Λέγεται ότι οι άνθρωποι έχουν την ανάγκη συνήθως να πουν αυτό που πιστεύουν και αισθάνονται, όχι τόσο για να πείσουν τους ακροατές τους ως προς την ορθότητα της άποψής τους, όσο για να νιώσουν οι ίδιοι την ικανοποίηση ότι είπαν αυτό που πιστεύουν και αισθάνονται.
Σε αυτό βασίστηκε το απαραίτητο της ύπαρξης ενός φίλου ή συντρόφου, για να του λέμε αυτό που νιώθουμε, βάσει αυτού εδραιώθηκαν οι παπάδες χθες [εξομολόγηση] και οι ψυχολόγοι σήμερα [συνεδρία], επ’ αυτού στηρίχτηκε ο αρχαίος [σοφότατος] μύθος του κουρέα του Μίδα, που έτρεξε στο βουνό για να φωνάξει για τα γαϊδουρινά αυτιά του Βασιλιά για τα οποία απαγορευόταν ρητά να μιλήσει.
Μερικοί, κυνικοί όντες, θεωρούν ότι ο βαθμός αδυναμίας του ανθρώπου καθορίζει τον βαθμό της εν λόγω ανάγκης και πράγματι, εάν αναλυθεί αυτό πατώντας στην κοινωνική εμπειρία, τότε φαντάζει και ότι είναι και αληθές: τα μικρά παιδιά, καθοδηγούμενα από την αδυναμία του πνεύματός τους πάντοτε λένε την αλήθεια, κι ας «μην πρέπει».
Οι γυναίκες, επηρεασμένες από την αδυναμία τη σωματική, αισθάνονται πιο συχνά την ανάγκη να πουν αυτό που νιώθουν, κι ας «μην πρέπει». Οι κυνικοί δε, πετυχημένοι άλλωστε [επιχειρηματίες, πολιτικοί, δημόσια πρόσωπα και δημοφιλείς γνωστοί ή συγγενείς της παρακάτω γειτονιάς], λένε πάντοτε αυτό που «πρέπει», δεν εκφράζουν ποτέ την πραγματική τους άποψη, δημιουργούν φιλίες με βάση το συμφέρον, την ασφάλεια, την ιδιοτέλεια, χτίζουν μια κατάσταση που στο τέλος οι πάντες θεωρούν πετυχημένη.
Πράγματι, εάν είχα 400-500 λέξεις να θυσιάσω, ή καλύτερα, να «επενδύσω», θα ήταν πιο συνετό να τις έγραφα όχι στο Exit Area αλλά σε κάποια μεγάλη κυριακάτικη εφημερίδα, ή σε κάποια μεγάλη ιστοσελίδα όπου, εκμεταλλευόμενος την ικανότητα του λόγου και τις αδυναμίες των πολλών, θα ξεδίπλωνα το κουβάρι της λεκτικής αρμονίας που γλυκαίνει τα αυτιά με τον ρυθμό της - και πετυχαίνει τον σκοπό της.
Η αυλή του Βασιλιά όμως, μπορεί να μυρίζει όμορφα και να φαίνεται εντυπωσιακή και πολλά υποσχόμενη, είναι το μπαλκόνι όμως που βρωμάει και είναι ο κόσμος από κάτω που σου προκαλεί αηδία και δεν μπορείς να ανασάνεις παρ' όλο το ύψος, και αυτό το μάθημα μια φορά άμα το μάθεις δεν χρειάζεται δεύτερη.
Μπορεί λοιπόν ο κυνικός να καυχιέται ότι δεν νιώθει τίποτα και να αισθάνεται άριστα στο πλάι του Βασιλιά – οποιοδήποτε Βασιλιά – και να σου μιλάει και να λέει ότι τα αληθινά συναισθήματα είναι για τους αδύναμους άρα κι εσύ είσαι αδύναμος άρα λάθος και αποτυχημένος, και είναι και η παρακάτω ιστορία που δεν μπορεί να αφήσει περιθώρια: «...κάποτε, κάποιος, έριξε ένα μπουκάλι στην θάλασσα, με ένα μήνυμα μέσα ίσως σπουδαίο, ίσως όχι, γραμμένο σε ένα χαρτί και καλά κλεισμένο για να μην βραχεί.
Αυτός ο άνθρωπος ένιωθε την ανάγκη να πει αυτό που πραγματικά ένιωθε, και δεν ήξερε καν, εάν αυτό που έγραψε ήταν κάτι το άξιο, εάν το μπουκάλι θα έφτανε σε κάποιον προορισμό και εάν αυτός που το λάμβανε, το καταλάβαινε. Κανένας δεν ξέρει ποιος ήταν, πότε το έριξε στην θάλασσα, ποιος το έλαβε [εάν το έλαβε] και τι έγραφε αυτό το μήνυμα...»
Ο κυνικός χαίρεται για αυτό, και θεωρεί ανόητο τον άνθρωπο αυτό και αποτυχημένο και τον βάζει δίπλα στους αδύναμους και τα μωρά παιδιά και τις αδύναμες γυναίκες ΑΛΛΑ...
ΔΕΝ είναι που τα παιδιά λένε την αλήθεια από βλακεία - λένε την αλήθεια διότι ΔΕΝ ΦΟΒΟΥΝΤΑΙ.
ΔΕΝ είναι που οι γυναίκες λένε αυτό που νιώθουν από αδυναμία, ούτε για να καταλάβουν οι άλλοι - λένε αυτό που νιώθουν ΓΙΑ ΝΑ ΝΙΩΣΟΥΝ ΟΙ ΑΛΛΟΙ.
ΔΕΝ είναι ότι δεν ξέρω ποιος έγραψε το μήνυμα στο μπουκάλι και τι έγραψε ακριβώς, ΞΕΡΩ ΟΤΙ ΤΟ ΕΓΡΑΨΕ ΓΙΑ ΜΕΝΑ.
Αιώνες τώρα και χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Μπορεί και χθες. Σίγουρα και αύριο. Και ξέρω ότι εννοούσε αυτό:
«...Δεν με νοιάζει ποιος θα διαβάσει αυτό το κείμενο και εάν αυτό ή αυτός αξίζει και τι θα καταλάβει, με νοιάζει που τώρα χορεύει στην θάλασσα και στον χρόνο, στο απέραντο του «τίποτα» και των «πάντων», ΕΛΕΥΘΕΡΟ να καθοριστεί από την μοίρα του, ελεύθερο να βυθιστεί από την μοίρα του και [κυρίως] ποτέ μα ποτέ, κανένας από τους «ηγεμόνες» αυτού του κόσμου, δεν θα νιώσει ασφαλής διότι ποτέ δεν θα μάθει που βρίσκεται το μπουκάλι, τι γράφει το χαρτί, και ποιος είναι εκείνος που θα το λάβει, και τι θα αλλάξει με αυτό, τι θα φτιάξει και τι θα γκρεμίσει...».
Γεμίστε λοιπόν την «θάλασσα» των συνειδήσεων με χιλιάδες τέτοια μπουκάλια που φέρουν τόσα «μυστικά» μηνύματα. Δεν με νοιάζει έαν διαβάσει κάποιος αυτό το κείμενο και εάν αυτό αξίζει ή αυτός αξίζει. Με νοιάζει που χορεύει ελεύθερο, στην σκέψη και τον χρόνο.
[μονάδα]/[υποσύνολο]
Exit Area
Στον τοίχο
Σε αυτό βασίστηκε το απαραίτητο της ύπαρξης ενός φίλου ή συντρόφου, για να του λέμε αυτό που νιώθουμε, βάσει αυτού εδραιώθηκαν οι παπάδες χθες [εξομολόγηση] και οι ψυχολόγοι σήμερα [συνεδρία], επ’ αυτού στηρίχτηκε ο αρχαίος [σοφότατος] μύθος του κουρέα του Μίδα, που έτρεξε στο βουνό για να φωνάξει για τα γαϊδουρινά αυτιά του Βασιλιά για τα οποία απαγορευόταν ρητά να μιλήσει.
Μερικοί, κυνικοί όντες, θεωρούν ότι ο βαθμός αδυναμίας του ανθρώπου καθορίζει τον βαθμό της εν λόγω ανάγκης και πράγματι, εάν αναλυθεί αυτό πατώντας στην κοινωνική εμπειρία, τότε φαντάζει και ότι είναι και αληθές: τα μικρά παιδιά, καθοδηγούμενα από την αδυναμία του πνεύματός τους πάντοτε λένε την αλήθεια, κι ας «μην πρέπει».
Οι γυναίκες, επηρεασμένες από την αδυναμία τη σωματική, αισθάνονται πιο συχνά την ανάγκη να πουν αυτό που νιώθουν, κι ας «μην πρέπει». Οι κυνικοί δε, πετυχημένοι άλλωστε [επιχειρηματίες, πολιτικοί, δημόσια πρόσωπα και δημοφιλείς γνωστοί ή συγγενείς της παρακάτω γειτονιάς], λένε πάντοτε αυτό που «πρέπει», δεν εκφράζουν ποτέ την πραγματική τους άποψη, δημιουργούν φιλίες με βάση το συμφέρον, την ασφάλεια, την ιδιοτέλεια, χτίζουν μια κατάσταση που στο τέλος οι πάντες θεωρούν πετυχημένη.
Πράγματι, εάν είχα 400-500 λέξεις να θυσιάσω, ή καλύτερα, να «επενδύσω», θα ήταν πιο συνετό να τις έγραφα όχι στο Exit Area αλλά σε κάποια μεγάλη κυριακάτικη εφημερίδα, ή σε κάποια μεγάλη ιστοσελίδα όπου, εκμεταλλευόμενος την ικανότητα του λόγου και τις αδυναμίες των πολλών, θα ξεδίπλωνα το κουβάρι της λεκτικής αρμονίας που γλυκαίνει τα αυτιά με τον ρυθμό της - και πετυχαίνει τον σκοπό της.
Η αυλή του Βασιλιά όμως, μπορεί να μυρίζει όμορφα και να φαίνεται εντυπωσιακή και πολλά υποσχόμενη, είναι το μπαλκόνι όμως που βρωμάει και είναι ο κόσμος από κάτω που σου προκαλεί αηδία και δεν μπορείς να ανασάνεις παρ' όλο το ύψος, και αυτό το μάθημα μια φορά άμα το μάθεις δεν χρειάζεται δεύτερη.
Μπορεί λοιπόν ο κυνικός να καυχιέται ότι δεν νιώθει τίποτα και να αισθάνεται άριστα στο πλάι του Βασιλιά – οποιοδήποτε Βασιλιά – και να σου μιλάει και να λέει ότι τα αληθινά συναισθήματα είναι για τους αδύναμους άρα κι εσύ είσαι αδύναμος άρα λάθος και αποτυχημένος, και είναι και η παρακάτω ιστορία που δεν μπορεί να αφήσει περιθώρια: «...κάποτε, κάποιος, έριξε ένα μπουκάλι στην θάλασσα, με ένα μήνυμα μέσα ίσως σπουδαίο, ίσως όχι, γραμμένο σε ένα χαρτί και καλά κλεισμένο για να μην βραχεί.
Αυτός ο άνθρωπος ένιωθε την ανάγκη να πει αυτό που πραγματικά ένιωθε, και δεν ήξερε καν, εάν αυτό που έγραψε ήταν κάτι το άξιο, εάν το μπουκάλι θα έφτανε σε κάποιον προορισμό και εάν αυτός που το λάμβανε, το καταλάβαινε. Κανένας δεν ξέρει ποιος ήταν, πότε το έριξε στην θάλασσα, ποιος το έλαβε [εάν το έλαβε] και τι έγραφε αυτό το μήνυμα...»
Ο κυνικός χαίρεται για αυτό, και θεωρεί ανόητο τον άνθρωπο αυτό και αποτυχημένο και τον βάζει δίπλα στους αδύναμους και τα μωρά παιδιά και τις αδύναμες γυναίκες ΑΛΛΑ...
ΔΕΝ είναι που τα παιδιά λένε την αλήθεια από βλακεία - λένε την αλήθεια διότι ΔΕΝ ΦΟΒΟΥΝΤΑΙ.
ΔΕΝ είναι που οι γυναίκες λένε αυτό που νιώθουν από αδυναμία, ούτε για να καταλάβουν οι άλλοι - λένε αυτό που νιώθουν ΓΙΑ ΝΑ ΝΙΩΣΟΥΝ ΟΙ ΑΛΛΟΙ.
ΔΕΝ είναι ότι δεν ξέρω ποιος έγραψε το μήνυμα στο μπουκάλι και τι έγραψε ακριβώς, ΞΕΡΩ ΟΤΙ ΤΟ ΕΓΡΑΨΕ ΓΙΑ ΜΕΝΑ.
Αιώνες τώρα και χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Μπορεί και χθες. Σίγουρα και αύριο. Και ξέρω ότι εννοούσε αυτό:
«...Δεν με νοιάζει ποιος θα διαβάσει αυτό το κείμενο και εάν αυτό ή αυτός αξίζει και τι θα καταλάβει, με νοιάζει που τώρα χορεύει στην θάλασσα και στον χρόνο, στο απέραντο του «τίποτα» και των «πάντων», ΕΛΕΥΘΕΡΟ να καθοριστεί από την μοίρα του, ελεύθερο να βυθιστεί από την μοίρα του και [κυρίως] ποτέ μα ποτέ, κανένας από τους «ηγεμόνες» αυτού του κόσμου, δεν θα νιώσει ασφαλής διότι ποτέ δεν θα μάθει που βρίσκεται το μπουκάλι, τι γράφει το χαρτί, και ποιος είναι εκείνος που θα το λάβει, και τι θα αλλάξει με αυτό, τι θα φτιάξει και τι θα γκρεμίσει...».
Γεμίστε λοιπόν την «θάλασσα» των συνειδήσεων με χιλιάδες τέτοια μπουκάλια που φέρουν τόσα «μυστικά» μηνύματα. Δεν με νοιάζει έαν διαβάσει κάποιος αυτό το κείμενο και εάν αυτό αξίζει ή αυτός αξίζει. Με νοιάζει που χορεύει ελεύθερο, στην σκέψη και τον χρόνο.
[μονάδα]/[υποσύνολο]
Exit Area
Στον τοίχο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες