Για «αντισυνταγματική υπέρβαση αρμοδιοτήτων, έμπρακτη αμετροέπεια, έλλειψη σεβασμού σε πρόσωπα και κόμματα και ουσιαστικό αντιπερισπασμό, σε ό,τι αφορά στην αντιμετώπιση των προβλημάτων του λαού και της χώρας» κάνει λόγο σε επιστολή της προς τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Φώφη Γεννηματά, αναφερόμενη στην πρόεδρο της Βουλής, Ζωή Κωνσταντοπούλου, και τον καλεί να δώσει «προσωπικά αμέσως λύση, με τον πλέον προσήκοντα τρόπο».
«Δεν επιτρέπεται άλλο να σιωπούμε» σημειώνει η κ. Γεννηματά
τονίζοντας πως «η συναινετική μας στάση που εκφράστηκε στην εκλογή της Προέδρου της Βουλής δεν μπορεί να καταλήξει σε συνενοχή δια παραλείψεως σε μόνιμη βλάβη της Ελληνικής Δημοκρατίας».
Ολόκληρη η επιστολή της κ. Γεννηματά:
«Αξιότιμε κ. Πρωθυπουργέ, Aγαπητέ Πρόεδρε,
Το τελευταίο διάστημα μας έχει δοθεί επιτέλους η ευκαιρία να ανταλλάξουμε απόψεις για τη δύσκολη συγκυρία στην οποία έχει βρεθεί η χώρα. Έχουμε συζητήσει και σας έχουμε καταστήσει σαφείς τις θέσεις μας.
Στο κρίσιμο αυτό σταυροδρόμι, το σύνολο των δημοκρατικών δυνάμεων του τόπου κατάφερε να διαμορφώσει ένα ελάχιστο επίπεδο συναίνεσης, τουλάχιστον όσον αφορά στο στρατηγικό προσανατολισμό της χώρας. Όπως είναι σε όλους γνωστό, το ΠΑΣΟΚ στήριξε καθοριστικά την κυβέρνηση με την υπερψήφιση των προαπαιτουμένων της διαπραγμάτευσης για την τρίτη συμφωνία, παρά τα λάθη που έγιναν μετά την 25η Ιανουαρίου και παρά το γεγονός της απόλυτα εχθρικής σας στάσης, όταν εμείς ζητούσαμε ανάλογη στήριξη και συνεννόηση. Είχαμε, άλλωστε ξεκαθαρίσει στους πολίτες προεκλογικά, ότι θα είμαστε μετεκλογικά μια πολιτική δύναμη ευθύνης και το αποδεικνύουμε.
Στο πλαίσιο αυτής της απαραίτητης για τη χώρα και τους πολίτες θεσμικής συναίνεσης και της εμπέδωσης του αναγκαίου κλίματος εθνικής συνεννόησης, το ΠΑΣΟΚ στήριξε και την πρωτοβουλία σας να προτείνετε για το τρίτο κατά θεσμική σειρά κι αξιολόγηση πολιτειακό αξίωμα, αυτό του Προέδρου της Βουλής, μια βουλευτή με μόλις λίγα έτη κοινοβουλευτικής εμπειρίας.
Παραμερίζοντας ορισμένα πολύ ανησυχητικά δείγματα γραφής, που ήδη είχε δώσει κατά την προηγούμενη περίοδο της Βουλής. Ο σεβασμός στη βούληση της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού και της κοινοβουλευτικής της έκφρασης υπερίσχυσε των επιφυλάξεων και ενστάσεών μας για το πρόσωπο που προτείνατε, να καταστεί φορέας του τόσο σημαντικού αυτού αξιώματος. Η ανωτέρω απόφασή μας, όμως, δεν αποτέλεσε σε καμία περίπτωση παραχώρηση «λευκής επιταγής» και δεν πρέπει να παρερμηνεύεται.
Θεωρήσαμε, βέβαια, από την πρώτη στιγμή ως αυτονόητη την προσδοκία μας η κυρία Πρόεδρος να ανταποκριθεί με αίσθημα ευθύνης στα καθήκοντά της, όπως περιγράφονται και οριοθετούνται από το Σύνταγμα (ιδίως άρθρο 65 για τη διεύθυνση των εργασιών της εθνικής αντιπροσωπείας και 34 για την αναπλήρωση του Προέδρου της Δημοκρατίας από τον Πρόεδρο της Βουλής), καθώς και από τον Κανονισμό της Βουλής (άρθρο 11). Με σεβασμό πρωτίστως στις διαδικασίες και στο σύνολο των βουλευτών, αλλά και των κομμάτων του ελληνικού Κοινοβουλίου.
Η συνέχεια δυστυχώς είναι λίγο πολύ γνωστή και ιδιαιτέρως δυσάρεστη. Τις θεσμικά εύλογες προσδοκίες μας, τις οποίες τεκμηριώνει η παρουσία και το έργο πολλών προκατόχων της Προέδρου της Βουλής, ανθρώπων που έχαιραν γενικού κύρους, εκτίμησης και αποδοχής, ήρθε να διαψεύσει βάναυσα η πραγματικότητα. Δηλαδή, η εκ μέρους της Προέδρου καθημερινή διαχείριση και διεκπεραίωση των υποθέσεων του Κοινοβουλίου.
Δεν θα επεκταθώ σε λεπτομέρειες που είναι δυστυχώς γνωστές στο πανελλήνιο. Θα αναφέρω όμως τα βασικά χαρακτηριστικά μιας συμπεριφοράς, που κι εσείς ο ίδιος, μια πτυχή της, την χαρακτηρίσατε ως «θεσμική δυσαρμονία».
Ο τρόπος άσκησης των καθηκόντων της Προέδρου της Βουλής ουδόλως ευνόησε την εύρυθμη λειτουργία του Κοινοβουλίου, παρά τις περί του αντιθέτου ηχηρές διακηρύξεις της. Με συχνά αυθαίρετες προσωπικές ερμηνείες διατάξεων του Κανονισμού και εξωθεσμική επέκταση των αρμοδιοτήτων της, φανερή υπήρξε η επιδίωξη της διαμόρφωσης ενός διακριτού υπερκείμενου των κρατικών λειτουργιών αξιώματος και ρόλου, που ρητά απαγορεύεται από το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Με τον τρόπο αυτό η κυρία Πρόεδρος σταδιακά κατέληξε να εκφράζει κυρίως προσωπικές και ενίοτε παρεκκλίνουσες θεσμικά απόψεις της, μακριά τόσο από το γράμμα και το πνεύμα του Συντάγματος, όσο και από τις πολιτικές και λειτουργικές ανάγκες της εθνικής αντιπροσωπείας.
Η διάθεσή της για επέκταση των αρμοδιοτήτων έφτασε στο σημείο της δημιουργίας προσωπικών μηχανισμών προβολής, καθώς και ίδρυσης μη θεσμικών, ιδιότυπων σωμάτων, που λειτούργησαν παράλληλα με τα θεσμικώς προβλεπόμενα, βλάπτοντας μάλιστα διακηρυγμένους εθνικούς στόχους.
Αναφέρομαι προφανώς στην περιβόητη Επιτροπή Αλήθειας για το χρέος, στις πολυποίκιλες επιστολές στο εσωτερικό και εξωτερικό της χώρας για θέματα που δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της (την επιτίμησε έμμεσα έως και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας), τις συνεντεύξεις τύπου, αλλά και την τουλάχιστον ιδιότυπη λειτουργία του τηλεοπτικού σταθμού της Βουλής.
Και πέραν, όμως, όλων αυτών, η καθημερινή πρακτική της κυρίας Ζ. Κωνσταντοπούλου στη διεύθυνση των συζητήσεων δεν προσιδιάζει στο ρόλο της Προέδρου και δεν εναρμονίζεται με τον προσήκοντα σεβασμό στους συναδέλφους, αλλά και το ρόλο των κομμάτων.
Η διάθεση παρεμβολής, σχολιασμού, ακόμη και διακοπής ομιλιών συναδέλφων, πολλώ δε μάλλον πολιτικών αρχηγών, δεν έχει ιστορικό προηγούμενο και δεν προάγει το δημοκρατικό σεβασμό στο διάλογο και την άποψη της μειοψηφίας, αλλά προσφάτως και της πλειοψηφίας!
Επιστέγασμα της κοινοβουλευτικής αυτής πρακτικής κι ενώ η χώρα βρίσκεται ενώπιον δραματικών εκκρεμοτήτων , αποτελεί η διαρκής «αίρεση» σε εθνικού χαρακτήρα αποφάσεις, με βάση
την προσωπική της ερμηνευτική προσέγγιση διαδικασιών και καταστάσεων.
Για το επίσης πρωτοφανές θέμα της ριζικής διαφωνίας της Προέδρου στην κεντρική κυβερνητική πολιτική επιλογή που και εσείς φέρεσθε να θίξατε, δεν θέλω να επεκταθώ, διότι το θεσμικό ζήτημα είναι καταφανές.
Ιδίως, όταν φτάνει στο σημείο η Πρόεδρος να ισχυρίζεται, ενώπιον διεθνούς κοινού, πως οι ευρωπαϊκές και διεθνείς συμφωνίες της χώρας συνιστούν εκβιασμό και πραξικόπημα και πως η υπεύθυνη Ελληνική Κυβέρνηση κι εσείς προσωπικά, αποφασίζετε, όχι κυρίαρχα, με επίγνωση και συναίσθηση, αλλά τελούντες σε κατάσταση απειλής!
Για όλα αυτά που συνθέτουν αντισυνταγματική υπέρβαση αρμοδιοτήτων, έμπρακτη αμετροέπεια, έλλειψη σεβασμού σε πρόσωπα και κόμματα και ουσιαστικό αντιπερισπασμό, σε ό,τι αφορά στην αντιμετώπιση των προβλημάτων του λαού και της χώρας, δεν επιτρέπεται άλλο να σιωπούμε.
Η συναινετική μας στάση που εκφράστηκε στην εκλογή της Προέδρου της Βουλής δεν μπορεί να καταλήξει σε συνενοχή δια παραλείψεως σε μόνιμη βλάβη της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Γι' αυτό, κύριε Πρωθυπουργέ, είναι προφανές πως οι περιστάσεις απαιτούν να δώσετε εσείς προσωπικά αμέσως λύση, με τον πλέον προσήκοντα τρόπο.
Το ΠΑΣΟΚ θα στηρίξει μια θεσμικά και ιστορικά υπεύθυνη επιλογή, που θα συμβάλει στην ομαλοποίηση του κοινοβουλευτικού αλλά και γενικότερα του δημοκρατικού μας βίου και θα επιτρέψει την επικέντρωση της προσοχής και την αφιέρωσή μας στα δραματικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα και οι πολίτες.
Με ιδιαίτερη εκτίμηση,
Φώφη Γεννηματά»
«Δεν επιτρέπεται άλλο να σιωπούμε» σημειώνει η κ. Γεννηματά
τονίζοντας πως «η συναινετική μας στάση που εκφράστηκε στην εκλογή της Προέδρου της Βουλής δεν μπορεί να καταλήξει σε συνενοχή δια παραλείψεως σε μόνιμη βλάβη της Ελληνικής Δημοκρατίας».
Ολόκληρη η επιστολή της κ. Γεννηματά:
«Αξιότιμε κ. Πρωθυπουργέ, Aγαπητέ Πρόεδρε,
Το τελευταίο διάστημα μας έχει δοθεί επιτέλους η ευκαιρία να ανταλλάξουμε απόψεις για τη δύσκολη συγκυρία στην οποία έχει βρεθεί η χώρα. Έχουμε συζητήσει και σας έχουμε καταστήσει σαφείς τις θέσεις μας.
Στο κρίσιμο αυτό σταυροδρόμι, το σύνολο των δημοκρατικών δυνάμεων του τόπου κατάφερε να διαμορφώσει ένα ελάχιστο επίπεδο συναίνεσης, τουλάχιστον όσον αφορά στο στρατηγικό προσανατολισμό της χώρας. Όπως είναι σε όλους γνωστό, το ΠΑΣΟΚ στήριξε καθοριστικά την κυβέρνηση με την υπερψήφιση των προαπαιτουμένων της διαπραγμάτευσης για την τρίτη συμφωνία, παρά τα λάθη που έγιναν μετά την 25η Ιανουαρίου και παρά το γεγονός της απόλυτα εχθρικής σας στάσης, όταν εμείς ζητούσαμε ανάλογη στήριξη και συνεννόηση. Είχαμε, άλλωστε ξεκαθαρίσει στους πολίτες προεκλογικά, ότι θα είμαστε μετεκλογικά μια πολιτική δύναμη ευθύνης και το αποδεικνύουμε.
Στο πλαίσιο αυτής της απαραίτητης για τη χώρα και τους πολίτες θεσμικής συναίνεσης και της εμπέδωσης του αναγκαίου κλίματος εθνικής συνεννόησης, το ΠΑΣΟΚ στήριξε και την πρωτοβουλία σας να προτείνετε για το τρίτο κατά θεσμική σειρά κι αξιολόγηση πολιτειακό αξίωμα, αυτό του Προέδρου της Βουλής, μια βουλευτή με μόλις λίγα έτη κοινοβουλευτικής εμπειρίας.
Παραμερίζοντας ορισμένα πολύ ανησυχητικά δείγματα γραφής, που ήδη είχε δώσει κατά την προηγούμενη περίοδο της Βουλής. Ο σεβασμός στη βούληση της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού και της κοινοβουλευτικής της έκφρασης υπερίσχυσε των επιφυλάξεων και ενστάσεών μας για το πρόσωπο που προτείνατε, να καταστεί φορέας του τόσο σημαντικού αυτού αξιώματος. Η ανωτέρω απόφασή μας, όμως, δεν αποτέλεσε σε καμία περίπτωση παραχώρηση «λευκής επιταγής» και δεν πρέπει να παρερμηνεύεται.
Θεωρήσαμε, βέβαια, από την πρώτη στιγμή ως αυτονόητη την προσδοκία μας η κυρία Πρόεδρος να ανταποκριθεί με αίσθημα ευθύνης στα καθήκοντά της, όπως περιγράφονται και οριοθετούνται από το Σύνταγμα (ιδίως άρθρο 65 για τη διεύθυνση των εργασιών της εθνικής αντιπροσωπείας και 34 για την αναπλήρωση του Προέδρου της Δημοκρατίας από τον Πρόεδρο της Βουλής), καθώς και από τον Κανονισμό της Βουλής (άρθρο 11). Με σεβασμό πρωτίστως στις διαδικασίες και στο σύνολο των βουλευτών, αλλά και των κομμάτων του ελληνικού Κοινοβουλίου.
Η συνέχεια δυστυχώς είναι λίγο πολύ γνωστή και ιδιαιτέρως δυσάρεστη. Τις θεσμικά εύλογες προσδοκίες μας, τις οποίες τεκμηριώνει η παρουσία και το έργο πολλών προκατόχων της Προέδρου της Βουλής, ανθρώπων που έχαιραν γενικού κύρους, εκτίμησης και αποδοχής, ήρθε να διαψεύσει βάναυσα η πραγματικότητα. Δηλαδή, η εκ μέρους της Προέδρου καθημερινή διαχείριση και διεκπεραίωση των υποθέσεων του Κοινοβουλίου.
Δεν θα επεκταθώ σε λεπτομέρειες που είναι δυστυχώς γνωστές στο πανελλήνιο. Θα αναφέρω όμως τα βασικά χαρακτηριστικά μιας συμπεριφοράς, που κι εσείς ο ίδιος, μια πτυχή της, την χαρακτηρίσατε ως «θεσμική δυσαρμονία».
Ο τρόπος άσκησης των καθηκόντων της Προέδρου της Βουλής ουδόλως ευνόησε την εύρυθμη λειτουργία του Κοινοβουλίου, παρά τις περί του αντιθέτου ηχηρές διακηρύξεις της. Με συχνά αυθαίρετες προσωπικές ερμηνείες διατάξεων του Κανονισμού και εξωθεσμική επέκταση των αρμοδιοτήτων της, φανερή υπήρξε η επιδίωξη της διαμόρφωσης ενός διακριτού υπερκείμενου των κρατικών λειτουργιών αξιώματος και ρόλου, που ρητά απαγορεύεται από το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Με τον τρόπο αυτό η κυρία Πρόεδρος σταδιακά κατέληξε να εκφράζει κυρίως προσωπικές και ενίοτε παρεκκλίνουσες θεσμικά απόψεις της, μακριά τόσο από το γράμμα και το πνεύμα του Συντάγματος, όσο και από τις πολιτικές και λειτουργικές ανάγκες της εθνικής αντιπροσωπείας.
Η διάθεσή της για επέκταση των αρμοδιοτήτων έφτασε στο σημείο της δημιουργίας προσωπικών μηχανισμών προβολής, καθώς και ίδρυσης μη θεσμικών, ιδιότυπων σωμάτων, που λειτούργησαν παράλληλα με τα θεσμικώς προβλεπόμενα, βλάπτοντας μάλιστα διακηρυγμένους εθνικούς στόχους.
Αναφέρομαι προφανώς στην περιβόητη Επιτροπή Αλήθειας για το χρέος, στις πολυποίκιλες επιστολές στο εσωτερικό και εξωτερικό της χώρας για θέματα που δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της (την επιτίμησε έμμεσα έως και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας), τις συνεντεύξεις τύπου, αλλά και την τουλάχιστον ιδιότυπη λειτουργία του τηλεοπτικού σταθμού της Βουλής.
Και πέραν, όμως, όλων αυτών, η καθημερινή πρακτική της κυρίας Ζ. Κωνσταντοπούλου στη διεύθυνση των συζητήσεων δεν προσιδιάζει στο ρόλο της Προέδρου και δεν εναρμονίζεται με τον προσήκοντα σεβασμό στους συναδέλφους, αλλά και το ρόλο των κομμάτων.
Η διάθεση παρεμβολής, σχολιασμού, ακόμη και διακοπής ομιλιών συναδέλφων, πολλώ δε μάλλον πολιτικών αρχηγών, δεν έχει ιστορικό προηγούμενο και δεν προάγει το δημοκρατικό σεβασμό στο διάλογο και την άποψη της μειοψηφίας, αλλά προσφάτως και της πλειοψηφίας!
Επιστέγασμα της κοινοβουλευτικής αυτής πρακτικής κι ενώ η χώρα βρίσκεται ενώπιον δραματικών εκκρεμοτήτων , αποτελεί η διαρκής «αίρεση» σε εθνικού χαρακτήρα αποφάσεις, με βάση
την προσωπική της ερμηνευτική προσέγγιση διαδικασιών και καταστάσεων.
Για το επίσης πρωτοφανές θέμα της ριζικής διαφωνίας της Προέδρου στην κεντρική κυβερνητική πολιτική επιλογή που και εσείς φέρεσθε να θίξατε, δεν θέλω να επεκταθώ, διότι το θεσμικό ζήτημα είναι καταφανές.
Ιδίως, όταν φτάνει στο σημείο η Πρόεδρος να ισχυρίζεται, ενώπιον διεθνούς κοινού, πως οι ευρωπαϊκές και διεθνείς συμφωνίες της χώρας συνιστούν εκβιασμό και πραξικόπημα και πως η υπεύθυνη Ελληνική Κυβέρνηση κι εσείς προσωπικά, αποφασίζετε, όχι κυρίαρχα, με επίγνωση και συναίσθηση, αλλά τελούντες σε κατάσταση απειλής!
Για όλα αυτά που συνθέτουν αντισυνταγματική υπέρβαση αρμοδιοτήτων, έμπρακτη αμετροέπεια, έλλειψη σεβασμού σε πρόσωπα και κόμματα και ουσιαστικό αντιπερισπασμό, σε ό,τι αφορά στην αντιμετώπιση των προβλημάτων του λαού και της χώρας, δεν επιτρέπεται άλλο να σιωπούμε.
Η συναινετική μας στάση που εκφράστηκε στην εκλογή της Προέδρου της Βουλής δεν μπορεί να καταλήξει σε συνενοχή δια παραλείψεως σε μόνιμη βλάβη της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Γι' αυτό, κύριε Πρωθυπουργέ, είναι προφανές πως οι περιστάσεις απαιτούν να δώσετε εσείς προσωπικά αμέσως λύση, με τον πλέον προσήκοντα τρόπο.
Το ΠΑΣΟΚ θα στηρίξει μια θεσμικά και ιστορικά υπεύθυνη επιλογή, που θα συμβάλει στην ομαλοποίηση του κοινοβουλευτικού αλλά και γενικότερα του δημοκρατικού μας βίου και θα επιτρέψει την επικέντρωση της προσοχής και την αφιέρωσή μας στα δραματικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα και οι πολίτες.
Με ιδιαίτερη εκτίμηση,
Φώφη Γεννηματά»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες