Έκθεση που αποτυπώνει την πρόοδο που έχει επιτευχθεί παγκοσμίως στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, της ενεργειακής απόδοσης, της πρόσβασης στην ηλεκτρική ενέργεια και της «καθαρής» μαγειρικής δημοσιεύει σήμερα ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ).
Πρόκειται για την έκθεση «Tracking SDG7: The Energy Progress Report», που περιλαμβάνει την πιο ολοκληρωμένη ανάλυση και τα πιο πρόσφατα επίσημα στοιχεία για τους παγκόσμιους ενεργειακούς στόχους που έχουν τεθεί στο πλαίσιο του Στόχου 7 για την Αειφόρο Ανάπτυξη (SDG7), τον οποίο υιοθέτησαν το 2015, τα Ηνωμένα Έθνη, και που αποσκοπεί στο να εξασφαλίσει σε όλους την πρόσβαση στην προσιτή, αξιόπιστη, αειφόρο και σύγχρονη ενέργεια, έως το έτος 2030.
Στην έκθεση τονίζεται ότι, ενώ ο κόσμος δεν βρίσκεται σε καλό δρόμο για την επίτευξη των παγκόσμιων ενεργειακών στόχων με ορίζοντα το 2030, εντούτοις παρατηρείται ουσιαστική πρόοδος σε ορισμένες χώρες και συγκεκριμένους τομείς -ιδιαίτερα όσον αφορά την επέκταση της πρόσβασης στην ηλεκτρική ενέργεια και στη βιομηχανική ενεργειακή απόδοση. Η πρόοδος είναι πιο αργή όσον αφορά τις ΑΠΕ, όπου τα κέρδη στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας δεν ακολουθούνται από ανάλογη πρόοδο στις μεταφορές και στη θέρμανση.
Η έκθεση αποτελεί κοινή προσπάθεια του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA), του Διεθνούς Οργανισμού για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (IRENA), της Διεύθυνσης Στατιστικής των Ηνωμένων Εθνών (UNSD), της Παγκόσμιας Τράπεζας και της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ).
Η SDG7 αποτελείται από τέσσερις εξειδικευμένους στόχους και, ειδικότερα, την καθολική πρόσβαση σε ηλεκτρισμό, την καθολική πρόσβαση σε καθαρά καύσιμα και τεχνολογίες για μαγείρεμα, τις ΑΠΕ και την ενεργειακή αποδοτικότητα.
Αναλυτικότερα, οι εξειδικευμένοι στόχοι που αναλύονται στην έκθεση «Tracking SDG7: The Energy Progress Report» του ΙΕΑ αφορούν σε:
- Καθολική πρόσβαση σε ηλεκτρισμό (SDG 7.1.1) και καθαρά καύσιμα και τεχνολογίες για μαγείρεμα (SDG 7.1.2)
- Ανανεώσιμη ενέργεια (SDG 7.2)
- Ενεργειακή Αποδοτικότητα (SDG 7.3)
Καθολική πρόσβαση στον ηλεκτρισμό
Τουλάχιστον 30 εκατομμύρια άνθρωποι στον αναπτυσσόμενο κόσμο διαθέτουν ηλιακό σύστημα στο σπίτι.
Η πρόσβαση στον ηλεκτρισμό επιταχύνθηκε τα τελευταία χρόνια, αλλά θα απαιτηθεί να ενταθεί περαιτέρω για να επιτευχθεί ο στόχος της SDG7 για καθολική πρόσβαση στην ηλεκτρική ενέργεια έως το 2030.
Σημαντική εξέλιξη αποτελεί το γεγονός ότι δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπων διαθέτουν πλέον πρόσβαση στον ηλεκτρισμό μέσω οικιακών ηλιακών συστημάτων. Ο αριθμός αυτός, ωστόσο, αναφέρεται σε ορισμένες μόνο πρωτοπόρες χώρες, όπου η χρήση των οικιακών ηλιακών συστημάτων προσεγγίζει ποσοστό ύψους μεταξύ 5-15% του πληθυσμού τους.
Στον αντίποδα, από το περίπου ένα δισεκατομμύριο ανθρώπων που ζουν σήμερα χωρίς ηλεκτρισμό, τα 600 εκατομμύρια βρίσκονται στην Αφρική. Ενθαρρυντικό, ωστόσο, στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι το έλλειμμα προσβασιμότητας της Μαύρης Ηπείρου έχει, επιτέλους, αρχίζει να υποχωρεί, με τον εξηλεκτρισμό να ξεπερνά, για πρώτη φορά στην ιστορία, την αύξηση του πληθυσμού.
Μεταξύ των χωρών που παρουσιάζουν μεγάλα ελλείμματα προσβασιμότητας στον ηλεκτρισμό, αξίζει να υπογραμμιστούν ορισμένα «φωτεινά» παραδείγματα. Από το 2010 το Μπανγκλαντές, η Αιθιοπία, η Κένυα και η Τανζανία παρείχαν επιπρόσθετη πρόσβαση στον ηλεκτρισμό σε τουλάχιστον 3% του πληθυσμού τους ετησίως, ενώ η Ινδία παρείχε ετησίως πρόσβαση στον ηλεκτρισμό σε 30 εκατομμύρια πολίτες της.
Καθαρό μαγείρεμα
Η πρόσβαση στο καθαρό μαγείρεμα αυξήθηκε με μέτριους ρυθμούς από το 2010. Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος για καθολική πρόσβαση έως το 2030, ο ρυθμός της πρόσφατης προόδου θα πρέπει να εξαπλασιαστεί.
Τρία δισεκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούν να μαγειρεύουν με τη χρήση ρυπογόνων καυσίμων, όπως είναι το ξύλο και ο άνθρακας. Η ατμοσφαιρική μόλυνση που εισφέρει κάθε νοικοκυριό έχει ως αποτέλεσμα να καταγράφονται περίπου τέσσερα εκατομμύρια πρόωροι θάνατοι ετησίως, οι οποίοι αφορούν ιδίως γυναίκες και παιδιά.
Μεγάλες ανισότητες καταγράφονται ανάμεσα στις αστικές περιοχές, όπου το 83% του πληθυσμού διαθέτει πρόσβαση στο καθαρό μαγείρεμα και στις αγροτικές, όπου το αντίστοιχο ποσοστό αγγίζει μόλις το 32%.
Περιπτώσεις που ξεχωρίζουν είναι αυτές της Ινδονησίας και του Βιετνάμ, χώρες οι οποίες, από το 2010, παρείχαν ετησίως πρόσβαση στο καθαρό μαγείρεμα σε ένα επιπρόσθετο 3% του πληθυσμού τους.
Ανανεώσιμη ενέργεια
Το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας στη συνολική τελική ενεργειακή κατανάλωση αυξήθηκε από 16,7%, το 2010, σε 17,5% το 2015. Από το εν λόγω ποσοστό, το 9,6% αναφέρεται σε σύγχρονες μορφές ανανεώσιμης ενέργειας (σύγχρονη βιοενέργεια, γεωθερμία, υδροηλεκτρισμός, αιολική και ηλιακή ενέργεια), ενώ το υπόλοιπο αφορά σε παραδοσιακές χρήσεις της βιομάζας.
Χάρη στο μειούμενο κόστος της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας, ο τομέας του ηλεκτρισμού κατέγραψε ταχεία πρόοδο, σε σημείο ώστε το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών να αυξηθεί στο 22,8%, το 2015. Πάντως, το εναπομείναν 80% της ενεργειακής κατανάλωσης καλύπτεται από τομείς όπου το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας είτε είναι ιδιαιτέρως χαμηλό, όπως είναι οι μεταφορές, είτε έχει καθηλωθεί, όπως είναι η θέρμανση.
Η πρόοδος είναι δύσκολη, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες όπου η κατανάλωση ενέργειας εξακολουθεί να αυξάνεται ταχύτατα. Οι εκσυγχρονισμένες οικονομίες εμφανίζονται να αντικαθιστούν σταδιακά τα ορυκτά καύσιμα με παραδοσιακές χρήσεις βιομάζας. Παρά τις μεγάλες επενδύσεις, αποδεικνύεται δύσκολο για την ανανεώσιμη ενέργεια να συμβαδίσει με το ρυθμό αύξησης της ενεργειακής ζήτησης.
Ενεργειακή αποδοτικότητα
H παγκόσμια ενεργειακή ένταση υποχωρεί με επιταχυνόμενο ρυθμό της τάξης του 2,2% από το 2010, αν και εξακολουθεί να υπολείπεται από τον παγκόσμιο στόχο για ρυθμό 2,6% έως το 2030.
Το παγκόσμιο ΑΕΠ αυξήθηκε με σχεδόν διπλάσιο ρυθμό σε σύγκριση με την πρωτογενή παραγωγή ενέργειας κατά το χρονικό διάστημα 2010-2015 σε όλες τις περιοχές εκτός της Δυτικής Ασίας. Στην εν λόγω χρονική περίοδο έξι από τις χώρες με τη μεγαλύτερη ενεργειακή κατανάλωση μείωσαν την χρήση ενέργειας, ενώ εξακολούθησαν να αυξάνουν το ΑΕΠ τους.
Η βιομηχανία, ο τομέας με τη μεγαλύτερη κατανάλωση ενέργειας, κατέγραψε, επίσης, πρόοδο, αφού μείωσε την ένταση ενέργειας κατά 2,7% ετησίως. Αντιθέτως, η πρόοδος στις μεταφορές ήταν χαμηλότερη. Παρόλο που η ένταση της ενέργειας σε ότι αφορά την οικιακή χρήση παρουσίασε βελτίωση σε παγκόσμιο επίπεδο, η τάση αυτή αντιστράφηκε στις χώρες με χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημα.
Χώρες με ισχυρές επιδόσεις στην ενεργειακή αποδοτικότητα εντοπίζονται τόσο στον αναπτυγμένο, όσο και στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Αναδυόμενες οικονομίες υψηλής ενεργειακής εντάσεως, ιδίως η Κίνα και η Ινδονησία, συγκαταλέγονται μεταξύ εκείνων με τη μεγαλύτερη πρόοδο, ενώ ορισμένες αναπτυγμένες οικονομίες, όπως είναι η Ιαπωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο που έχουν ήδη καταγράψει υψηλά επίπεδα αποδοτικότητας, συνεχίζουν να βελτιώνονται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες