Διαβάστε το εξαιρετικό χρονογράφημα του Δημήτρη Μ. Μπελέγρη από τη στήλη "Δια-φωνίες" της "Φωνής της Πάρου" που κυκλοφορεί από 8/4/17.(μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρη την εφημερίδα εδώ)
Λάμπρος
Ο Λάμπρος εκεί στα μέσα της δεκαετίας του ’70 τελείωνε με χίλια ζόρια το δημοτικό. Τα γράμματα δεν τα έπαιρνε με τίποτα και όπως λέγεται ο πατέρας είχε πάει πεσκέσι δύο τενεκέδες λάδι στον δάσκαλο για να του δώσει απολυτήριο. Κατά τα άλλα ο Λάμπρος ήταν ένα γλυκύτατο και ευγενικό παιδί. Απ’ ότι λέγεται ήταν όμως και «πονηρούτσικος».
Λάμπρος 2
Ο μεγάλος αδελφός του Λάμπρου είχε πιάσει δουλειά σε θυρωρείο στην Αθήνα, ενώ η μεγαλύτερη αδελφή του δούλευε ως οικιακή βοηθός. Έτσι, ο Λάμπρος βοηθούσε τον πατέρα του στα χωράφια και είχαν και ζώα. Οικονομικά τα έφερναν βόλτα και έστελναν και στην Αθήνα, στα άλλα παιδιά, διάφορα καλούδια. Να τα λάδια, να τα κρέατα, να και τα τυριά. Όπως γράψαμε και παραπάνω «Ωνάσηδες» δεν ήταν, αλλά μια χαρά τα έφερναν τα πράγματα και ήταν αξιοπρεπέστατοι στο χωριό.
Λάμπρος 3
Τα χρόνια περνούσαν και αίφνης άρχισαν να παρουσιάζονται οι τουρίστες. Τα είδε αυτά ο Λάμπρος όπως μεγάλωνε και πήγε θαρρετά στον πατέρα του, και του είπε: «Θα γίνουμε και εμείς ξενοδόχοι!». Τι να κάνει ο δόλιος ο πατέρας, ήθελε να βοηθήσει και το βλαστάρι του που είχε μείνει στο χωριό και του έδωσε τα χρήματα. Ο Λάμπρος έχτισε δίπλα από το σπίτι του τέσσερις κάμαρες, τις «εξόπλισε» με δύο κρεβάτια με σουμιέ, έβαλε και τη μάνα του να φτιάχνει πρωινά και όλα εντάξει. Η μάνα του έκανε –η αλήθεια να λέγεται- «ποιήματα» στο πρωινό και έτσι στη συνέχεια άρχισε να μαγειρεύει και μεσημεριανά γεύματα. Αυγά ολόφρεσκα, κρέατα ντόπια και τα τυριά τους ήταν γευστικότατα.
Λάμπρος 4
Από την πρώτη χρονιά σχεδόν έκανε απόσβεση του κεφαλαίου. Έτσι, ο Λάμπρος έφτιαξε και άλλα τέσσερα δωμάτια, ενώ ενοικίασε και την αποθήκη σ’ έναν Αθηναίο που είχε έρθει να ανοίξει μαγαζί. Ο Λάμπρος ανακαλύπτοντας τα θετικά του τουρισμού, είδε συγχρόνως ότι η παλιά αποθήκη μπορεί να νοικιαστεί ίσα με δύο μηνιάτικα δημοσίου υπάλληλου τον μήνα. Όλα τα δωμάτια και πάλι ήταν γεμάτα από τουρίστες, όλοι χαίρονταν τα καλούδια που μαγείρευε η μάνα του, και έβγαζαν φωτογραφίες με τα ζώα που είχε στο κτήμα ο Λάμπρος.
Λάμπρος 5
Δίχως να το πολυκαταλάβει ο Λάμπρος άρχισε να βγάζει εκατομμύρια δραχμές. Άρχισε λοιπόν να κτίζει, να κτίζει, να κτίζει, δίχως να δίνει μία για το αν αυτά τα καταλύματα θα έβρισκαν κόσμο για να ενοικιαστούν το καλοκαίρι. Το ίδιο έκαναν και οι γείτονές του. Όλοι έχτιζαν. Το μικρό χωριό αίφνης απόκτησε περισσότερα καταλύματα για τουρίστες, απ’ όσα σπίτια είχε για μόνιμους κατοίκους. Ο Λάμπρος άρχισε να βλέπει και το πρόβλημα χώρου που υπήρχε, και έτσι, ξήλωσε τους στάβλους και πούλησε τα ζώα.
Λάμπρος 6
Η δουλειά συνέχιζε να είναι ικανοποιητική, αν και τα πράγματα γίνονταν πιο δύσκολα, αφού όλοι στο χωριό είχαν γίνει ξενοδόχοι! Κρέατα δικά του και άλλα καλούδια δεν είχε πια ο Λάμπρος, αλλά έβρισκε πληρώνοντας τα πλέον. Έβαλε και τηλεοράσεις στα δωμάτια και άλλαξε και τα κρεβάτια. Μέχρι στρώματα νερού έβαλε και έγινε ευρωπαίος ξενοδόχος! Μαζί με αυτά τα μεγαλεία άρχισε και τα ταξίδια στην Άπω Ανατολή και τη μεγάλη ζωή. Πήρε και αυτοκίνητο πολυτελείας με έναν «ιππόδρομο» άλογα για να πηγαινοέρχεται από το χωριό στη χώρα και να τον βλέπουν οι φίλοι του πόσο προόδευσε!
Λάμπρος 7
Τα επόμενα χρόνια και ενώ τα δωμάτια τα είχε εξοπλίσει με έγχρωμη τηλεόραση πλέον, στρώματα νερού κλπ, άρχισαν οι τουρίστες να ζητούν ολοένα και περισσότερα. Και να οι συνδέσεις ίντερνετ και να οι υπολογιστές, και να το ένα, να το άλλο. Αίφνης –κατά τον Λάμπρο- άρχισαν να μειώνονται και οι κρατήσεις στα δωμάτιά του. Φαγητό πλέον δεν έτρωγαν στο κατάλυμά του, ενώ σχεδόν εκτός από ύπνο δεν κάθονταν καθόλου εκεί. Πού τα παλιά τα χρόνια που ξημεροβραδιάζονταν εκεί βγάζοντας φωτογραφίες με τα ζώα του. Αφήνω στην άκρη ότι ο Λάμπρος προκειμένου να ρίξει το κόστος σταμάτησε τα πρωινά με τη μάνα του και τα ντόπια καλούδια. Και έτσι, άρχισε να δίνει για πρωινό τυρί Ολλανδίας, κομπόστα Ισπανίας, εβαπορέ γάλα Γερμανίας και προκάτ μουσακάδες και παστίτσιο εισαγόμενα από τη Βουλγαρία. «Μα γιατί δεν τρώνε εδώ» σκεφτόταν.
Λάμπρος 8
Η δουλειά έπεφτε χρόνο με τον χρόνο και το μόνο που έκανε ο Λάμπρος ήταν να ακριβαίνει τις τιμές για να βγει οικονομικά. Όταν έμεινε από χρήματα σκέφτηκε τη λύση του δανείου. Τα χρήματα που πήρε δεν τα αξιοποίησε ποτέ και το μόνο που έκανε ήταν να βάλει δυο βρύσες ανάποδα για να προσθέσει στο κατάλυμά του και υπηρεσίες spa! Δίχως να το καταλάβει μέσα σε 30 χρόνια έκανε τα ενοικιαζόμενα δωμάτια στο χωριό του μία μονάδα για να ανταγωνιστεί την εξυπηρέτηση που δίνουν ξενοδοχεία πολυτελείας στην Αθήνα. «Χρώμα» πλέον και να θυμίζουν ξενοιασιά διακοπών στην επαρχία, τα δωμάτιά του δεν είχαν.
Λάμπρος 9
Σήμερα ο Λάμπρος είναι καταχρεωμένος στις τράπεζες και εκτός του ότι ετοιμάζεται να πουλήσει τη μονάδα του σε ξένη εταιρεία για να ξελασπώσει, είναι πρόθυμος να πουλήσει και εκείνα τα κτήματα στο βουνό για να εγκατασταθούν οι ανεμογεννήτριες. Κατά τα άλλα παίζει πλέον με τον εγγονό του και προσπαθεί να δει πως θα δώσει το καλύτερο σ’ αυτόν…
* Οιαδήποτε ομοιότατα με πρόσωπα και καταστάσεις είναι συμπτωματική.
Λάμπρος
Ο Λάμπρος εκεί στα μέσα της δεκαετίας του ’70 τελείωνε με χίλια ζόρια το δημοτικό. Τα γράμματα δεν τα έπαιρνε με τίποτα και όπως λέγεται ο πατέρας είχε πάει πεσκέσι δύο τενεκέδες λάδι στον δάσκαλο για να του δώσει απολυτήριο. Κατά τα άλλα ο Λάμπρος ήταν ένα γλυκύτατο και ευγενικό παιδί. Απ’ ότι λέγεται ήταν όμως και «πονηρούτσικος».
Λάμπρος 2
Ο μεγάλος αδελφός του Λάμπρου είχε πιάσει δουλειά σε θυρωρείο στην Αθήνα, ενώ η μεγαλύτερη αδελφή του δούλευε ως οικιακή βοηθός. Έτσι, ο Λάμπρος βοηθούσε τον πατέρα του στα χωράφια και είχαν και ζώα. Οικονομικά τα έφερναν βόλτα και έστελναν και στην Αθήνα, στα άλλα παιδιά, διάφορα καλούδια. Να τα λάδια, να τα κρέατα, να και τα τυριά. Όπως γράψαμε και παραπάνω «Ωνάσηδες» δεν ήταν, αλλά μια χαρά τα έφερναν τα πράγματα και ήταν αξιοπρεπέστατοι στο χωριό.
Λάμπρος 3
Τα χρόνια περνούσαν και αίφνης άρχισαν να παρουσιάζονται οι τουρίστες. Τα είδε αυτά ο Λάμπρος όπως μεγάλωνε και πήγε θαρρετά στον πατέρα του, και του είπε: «Θα γίνουμε και εμείς ξενοδόχοι!». Τι να κάνει ο δόλιος ο πατέρας, ήθελε να βοηθήσει και το βλαστάρι του που είχε μείνει στο χωριό και του έδωσε τα χρήματα. Ο Λάμπρος έχτισε δίπλα από το σπίτι του τέσσερις κάμαρες, τις «εξόπλισε» με δύο κρεβάτια με σουμιέ, έβαλε και τη μάνα του να φτιάχνει πρωινά και όλα εντάξει. Η μάνα του έκανε –η αλήθεια να λέγεται- «ποιήματα» στο πρωινό και έτσι στη συνέχεια άρχισε να μαγειρεύει και μεσημεριανά γεύματα. Αυγά ολόφρεσκα, κρέατα ντόπια και τα τυριά τους ήταν γευστικότατα.
Λάμπρος 4
Από την πρώτη χρονιά σχεδόν έκανε απόσβεση του κεφαλαίου. Έτσι, ο Λάμπρος έφτιαξε και άλλα τέσσερα δωμάτια, ενώ ενοικίασε και την αποθήκη σ’ έναν Αθηναίο που είχε έρθει να ανοίξει μαγαζί. Ο Λάμπρος ανακαλύπτοντας τα θετικά του τουρισμού, είδε συγχρόνως ότι η παλιά αποθήκη μπορεί να νοικιαστεί ίσα με δύο μηνιάτικα δημοσίου υπάλληλου τον μήνα. Όλα τα δωμάτια και πάλι ήταν γεμάτα από τουρίστες, όλοι χαίρονταν τα καλούδια που μαγείρευε η μάνα του, και έβγαζαν φωτογραφίες με τα ζώα που είχε στο κτήμα ο Λάμπρος.
Λάμπρος 5
Δίχως να το πολυκαταλάβει ο Λάμπρος άρχισε να βγάζει εκατομμύρια δραχμές. Άρχισε λοιπόν να κτίζει, να κτίζει, να κτίζει, δίχως να δίνει μία για το αν αυτά τα καταλύματα θα έβρισκαν κόσμο για να ενοικιαστούν το καλοκαίρι. Το ίδιο έκαναν και οι γείτονές του. Όλοι έχτιζαν. Το μικρό χωριό αίφνης απόκτησε περισσότερα καταλύματα για τουρίστες, απ’ όσα σπίτια είχε για μόνιμους κατοίκους. Ο Λάμπρος άρχισε να βλέπει και το πρόβλημα χώρου που υπήρχε, και έτσι, ξήλωσε τους στάβλους και πούλησε τα ζώα.
Λάμπρος 6
Η δουλειά συνέχιζε να είναι ικανοποιητική, αν και τα πράγματα γίνονταν πιο δύσκολα, αφού όλοι στο χωριό είχαν γίνει ξενοδόχοι! Κρέατα δικά του και άλλα καλούδια δεν είχε πια ο Λάμπρος, αλλά έβρισκε πληρώνοντας τα πλέον. Έβαλε και τηλεοράσεις στα δωμάτια και άλλαξε και τα κρεβάτια. Μέχρι στρώματα νερού έβαλε και έγινε ευρωπαίος ξενοδόχος! Μαζί με αυτά τα μεγαλεία άρχισε και τα ταξίδια στην Άπω Ανατολή και τη μεγάλη ζωή. Πήρε και αυτοκίνητο πολυτελείας με έναν «ιππόδρομο» άλογα για να πηγαινοέρχεται από το χωριό στη χώρα και να τον βλέπουν οι φίλοι του πόσο προόδευσε!
Λάμπρος 7
Τα επόμενα χρόνια και ενώ τα δωμάτια τα είχε εξοπλίσει με έγχρωμη τηλεόραση πλέον, στρώματα νερού κλπ, άρχισαν οι τουρίστες να ζητούν ολοένα και περισσότερα. Και να οι συνδέσεις ίντερνετ και να οι υπολογιστές, και να το ένα, να το άλλο. Αίφνης –κατά τον Λάμπρο- άρχισαν να μειώνονται και οι κρατήσεις στα δωμάτιά του. Φαγητό πλέον δεν έτρωγαν στο κατάλυμά του, ενώ σχεδόν εκτός από ύπνο δεν κάθονταν καθόλου εκεί. Πού τα παλιά τα χρόνια που ξημεροβραδιάζονταν εκεί βγάζοντας φωτογραφίες με τα ζώα του. Αφήνω στην άκρη ότι ο Λάμπρος προκειμένου να ρίξει το κόστος σταμάτησε τα πρωινά με τη μάνα του και τα ντόπια καλούδια. Και έτσι, άρχισε να δίνει για πρωινό τυρί Ολλανδίας, κομπόστα Ισπανίας, εβαπορέ γάλα Γερμανίας και προκάτ μουσακάδες και παστίτσιο εισαγόμενα από τη Βουλγαρία. «Μα γιατί δεν τρώνε εδώ» σκεφτόταν.
Λάμπρος 8
Η δουλειά έπεφτε χρόνο με τον χρόνο και το μόνο που έκανε ο Λάμπρος ήταν να ακριβαίνει τις τιμές για να βγει οικονομικά. Όταν έμεινε από χρήματα σκέφτηκε τη λύση του δανείου. Τα χρήματα που πήρε δεν τα αξιοποίησε ποτέ και το μόνο που έκανε ήταν να βάλει δυο βρύσες ανάποδα για να προσθέσει στο κατάλυμά του και υπηρεσίες spa! Δίχως να το καταλάβει μέσα σε 30 χρόνια έκανε τα ενοικιαζόμενα δωμάτια στο χωριό του μία μονάδα για να ανταγωνιστεί την εξυπηρέτηση που δίνουν ξενοδοχεία πολυτελείας στην Αθήνα. «Χρώμα» πλέον και να θυμίζουν ξενοιασιά διακοπών στην επαρχία, τα δωμάτιά του δεν είχαν.
Λάμπρος 9
Σήμερα ο Λάμπρος είναι καταχρεωμένος στις τράπεζες και εκτός του ότι ετοιμάζεται να πουλήσει τη μονάδα του σε ξένη εταιρεία για να ξελασπώσει, είναι πρόθυμος να πουλήσει και εκείνα τα κτήματα στο βουνό για να εγκατασταθούν οι ανεμογεννήτριες. Κατά τα άλλα παίζει πλέον με τον εγγονό του και προσπαθεί να δει πως θα δώσει το καλύτερο σ’ αυτόν…
* Οιαδήποτε ομοιότατα με πρόσωπα και καταστάσεις είναι συμπτωματική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες