Όταν, στις 8 Σεπτεμβρίου, 4 Αμερικανοί Γερουσιαστές εισηγήθηκαν ένα κοινό ψήφισμα για να σταματήσουν την πώληση πολεμικού υλικού 1,5 δισεκατομ. δολλαρίων στην Σαουδική Αραβία, παραδοσιακή σύμμαχο των ΗΠΑ, με την ενέργειά τους αυτή προκάλεσαν ευθέως μια από τις βασικές δυνάμεις που διαμορφώνουν την αμερικανική εξωτερική πολιτική: το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα.
Τα μέτρα εισηγήθηκαν οι Ρεπουμπλικάνοι Γερουσιαστές Ραντ Πωλ και Μάϊκ Λη και οι Δημοκρατικοί Κρις Μέρφυ και Αλ Φράνκεν, επικαλούμενοι ζητήματα όπως η εισβολή και η σφαγή στην Υεμένη.
"Πουλώντας 1,5 δισεκατομ. δολλάρια εξοπλισμό σε τανκς, όπλα, εκρηκτικά και άλλα σε μια χώρα που δεν σέβεται κανένα ανθρώπινο δικαίωμα είναι συνταγή για να ενταθεί η καταστροφή και η κλιμάκωση στον πολεμικό ανταγωνισμό στην περιοχή", δήλωσε ο Ραντ Πωλ.
Η εκστρατεία τους για να ακυρωθεί η πώληση, μαζί με 64 μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων, που έστειλαν επιστολή στον Λευκό Οίκο, ξεσκεπάζει τον ρόλο που παίζει η βιομηχανία των όπλων στις ΗΠΑ στο να σκορπάει τον φόβο και τον κίνδυνο στον πλανήτη.
Ποιοι κατάφεραν να πείσουν την αμερικανική κοινή γνώμη ότι η Σαουδική Αραβία είναι ...μια ειρηνική χώρα που πολεμάει την τρομοκρατία; κατ' αναλογίαν, πώς εκπέμπεται καθημερινά μια λυσσαλέα αντι-ρωσσική προπαγάνδα που προσπαθεί να πείσει ότι η Ρωσσία είναι ο μοχθηρός εχθρός και η επεκτατική απειλή; Είναι η βιομηχανία όπλων που τα κινεί όλα αυτά.
"Πρέπει να αντιμετωπίσουμε την τρομοκρατία του ISIS, την ρωσσική επιθετικότητα στην αυλή του ΝΑΤΟ, τις προκλήσεις του Ιράν και της Βόρειας Κορέας, και την αυξανόμενη ισχύ της Κίνας", εισηγήθηκε πρόσφατα η Aerospace Industry Association. Οι δικές της, βέβαια, εισηγήσεις μπορεί να είναι αρεστές στα αυτιά των πρόθυμων στους διαδρόμους του Λευκού Οίκου, αλλά δεν αρκούν για να επηρεάσουν την κοινή γνώμη.
Γι' αυτό η βιομηχανία αυτή κινεί το “λόμπυ του πολέμου” και χρηματοδοτεί δεκάδες “θινκ-τανκς” (δεξαμενές σκέψης), τα οποία πιεστικά εκδίδουν ανησυχητικές αναφορές που ανακαλύπτουν γεωπολιτικούς κινδύνους παντού. Τα πιο πολλά ανάμεσά τους στελεχώνονται από πρώην διπλωμάτες του κατεστημένου ή απόστρατους διοικητές των ενόπλων δυνάμεων.
Οι τρομακτικές τους προειδοποιήσεις πείθουν ότι είναι πραγματικές λόγω του κύρους των ανάλογων προσωπικοτήτων (καλλιεργημένο για χρόνια στα όργανα του συστήματος) και τα “αθώα” ονόματα των Ινστιτούτων που εκπροσωπούν και επηρεάζουν τους Αμερικανούς και τις συμμαχικές κυβερνήσεις για να ξοδέψουν κι άλλα δισεκατομ. στην αγορά όπλων.
Το γελοιωδώς αποκαλούμενο Ινστιτούτο για την Ειρήνη των Ηνωμένων Πολιτειών, για παράδειγμα, διευθύνεται από τον Stephen Hadley, έναν πρώην σύμβουλο εθνικής ασφαλείας, που κερδίζει εκατοντάδες χιλιάδες δολλάρια κάθε χρόνο από την συμμετοχή του στο διοικητικό συμβούλιο της Raytheon, μιας εταιρείας που κυριαρχεί στον τομέα της κατασκευής όπλων.
Ένας άλλος μεγάλος κατασκευαστής όπλων, η Lockheed Martin, που μόλις πούλησε στην Πολωνία ένα πυραυλικό σύστημα αέρος-εδάφους και τώρα θέλει να πουλήσει κι άλλα, έχει χορηγήσει στο Ινστιτούτο 1 εκατομ. δολλάρια. Το “Ινστιτούτο για την Ειρήνη” χτυπιέται κυριολεκτικά για να παρέμβουν οι ΗΠΑ στην Συρία και κάνει ό,τι μπορεί για να στείλουν περισσότερα όπλα στην ουκρανική πυριτιδαποθήκη. Ζητάει, επίσης, από τις ευρωπαϊκές χώρες να διπλασιάσουν τον στρατιωτικό τους προϋπολογισμό.
Η Αμερικανική Επιτροπή για το ΝΑΤΟ, ένα άλλο θινκ-τανκ, ιδρύθηκε από ένα πρώην γενικό διευθυντή της Lockheed και πίεζε επιτυχώς όλα αυτά τα χρόνια για να επεκταθεί η συμμαχία του ΝΑΤΟ μέχρι την αυλή της Ρωσσίας. Αυτή η κατευθυνόμενη άνοδος της έντασης στην Ευρώπη, που καταγράφηκε στην πρόσφατη Σύνοδο της Βαρσοβίας, αποφέρει μεγάλα κέρδη στο λόμπυ του πολέμου.
Ένα άλλο θινκ-τανκ με μεγάλη επιρροή είναι το Atlantic Council, που ιδρύθηκε από κοινού από την Raytheon και την Lockheed. Πριμοδοτεί συνεχώς την συγγραφή άρθρων, αναλύσεων και πρωτοσέλιδων του στυλ “Γιατί με τον Πούτιν είναι Αδύνατη η Ειρήνη” και παροτρύνει τις κυβερνήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης να “δεσμευθούν για μεγαλύτερες αμυντικές δαπάνες” για να αντιμετωπίσουν “την ρεβανσιστική Ρωσσία”.
Πολλές κριτικές για σπάταλες στρατιωτικές δαπάνες έχουν πλήξει σοβαρά το πρόγραμμα του νέου μαχητικού αεροσκάφους F-35, που κοστίζει τρισεκατομ. δολλάρια, επιχειρηματολογώντας ότι είναι ήδη παρωχημένο στην εποχή του πολέμου με drones.
Ανοησίες, απάντησε ο διευθυντής του Ινστιτούτου Lexington, μια άλλης “φωλιάς” του λόμπυ του πολέμου. Σε πρόσφατο άρθρο του παρουσίασε το F-35 ως “μια επαναστατική πλατφόρμα” με “ικανότητες που είναι μακράν οποιουδήποτε υπάρχοντος δυτικού μαχητικού”.
Αυτό που δεν λέγεται είναι το γεγονός οτι το Lexington είναι ένα ακόμα μετωπικό ίδρυμα της βιομηχανίας όπλων, υποστηριζόμενο από συνεισφορές από την Lockheed -του κατασκευαστή των F-35- και από την Μπόϊνγκ, την Northrop και άλλους “εργολάβους” (κοντράκτορες) στον χώρο της άμυνας.
Τα θινκ-τανκς της Ουάσιγκτων είναι το ένα χέρι του matrix, που προωθεί την αμερικανική βιομηχανία όπλων. Με το άλλο χέρι, οι σχεδόν 50 εταιρείες που την αποτελούν συνεισφέρουν εκατομμύρια δολλάρια στις προεκλογικές εκστρατείες μελών του Κογκρέσσου.
Αναθέτουν, επίσης, εργολαβίες σε όλες τις Πολιτείες των ΗΠΑ έτσι ώστε να απασχολούνται εργαζόμενοι σ' αυτές σε όσο το δυνατόν περισσότερες περιοχές όπου εκλέγονται τα μέλη του Κογκρέσσου. Τα εξαρτήματα του F-35, για παράδειγμα, παράγονται σε 46 Πολιτείες. Αυτή η πρακτική είναι δαιμονικά αποτελεσματική στο να εξασφαλίζει ότι τα μέλη του Κογκρέσσου θα συνεχίσουν να στηρίζουν τα νέα οπλικά προγράμματα, όσο λάθος κι αν είναι, για να μην χαθούν θέσεις εργασίας των ψηφοφόρων τους.
Για όλους αυτούς τους λόγους, η πρόσφατη “εξέγερση” του Κογκρέσσου των ΗΠΑ ενάντια στην νέα οπλική συμφωνία με την Σαουδική Αραβία είναι εκπληκτική. (Βέβαια, δεν ακούσατε τίποτε από τα ενσωματωμένα ΜΜΕ)... Τέσσερις Γερουσιαστές -δύο από κάθε κόμμα- κατέθεσαν ένα ψήφισμα για να επηρεάσουν την ψήφο της Γερουσίας για την συμφωνία αυτήν.
Εξήντα τέσσερα μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων υπέγραψαν μια επιστολή, προειδοποιώντας ότι η συμφωνία θα είχε “ένα βαθιά ανησυχητικό αποτέλεσμα σε αμάχους” στην Υεμένη, όπου η Σαουδική Αραβία διεξάγει μια άγρια στρατιωτική επέμβαση. Τα Ηνωμένα Έθνη έχουν εκτιμήσει ότι οι βομβαρδισμοί που κάνει το μπλοκ των σαουδαραβικών δυνάμεων στην Υεμένη είναι υπεύθυνοι για “τις διπλάσιες απώλειες αμάχων απ' ό,τι όλες οι άλλες αντιμαχόμενες παρατάξεις μαζί”.
Ο Λευκός Οίκος θέλει, παρ' όλα αυτά, να πουλήσει στους Σαουδάραβες 153 τεθωρακισμένα άρματα μάχης της General Dynamics για να χρησιμοποιηθούν στην Υεμένη, καθώς και πολυβόλα, νάρκες και άλλο πολεμικό υλικό.
Από την αρχή της θητείας του, ο Ομπάμα έχει κάνει 42 συμφωνίες για πώληση όπλων στο Ριάντ, αξίας ίσης με το ιλιγγιώδες ποσό των 115 δισεκατομ. δολλαρίων.
Για κάποιους, όμως, στο Κογκρέσσο, η τελευταία συμφωνία είναι ένα οριακό σημείο. Είναι απρόθυμοι να εγκρίνουν αποστολή όπλων που θα χρησιμοποιηθούν κατ' αρχάς στην Υεμένη και, στην συνέχεια, σε άλλες επιχειρήσεις που εξυπηρετούν τα σαουδαραβικά συμφέροντα, τα οποία, όπως πιστεύουν, δεν συμπίπτουν με αυτά των Ηνωμένων Πολιτειών. “Υπάρχει ένα δικό μας αποτύπωμα σε κάθε ζωή αθώου πολίτη που χάνεται στην Υεμένη”, είπε ο Δημοκρατικός Γερουσιαστής του Κοννέκτικατ, Κρις Μέρφυ (Chris Murphy), που είναι από τους εισηγητές της απόφασης να εμποδιστεί η συμφωνία.
“Είμαστε σε πόλεμο με την General Dynamics”, είπε στα μέσα Σεπτεμβρίου ένας από τους υποστηρικτές της πρότασης.
Ο Γερουσιαστής του Κεντάκυ, Ραντ Πωλ, χαρακτήρισε την συμφωνία “συνταγή για καταστροφή”.
Εάν μπλοκαριστεί αυτή η συμφωνία πώλησης όπλων, θα είναι ένα δυνατό χτύπημα κατά ενός από τα πιο ισχυρά λόμπυ των Επικυρίαρχων. Αυτό θα προκαλούσε ρίγος σε πολλούς στους διαδρόμους της εξουσίας στο Πεντάγωνο, στην πολεμική βιομηχανία και στην Σαουδική Αραβία, που παίζει έναν κεντρικό ρόλο στην ισλαμική τρομοκρατία.
Ούτως ή άλλως, θα τραβήξει περισσότερο την προσοχή στον καταστροφικό πόλεμο που υποκινείται από την Σαουδική Αραβία και υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ.
Όπως ήταν αναμενόμενο, η βιομηχανία όπλων και το λόμπυ του πολέμου κινητοποίησαν τις δυνάμεις τους για να αποτρέψουν αυτή την απόφαση της Γερουσίας.
[Η Γερουσία απέρριψε τελικά το μπλοκάρισμα της πώλησης όπλων. Αλλά το Κογκρέσσο θα ψηφίσει τις επόμενες ημέρες υπέρ ενός άλλου εξαιρετικά ευαίσθητου ζητήματος, της απόρριψης του βέτο του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα επί ενός νομοσχεδίου που θα επέτρεπε σε θύματα και οικογένειες θυμάτων των τρομοκρατικών επιθέσεων τις 11/9 να μηνύσουν την Σαουδική Αραβία για τον υποτιθέμενο ρόλο της σ' αυτές]. [Π.τ.Φ.]
Stephen Kinzer, Boston Globe, 14/09/2016
Πηγή "Πύλη των Φίλων"
από Ας Μιλήσουμε Επιτέλους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες