- Η τουρκική ηγεσία έθεσε ζήτημα τουρκικής μειονότητας στη δυτική Θράκη, «επικαιροποίησης» της Συνθήκης της Λοζάνης, επιτάχυνσης της διχοτόμησης της Κύπρου - Ελλάδα και Τουρκία εξέφρασαν ετοιμότητα να δυναμώσει ολόπλευρα το διμερές παζάρι
Ενα μεγάλο μέρος των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και ανταγωνισμών, που βαθαίνουν σε ολόκληρη την περιοχή μας, αναδεικνύει η επίσημη επίσκεψη του Προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στη χώρα μας που ολοκληρώνεται σήμερα.
Από την πρώτη στιγμή, αναδείχτηκε καθαρά αφενός η αποφασιστικότητα της τουρκικής αστικής τάξης να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της, όχι απλά στα ελληνοτουρκικά θέματα αλλά συνολικά στην εύφλεκτη Μέση Ανατολή και Ανατολική Μεσόγειο, εν μέσω πολύπλευρων ανακατατάξεων σε όλα τα «φλέγοντα» μέτωπα (Κουρδικό, Συρία - Ιράκ, Παλαιστινιακό, Κυπριακό κ.α.), αφετέρου ο σύνθετος χαρακτήρας ενός αντιλαϊκού παζαριού που δυναμώνει, και για τους όρους με τους οποίους θα εξελιχθούν οι σχέσεις Αθήνας - Αγκυρας, με φόντο το ευρύτερο ενδοϊμπεριαλιστικό αλισβερίσι για τις γεωπολιτικές ισορροπίες στην περιοχή μας (βλ. «τριβές» Τουρκίας - ΝΑΤΟ, διαπραγματεύσεις Τουρκίας - ΕΕ, προσέγγιση με Ρωσία και Ιράν).
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να αξιολογηθεί και η ευθύτητα με την οποία ο Τούρκος ηγέτης έθεσε θέμα τουρκικής μειονότητας στη Δυτική Θράκη, «επικαιροποίησης» της Συνθήκης της Λοζάνης, επιτάχυνσης της διχοτόμησης της Κύπρου. Αλλωστε, τις επιλογές της τουρκικής ηγεσίας καθορίζει η προσπάθεια συνολικότερης προστασίας της θέσης και των προτεραιοτήτων της, διεκδικώντας ρόλο «υπερασπιστή» των απανταχού μουσουλμάνων, διαμηνύοντας σε όλους τους τόνους την ετοιμότητά της (διπλωματικά αλλά και στρατιωτικά), να εγγυηθεί την ασφάλεια και την εδαφική της ακεραιότητα.
Από αυτήν την πλευρά, είναι ιδιαίτερα προκλητική η επιχείρηση που έχουν στήσει όλα τα επιτελεία και της ελληνικής αστικής τάξης και της κυβέρνησης, από την πρώτη στιγμή που ανακοινώθηκε το ταξίδι Ερντογάν, να καλλιεργήσουν αυταπάτες στο λαό για το αποτέλεσμα της αντιπαράθεσης ή και του συμβιβασμού της ελληνικής με την τουρκική πλουτοκρατία. Ετσι, άλλοι εμφανίστηκαν έκπληκτοι για την προκλητικότητα με την οποία η ιμπεριαλιστική Τουρκία προβάλλει τις απαιτήσεις της, άλλοι δανείστηκαν το παραμύθι του αυταρχικού «σουλτάνου» για να υποβαθμίσουν την κλιμακούμενη επιθετικότητα των μονοπωλίων και της Τουρκίας, άλλοι επανέλαβαν συμβουλές για το πώς η Ελλάδα μπορεί να «αξιοποιήσει» τη σημερινή φάση που διέρχονται οι σχέσεις της Τουρκίας με διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα.
Στο τραπέζι όλες οι τουρκικές αξιώσεις
Συνοδευόμενος από μεγάλο μέρος του υπουργικού συμβουλίου, ο Τούρκος Πρόεδρος έφτασε το πρωί στο «Ελευθέριος Βενιζέλος», όπου τον υποδέχτηκε ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών (ΥΠΕΞ), Νίκος Κοτζιάς.
Ακολούθησε κατάθεση στεφανιού στο μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη, στο Σύνταγμα. Στη συνέχεια ο Ρ. Τ. Ερντογάν είχε συνάντηση με τον Ελληνα ομόλογό του, Προκόπη Παυλόπουλο,στο Προεδρικό Μέγαρο και μετά με τον Ελληνα πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, στο Μέγαρο Μαξίμου.
Ως ικανός εκπρόσωπος του τουρκικού κεφαλαίου, ο Ερντογάν «άνοιξε» όλη την γκάμα των τουρκικών διεκδικήσεων σε Αιγαίο, Θράκη, Κυπριακό κ.τ.λ.
Κατά τη συνάντησή του με τον Πρ. Παυλόπουλο, εξέφρασε την επιθυμία «η επίσκεψη αυτή να αποτελέσει ένα νέο σημείο καμπής στις σχέσεις των δύο χωρών», ξεκαθαρίζοντας τη διάθεση της Τουρκίας να παζαρέψει για όλα τα θέματα, αλλά χωρίς να παραιτείται σπιθαμή από τα στρατηγικά συμφέροντά της. Οσον αφορά στη Συνθήκη της Λοζάνης είπε ότι «υπάρχουν ακόμα κάποιες εκκρεμότητες και κάποια θέματα που δεν κατανοούνται σωστά. Αυτή είναι μια Συμφωνία που υπογράφτηκε πριν από 94 χρόνια και δεν είναι μια Συμφωνία που υπογράφηκε μόνο ανάμεσα σε Τουρκία και Ελλάδα. Υπήρξαν 11 χώρες που ήταν μέλη της Συμφωνίας αυτής» και «εμφανίστηκαν καινούργια θέματα ανάμεσα σε Τουρκία και Ελλάδα στο διάστημα αυτό».
Εθεσε καθαρά ζήτημα «τουρκικής μειονότητας», υποστηρίζοντας ότι μπορεί στη Συνθήκη της Λοζάνης να «χαρακτηρίζεται "μουσουλμανική" η μειονότητα στην Ελλάδα. Είναι σωστό, αλλά ταυτόχρονα και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων υπάρχει η αναφορά στη λέξη "τουρκική"». Εξέφρασε ανησυχία επειδή στη δυτική Θράκη «υπάρχουν προσπάθειες που καταβάλλονται για να διορίζεται ο αρχιμουφτής των εκεί Μουσουλμάνων όχι από τους μουφτήδες που εκλέγουν τα μέλη της μειονότητας, αλλά από άτομα που διορίζει το κράτος», αν και στην Τουρκία «ο πατριάρχης δεν είναι διορισμένος», ενώ «οι ιμάμηδες που βρίσκονται στην Δυτική Θράκη εξακολουθούν να μην μπορούν να εκλέγουν τον αρχιμουφτή τους», κάτι που - όπως εκτίμησε - σημαίνει ότι «δεν εφαρμόζεται η Συνθήκη της Λοζάνης». «Το θέμα της προστασίας των δικαιωμάτων των ομογενών μας στη δυτική Θράκη είναι ένα θέμα με ύψιστη προτεραιότητα για μας», ξεκαθάρισε, όλο νόημα.
Από την άλλη πλευρά, ο Τούρκος ηγέτης έριξε σύνθημα για ένταση του διμερούς παζαριού, υπενθυμίζοντας ότι όταν η Ελλάδα αποχώρησε από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, η Τουρκία στήριξε την επανένταξή της σε αυτό. «Εμείς (τότε) σας είδαμε σαν γείτονες. Το ίδιο κάνουμε και σήμερα», ανέφερε.
Αλλά και στο Μέγαρο Μαξίμου, ο Τούρκος Πρόεδρος επισήμανε ότι «στην ουσία, οι λαοί μας έχουν πάρα πολλά κοινά σημεία. Αρκεί, να παραμερίσουμε αυτούς που έχουν κάποιες ιδεολογικές εμμονές». Μάλιστα, ισχυρίστηκε ότι «εμείς ως χώρα, ως τουρκική Δημοκρατία, ποτέ δεν εποφθαλμιούμε τα εδάφη μιας άλλης χώρας» και σχολίασε ότι «μακάρι να μην είχαν διαπραχθεί τα λάθη που έγιναν από προηγούμενες πολιτικές, που οδήγησαν στην αποχώρηση πολιτών, που ήταν μέλη της μειονότητας στην Τουρκία και να μην είμαστε στην κατάσταση που είμαστε σήμερα».
Είπε ακόμα ότι «εάν μπορέσουμε να συμφωνήσουμε με βάση ορισμένες αρχές κοινής λογικής, κοινού λόγου, εάν μπορέσουμε να διαμορφώσουμε μια κοινή ρητορεία, νομίζω ότι θα μπορέσουμε να επιλύσουμε πολλά από τα προβλήματα».
«Συνεννόηση» για τις «σύνθετες προκλήσεις»
Από τη μεριά του ελληνικού κεφαλαίου, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας σημείωσε ότι «δική μου επιθυμία είναι οι σχέσεις των δύο χωρών να βρίσκονται σε ένα κλίμα συνεννόησης και καλής γειτονίας (...) Ιδιαίτερα σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές στην περιοχή μας, με εντάσεις, αλλά και προκλήσεις μεγάλες, όπως η προσφυγική κρίση, η κρίση στη Συρία και η ένταση το τελευταίο διάστημα στις ευρω-τουρκικές σχέσεις. Πιστεύω ότι ευθύνη μας είναι να οικοδομήσουμε τη συνεννόηση και το διάλογο και να βρούμε λύση σε σύνθετα προβλήματα και σύνθετες προκλήσεις».
Αναδεικνύοντας, πάντως, ότι και το ελληνικό κεφάλαιο θα εγείρει τις δικές του αξιώσεις στο διμερές παζάρι, σημείωσε ότι «για να χτίσουμε γέφυρες, πρέπει να τις χτίσουμε σε σταθερά θεμέλια» και συμπλήρωσε: «Διαφορές ανάμεσα στις δύο χώρες υπήρχαν πάντα, υπάρχουν και σήμερα. Οι θέσεις σας είναι γνωστές, όπως και οι δικές μας, άλλωστε, είναι γνωστές και σαφείς. Αυτό που έχει πάντοτε σημασία είναι, πέρα από τις διαφορές, να ψάχνουμε να βρούμε συγκλίσεις, αλλά και τις διαφορές μας, τις διαφωνίες μας, να τις διατυπώνουμε με εποικοδομητικό τρόπο, χωρίς υπερβολές, χωρίς προκλήσεις, με σεβασμό στην άλλη άποψη».
Στην κοινή συνέντευξη Τύπου που έγινε το απόγευμα, ο Αλ. Τσίπρας ανέφερε ότι «δεν συνάδει με το καλό κλίμα που επιδιώκουμε να στήσουμε ανάμεσα στις δύο χώρες, το γεγονός ότι εν έτει 2017 επικρέμαται από πάνω μας η έννοια του casus belli».
Πάντως, χαρακτηριστική είναι η στάση του Ελληνα πρωθυπουργού που θέλησε να ...διασκεδάσει τις ξεκάθαρες τουρκικές διεκδικήσεις. Είπε χαρακτηριστικά: «Συνειδητοποιώ ότι όλο το προηγούμενο διάστημα μάλλον δεν έγινε απολύτως κατανοητό τι ακριβώς εννοεί (σ.σ. ο Τούρκος Πρόεδρος) σε σχέση με τη Συνθήκη της Λοζάνης. Διότι αυτό που κατάλαβα από όσα είπε, δεν είναι ότι ζητάει την αναθεώρηση. Αλλωστε και να τη ζήταγε την αναθεώρηση, θα έπρεπε να ψάξουμε να βρούμε την Ιαπωνία και τις άλλες εννιά χώρες για να κάτσουμε να συζητήσουμε. Και, βεβαίως, κατάλαβα κάτι πολύ σημαντικό που έχει σημασία να το τονίσω, ότι δεν υπάρχει καμία αμφισβήτηση σε σχέση με την εδαφική ακεραιότητα, τα σύνορά μας δηλαδή, που ορίζονται από αυτήν τη Συνθήκη. Εγώ, τουλάχιστον, αυτό κατάλαβα και νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό να το επισημάνουμε.
Η αλήθεια είναι ότι είμαι λίγο μπερδεμένος σε σχέση με το αν αυτό που θέτει στο τραπέζι είναι τον εκσυγχρονισμό, την επικαιροποίηση ή την ορθή τήρηση της Συνθήκης της Λοζάνης, διότι ακόμα και στο ζήτημα που έθεσε για τη Θράκη, σε σχέση με τους μουφτήδες, αναφέρθηκε στην ορθή τήρηση και όχι στην αναθεώρηση. Εγώ θα ήθελα να επαναλάβω σε σχέση με τη Θράκη το εξής: Η μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη, αλλά και η ελληνική μειονότητα στην Τουρκία πρέπει να αποτελέσουν μοχλό έλξης ανάμεσα στις δύο χώρες. Το στοιχείο εκείνο που θα μας φέρει πιο κοντά και όχι το στοιχείο εκείνο που θα μας απομακρύνει. Και με την ευκαιρία να πω ότι η δική μας η κυβέρνηση έχει ιδιαίτερη μέριμνα για τους Ελληνες μουσουλμάνους πολίτες και ιδιαίτερη ευαισθησία σε κάθε είδους μειονότητα και στις θρησκευτικές. Και βεβαίως συμμερίζομαι την άποψη ότι πρέπει να γίνουν ακόμα βήματα σε σχέση με το βιοτικό επίπεδο, σε σχέση με την αναβάθμιση των συνθηκών. Στα ζητήματα που αφορούν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα όμως, που αφορούν τους Ελληνες πολίτες, δεν είναι ζητήματα διαπραγμάτευσης μεταξύ δύο κρατών».
Νωρίτερα, το πρωί, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, Πρ. Παυλόπουλος, είχε και αυτός εκφράσει την ευχή η επίσκεψη Ερντογάν «να μείνει ιστορική και για τις σχέσεις των δύο Λαών μας και, βεβαίως, για την ειρήνη και την ασφάλεια στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και για την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας».
Μοχλός εξελίξεων το Κυπριακό
Ενδεικτικές της νέας φάσης στην οποία θα μπουν τα ελληνοτουρκικά αλλά και τα ευρύτερα παζάρια ήταν οι αναφορές στο Κυπριακό.
Ο Τούρκος ηγέτης έδειξε σαφώς τη διάθεση της τουρκικής πλουτοκρατίας να διαπραγματευτεί και πάλι, εκφράζοντας δυσαρέσκεια για τη μη εφαρμογή του «Σχεδίου Ανάν», επειδή όπως εξήγησε - μεταξύ άλλων - «αν είχε εφαρμοστεί δεόντως το Σχέδιο Ανάν (...) θα υπήρχε μια συμφωνία (σ.σ. «αναπροσαρμογής») σχετικά με τον αριθμό των στρατευμάτων που εδρεύουν στο νησί. Ομως, η ελληνοκυπριακή πλευρά έκανε το στραβοπάτημα και φτάσαμε σε αυτό το σημείο. Πιστεύω, όμως, ότι μπορούμε να συνεχίσουμε, εργαζόμενοι από κοινού, προκειμένου να φτάσουμε στην επίλυση του ζητήματος».
Αποδοκίμασε τη μη κατάληξη των διαπραγματεύσεων και στο Κραν Μοντανά, όπου - όπως υποστήριξε - «αποχωρήσασα ήταν και πάλι η ελληνοκυπριακή πλευρά», ενώ σε άλλο σημείο υπογράμμισε: «Εμείς θέλουμε μια δίκαιη και διαρκή λύση, μια βιώσιμη λύση και αυτό θέλει και η ελληνική πλευρά. Αλλά υπάρχουν, τίθενται θέματα, τα οποία μπορούν να χαρακτηριστούν στην ουσία ως υπεκφυγές της τελευταίας στιγμής, ούτως ώστε να μην καταλήξουμε κάπου. Πρέπει να προχωρήσουμε και να μπορέσουμε να κάνουμε τα βέβαια βήματα, που συνάδουν με τις πραγματικότητες της νήσου».
Αλλά και ο Αλέξης Τσίπρας εξέφρασε ελπίδα «οι συνομιλίες να ξαναρχίσουν το συντομότερο δυνατό» και επισήμανε ότι η λύση του Κυπριακού «πρέπει να βασίζεται στο πλαίσιο που έθεσε ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ», παραπέμποντας δηλαδή σε ένα νέο, εμπλουτισμένο πλαίσιο προτάσεων για τη διχοτόμηση της Κύπρου, την εμπλοκή τους βαθύτερα σε ενδοϊμπεριαλιστικές κόντρες, όπως τέθηκε και στην τελευταία φάση των συνομιλιών.
Με «τυράκι» και την οικονομική συνεργασία
Στις επαφές συζητήθηκαν ασφαλώς και τρόποι ενίσχυσης της διμερούς οικονομικής συνεργασίας, που το κεφάλαιο αξιοποιεί και ως «τυράκι» για να καλλιεργήσει προσδοκίες από πιθανή σύσφιξη των σχέσεων.
Οπως δήλωσε ο Αλ. Τσίπρας «συνομιλήσαμε, επίσης, για τη συνεργασία μας στην οικονομία, στην Ενέργεια, στις Μεταφορές, στον Πολιτισμό, στον Τουρισμό, στις μορφωτικές ανταλλαγές», ενώ ξεχώρισε η «σημασία ολοκλήρωσης ορισμένων σημαντικών έργων», όπως η ακτοπλοϊκή σύνδεση Σμύρνης - Θεσσαλονίκης, η δεύτερη διασυνοριακή οδική γέφυρα στην περιοχή της συνοριακής διόδου Κήπων - Υψαλα, η επαναλειτουργία της σιδηροδρομικής διασύνδεσης Θεσσαλονίκης - Κωνσταντινούπολης. Ακόμα, συμφωνήθηκε η επανενεργοποίηση της Μεικτής Οικονομικής Επιτροπής και το επόμενο διάστημα θα ετοιμαστεί νέα συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας».
Από τη μεριά του, ο Τούρκος Πρόεδρος - που περηφανεύτηκε επειδή το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας «θεσμοθετήθηκε επί δικής μου πρωθυπουργίας», εξέφρασε δυσαρέσκεια για την υποχώρηση των διμερών εμπορικών συναλλαγών (σ.σ. η «Σαμπάχ» σημείωνε χτες ότι στο διάστημα 2012 - 2016 έπεσε κατά 47%) εξέφρασε προβληματισμό επειδή ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών έχει υποχωρήσει, κρίνοντας ότι «πρέπει να θέσουμε ανώτερους στόχους για να αυξηθεί». Αργότερα, στο δείπνο μετέφερε την ικανοποίηση τουρκικών επιχειρήσεων που επενδύουν στην Ελλάδα, σημειώνοντας ότι «όταν μου εκφράζουν την ικανοποίησή τους σκεφτόμαστε τι άλλο μπορεί να γίνει στο μέλλον».
Η πορεία της διμερούς οικονομικής συνεργασίας συνδέεται και με τα σχέδια της Τουρκίας να αναβαθμιστεί ως εμπορικός και ενεργειακός κόμβος, σε μία περίοδο που μεγαλώνει η ανησυχία για τους ρυθμούς της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Πριν από μερικές μέρες, τουρκικά δημοσιεύματα σημείωναν ότι «οι Τούρκοι επενδυτές εστιάζουν κυρίως σε επενδύσεις σε μαρίνες, λιμάνια και συνολικά τον τομέα του Τουρισμού στην Ελλάδα» και τόνιζαν τα μεγάλα περιθώρια για αύξηση των τουρκικών εξαγωγών στην Ελλάδα αλλά και μέσω της Ελλάδας σε άλλες αγορές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες