του Ανδρέα Δενεζάκη
Από τις 6 του Δεκέμβρη, που ο Αμερικάνος Πρόεδρος ανακοίνωσε την απόφαση της κυβέρνησής του να μεταφέρει την Πρεσβεία των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ, αναγνωρίζοντάς την ντε φάκτο πρωτεύουσα του Ισραήλ, το έγκλημα που βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και 70 χρόνια, σε βάρος του πολύπαθου Παλαιστινιακού λαού παίρνει νέες διαστάσεις.
Οι ΗΠΑ αποφάσισαν να κάνουν το επόμενο βήμα, στη κατεύθυνση ενός οριστικού μοιράσματος της περιοχής, στα πλαίσια του σχεδίου της «Μεγάλης Μέσης Ανατολής», εντείνοντας και επιδιώκοντας τελικές λύσεις στους ανταγωνισμούς για τις πηγές ενέργειας, τους αγωγούς μεταφοράς της, τις αγορές και την εξασφάλιση της πολιτικής επιρροής τους.
Σε ολόκληρο τον κόσμο αναπτύσσονται μέτωπα ανταγωνισμών και συγκρούσεων ανάμεσα στους μεγάλους ιμπεριαλιστές. ΗΠΑ, Ρωσία, Ε.Ε., Κίνα, μαζί με τις κατά τόπους περιφερειακές δυνάμεις, διαγκωνίζονται διεκδικώντας μεγαλύτερα μερίδια στη μοιρασιά.
Στη Μέση Ανατολή, η φωτιά που συνεχίζει να καίει στο Ιράκ και τη Συρία, οι εσωτερικές διαμάχες στη Σαουδική Αραβία, η ένταση στις σχέσεις ανάμεσα στις μοναρχίες του Κόλπου, το ολοένα επιδεινούμενο εμπάργκο και οι βιαιότητες στην Υεμένη, η πολιτική αστάθεια στο Λίβανο και το ισραηλινο -παλαιστινιακό ζήτημα δεν είναι ανεξάρτητα θέματα. Αποτελούν μέρη του ίδιου σχεδίου στη δημιουργία αναχωμάτων στην ολοένα αυξανόμενη γεωπολιτική επιρροή του Ιράν, της Ρωσίας και της Κίνας. Οι προϋποθέσεις για το ξέσπασμα ενός γενικευμένου πολέμου με επίκεντρο τη Σαουδική Αραβία και το Ιράν και με παγκόσμιο αντίκτυπο έχουν ήδη δημιουργηθεί.
Η αναγνώριση της Ιερουσαλήμ
Με την επικίνδυνη και προκλητική αυτή απόφαση, η οποία παραβιάζει σαφώς το διεθνές δίκαιο και τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, ο Ντόναλντ Τραμπ, σε συμμαχία με το Ισραήλ, επιχειρεί να βάλει οριστικό τέλος στον αγώνα του Παλαιστινιακού λαού να αποκτήσει ένα βιώσιμο, ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος, στα σύνορα του 1967, με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ.
Η πόλη, από την περίοδο που βρισκόταν κάτω από Βρετανική διοίκηση, μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μέχρι σήμερα, βρίσκεται κάτω από ειδικό καθεστώς, εξ αιτίας του ότι στην Ιερουσαλήμ βρίσκονται σημαντικοί ιεροί τόποι για τις τρεις μονοθεϊστικές θρησκείες, τους χριστιανούς, τους εβραίους και τους μουσουλμάνους.
Κάτω από την επίβλεψη του ΟΗΕ, το ειδικό καθεστώς δεν άλλαξε ούτε όταν η Ανατολική Ιερουσαλήμ πέρασε κάτω από τον έλεγχο της Ιορδανίας, ούτε όταν, μετά τον πόλεμο των Εξι Ημερών, το 1967, η Ιερουσαλήμ είναι κατεχόμενο έδαφος από το Ισραήλ.
Παρά το ότι το Ισραήλ δεν έχει κανένα δικαίωμα, με βάση το διεθνές δίκαιο και δεκάδες αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, να προχωρήσει σε καμία απολύτως μεταβολή της νομικής κατάστασης, οι ισραηλινές κυβερνήσεις επιχειρούν, από την πρώτη στιγμή της ύπαρξης του κράτους του Ισραήλ, να επιβάλουν την Ιερουσαλήμ ως την Αιώνια Πρωτεύουσα του κράτους τους. Από την άλλη οι Παλαιστίνιοι διεκδικούν την κατεχόμενη Ανατολική Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του μελλοντικού ανεξάρτητου κράτους της Παλαιστίνης.
Η θέση των ΗΠΑ για αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως ενιαίας και αδιαίρετης πρωτεύουσας του Ισραήλ, δεν είναι καινούργια. Το 1990, επί Προεδρίας Τζ. Μπους, η Γερουσία των ΗΠΑ ενέκρινε Ψήφισμα με το οποίο αναγνώριζε την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ. Η κυβέρνηση του Κλίντον αρνήθηκε να χαρακτηρίσει κατεχόμενη την Ανατολική Ιερουσαλήμ και ο Αντιπρόεδρός του, Αλ Γκορ, διευκρίνιζε ότι οι ΗΠΑ αντιλαμβάνονταν ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, μια «ενοποιημένη Ιερουσαλήμ».
Το 1995 το Κογκρέσο αποφάσισε να μεταφέρει την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ. Κάτω από τις διεθνείς αντιδράσεις η απόφαση δεν υλοποιήθηκε.
Ωσπου στις 6 Δεκέμβρη 2017, ο Ντόναλντ Τραμπ αποφάσισε και ανακοίνωσε την υλοποίηση της απόφασης να μεταφερθεί η Πρεσβεία των ΗΠΑ από το Τελ Αβιβ στην Ιερουσαλήμ.
Εκατό χρόνια, συμπληρώθηκαν από τις 2 Νοέμβρη 1917, κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν ο εβραϊκής καταγωγής Βρετανός υπουργός Εξωτερικών λόρδος Αρθουρ Μπάλφουρ, μετά από σχετικές συνομιλίες με τη Διεθνή Σιωνιστική Οργάνωση, έστειλε επίσημη επιστολή στον Βρετανό Σιωνιστή λόρδο Ου. Ρόθτσαϊλντ, με την οποία γνωστοποιούσε την απόφαση της βρετανικής κυβέρνησης να υποστηρίξει την ίδρυση εβραϊκής εθνικής εστίας στην Παλαιστίνη, που ήταν μια περιοχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στην οποία κατοικούσε μια μειοψηφία ενός Παλαιστινιακού εβραϊκού πληθυσμού. Η επιστολή έμεινε στην Ιστορία ως Διακήρυξη Μπάλφουρ.
Η αντίστροφη μέτρηση για το ξερίζωμα και την γενοκτονία ενός λαού, που έχανε σιγά – σιγά την πατρίδα του είχε αρχίσει. Η μεταφορά πληθυσμών και η αλλοίωση των δημογραφικών στοιχείων της Παλαιστίνης ξεκίνησε.
Το 1920 η Παλαιστίνη πέρασε κάτω από την Βρετανική κυριαρχία και τον Ιούλη του 1922 οι Βρετανοί θέτουν σε ισχύ την Εντολήδιακυβέρνησης της Παλαιστίνης. Αμέσως, η Μεγάλη Βρετανία, στα πλαίσια της Διακήρυξης Μπάλφουρ, ενθάρρυνε τον εβραϊκό αποικισμό στη Παλαιστίνη και την διείσδυση του εβραϊκού κεφαλαίου που συνδέονταν με τα ιμπεριαλιστικά μονοπώλια.
Τα δημογραφικά στοιχεία της Παλαιστίνης από τον 1ο αιώνα έως την κατάργηση της Βρετανικής Εντολής στις 29 Νοέμβρη 1947, ήταν τα εξής:
Στις 14 Μάη 1948 ανακηρύχτηκε, με βίαιο τρόπο, το κράτος του Ισραήλ και από τις 15 Μάη, μέχρι την Ανοιξη του 1949, ξέσπασε ο αραβοϊσραηλινός πόλεμος. Από τα κατακτημένα από το Ισραήλ εδάφη εκδιώχθηκαν πάνω από 800.000 Αραβες και περισσότερα από 418 Παλαιστινιακά χωριά ισοπεδώθηκαν από τους Εβραίους μετανάστες και τις σιωνιστικές πολιτοφυλακές.
Το αποτέλεσμα της υλοποίησης της Διακήρυξης Μπάλφουρ και της υποστήριξης της Βρετανίας ώστε το Ισραήλ να αποικίσει την Παλαιστίνη ως πατρίδα των Εβραίων μεταναστών, ήταν ο αριθμός των Παλαιστίνιων προσφύγων, από το κατεχόμενο κράτος της Παλαιστίνης, στον αραβικό κόσμο και στον υπόλοιπο κόσμο ανήρθε, μέχρι το 2017 σε 7.699.544 άτομα.
Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ καταδίκασε την απόφαση του Τραμπ
Την Πέμπτη 21 Δεκέμβρη, σημειώθηκε σύγκρουση ανάμεσα στους Αμερικάνους και τους περισσότερους συμμάχους τους στον ΟΗΕ. Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ μετά από έντονους διαξιφισμούς που αποκάλυψαν ευρύτερες συγκρούσεις με βάση τα γεωπολιτικά συμφέροντα που διαμορφώνονται στην Μέση Ανατολή, αποφάσισε να εγκρίνει ψήφισμα το οποίο καταδίκασε, χωρίς να κατονομάζει, την μονομερή απόφαση των ΗΠΑ να αναγνωρίσουν την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, τονίζοντας ότι:
«Οποιεσδήποτε αποφάσεις και ενέργειες με στόχο να μεταβάλουν το χαρακτήρα, το καθεστώς ή τη δημογραφική σύνθεση της Ιερής Πόλης της Ιερουσαλήμ δεν έχουν κανέναν νομικό αντίκτυπο, είναι κενές και άκυρες και πρέπει να ανακληθούν προς συμμόρφωση με τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ».
Από τις 193 χώρες των Ηνωμένων Εθνών ψήφισαν υπέρ του Ψηφίσματος 128 χώρες, μεταξύ των οποίων οι περισσότερες χώρες – μέλη της ΕΕ, ανάμεσά τους και η Ελλάδα, και τέσσερα από τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ (Κίνα, Ρωσία, Γαλλία, Βρετανία). Κατά ψήφισαν 9 χώρες: ΗΠΑ, Ισραήλ, Μικρονησία, Γουατεμάλα, Ναουρού, Παλάου, Νησιά Μάρσαλ και Ονδούρα και Τόγκο. Απείχαν 35 χώρες, ανάμεσά τους πέντε ευρωπαϊκές (Ουγγαρία, Κροατία, Λετονία, Ρουμανία, Τσεχία), ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Κολομβία, το Μεξικό, το Μαλάουι, η Ρουάντα, το Μάλι και το Αφγανιστάν.
Δεν συμμετείχαν στη Γενική Συνέλευση 21 χώρες.
Σε κάθε περίπτωση, η αξία του ψηφίσματος είναι κυρίως πολιτική. Το ψήφισμα έχει συμβολικό χαρακτήρα και δεν είναι δεσμευτικό νομικά για κανέναν.
Διπλωματική κινητικότητα στη περιοχή
Οι εξελίξεις στην Μέση Ανατολή οδήγησαν σε έντονη διπλωματική δραστηριότητα:
— Ο Παλαιστίνιος Πρόεδρος Μαχμούτ Αμπάς, εκφράζοντας την οργή του παλαιστινιακού λαού και του αραβικού κόσμου, χαρακτήρισε τον Αμερικανό αντιπρόεδρο, Μάικ Πενς, «ανεπιθύμητο πρόσωπο», υποχρεώνοντάς τον να αναβάλει την προγραμματισμένη του επίσκεψη στο Ισραήλ και στα κατεχόμενα Παλαιστινιακά εδάφη.
— Η Παλαιστινιακή Αρχή έστειλε δυο αντιπροσωπείες σε Ρωσία και Κίνα ζητώντας τους να παίξουν ρόλο μεσολαβητή στο Παλαιστινιακό. Οι Ρώσοι δήλωσαν πρόθυμοι σε συνεργασία, στα πλαίσια μιας «διεθνούς ομάδας» που θα απαρτίζεται πιθανά και από την Κίνα, την ΕΕ και τον Αραβικό Σύνδεσμο και θα συμμετάσχει ενεργά στις διαπραγματεύσεις και όχι σαν παρατηρητής. Η Κίνα, που ως ανερχόμενη δύναμη επιζητεί ρόλο και λόγο και στη Μέση Ανατολή, εξέφρασε το έντονο ενδιαφέρον για συμμετοχή σε ζυμώσεις και διαπραγματεύσεις για το Παλαιστινιακό.
– Το Ιράν αναβαθμίζει την παρουσία του και το κύρος του στη περιοχή. «Ένα ηχηρό παγκόσμιο ΟΧΙ στο καθεστώς βίαιου εκφοβισμού του Τραμπ στα Ηνωμένα Έθνη», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν Μοχαμάντ Τζαβάντ Ζαρίφ.
– Οι ηγέτες 57 χωρών του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας, αντιδρώντας στην απόφαση των ΗΠΑ, ανακήρυξαν την Ανατολική Ιερουσαλήμ πρωτεύουσα του κράτους της Παλαιστίνης και κάλεσαν κι άλλες χώρες να αναγνωρίσουν το κράτος της Παλαιστίνης με την Ανατολική Ιερουσαλήμ ως κατεχόμενη πρωτεύουσά του.
– Το Βατικανό και Ορθόδοξες Εκκλησίες εκφράσανε την αντίθεσή τους αντιδρώντας στην όποια πιθανότητα να περάσουν κάτω από τον έλεγχο των Ισραηλινών οι ιεροί τόποι που διαθέτουν στην Ιερουσαλήμ.
— Η Τουρκία βρήκε μια ευκαιρία να αναβαθμίσει την παρουσία της στα εδάφη της άλλοτε κραταιάς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, διεκδικώντας τον ρόλο του προστάτη του μουσουλμανικού κόσμου, καταγγέλλοντας την πολιτική του Τραμπ, κατακεραυνώνοντας τις παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου από τις κατοχικές δυνάμεις του Ισραήλ (ξεχνώντας βεβαίως τα από τις τουρκικές δυνάμεις κατεχόμενα της Κύπρου). Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου δήλωσε ότι η ψήφος των κρατών μελών της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ έδειξε ότι η «αξιοπρέπεια και η κυριαρχία δεν είναι προς πώληση».
Το HDP (Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών) σε Ανακοίνωσή του υπογραμμίζει: «Η απόφαση αυτή, η οποία παραβιάζει σαφώς το Διεθνές Δίκαιο και τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, δεν πρέπει να εξεταστεί ανεξάρτητα από τις πολιτικές εντάσεις σε άλλες χώρες…» και επισημαίνει τον κίνδυνο ενός γενικευμένου τρομακτικού πολέμου στην περιοχή.
«Από την άλλη, η κυβέρνηση του ΑΚΡ προσπαθεί επίσης να κερδίσει πόντους με το χειρισμό και τη χρήση του παλαιστινιακού ζητήματος στο εσωτερικό της χώρας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η συμφωνία με το Ισραήλ, που προέβλεπε 20 εκατομμύρια δολάρια για τα θύματα του Mavi Marmara, οριστικοποιήθηκε στην Άγκυρα και την Ιερουσαλήμ στις 28 Ιουνίου 2016, υπογράφηκε από την κυβέρνηση και εγκρίθηκε από το Κοινοβούλιο. Το HDP ήταν το μόνο κόμμα που ψήφισε «όχι» σε αυτή τη συμφωνία. Με αυτή τη συμφωνία, η κυβέρνηση του ΑΚΡ θεώρησε την Ιερουσαλήμ ως μια πόλη ισότιμη με την Άγκυρα και ως εκ τούτου την αναγνώρισε de facto ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, προσβάλλοντας τη μνήμη των θυμάτων του Mavi Marmara και μειώνοντας το παλαιστινιακό ζήτημα».
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ
Σε δυο βάρκες συνεχίζει να πατάει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα σε συνθήκες θαλασσοταραχής. Η κυβέρνηση επιχειρεί να εμφανίζεται σαν «παράγοντας σταθερότητας» στην περιοχή. Είναι θετικό ότι υπερψήφισε το Ψήφισμα της ΓΣ του ΟΗΕ από τη μία και από την άλλη συμμετέχει σε όλους τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ στην ευρύτερη περιοχή, συνεχίζοντας την πολιτική των προηγούμενων κυβερνήσεων ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, αναβαθμίζει την πολύμορφη συνεργασία με το Ισραήλ σε πολιτικό, στρατιωτικό και οικονομικό επίπεδο, αυξάνοντας τους κινδύνους για το λαό της χώρας.
Ο ίδιος ο Ελληνας πρωθυπουργός, δεν δίστασε, τον Ιούλη του 2014, σε συλλαλητήριο για τις συνεχιζόμενες σφαγές στην Παλαιστίνη, αρχηγός τότε της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, να φορέσει καφίγια (την παλαιστινιακή μαντίλα – σύμβολο του αγώνα των Παλαιστινίων).
Ένα χρόνο αργότερα, στις 26 Νοέμβρη 2015, πρωθυπουργός πλέον, επισκέφθηκε το ισραηλινό Προεδρικό Μέγαρο και συναντήθηκε με τον τότε Πρόεδρο του Ισραήλ Ρέουβεν Ρίβλιν, στην Ιερουσαλήμ.
Ο Αλέξης Τσίπρας έγραψε στο βιβλίο επισκεπτών του Μεγάρου τη φράση «With great honor to be in your historical capital and to meet your excellencies – Alexis Tsipras – 26/11/2015» («Είναι μεγάλη μου τιμή να βρίσκομαι στην ιστορική σας πρωτεύουσα και να συναντώ τις εξοχότητές σας – Αλέξης Τσίπρας — 26/11/2015»), αναγνωρίζοντας έμμεσα μ’ αυτόν τον τρόπο την Ιερουσαλήμ σαν πρωτεύουσα του Ισραήλ.
Ένα μήνα μετά, την Τρίτη 22 Δεκέμβρη 2015, σε ειδική Συνεδρίαση της Βουλής, στην οποία παραβρέθηκε ο Πρόεδρος της Παλαιστίνης, Μαχμούντ Αμπάς, η Ολομέλεια της Βουλής επικύρωσε ομόφωνα και μετέτρεψε σε απόφασητην πρόταση που είχε διαμορφώσει η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Εξωτερικών και Αμυνας, στην οποία επισημαίνεται, μεταξύ άλλων, ότι
«η Ελλάδα σταθερά υποστηρίζει τη λύση των δύο κρατών, στο πλαίσιο της οποίας θα συνυπάρχουν ειρηνικά και με ασφάλεια το κράτος του Ισραήλ και ένα ενιαίο, δημοκρατικό και κυρίαρχο Παλαιστινιακό κράτος, στη βάση των ορίων του 1967 και με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ» και κάλεσε την ελληνική κυβέρνηση «να προωθήσει όλες τις απαραίτητες διαδικασίες για την αναγνώριση του κράτους της Παλαιστίνης» και «να καταβάλει κάθε διπλωματική προσπάθεια για την άμεση επανέναρξη απευθείας μεταξύ των δύο πλευρών αξιόπιστων ειρηνευτικών συνομιλιών».
Σήμερα, δυο ολόκληρα χρόνια αργότερα, η ελληνική κυβέρνηση περιορίζεται σε γενικόλογες διακηρύξεις υπερ του Παλαιστινιακού λαού, αλλά αρνείται να εφαρμόσει την απόφαση της ελληνικής Βουλής από το Δεκέμβρη του 2015 και να προχωρήσει άμεσα στην αναγνώριση του Παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα του 1967 με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ.
Ακόμα και σήμερα Παλαιστίνιοι που ζουν στην Ελλάδα εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν προβλήματα με τα επίσημα έγγραφά τους καθώς η ελληνική γραφειοκρατία και η μηχανοργάνωση των ληξιαρχείων αγνοεί την ύπαρξη της Παλαιστίνης. Σε πολλές περιπτώσεις σαν χώρα γέννησης των Παλαιστινίων αναγράφεται η χώρα με το όνομα… Δυτική Οχθη και στη θέση της ιθαγένειας: ΧΧΧ.
Ο Παλαιστίνιος στη χώρα μας εξακολουθεί να είναι αόρατος…
Η απόφαση του Τραμπ να αναγνωρίσει την Ιερουσαλήμ ως ενιαίας και αδιαίρετης πρωτεύουσας του Ισραήλ πρωτεύουσα και οι κόντρες που ακολούθησαν με τις άλλες δυνάμεις, που εκφράζουν τις σκοπιμότητες της κάθε πλευράς για την προώθηση των δικών της συμφερόντων, συμβαίνουν ενώ κλιμακώνονται οι συγκρούσεις των Παλαιστινίων με τις κατοχικές δυνάμεις τις τελευταίες μέρες. Σε αυτές έχουν χάσει τη ζωή τους αρκετοί Παλαιστίνιοι και έχουν τραυματιστεί πάνω από 1.200, ενώ συνεχίζονται καθημερινά οι επιδρομές των ισραηλινών μαχητικών αεροσκαφών στη Λωρίδα της Γάζας, με πρόσχημα τις ρίψεις ρουκετών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες