Ακούω μια άσχετη ιστορία και μου μένει μόνο μια εικόνα. Μια γυναίκα καπνίζει στον απορροφητήρα. Είναι όρθια, φυσάει τον καπνό προς το σημείο που κάνει θόρυβο και ρουφάει τον αέρα. Ακούει ας πούμε Ronettes ή κάτι αντίστοιχο, παλιό και γλυκό.
Η μπαλκονόπορτα είναι ελάχιστα ανοιχτή, ένα σωρό κρύο όμως μπαίνει μέσα. Τη στιγμή που θα μπορούσε να είναι ακριβή, χαλάει ο ήχος από μέσα.
Η τηλεόραση παίζει ειδήσεις, ο σύντροφος ενημερώνεται, όλα όσα πρέπει να ξέρετε για το κοινωνικό μέρισμα. Στήνει αυτί, να κάνουμε Χριστούγεννα, βήμα 1, βήμα 2 και πάει λέγοντας. Κάπου στο βήμα 5 ή βήμα 6 το χάνει. Το έντυπο Α21 με έχασε.
Ξέρω ένα σωρό άλλα, Ε1, Ε3, Ε9, ΦΠΑ – βιες, αλλά το αυτό το Α21 απλά παραείναι, είναι το όριο, το ξεπέρασμα του οποίου για μένα σημαίνει παραίτηση.
Δε γαμιέται και το koinwnikomerisma.gr , λέει σχεδόν δυνατά και πως στο διάολο γίνεται και ο σύντροφος την ακούει ανάμεσα στον Αντ1 και τις Ronettes και κάτι ψελλίζει, έτσι κάνεις και μετά δεν παίζει φράγκο.
Δεν παίζει τίποτα και ενώ αυτή συνεχίζει να καπνίζει το ένα τσιγάρο καπάκι στ’ άλλο, τρία πρεζάκια σήμερα το πρωί στην οδό Καποδιστρίου κοιτάζουν ένα χαρτί κάποιας δημόσιας υπηρεσίας, είναι κάτι που πρέπει να καταλάβουν, αλλά είναι και οι τρεις χάλια, είναι εμφανές ότι κάτι δεν μπορούν να καταλάβουν και είναι εμφανές ότι προσπαθούν, αλλά κανείς δε σταματάει να ρωτήσει τι έγινε ρε παιδιά να βοηθήσω, κανείς δε σταματά κι είναι λογικό γιατί είναι τρία πρεζάκια, είναι τρεις άνδρες απόλυτα υπεύθυνοι για την κατάστασή τους, υπεύθυνοι και πιθανώς επικίνδυνοι.
Εντωμεταξύ έχει δίκιο ο ζητιάνος στην Σταδίου όταν λέει μη με εγκαταλείπετε, αυτή είναι η σωστή φράση, όχι βοηθείστε, όχι ό,τι έχετε ευχαρίστηση, όχι σας παρακαλώ, η σωστή φράση είναι αυτή. Μη με εγκαταλείπετε.
Τον είχαμε, τον είχατε, τον είχαν κάποιοι τέλος πάντων, τον κρατούσαν, ήταν εκεί κοντά και τώρα ζητάει απλά λίγη γαμημένη επιμονή και να παραμείνουν αυτοί οι κάποιοι στην αρχική τους θέση, εκεί που τους τοποθέτησε της ζωής και της κοινωνίας η αίσθηση καθήκοντος, για να μη μιλήσω για αγάπη. Με με εγκαταλείπετε.
Ξεκινάει ένα παιχνίδι, γέρνω προς το γκρεμό και κάποιος, εσείς, με κρατάτε απ’ το γιακά και ξαφνικά αυτό το χέρι βαρέθηκε, κουράστηκε, εξαφανίστηκε τέλος πάντων και τώρα που αιωρούμαι όλο και πιο κοντά στην άβυσσο, λέω απλά ε, που είναι αυτό το χέρι, μη με εγκαταλείπετε.
Αλλά εγώ ο ζητιάνος κάνω προφανώς λάθος, αφού ειδικά στις περιπτώσεις των αποτυχημένων, των εντελώς χαμένων είναι που πριμοδοτείται στην ερμηνεία και στην νομιμοποίηση της καταδίκης, η χρήση της απόλυτης προσωπικής ευθύνης. Φταις, πέσε.
Και η γυναίκα συνεχίζει να καπνίζει, ελαφρά απογοητευμένη, αλλά όχι ιδιαίτερα, έτσι πάνε αυτά τα πράγματα, καλύτερα να μην περιμένεις πολλά κι ας είσαι τόσο όμορφη, τόσο ελαφροπάτητη, τόσο ταιριαστή στο κάδρο του κόσμου. Σκέφτεται να κάνει ένα διάλειμμα απ’ το πάφα πούφα, αλλά και τι να κάνει; Ειδήσεις; καλύτερα να πηδήξει απ’ τον τέταρτο όροφο με το κεφάλι. Λίγο φέισμπουκ;
Αλλά δεν αντέχει, δεν αντέχω να δω ξανά τη φάση πόσο καλοί οι μετανάστες που βοηθάνε τους Έλληνες πλημμυροπαθείς, πόσο συγκλονιστικοί οι παλιοί Έλληνες αριστεροί που μες στη βροχή και το χαλασμό υψώνουν τη γροθιά, και δε φταίνε φυσικά ο μετανάστες ούτε οι παλιοί αριστεροί, αλλά όλοι εμείς που το παρόν εξαντλείται στους συμβολισμούς και τις επετείους και τις προσπάθειες να αποδειχθεί με ένα φωτογραφικό ενασταντανέ ότι οι ξένοι είναι καλοί άνθρωποι, όπως κι εμείς.
Αλλά δε χρειάζεται οι ξένοι να είναι καλοί άνθρωποι, πόσο μάλλον που δεν είμαστε κι εμείς καθόλου τέτοιοι, κάτι αρχίδια είμαστε, καλό θα ήταν κάποια στιγμή να το παραδεχτούμε. Δεν έχει νόημα η ηλίθια επιμονή στην απονομή του τροπαίου του καλού ανθρώπου, ό,τι μπορούμε κάνουμε, ό,τι μας έμαθαν από παλιά, να μισούμε κανά ξένο, να παρελαύνουμε με τη γαλανόλευκη κι αν κανένας απ’ αυτούς μας αποδείξει πόσο φιλότιμος (και φτηνός) είναι, ε ας πάει και το παλιάμπελο, εμείς τις εξαιρέσεις είμαστε έτοιμοι να τις επισημάνουμε σε πολλά συνεχόμενα οικογενειακά τραπέζια.
Ξανά τσιγάρο στον απορροφητήρα, ο σύντροφος κάνει ζάπινγκ πριν βάλουμε σειρά, στα ριάλιτι και στα σπορ έχουμε την βασιλική επιστροφή του θεού. Σαν πελώριο τανκ, εισβάλει στο σαλόνι μας, στ’ αυτιά μας, η επίκληση στη βοήθειά του, είναι φοβερό αυτό, να το λες δημόσια, να το λες μπροστά στην κάμερα χωρίς ίχνος αστεϊσμού ή σεμνότητας, να ζητάς τη βοήθεια του θεού.
Να δώσει ο μεγαλοδύναμος να ανοίξουν οι άλλοι χριστιανοί 15 μπουκάλια τσόνι μπλακ στα μπουζούκια που τραγουδάς και να βάλεις εκείνο το κρίσιμο τρίποντο και να δίνει γενικώς, να σε αγαπάνε τα παιδιά σου και μάλιστα εσύ να τους το ανταποδίδεις και να συγκινείσαι ενθυμούμενος το πρώτο πολυβόλο που τους πήρες απ’ τα τζάμπο.
To the first of many guys. Φέρνε τσιγάρα, βάλε τον απορροφητήρα στο 4, κι ας πάει μέχρι το 3. Βάλε κάτι να ακούμε, κάτι ειλικρινές, κάτι που να μη θυμίζει τίποτα, κάτι που να μη βασίζεται στο άλλοθι του παλιού αριστερού ηθικού μεγαλείου ή στην κακομοιριά της δεξιάς ηθικολογίας.
Η γυναίκα αγνοεί τις φωνές του συντρόφου απ’ το σαλόνι, χέσε μας κι εσύ ρε μαλάκα, δε βλέπεις τι γίνεται εδώ πέρα;. Στέκεται στο ένα πόδι, πελαργός, που μέσα σ’ ένα δευτερόλεπτο συνειδητοποίησε όση πραγματικότητα μπορεί να χωρέσει στο μικρό του κεφάλι.
Και τώρα απομένει δίπλα στον απορροφητήρα – όρθια στο ένα πόδι – και καπνίζει κοιτώντας το στενό άπειρο της κουζίνας, την άκρη του χαρτιού κουζίνας που πάλλεται απαλά κρεμασμένο στον λευκό τοίχο.
το βυτιο
από στον Τοίχο
Η μπαλκονόπορτα είναι ελάχιστα ανοιχτή, ένα σωρό κρύο όμως μπαίνει μέσα. Τη στιγμή που θα μπορούσε να είναι ακριβή, χαλάει ο ήχος από μέσα.
Η τηλεόραση παίζει ειδήσεις, ο σύντροφος ενημερώνεται, όλα όσα πρέπει να ξέρετε για το κοινωνικό μέρισμα. Στήνει αυτί, να κάνουμε Χριστούγεννα, βήμα 1, βήμα 2 και πάει λέγοντας. Κάπου στο βήμα 5 ή βήμα 6 το χάνει. Το έντυπο Α21 με έχασε.
Ξέρω ένα σωρό άλλα, Ε1, Ε3, Ε9, ΦΠΑ – βιες, αλλά το αυτό το Α21 απλά παραείναι, είναι το όριο, το ξεπέρασμα του οποίου για μένα σημαίνει παραίτηση.
Δε γαμιέται και το koinwnikomerisma.gr , λέει σχεδόν δυνατά και πως στο διάολο γίνεται και ο σύντροφος την ακούει ανάμεσα στον Αντ1 και τις Ronettes και κάτι ψελλίζει, έτσι κάνεις και μετά δεν παίζει φράγκο.
Δεν παίζει τίποτα και ενώ αυτή συνεχίζει να καπνίζει το ένα τσιγάρο καπάκι στ’ άλλο, τρία πρεζάκια σήμερα το πρωί στην οδό Καποδιστρίου κοιτάζουν ένα χαρτί κάποιας δημόσιας υπηρεσίας, είναι κάτι που πρέπει να καταλάβουν, αλλά είναι και οι τρεις χάλια, είναι εμφανές ότι κάτι δεν μπορούν να καταλάβουν και είναι εμφανές ότι προσπαθούν, αλλά κανείς δε σταματάει να ρωτήσει τι έγινε ρε παιδιά να βοηθήσω, κανείς δε σταματά κι είναι λογικό γιατί είναι τρία πρεζάκια, είναι τρεις άνδρες απόλυτα υπεύθυνοι για την κατάστασή τους, υπεύθυνοι και πιθανώς επικίνδυνοι.
Εντωμεταξύ έχει δίκιο ο ζητιάνος στην Σταδίου όταν λέει μη με εγκαταλείπετε, αυτή είναι η σωστή φράση, όχι βοηθείστε, όχι ό,τι έχετε ευχαρίστηση, όχι σας παρακαλώ, η σωστή φράση είναι αυτή. Μη με εγκαταλείπετε.
Τον είχαμε, τον είχατε, τον είχαν κάποιοι τέλος πάντων, τον κρατούσαν, ήταν εκεί κοντά και τώρα ζητάει απλά λίγη γαμημένη επιμονή και να παραμείνουν αυτοί οι κάποιοι στην αρχική τους θέση, εκεί που τους τοποθέτησε της ζωής και της κοινωνίας η αίσθηση καθήκοντος, για να μη μιλήσω για αγάπη. Με με εγκαταλείπετε.
Ξεκινάει ένα παιχνίδι, γέρνω προς το γκρεμό και κάποιος, εσείς, με κρατάτε απ’ το γιακά και ξαφνικά αυτό το χέρι βαρέθηκε, κουράστηκε, εξαφανίστηκε τέλος πάντων και τώρα που αιωρούμαι όλο και πιο κοντά στην άβυσσο, λέω απλά ε, που είναι αυτό το χέρι, μη με εγκαταλείπετε.
Αλλά εγώ ο ζητιάνος κάνω προφανώς λάθος, αφού ειδικά στις περιπτώσεις των αποτυχημένων, των εντελώς χαμένων είναι που πριμοδοτείται στην ερμηνεία και στην νομιμοποίηση της καταδίκης, η χρήση της απόλυτης προσωπικής ευθύνης. Φταις, πέσε.
Και η γυναίκα συνεχίζει να καπνίζει, ελαφρά απογοητευμένη, αλλά όχι ιδιαίτερα, έτσι πάνε αυτά τα πράγματα, καλύτερα να μην περιμένεις πολλά κι ας είσαι τόσο όμορφη, τόσο ελαφροπάτητη, τόσο ταιριαστή στο κάδρο του κόσμου. Σκέφτεται να κάνει ένα διάλειμμα απ’ το πάφα πούφα, αλλά και τι να κάνει; Ειδήσεις; καλύτερα να πηδήξει απ’ τον τέταρτο όροφο με το κεφάλι. Λίγο φέισμπουκ;
Αλλά δεν αντέχει, δεν αντέχω να δω ξανά τη φάση πόσο καλοί οι μετανάστες που βοηθάνε τους Έλληνες πλημμυροπαθείς, πόσο συγκλονιστικοί οι παλιοί Έλληνες αριστεροί που μες στη βροχή και το χαλασμό υψώνουν τη γροθιά, και δε φταίνε φυσικά ο μετανάστες ούτε οι παλιοί αριστεροί, αλλά όλοι εμείς που το παρόν εξαντλείται στους συμβολισμούς και τις επετείους και τις προσπάθειες να αποδειχθεί με ένα φωτογραφικό ενασταντανέ ότι οι ξένοι είναι καλοί άνθρωποι, όπως κι εμείς.
Αλλά δε χρειάζεται οι ξένοι να είναι καλοί άνθρωποι, πόσο μάλλον που δεν είμαστε κι εμείς καθόλου τέτοιοι, κάτι αρχίδια είμαστε, καλό θα ήταν κάποια στιγμή να το παραδεχτούμε. Δεν έχει νόημα η ηλίθια επιμονή στην απονομή του τροπαίου του καλού ανθρώπου, ό,τι μπορούμε κάνουμε, ό,τι μας έμαθαν από παλιά, να μισούμε κανά ξένο, να παρελαύνουμε με τη γαλανόλευκη κι αν κανένας απ’ αυτούς μας αποδείξει πόσο φιλότιμος (και φτηνός) είναι, ε ας πάει και το παλιάμπελο, εμείς τις εξαιρέσεις είμαστε έτοιμοι να τις επισημάνουμε σε πολλά συνεχόμενα οικογενειακά τραπέζια.
Ξανά τσιγάρο στον απορροφητήρα, ο σύντροφος κάνει ζάπινγκ πριν βάλουμε σειρά, στα ριάλιτι και στα σπορ έχουμε την βασιλική επιστροφή του θεού. Σαν πελώριο τανκ, εισβάλει στο σαλόνι μας, στ’ αυτιά μας, η επίκληση στη βοήθειά του, είναι φοβερό αυτό, να το λες δημόσια, να το λες μπροστά στην κάμερα χωρίς ίχνος αστεϊσμού ή σεμνότητας, να ζητάς τη βοήθεια του θεού.
Να δώσει ο μεγαλοδύναμος να ανοίξουν οι άλλοι χριστιανοί 15 μπουκάλια τσόνι μπλακ στα μπουζούκια που τραγουδάς και να βάλεις εκείνο το κρίσιμο τρίποντο και να δίνει γενικώς, να σε αγαπάνε τα παιδιά σου και μάλιστα εσύ να τους το ανταποδίδεις και να συγκινείσαι ενθυμούμενος το πρώτο πολυβόλο που τους πήρες απ’ τα τζάμπο.
To the first of many guys. Φέρνε τσιγάρα, βάλε τον απορροφητήρα στο 4, κι ας πάει μέχρι το 3. Βάλε κάτι να ακούμε, κάτι ειλικρινές, κάτι που να μη θυμίζει τίποτα, κάτι που να μη βασίζεται στο άλλοθι του παλιού αριστερού ηθικού μεγαλείου ή στην κακομοιριά της δεξιάς ηθικολογίας.
Η γυναίκα αγνοεί τις φωνές του συντρόφου απ’ το σαλόνι, χέσε μας κι εσύ ρε μαλάκα, δε βλέπεις τι γίνεται εδώ πέρα;. Στέκεται στο ένα πόδι, πελαργός, που μέσα σ’ ένα δευτερόλεπτο συνειδητοποίησε όση πραγματικότητα μπορεί να χωρέσει στο μικρό του κεφάλι.
Και τώρα απομένει δίπλα στον απορροφητήρα – όρθια στο ένα πόδι – και καπνίζει κοιτώντας το στενό άπειρο της κουζίνας, την άκρη του χαρτιού κουζίνας που πάλλεται απαλά κρεμασμένο στον λευκό τοίχο.
το βυτιο
από στον Τοίχο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες