Ονούφριος (όνομα είναι κι αυτό)
Πάμε μια βόλτα σήμερα στην Ιστορία – είναι πάντα ευχάριστο. Η Μακεδονία μπαίνει στο προσκήνιο της ελληνικής ιστορίας με σημαίνοντα και στη συνέχεια βαρύνοντα λόγο λίγο πριν από τα Μηδικά, μετά τα Μηδικά και κυρίως μετά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο.
Οι Μακεδόνες μιλούσαν μια «βαριά» δωρική (και για αυτό οι Αθηναίοι, πειραχτήρια και υπερόπτες, τους αποκαλούσαν «βαρβάρους», όπως «βλάκες» αποκαλούσαν τους Βοιωτούς και πάει λέγοντας). Το ίδιο όπως και σήμερα δηλαδή, όπου η κάθε περιοχή της επικράτειας κοροϊδεύει όλες τις άλλες και ιδίως τις εγγύτερες σ’ αυτήν.
Την εποχή του Αλέξανδρου στην Αγγλία ή τη Γαλλία κατοικούσαν Κέλτες, στη Ρωσία Σκύθες, στη Μικρά Ασία Λυδοί, Κάρες, Πέρσες καθώς και όπου γης πατρίς εθνών πολλών. Εκείνη την εποχή (και από πιο πριν για αιώνες) στη σημερινή περιοχή της FYROM κατοικούσαν οι Παίονες. Έθνος γεωργικό και ποιμενικό, μιξοφρυγοθρακικό, που κατακτήθηκε από τους Μακεδόνες του Αλέξανδρου (για να ασφαλίσει τα νώτα του λίγο πριν από την εκστρατεία του στην Ασία).
Στη Δύση τα σύγχρονα έθνη άρχισαν να σχηματίζονται μετά τις μεγάλες μεταναστεύσεις της ύστερης αρχαιότητας (5ος και 6ος αιώνας μ.Χ.) από λαούς που στην αρχή ήθελαν να μιμηθούν και διαδέχονταν τους Ρωμαίους. Στη συνέχεια και μέσα από μακρές διαδικασίες καθ’ όλον τον μεσαίωνα, άρχισαν να αναδύονται πολλά από τα έθνη της εποχής μας, Άγγλοι, Ισπανοί, Γάλλοι, Γερμανοί – και όλες οι «φυλές του Ισραήλ».
Στην Ανατολή, η Ρωμαϊκή διοίκηση δεν κατέρρευσε κι έτσι οι μεταναστεύσεις των εθνών έμοιαζαν περισσότερο με μετακινήσεις πληθυσμών. Παρ’ ότι τα αποτελέσματα αυτής της διαδικασίας δεν ήταν τόσο δραματικά όσο στη Δύση, νέα έθνη σχηματίσθηκαν και στην Ανατολή ή άλλα, αρχαιότερα, χάθηκαν, όπως οι Δάκες, οι Σαρμάτες και άλλα πολλά.
Στη Βαλκανική κατέρχονται οι Σλάβοι (6ος και 7ος αιώνας), κυρίως εισέρχονται στην Αυτοκρατορία ειρηνικά και σχηματίζουν ζουπανάτα (εξού και τσοπάνης), άλλοτε ανεξάρτητα και άλλοτε υπό βυζαντινή διοίκηση. Μετά την αναστάτωση και τις δηώσεις που είχαν προκαλέσει νωρίτερα στη χερσόνησο του Αίμου οι Γότθοι, η εγκατάσταση των Σλάβων στην ύπαιθρο ανέκοψε την ερήμωση αλλά και ενθάρρυνε τους γηγενείς επαρχιώτες, ιδιαιτέρως του Νότου, να διεκδικήσουν την αυτονομία τους. Κατ’ αυτήν την έννοια η «Επανάσταση του Θωμά του Σλάβου»– που δεν ήταν Σλάβος – μπορεί να θεωρηθεί ένα τελευταίο σπάραγμα της αρχαιότητας εναντίον της υδροκέφαλης (και ιδιαιτέρως ανατολίζουσας για τα γούστα του ελληνορωμαϊκού κόσμου) Κωνσταντινούπολης.
Εκδικητικοί οι Βυζαντινοί, μετά την καταστολή της επανάστασης του Θωμά αποφάνθηκαν ότι η Ελλάδα σκλαβηνώθηκε, εκσλαβίσθηκε. Τι το «καλύτερο» για τους «μιαρούς Έλληνες» από την «εξαφάνισή τους» (τουλάχιστον μέσα στα μυαλά των αυστηρών περί τα θρησκευτικά εικονομάχων).
Όμως κινδυνεύουμε να μακρηγορήσουμε, συνελόντι ειπείν λοιπόν: όπως παλιά με τους Ρωμαίους, έτσι κι εκείνην την εποχή με τους Βυζαντινούς, τα ελληνικά γράμματα «νίκησαν» εκ νέου, μετέστρεψαν τη φορά των πραγμάτων και ήδη από την εποχή της Μακεδονικής δυναστείας και ύστερα, η αρχαία γραμματεία (και η εξέλιξή της στη νέα βυζαντινή γραμματολογία) μπολιάζει τη διοίκηση και την καθημερινότητα στην αυτοκρατορία της Ανατολής.
Εκείνη την εποχή οι Βούλγαροι ερχόμενοι απ’ τον Βόλγα διαβαίνουν τον Δούναβη και συγχωνευόμενοι με τους ενδημούντες Σλάβους, σχηματίζουν με κέντρο την Αχρίδα το πρώτο Βουλγαρικό Βασίλειο. Εκεί που σήμερα είναι τα Σκόπια χτύπησε για πρώτη φορά η καρδιά μιας δύναμης που υπήρξε σημαδιακή για όλους τους Σλαβικούς λαούς στους αιώνες που θα έρχονταν.
Οι Βούλγαροι (πρώτο και δεύτερο Βασίλειο) είτε ως εχθροί των Βυζαντινών είτε ως υποτελείς ή υπήκοοι, ενσωματώθηκαν και εντάχθηκαν σε έναν κόσμο (όπως οι Σέρβοι αργότερα, οι Ρώσοι, οι Αρμένιοι κ.ά.) που έδωσε σε όλους τους λαούς που συμπεριέλαβε κοινά πολιτισμικά, κοινωνικά, πολιτικά, ακόμα και καταγωγικά χαρακτηριστικά. Συχνά ευδιάκριτα ώς σήμερα.
Αυτοί οι κοινοί τρόποι που χαρακτηρίζουν τους λαούς και τα έθνη της Βυζαντινής εποχής (που ζούσαν εντός και εκτός αυτοκρατορίας) δεν οφείλονται μόνον στον κοινό χριστιανικό παρονομαστή της Ορθοδοξίας, αλλά και στο πρόταγμα που δημιουργούσε για όλους το Βυζαντινό κράτος (διοίκηση, νόμοι, γλώσσα, εκπαίδευση, στράτευμα, διπλωματία).
Επί Οθωμανών, αυτή η βυζαντινή «κρατική ιδεολογία» σιγά-σιγά έσβησε, αλλά οι τρόποι της στις κατεχόμενες κοινωνίες συνέχισαν να χαρακτηρίζουν τις εθνικές ταυτότητες των λαών. Το «Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο» υπήρξε κυριαρχικό στις λαϊκές παραδόσεις και τον πολιτισμό όλων των εθνών που είχαν συμμετάσχει στη «Βυζαντινή χιλιετία» μέσα κι έξω από τα διαρκώς μεταβαλλόμενα σύνορα της αυτοκρατορίας.
Μετά τη Γαλλική Επανάσταση, ο νέος πολιτικός προσδιορισμός των εθνών αρχίζει να εξαπλώνεται και να συμπλέκεται με την παραδοσιακή αντίληψη που είχαν ώς τότε τα έθνη για τον εαυτόν τους (και για τα άλλα), ιδιαιτέρως σε περιοχές, όπως τα Βαλκάνια, όπου υπεραιωνόβιες αυτοκρατορίες, όπως η Βυζαντινή και η Οθωμανική, είχαν δημιουργήσει γεωγραφίες δίχως σύνορα. (Για παράδειγμα οι Βυζαντινοί ονόμαζαν «Μακεδονία» το μεγαλύτερο μέρος της σημερινής Θράκης, ενώ οι Οθωμανοί μετέθεταν τη Μακεδονία δυτικότερα στο «Σαντζάκι της Θεσσαλονίκης» – χοντρικά όλα αυτά. Διότι οι παραλλαγές τους στον χρόνο ήταν πολλές).
Όμως αντιθέτως προς τις περιοχές, τα έθνη είχαν σαφή χαρακτηριστικά, γλώσσα, πίστη, παράδοση, πολιτειακή υπόσταση. Μετά την Ελληνική Επανάσταση του 1821 κι ενώ ο Μεγάλος Ασθενής, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, αποσαθρωνόταν και συρρικνωνόταν, οι Μεγάλες Δυνάμεις βρήκαν στα (αναδυόμενα πολιτικώς) έθνη της περιοχής συμμάχους, ακόμα και νεο-υποτελείς. Εμείς περιμέναμε τον Μόσκοβο, εν τέλει ήρθαν οι Άγγλοι, αλλά και ο Μόσκοβος βρήκε στους Σέρβους, στους Βούλγαρους και άλλους τα μικρά αδερφάκια που ένας Μεγάλος Αδελφός πάντα χρειάζεται.
Έτσι η Βουλγαρική Εκκλησία αποσπάται απ’ το Πατριαρχείο, η Ελληνική γίνεται αυτοκέφαλη και για πρώτη φορά στα νεώτερα χρόνια οι Χριστιανοί στον Αίμο χωρίζονται σε εκκλησιαστικά σώματα ανάλογα με τις πολιτικές προτεραιότητες των σχηματιζόμενων εθνών. Με αναπόφευκτες βεβαίως και τις συγχίσεις. Στα χρόνια του Μακεδονικού αγώνα, λοιπόν, η εκκλησιαστική διαίρεση απεικόνιζε την εθνική προτίμηση. Με τη γλώσσα σε δευτερεύοντα ακόμα ρόλο, διότι πολλοί Βουλγαρόφωνοι, Βλαχόφωνοι, Τουρκόφωνοι, Αλβανόφωνοι αισθάνονταν (κυρίως λόγω Εκκλησίας) Έλληνες και ήθελαν να νιώθουν έτσι (θρύλοι, παραδόσεις, έθιμα).
Λέμε βουλγαρόφωνοι, δεν λέμε μακεδονόφωνοι, δεν υπήρξε τέτοιο πράγμα ποτέ. Ούτε λέμε «Μακεδόνες», διότι την εποχή του Μακεδονικού αγώνα όσοι ήταν με την Εξαρχεία ένιωθαν Βούλγαροι, ήθελαν την ένωση με τη Βουλγαρία, έχυναν το αίμα τους για αυτόν τον σκοπό. Οι κομιτατζήδες, το VMRO δεν δήλωναν Μακεδόνες, αλλά Βούλγαροι. Οι Σλάβοι (ως) Μακεδόνες, οι Σλαβομακεδόνες, είναι ένα πολύ νεώτερο εφεύρημα – του Τίτο. Η ιστορία είναι γνωστή.
Τι κάνουμε λοιπόν τώρα; Το πρόβλημα θυμίζει γόρδιο δεσμό (αρχαιότερη εκδοχή της «μακεδονικής σαλάτας» με ολίγην από μπαρούτι). Οι ιστορικές διαστάσεις του προβλήματος δεν βοηθούν στη λύση του. (Λόγου χάριν σε αυτά που παρέθεσα παραπάνω πάντα υπάρχει αντίλογος). Άλλωστε η δημόσια χρήση της Ιστορίας ή η σχολική χρήση περισσότερο ενδιαφέρονται για την προπαγάνδα παρά για την επιστημονική αλήθεια – όπου αυτή έχει αποδειχθεί.
Αλλά, αν η Ιστορία δεν βοηθά για τη λύση του προβλήματος, ίσως βοηθά (εμάς τουλάχιστον) το ιστορικό του. Για μας λύση, για την ώρα τουλάχιστον, είναι η μη λύση. (Κι ας λένε διάφοροι ότι σε αυτά τα θέματα «κάθε πέρσι και καλύτερα». Αν ήταν έτσι, αν είχαμε δεχθεί τη λύση Ανάν με τη βεβαιότητα ότι η επόμενη πρόταση θα ήταν χειρότερη, σήμερα δεν θα υπήρχε Κύπρος). Το πρόβλημα το έχουν τα Σκόπια, όχι εμείς. Πρεμούρα να το «λύσουν» έχουν οι Αμερικανοί, όχι εμείς. Βεβαίως το «εμείς», εν σχέσει με τους Αμερικανούς, είναι ένα οξύμωρο – υπάρχει δεν υπάρχει. Στον βαθμό λοιπόν
που αυτό το «εμείς» υπάρχει, καλό θα ήταν Τσίπρας, Κούλης και λοιπό προσωπικό να την κάνουν από τη διαφαινόμενη λύση με ελαφρά πηδηματάκια και κομψές κωλοτουμπίτσες.
Δεν το έχουμε εμείς το πρόβλημα, εκτός κι αν αποδειχθεί και σ’ αυτό το θέμα πρόβλημα η κυβέρνησή μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες