυροβολισμούς.
Οι καμπάνες χτυπούσαν χαρμόσυνα, ενώ οι χιλιάδες του λαού τον υποδέχονταν μέσα σε αλαλαγμούς χαράς και συγκίνησης. Τον έρραιναν με άνθη και τον στεφάνωναν με δάφνες και μυρτιές.
Την άλλη μέρα, περιγράφοντας την υποδοχή του στην εφημερίδα ‘‘Ρούμελη’’, τον ονόμαζα σε κάποιο τίτλο ‘‘στρατηγό’’.
Αυτό τον δυσαρέστησε και με κάλεσε για να μου κάνει παρατηρήσεις: Δεν είμαι στρατηγός κι ας με ονόμασαν τέτοιον. Σε παρακαλώ να μην ξαναβάλεις τέτοιο πράμμα στην εφημερίδα... Να βάζεις σκέτα: “ο Αρης”!
Κι αμέσως κατόπιν άρχισε να γελά και να μου λέει:
Νομίζεις πως δεν καταλαβαίνω γιατί το 'βαλες;
Γιατί; Μπορείς να το βρεις;
Επειδή σου χρειαζότανε μια λέξη για να συμπληρώσεις τη σειρά του τίτλου σου!..
Δύσκολα μπορούσε κανείς να γελάσει τον Αρη.
Εχεις δίκηο... -του απάντησα. Κι αμέσως έστρεψα την κουβέντα γύρω από τη δράση του στο Αντάρτικο.
Ακου, αρχηγέ, όλα αυτά γίνουνται επειδή ποτές σου δεν θέλεις να μας πεις μερικά πράμματα από τη ζωή και τη δράση σου στο Αντάρτικο...
Μμ... Πας να μου τη φέρεις πάλι, απάντησε χαμογελώντας και πρόσθεσε:
Αϊ, λοιπόν άκου: Αύριο θα λογοδοτήσω μπροστά στο λαό της Λαμίας για τη μέχρι σήμερα δράση μου. Από δω ξεκίνησα για το Αντάρτικο. Εδώ πρέπει και να απαντήσω για ό,τι έκανα. Ελα λοιπόν μαζί μου αύριο και κράτησε σημειώσεις για ό,τι θ’ ακούσεις.
Αυτό έκανα. Εγραψα ό,τι άκουσα. Την άλλη μέρα του πήγα τα χειρόγραφά μου. Αυτός τα συμπλήρωσε, τα διόρθωσε και σε τρεις μέρες μού τα επέστρεψε.
Αυτή είναι η ιστορία της χειρόγραφης έκθεσης της δράσης του Αρη. Αποτίοντας φόρο τιμής στη μνήμη του μεγάλου αυτού Ελληνα, τα δημοσιεύω στο ‘‘Νέο Δρόμο’’ για να γίνουν κτήμα όλου του λαού μας που τον αγάπησε, τον θαύμασε, τον τραγούδησε και τον έκανε σύμβολο του εθνικού απελευθερωτικού μας αγώνα.
Ο.Π.»
* Αναδημοσίευση από την εφημερίδα: «Νέος Δρόμος», αριθ. φύλλου 2, 25-6-1945
Η άγνωστη ιστορία μιας γνωστής φωτογραφίας
Αρχές του 1975. Το μηνιαίο περιοδικό γραμμάτων και τεχνών, που βγάζουν εκείνη την εποχή ο Φώντας Λάδης μαζί με τον Δημήτρη Γκιώνη, προσπαθεί να επιβιώσει και να διευρύνει την κυκλοφορία του μέσα στις συνθήκες που διαμορφώνονται στη Μεταπολίτευση.
Οι πρώτοι δύο μήνες του περιοδικού μέσα στη χούντα (Ιούνιος & Ιούλιος 1974) έχουν ήδη κοστίσει στους εκδότες του τη σύλληψη και την πρόσκαιρη κράτησή τους, με άμεσες απειλές για εκτόπισή τους, καθώς η θεματολογία του «Τετράδιου» έχει δείξει –ακόμα και μέσα στις αντίξοες συνθήκες της δικτατορίας Ιωαννίδη– έναν καλυμμένο αλλά ταυτόχρονα «ευδιάκριτο» πολιτικό, αριστερό προσανατολισμό.
Η συνέχεια είναι γνωστή. Η χούντα πέφτει και ο Τύπος, μαζί με όλη την κοινωνία, απολαμβάνει το αγαθό μιας πρωτόγνωρης ελευθερίας έκφρασης.
Στα πρώτα μεταδικτατορικά τεύχη του «Τετράδιου» δημοσιεύονται συνεντεύξεις του Μίκη Θεοδωράκη, του Ιάνη Ξενάκη, της Φαραντούρη, του Σαββόπουλου, του Λοΐζου, του Λεοντή και πολλών άλλων καλλιτεχνών, μερικοί από τους οποίους έχουν μόλις επιστρέψει από το εξωτερικό. Ο Δημήτρης Γκιώνης, ανάμεσα σε άλλες αποκλειστικότητες, εξασφαλίζει τον Νοέμβριο του 1974 και τη δημοσίευση πέντε ποιημάτων του Κώστα Βάρναλη από την ανέκδοτη συλλογή του «Οργή λαού».
Φεβρουάριος, λοιπόν, του 1975.
Το περιοδικό ετοιμάζεται να κυκλοφορήσει με κύριο θέμα «Τα τραγούδια της Αντίστασης δονούν και πάλι τις καρδιές» και τους στίχους 28 αντάρτικων τραγουδιών. Στο ίδιο τεύχος δημοσιεύονται, με τίτλο «Πώς γράφτηκε ο ύμνος του ΕΛΑΣ», δύο συνεντεύξεις, η μία με την Ελλη Αλεξίου και η άλλη με την ίδια τη δημιουργό του ύμνου, Σοφία Μαυροειδή – Παπαδάκη.
Το ερώτημα είναι: Τι εξώφυλλο θα έχει το τεύχος;
Ο Φώντας Λάδης έχει μια ιδέα. Απευθύνεται στον φωτογράφο της Αντίστασης, τον Ιμβριο καλλιτέχνη Σπύρο Μελετζή –μέσω της συντρόφισσάς του Ελένης Παπαδάκη– και του ζητάει να του τυπώσει μια πρωτότυπη, εντελώς άγνωστη φωτογραφία του Αρη, για να κοσμήσει το εξώφυλλο του περιοδικού.
Ο Μελετζής, όλα αυτά τα χρόνια, έχει κρυμμένα –κυριολεκτικά θαμμένα- τα αρνητικά χιλιάδων φωτογραφιών σε μέρος που μόνον εκείνος ξέρει. Κατά δεύτερο λόγο, έχει ενδοιασμούς για το κατά πόσο έχει έρθει πράγματι η ώρα να ξεθάψει αυτόν τον ανεκτίμητο θησαυρό. Αναρωτιέται. Αν, παρ’ όλη τη γενική ατμόσφαιρα και τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, υπάρξει ένα ακόμη πολιτικό «πισωγύρισμα»;
Τελικά ο Μελετζής δέχεται. «Θα σου τηλεφωνήσω σε λίγες μέρες», λέει στον Λάδη.
Πραγματικά, σε λίγες μέρες ο Μελετζής παραδίδει στους υπεύθυνους του «Τετράδιου» τυπωμένη την πασίγνωστη πια φωτογραφία, στην οποία ο πρωτοκαπετάνιος του ΕΛΑΣ, με τον θρυλικό μαύρο σκούφο του, είναι καθιστός, ζωσμένος με τα φισεκλίκια και το σπαθί. Η φωτογραφία δημοσιεύεται ολοσέλιδη στο εξώφυλλο του «Τετράδιου» με τίτλο «Ο Αρης το 1944 στη Βίνιανη».
Η κυκλοφορία του περιοδικού υπερτριπλασιάζεται. Εκτοξεύεται από τα δυόμισι χιλιάδες στα οχτώ χιλιάδες αντίτυπα και το τεύχος, σε λίγες μέρες, κυκλοφορεί σε δεύτερη έκδοση. Από εκεί και πέρα η φωτογραφία θα αναπαραχθεί αμέτρητες φορές και θα γίνει, ανάμεσα στα άλλα, και αφίσα.
Αλλά και το τεύχος Μαρτίου του «Τετράδιου» θα έχει στο εξώφυλλο μια φωτογραφία του Μελετζή, τη γνωστή αντάρτισσα με το δίκοχο και το όπλο στον ώμο, καθώς η έρευνα για τα τραγούδια της Αντίστασης συνεχίζεται.
Η ίδια φωτογραφία του Αρη θα μπει και στο εξώφυλλο του μικρού σε σχήμα βιβλίου «Τα αντάρτικα τραγούδια», που θα βγάλει την ίδια χρονιά το «Τετράδιο» και θα κυκλοφορήσει επί χρόνια σε πολλές εκδόσεις και σε χιλιάδες αντίτυπα.
Αυτή είναι η άγνωστη ιστορία της πασίγνωστης αυτής φωτογραφίας του Αρη.
Ας σημειωθεί ότι το «Τετράδιο» είχε λίγο αργότερα και μια δεύτερη συναφή επιτυχία, όταν εξασφάλισε στο τεύχος Οκτωβρίου 1975 την πρώτη δημοσίευση της ποιητικής σύνθεσης του Γιάννη Ρίτσου «Το υστερόγραφο της δόξας - Αρης Βελουχιώτης».
Το ποίημα, που λίγο αργότερα βγήκε από τις εκδόσεις Κέδρος, περίμενε κι αυτό τριάντα ολόκληρα χρόνια, φυλαγμένο σε ένα συρτάρι αλλά και μέσα στην καρδιά του ποιητή, την κατάλληλη στιγμή για να βγει, λες και είχε μόλις γραφτεί, στο δυνατό φως της μέρας.
* Το κείμενο βασίζεται σε μαρτυρία του Φώντα Λάδη
Αρης Βελουχιώτης
Αρη Βελουχιώτη, μιας σκοτωμένης άνοιξης παιδί,
τα κλειστά σου μάτια ποιους άγιους, ποιους προδότες έχουν δει.
Ετσι που βαδίζεις, μια κάρα ταπεινή, χωρίς κορμί,
άγγελος θανάτου για την καλή μου χώρα, τη φτωχή.
Σ' έμαθε η γενιά μου, το ψέμα ήρθε γύρω σου αργά.
Τη σκληρή μορφή σου ζωγράφισα πιστή, σιγά σιγά.
Τώρα όμως ξέρω το χελιδόνι ποιον μοιρολογά.
Αρη, στ’ όνομά σου, ολάκερη η Ελλάδα αναριγά.
Κάμποι σ’ αναθρέψαν και σ’ έδωσαν στα χέρια του βουνού,
άστρο, που φωτίζεις τα βάθη της καρδιάς μου και του νου.
Είχες δίκιο πείσμα και τ' άπιαστο το μάτι τ’ αγριμιού,
όμορφο βλαστάρι ενός μεγάλου δέντρου ριζιμιού.
τα κλειστά σου μάτια ποιους άγιους, ποιους προδότες έχουν δει.
Ετσι που βαδίζεις, μια κάρα ταπεινή, χωρίς κορμί,
άγγελος θανάτου για την καλή μου χώρα, τη φτωχή.
Σ' έμαθε η γενιά μου, το ψέμα ήρθε γύρω σου αργά.
Τη σκληρή μορφή σου ζωγράφισα πιστή, σιγά σιγά.
Τώρα όμως ξέρω το χελιδόνι ποιον μοιρολογά.
Αρη, στ’ όνομά σου, ολάκερη η Ελλάδα αναριγά.
Κάμποι σ’ αναθρέψαν και σ’ έδωσαν στα χέρια του βουνού,
άστρο, που φωτίζεις τα βάθη της καρδιάς μου και του νου.
Είχες δίκιο πείσμα και τ' άπιαστο το μάτι τ’ αγριμιού,
όμορφο βλαστάρι ενός μεγάλου δέντρου ριζιμιού.
ΦΩΝΤΑΣ ΛΑΔΗΣ
Ανέκδοτο – πρώτη δημοσίευση
Ανέκδοτο – πρώτη δημοσίευση
«Μια δύσκολη και σοβαρή δουλειά...»
Του Μενέλαου Μελετζή*
Μετά τη Μεταπολίτευση και τον αέρα δημοκρατίας που άρχισε να πνέει, με φόβο για την εξέλιξη της πολιτικής κατάστασης στη χώρα μας και προφανώς ύστερα από τις παροτρύνσεις κάποιων φίλων του, που πίστευαν ότι είχε στην κατοχή του υλικό από την Εθνική Αντίσταση (αν και δεν το παραδεχόταν ποτέ), ο Σπύρος Μελετζής αποφάσισε να το ξεθάψει από το μέρος όπου το είχε κρυμμένο για δεκαετίες. Ποιο ήταν αυτό το μυστικό μέρος; Δεν το γνώριζε κανείς και ο ίδιος δεν το αποκάλυψε ποτέ και σε κανέναν!
Τον καιρό εκείνο ήμουν πρωτοετής φοιτητής στη Σχολή Κινηματογράφου του Λ. Σταυράκου. Τα πρωινά δούλευα μαζί του σε φωτογραφίσεις και εκτυπώσεις φωτογραφιών. Μια Παρασκευή μού είπε: «Τη Δευτέρα θέλω να έρθεις νωρίς το πρωί, γιατί θα έχουμε μια δύσκολη και σοβαρή δουλειά να ξεκινήσουμε, η οποία μάλλον θα μας απασχολήσει για αρκετό καιρό». Υπήρχε ένα αδιόρατο χαμόγελο στα χείλη του. Φαντάστηκα ότι θα είχε κλείσει κάποια μεγάλη δουλειά με την Αρχαιολογική Υπηρεσία, με την οποία ήδη συνεργαζόταν. Κάθε φωτογράφιση αρχαίων τον γέμιζε ενθουσιασμό και χαρά, παρ' όλο που οι αμοιβές που λάμβανε ήταν μικρές.
Δευτέρα πρωί, πάω στο εργαστήριο και τον βρίσκω, γεμάτο υπερένταση και συγκίνηση, να έχει κάποια κουτιά γεμάτα με αρνητικά 6Χ6 εκατοστών μέσα σε φακέλους αλληλογραφίας. Στο ερώτημά μου «τι είναι αυτά» μού απάντησε: «Είναι η καταγραφή της Ιστορίας μέσα από τον φακό μου». Συγκινημένος, άρχισε να μου μιλάει για την Εθνική Αντίσταση εναντίον των Γερμανών και Ιταλών κατακτητών. Στις συζητήσεις μας που ακολούθησαν, κυριαρχούσαν το όνομα και οι εικόνες του Αρη Βελουχιώτη και των μαυροσκούφηδων. Για μένα ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία, αφού ώς τότε οι γνώσεις μου για την Εθνική Αντίσταση ήταν λιγοστές.
Με καταιγιστικούς ρυθμούς και πρωτόγνωρη υπερένταση, ξεκίνησε το πλύσιμο των αρνητικών και οι πρώτες εκτυπώσεις. Αντιμετωπίσαμε σημαντικό πρόβλημα με ορισμένα αρνητικά, τα οποία, μόλις έρχονταν σε επαφή με τον αέρα, μέσα σε λίγα λεπτά άρχιζαν να γίνονται αχνά κίτρινα - η εικόνα τους χανόταν σχεδόν τελείως. Αμέσως τηλεφώνησα στο Λονδίνο, στον φίλο μου τον Ιαν, που είχε τελειώσει ένα καλό κολέγιο φωτογραφίας στο Γκίλφορντ. Του ζήτησα πληροφορίες για το τι μπορούσα να κάνω, προκειμένου να μπορέσουμε να τα επαναφέρουμε και παράλληλα να σώσουμε τα υπόλοιπα από την καταστροφή.
Ο θείος Σπύρος, με το πρακτικό μυαλό του, μου λέει τελικά: «Ας τυπώσουμε αμέσως μερικές φωτογραφίες, πριν αλλοιωθούν τελείως τα αρνητικά, και μετά τις αντιγράφουμε σε φιλμ»! Αυτό και κάναμε - έτσι σώθηκαν αρκετές εικόνες, των οποίων τα πρωτότυπα αρνητικά χάθηκαν. Στη συνέχεια, ακολουθήσαμε και τις οδηγίες του Ιαν σχετικά με θέματα συντήρησης και αποθήκευσης.
Αργότερα διαπιστώθηκε πως το φαινόμενο της απώλειας της εικόνας από τα αρνητικά οφειλόταν, σε μεγάλο βαθμό, στις συνθήκες επεξεργασίας των φιλμ πάνω στα βουνά, στον βαθμό σκληρότητας του νερού, στις συνθήκες αποθήκευσης και συντήρησης των φιλμ, καθώς σε μια σειρά από άλλους αστάθμητους παράγοντες.
Ρώτησα τον Σπύρο Μελετζή για τις συνθήκες υπό τις οποίες τράβηξε τις φωτογραφίες του Αρη. Μου είπε ότι γι' αυτόν ο Αρης «…ήταν κάτι σαν ημίθεος!». Υπήρχε ένα δέος, ένας μύθος γύρω από το πρόσωπό του, και για τον θείο μου ήταν υπέρτατο καθήκον αυτόν τον μύθο να τον αποδώσει με τις εικόνες του. Μαζί με τον καλό του φίλο, Βάλια Σεμερτζίδη, πίστευαν ότι είχαν αυτό το καθήκον: να αποδώσουν, ο ένας με το φακό του και ο άλλος με τη ζωγραφική του, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον αγώνα του ελληνικού λαού και τους πρωταγωνιστές του.
Λίγο καιρό μετά, ακολούθησαν η έκδοση του βιβλίου του «Με τους αντάρτες στα βουνά» και η μεγάλη έκθεση των εικόνων του από την εποχή, στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων.
*Ο δρ Μενέλαος Μελετζής είναι τ. επίκουρος καθηγητής Φωτογραφίας του ΤΕΙ Αθήνας και τ. επισκέπτης καθηγητής του University of Arts στο Βελιγράδι
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες