του Γιάννη Λαζάρου
Είναι γραφτό να πορεύεσαι στη ζωή με την μπόχα να μην σε αφήνει να αναπνεύσεις, ειδικά σε καιρούς "ειρήνης" και πλάνας "δημοκρατικής λευτεριάς". Το τραγούδι των βόθρων καλά κρατεί στην Ελλάδα από εκείνη την εβδομάδα της λευτεριάς το '45 μέχρι σήμερα.
Θα τους ακούσεις θέλεις δεν θέλεις από το καφενείο του χωριού, που σήμερα είναι και φατσοβιβλίο, μέχρι και επίσημα από τα Μέσα Μαζικής Εξαθλίωσης όπου η βρώμα που ξερνάνε κάνει την χαβούζα να μοιάζει παράδεισος. Φυσικά δεν είναι καθόλου τυχαία η εκκένωση που κάνουν στα μούτρα μας. Όταν τους ανασύρουν να βρωμίσουν ξανά τον αέρα κάτι ετοιμάζουν. Τους επαναφέρουν να μιλήσουν στους οπαδούς τους για κάποιο σκοπό για να γίνουν πιο εύκολα τα σχέδιά τους.
Η απορία για το πώς θα ήταν τα πράγματα αν δεν τραγουδούσαν καθημερινά αυτές οι χαβούζες παντού λύνεται από την αντιπαράθεση ενός βόθρου με έναν σκεπτόμενο άνθρωπο στην σημερινή Ελλάδα.
"Η δύναμη των Τούρκων ήταν σαφώς υπέρτερη. Υπήρχε συντριπτική υπεροχή της Τουρκίας εάν γινόταν το μπραφ θα κλαίγανε μανούλες από την πλευρά μας".
Άδειασε κι άλλα ο βόθρος αλλά θα μείνουμε στο μπραφ.
Μπραφ κατά τον χαβούζα είναι η κλήση να υπερασπιστείς ιερά και όσια. Θα μου πεις καταλαβαίνει ο χαβούζας από τέτοια; Και θα σου πω ρώτα τους οπαδούς του. Ένα μπραφ ήταν και στα Ηπειρώτικα βουνά το '40, ένα μπραφ ήταν και το Ρούπελ, ένα μπραφ και το ύψωμα 731, ένα μπραφ και ο Στέλιος ο Καρδάρας, ένα μπραφ και η αντίσταση κατά των Ναζιστηρίων και για να πάμε και πολύ πίσω ένα μπραφ ήταν και ο Λεωνίδας που δεν κατάφερε τίποτε αφού στο τέλος τον έσφαξαν κι αυτόν προδομένο από βόθρους της εποχής.
Τα "μπραφ" δεν έχουν τέλος στην Ελλάδα διότι όταν χρειάστηκε δεν το είδαν έτσι οι Έλληνες αλλά κάπως αλλιώς δίνοντας την ζωή τους για να έρθει μετά σε καιρούς ειρηνικούς ο χαβούζος και να λέει την θυσία τους μπραφ.
Στο ξερατό του χαβούζα θα αντιπαραθέσουμε την σκέψη ενός Έλληνα λίγο πριν την συμπλοκή στον Έβρο το '67.
"Τι γυρεύω εγώ εδώ; Κανείς δεν με ρώτησε αν θέλω να έρθω στον στρατό. Να καταταγώ στο Πεζικό ή στο πυροβολικό. Να γίνω ναύτης ή αεροπόρος. Κανείς δεν με ρώτησε αν ήθελα να γίνω δόκιμος. Να περάσω την κόλαση της ΣΕΑΠ. Τον γολγοθά της Ρεντίνας. Να έρθω στον Έβρο. Να πεθάνω στην όχθη του.
Σκέφτομαι κάτι μπούληδες που κάνουν τον άρρωστο, για να βγουν ανίκανοι προς στράτευση. Και κάτι νούμερα που το παίζουν παλαβοί. Απαλλάσσονται κι αυτοί. Σπιτάκι τους. Παλικαράκια όσο αξίζει η ζωούλα σας αξίζει κι η δική μου.
Αλλά τώρα δεν θα ήθελα να είμαι πουθενά αλλού".
Αυτές ήταν οι σκέψεις του έφεδρου αξιωματικού Διονύση Χαριτόπουλου όπως τις ξεδιπλώνει στο βιβλίο του "Πρόβες Πολέμου', λίγο πριν το "μπραφ" κατά τον χαβούζο.
Όμως το "μπραφ" των χιλιάδων Χαριτόπουλων που τελικά έδωσαν τον υπέρ πάντων αγώνα κατά περιόδους ήταν απλά εθνική αξιοπρέπεια, αυτοσεβασμός, ελευθερία. Αγωνίστηκαν για να αναπνέουν καθαρό αέρα και όχι την μπόχα της χαβούζας.
Δεν θέλει και πολύ μυαλό να σκεφτεί κάποιος το γιατί οι βόθροι τραγουδάνε ακόμη και οι Χαριτόπουλοι είναι στραγγαλισμένοι στην γωνία.
Το δυστύχημα είναι πως οι συνθήκες δεν χρειάζονται Χαριτόπουλους για να ξεβρομίσει ο αέρας. Η δημιουργία εκατοντάδων ανεξέλεγκτων χαβούζων επί πληρωμή δημιούργησε από παλιά μια βρωμερή κάστα ορδών που ήταν φυσικό να εθιστούν στην βρώμα και την μπόχα.
Αν δεν με πιστεύεις μίλα με τους οπαδούς τους που αλλάζουν βόθρο εγκατάστασης σε κλάσματα δευτερολέπτου για την βόλεψη.
Όσος ελεύθερος αέρας έχει απομείνει είναι κλεισμένος στο μυαλό ή σε κάποιο βιβλίο κάποιου Χαριτόπουλου. Όρμα να ανασάνεις και κλέψτον στο κάτω-κάτω γιατί θα τον χρειαστείς αφού δεν λες να σκύψεις και να βάλεις στην ίδια μοίρα το "μπραφ" με τα ιερά και τα όσια.-
Στον τοίχο
Είναι γραφτό να πορεύεσαι στη ζωή με την μπόχα να μην σε αφήνει να αναπνεύσεις, ειδικά σε καιρούς "ειρήνης" και πλάνας "δημοκρατικής λευτεριάς". Το τραγούδι των βόθρων καλά κρατεί στην Ελλάδα από εκείνη την εβδομάδα της λευτεριάς το '45 μέχρι σήμερα.
Θα τους ακούσεις θέλεις δεν θέλεις από το καφενείο του χωριού, που σήμερα είναι και φατσοβιβλίο, μέχρι και επίσημα από τα Μέσα Μαζικής Εξαθλίωσης όπου η βρώμα που ξερνάνε κάνει την χαβούζα να μοιάζει παράδεισος. Φυσικά δεν είναι καθόλου τυχαία η εκκένωση που κάνουν στα μούτρα μας. Όταν τους ανασύρουν να βρωμίσουν ξανά τον αέρα κάτι ετοιμάζουν. Τους επαναφέρουν να μιλήσουν στους οπαδούς τους για κάποιο σκοπό για να γίνουν πιο εύκολα τα σχέδιά τους.
Η απορία για το πώς θα ήταν τα πράγματα αν δεν τραγουδούσαν καθημερινά αυτές οι χαβούζες παντού λύνεται από την αντιπαράθεση ενός βόθρου με έναν σκεπτόμενο άνθρωπο στην σημερινή Ελλάδα.
"Η δύναμη των Τούρκων ήταν σαφώς υπέρτερη. Υπήρχε συντριπτική υπεροχή της Τουρκίας εάν γινόταν το μπραφ θα κλαίγανε μανούλες από την πλευρά μας".
Άδειασε κι άλλα ο βόθρος αλλά θα μείνουμε στο μπραφ.
Μπραφ κατά τον χαβούζα είναι η κλήση να υπερασπιστείς ιερά και όσια. Θα μου πεις καταλαβαίνει ο χαβούζας από τέτοια; Και θα σου πω ρώτα τους οπαδούς του. Ένα μπραφ ήταν και στα Ηπειρώτικα βουνά το '40, ένα μπραφ ήταν και το Ρούπελ, ένα μπραφ και το ύψωμα 731, ένα μπραφ και ο Στέλιος ο Καρδάρας, ένα μπραφ και η αντίσταση κατά των Ναζιστηρίων και για να πάμε και πολύ πίσω ένα μπραφ ήταν και ο Λεωνίδας που δεν κατάφερε τίποτε αφού στο τέλος τον έσφαξαν κι αυτόν προδομένο από βόθρους της εποχής.
Τα "μπραφ" δεν έχουν τέλος στην Ελλάδα διότι όταν χρειάστηκε δεν το είδαν έτσι οι Έλληνες αλλά κάπως αλλιώς δίνοντας την ζωή τους για να έρθει μετά σε καιρούς ειρηνικούς ο χαβούζος και να λέει την θυσία τους μπραφ.
Στο ξερατό του χαβούζα θα αντιπαραθέσουμε την σκέψη ενός Έλληνα λίγο πριν την συμπλοκή στον Έβρο το '67.
"Τι γυρεύω εγώ εδώ; Κανείς δεν με ρώτησε αν θέλω να έρθω στον στρατό. Να καταταγώ στο Πεζικό ή στο πυροβολικό. Να γίνω ναύτης ή αεροπόρος. Κανείς δεν με ρώτησε αν ήθελα να γίνω δόκιμος. Να περάσω την κόλαση της ΣΕΑΠ. Τον γολγοθά της Ρεντίνας. Να έρθω στον Έβρο. Να πεθάνω στην όχθη του.
Σκέφτομαι κάτι μπούληδες που κάνουν τον άρρωστο, για να βγουν ανίκανοι προς στράτευση. Και κάτι νούμερα που το παίζουν παλαβοί. Απαλλάσσονται κι αυτοί. Σπιτάκι τους. Παλικαράκια όσο αξίζει η ζωούλα σας αξίζει κι η δική μου.
Αλλά τώρα δεν θα ήθελα να είμαι πουθενά αλλού".
Αυτές ήταν οι σκέψεις του έφεδρου αξιωματικού Διονύση Χαριτόπουλου όπως τις ξεδιπλώνει στο βιβλίο του "Πρόβες Πολέμου', λίγο πριν το "μπραφ" κατά τον χαβούζο.
Όμως το "μπραφ" των χιλιάδων Χαριτόπουλων που τελικά έδωσαν τον υπέρ πάντων αγώνα κατά περιόδους ήταν απλά εθνική αξιοπρέπεια, αυτοσεβασμός, ελευθερία. Αγωνίστηκαν για να αναπνέουν καθαρό αέρα και όχι την μπόχα της χαβούζας.
Δεν θέλει και πολύ μυαλό να σκεφτεί κάποιος το γιατί οι βόθροι τραγουδάνε ακόμη και οι Χαριτόπουλοι είναι στραγγαλισμένοι στην γωνία.
Το δυστύχημα είναι πως οι συνθήκες δεν χρειάζονται Χαριτόπουλους για να ξεβρομίσει ο αέρας. Η δημιουργία εκατοντάδων ανεξέλεγκτων χαβούζων επί πληρωμή δημιούργησε από παλιά μια βρωμερή κάστα ορδών που ήταν φυσικό να εθιστούν στην βρώμα και την μπόχα.
Αν δεν με πιστεύεις μίλα με τους οπαδούς τους που αλλάζουν βόθρο εγκατάστασης σε κλάσματα δευτερολέπτου για την βόλεψη.
Όσος ελεύθερος αέρας έχει απομείνει είναι κλεισμένος στο μυαλό ή σε κάποιο βιβλίο κάποιου Χαριτόπουλου. Όρμα να ανασάνεις και κλέψτον στο κάτω-κάτω γιατί θα τον χρειαστείς αφού δεν λες να σκύψεις και να βάλεις στην ίδια μοίρα το "μπραφ" με τα ιερά και τα όσια.-
Στον τοίχο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες