Ποιος μας βεβαιώνει ότι αυτοί που μας έπνιξαν θέλουν τώρα να μας σώσουν και δεν επιδιώκουν απλά να μας αποτελειώσουν;
Ζείδωρον
του Θανάση Λυρτσογιάννη
Η Ελλάδα απαιτεί μεταρρυθμίσεις. Είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου. Μόνο με ριζικές και ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις μπορεί να σωθεί η χώρα. Η συμφωνία με τους δανειστές δεν έχει καμία αξία αν δεν υπάρξει σχέδιο ευρύτατων μεταρρυθμίσεων σε ολόκληρο το φάσμα της πολιτικοοικονομικής ζωής και δραστηριότητας της χώρας.
Από τη στήλη αυτή το τονίσαμε επανειλημμένα και θα το τονίζουμε χωρίς να κουραστούμε.
Σε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Centre of European Reform εκφράζεται μία πολύ ενδιαφέρουσα και συμπυκνωμένη προσέγγιση του θέματος και φανερώνει την πυξίδα που θα έπρεπε να έχει η ελληνική κυβέρνηση, τα ελληνικά κόμματα η ελληνική κοινωνία, αλλά και οι Ευρωπαίοι εταίροι αν θέλουν η Ελλάδα να βγει οριστικά από την κρίση και να βρει το δρόμο της.
Το άρθρο είναι:
Μια συμφωνία ανάμεσα στην Ελλάδα και τους πιστωτές της εξακολουθεί να είναι το βασικό σενάριο αναφέρει σε ειδική ανάλυση της ένα από τα σημαντικότερα ινστιτούτα σκέψης της Ευρώπης το Centre For European Reform στο Λονδίνο.
Με βάση το ινστιτούτο, αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα, είναι μια κυβέρνηση που θα αλλάξει τους θεσμούς της χώρας και θα υιοθετήσει ευέλικτες δημοσιονομικές πολιτικές.
Οι τρέχουσες διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην Ελλάδα και τους πιστωτές της, εισέρχονται στην τελική φάση.Ελλάδα και δανειστές βρίσκονται ακόμη πολύ μακριά - ως επί το πλείστον για τις μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας και των συντάξεων.
Να σημειωθεί ότι αυτές τις μεταρρυθμίσεις δεν τις αρνείται μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η προηγούμενη ελληνική κυβέρνηση της ΝΔ είχε αρνηθεί να τις εφαρμόσει.
Η κρίσιμη προθεσμία είναι η 30η Ιουνίου, όταν η Ελλάδα θα πρέπει να καταβάλει 1,6 δισεκ. στο ΔΝΤ, μετά την ομαδοποίηση των δόσεων και ακολουθεί αποπληρωμή ελληνικού ομολόγου που κατέχει η ΕΚΤ στις 20 Ιουλίου.
Μια συμφωνία για τις μεταρρυθμίσεις και τους δημοσιονομικούς στόχους κατά πάσα πιθανότητα θα επιτευχθεί.Κανείς δεν έχει συμφέρον ούτε ο Τσίπρας, ο ΣΥΡΙΖΑ, ούτε η Merkel και η ευρωζώνη από ένα Grexit.
Ωστόσο, μια συμφωνία θα είναι μια βραχυπρόθεσμη λύση και όχι μια μακροπρόθεσμη λύση.
Η Ελλάδα πρέπει να διαμορφώσει μια μακροπρόθεσμη, στρατηγική με διακομματική στήριξη με στόχο να αντιμετωπιστούν τα θεσμικά της προβλήματα.
Οι πιστωτές, από την άλλη πλευρά, πρέπει να υποστηρίξουν ένα τέτοιο μακροπρόθεσμο σχέδιο θέτοντας περισσότερο λογικούς δημοσιονομικούς στόχους και ελάφρυνση του χρέους στο τραπέζι.
Αν και οι δύο πλευρές ταυτιστούν τότε μπορεί να υπάρχει όχι απλά συμφωνία αλλά λύση στο ελληνικό πρόβλημα.
Η πολιτική μιας συμφωνίας
Το βασικό πολιτικό ερώτημα είναι:μπορεί ο Τσίπρας, η Merkel και οι ηγέτες της ευρωζώνης να περάσουν μια συμφωνία στα δικά τους κοινοβούλια και τους ψηφοφόρους τους;
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ ήθελε να απορρίψει μια συμφωνία, το κόμμα θα μπορούσε πιθανότατα να διαιρεθεί, ανοίγοντας το δρόμο για νέες εκλογές εξαιρώντας το πιο ριζοσπαστικό τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τώρα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ένα άνετο προβάδισμα.
Οι συνέπειες της απόρριψης μιας συμφωνίας θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε capital controls στις τράπεζες και θα άλλαζαν τα πολιτικά δεδομένα.
Οι δημοσκοπήσεις εξακολουθούν να δείχνουν ότι η πλειοψηφία των Ελλήνων θέλει να παραμείνει στο ευρώ και θέλει μια συμφωνία.Ως εκ τούτου, ο ΣΥΡΙΖΑ θα φέρει την συμφωνία αλλά μπορεί να την φέρει για να την εγκρίνει ο λαός.
Η Merkel αντιτίθεται στο Grexit καθώς θα έπληττε την σταθερότητα του ευρώ, την υπόληψη της ΕΕ, ενώ θα προκαλούσε και γεωπολιτικές επιπτώσεις στα νοτιοανατολικά σύνορα της Ευρώπης.
Η Γερμανία εμφανίζεται στα διεθνή μέσα ότι είναι διαιρεμένη άλλα πιστεύει η Merkel και άλλα ο Schaeuble ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ.
Όλα αυτά είναι σενάρια παραφουσκωμένα.
Ο Schaeuble μπορεί να είναι σκληρός υπουργός Οικονομικών, στάση που ενισχύει την δημοτικότητά του στην Γερμανία, γιατί ξέρει ότι η Merkel θα παρέμβει για τη συμβιβαστική λύση που απαιτείται για να αποφευχθεί το Grexit.
Άλλες χώρες της ευρωζώνης πιθανότατα θα συμφωνήσουν….με την συμφωνία για την Ελλάδα καθώς τείνουν να ευθυγραμμίζονται με τη Γερμανία, όπως η Φινλανδία, ή να έχουν μια λιγότερο επιθετική στάση από τη Γερμανία, όπως η Γαλλία και η Ιταλία.
Για την Πορτογαλία και την Ισπανία, είναι σημαντικό ότι η συμφωνία δεν μπορεί να θεωρείται ως μια εύκολη διέξοδος για την Ελλάδα, καθώς οι κυβερνήσεις στη Λισαβόνα και την Μαδρίτη, που έχουν εφαρμόσει σκληρή λιτότητα….ετοιμάζονται για εκλογές.
Η Ισπανία θέλει την συμφωνία με την Ελλάδα αλλά θέλει η Ελλάδα να εφαρμόσει σκληρή λιτότητα.
Το εργατικό κόστος σε Ελλάδα και ευρωζώνη σε σχέση με το ΑΕΠ
Η οικονομική διάσταση μιας συμφωνίας
Τα πιο επίμαχα ζητήματα κατά τις διαπραγματεύσεις εστιάζονται στην αγορά εργασίας και τις μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό, καθώς και στον ρυθμό της δημοσιονομικής εξυγίανσης.
Η Ελλάδα έχει απελευθερωθεί με όρους αγοράς εργασίας σημαντικά ήδη από το 2011 και τώρα είναι πιο ευέλικτη από ό, τι η Γερμανία, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ.
Το ελληνικό κόστος εργασίας και οι τιμές έχουν μειωθεί σημαντικά.
Και όμως, οι εξαγωγές εκτός από τον τουρισμό έχουν σε μεγάλο βαθμό δείξει σημάδια κόπωσης - σε αντίθεση με εκείνες των άλλων χωρών της Νότιας Ευρώπης.
Επίσης η ανελαστικότητα της αγοράς εργασίας είναι απίθανο να επιβραδύνει την ελληνική οικονομία.
Το παλαιό και πολύ γενναιόδωρο ελληνικό συνταξιοδοτικό σύστημα έχει ήδη υποστεί ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις.
Περαιτέρω προσαρμογές είναι απαραίτητες, αλλά κυρίως επειδή τα συνταξιοδοτικά ταμεία έχασαν στοιχεία του ενεργητικού τους στην αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους το 2012.
Ταυτόχρονα η οικονομία έχει καταρρεύσει, στερώντας το ασφαλιστικό σύστημα από έσοδα.
Για να καταστεί το σύστημα βιώσιμο σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, θα πρέπει να υπάρξουν περαιτέρω προσαρμογές.
Ωστόσο, το κλειδί για να καταστεί το συνταξιοδοτικό σύστημα βιώσιμο είναι η οικονομική ανάπτυξη, όχι οι περισσότερες περικοπές στα επιδόματα.
Το πολιτικό κεφάλαιο που θα μπορούσε να σπαταληθεί σε μια άλλη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος - με το 45% των συνταξιούχων να βρίσκονται ήδη κάτω από το όριο της φτώχειας - θα ήταν καλύτερο να δαπανηθεί σε μέτρα για την προώθηση της ανάπτυξης και της απασχόλησης.
Η δημοσιονομική προσαρμογή στην Ελλάδα υπήρξε μαζική.
Το ΔΝΤ υπολογίζει ότι οι δαπάνες για περικοπές και αυξήσεις φόρων ανήλθαν σε 16,5% του ΑΕΠ μεταξύ 2008 και 2013, περίπου διπλάσια από την Πορτογαλία ή την Ιρλανδία.
Οι επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία ήταν καταστροφικές, αυξάνεται αντί να μειώνεται ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ.
Οι πιστωτές εξακολουθούν να υποστηρίζουν, παρά τις συντριπτικές αποδείξεις για το αντίθετο, ότι η δημοσιονομική εξυγίανση εν μέσω κρίσης μειώνει τα επίπεδα του χρέους.
Αυτό θα μπορούσε να συμβεί μόνο μέσω τεράστιων επενδύσεων που δεν υπάρχουν.
Ακόμα και η Σουηδία που ξεκίνησε την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών της στις αρχές της δεκαετίας του 1990, πριν από την οικονομική ανάπτυξη....η εξυγίανση συνεχίζεται.
Η εστίαση στη δημοσιονομική εξυγίανση στην Ελλάδα είναι οικονομικά λανθασμένη.
Τι χρειάζεται η Ελλάδα πραγματικά
Η Ελλάδα δεν χρειάζεται μια ακόμα μεταρρύθμιση στην αγορά εργασίας ή περικοπές μισθών για να καταστήσει την οικονομία της πιο «ανταγωνιστική», ούτε περαιτέρω δημοσιονομική εξυγίανση ή μια μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος για να δημιουργηθεί κλίμα εμπιστοσύνης στους επενδυτές.
Το πραγματικό ζήτημα είναι βαθύτερο.
Για να αξιοποιηθεί το δυναμικό της Ελλάδας, οι επιχειρηματικές δεξιότητες και να αξιοποιηθούν επαρκώς οι φυσικοί πόροι, η Ελλάδα πρέπει να βελτιώσει τους θεσμούς που διέπουν την οικονομία της.
Πρώτον, η Ελλάδα πρέπει να μεταρρυθμίσει τη γραφειοκρατία στο δημόσιο, το οποίο είναι αδιαφανές, αναποτελεσματικό, και πελατειακό για δεκαετίες.
Οι διαδοχικές προσπάθειες μεταρρύθμισης έχουν σε μεγάλο βαθμό αποτύχει και η η γραφειοκρατία εξακολουθεί να υπόκειται στην ζώνη της…. πολιτικής επιρροής.
Μετά την κρίση, η Ελλάδα έχει σημειώσει κάποια πρόοδο, για παράδειγμα στην αντιμετώπιση της διαφθοράς, αλλά η δυναμική για αλλαγές είχαν ξεθωριάσει, ακόμη και πριν ο ΣΥΡΙΖΑ έρθει στην εξουσία.
Το πρόβλημα είναι ότι η θεσμική μεταρρύθμιση δεν μπορεί να συμβεί χωρίς ευρεία υποστήριξη από την ελληνική κοινωνία, τους πολιτικούς και τους γραφειοκράτες – αλλά ακόμη και τότε θα χρειαστεί χρόνο.
Δεύτερον, η Ελλάδα χρειάζεται αποφασιστική μεταρρύθμιση στο δικαστικό σύστημα.
Ένα λειτουργικό νομικό σύστημα είναι η καρδιά της οικονομίας της αγοράς ωφελεί τους επιχειρηματίες, τους επενδυτές, τους εξαγωγείς και μειώνει την ανισότητα.
Σήμερα, χρειάζεται 1.580 ημέρες για να εκτελεστεί μια σύμβαση στην Ελλάδα με βάση την Παγκόσμια Τράπεζα (ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 540 ημέρες).
Η εξέλιξη αυτή τοποθετεί την Ελλάδα στην 155η από 189 χώρες του κόσμου, ακριβώς δίπλα στο Τσαντ, το Πακιστάν και την Ιταλία.
Η μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης συνήθως διαρκεί μεγάλο χρονικό διάστημα και ως εκ τούτου χρειάζεται ευρεία πολιτική και δημόσια στήριξη για να είναι βιώσιμη.
Τρίτον, η Ελλάδα πρέπει να μειώσει τις περιττές ρυθμίσεις και παρεμβάσεις του κράτους στις αγορές προϊόντων.
Πρέπει να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός.
Οι έλεγχοι των τιμών και οι κρατικές επιχειρήσεις αυξάνουν τα φαινόμενα πελατειακών σχέσεων.
Η Ελλάδα χρησιμοποιεί περισσότερους περιορισμούς στην αγορά προϊόντων σε σχέση με άλλες χώρες της ευρωζώνης, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, αν και πρέπει να σημειωθεί ότι έχει σημειώσει πρόοδο τα τελευταία χρόνια.
Ο ΟΟΣΑ έχει συντάξει έναν κατάλογο με 329 συστάσεις για τη βελτίωση του ανταγωνισμού σε διάφορους κλάδους της ελληνικής οικονομίας και οι συστάσεις αυτές αποτελούν τμήμα των τρεχουσών διαπραγματεύσεων.
Ωστόσο, μια τέτοια απελευθέρωση θα μπορούσε να αποδειχθεί βραχύβια, αν δεν συμπληρωθεί με τη δικαστική και τη γραφειοκρατία μεταρρύθμιση.
Νομοθεσία και κρατικός έλεγχος στην αγορά προιόντων
Για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων θα χρειαστεί η Ελλάδα ιδέες και όχι έξωθεν πιέσεις.Οι μεταρρυθμίσεις δεν μπορούν να υλοποιηθούν όταν κάποιος σε απειλεί με ένα όπλο.
Οι έλληνες πολίτες και ένας ευρύς συνασπισμός πολιτικών κομμάτων πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να συμφωνήσουν σε ένα πακέτο αλλαγών για να αλλάξουν πολλά με ένα βιώσιμο τρόπο, έτσι ώστε να εφαρμόζονται ανεξάρτητα από τα αποτελέσματα των μελλοντικών εκλογών.
Η πρόοδος της μεταρρυθμιστικής διαδικασίας δεν θα πρέπει να παρακολουθείται από έλληνες πολιτικούς αλλά από ένα συμβούλιο που θα αποτελείται από Έλληνες ειδικούς, την ελληνική κοινωνία των πολιτών και τα μέσα ενημέρωσης καθώς και τα μεγάλα πολιτικά κόμματα στο κοινοβούλιο...μια ανεξάρτητη αρχή χρειάζεται αλλά...ανεξάρτητη.
Μόνο με την ανεξαρτησία της διαδικασίας μεταρρυθμίσεων μπορεί να μεταρρυθμιστούν τα θεσμικά όργανα της Ελλάδος.
Εάν η Ελλάδα δημιουργήσει ένα τέτοιο συμβούλιο διακομματικό οι πιστωτές θα στηρίξουν με ενθουσιασμό τα ελληνικά σχέδια - και θα προσφέρουν υποστήριξη ζητώντας λιγότερο περιοριστικά δημοσιονομικά μέτρα και εξετάζοντας και ελάφρυνση του χρέους.
Τουλάχιστον, η Ελλάδα χρειάζεται η δημοσιονομική πολιτική να είναι ουδέτερη.
Στην ιδανική περίπτωση, η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να είναι επεκτατική μέχρι η οικονομία να ανακάμψει και η ανεργία μειωθεί σημαντικά.
Η δημοσιονομική πολιτική είναι επίσης ο λόγος για τον οποίο τα θέματα της ελάφρυνσης του χρέους δεν συζητώνται από την Ευρωζώνη.
Χαμηλότερα επίπεδα χρέους είναι απαραίτητα ώστε η ελληνική οικονομίας να αντιμετωπίσει πιο αποτελεσματικά μια μελλοντική ύφεση, επιτρέποντας την ελληνική κυβέρνηση να αποφύγει τις προκυκλικές δημοσιονομικές πολιτικές που αναγκάστηκε να εφαρμόσει κατά τα τελευταία πέντε χρόνια 2010 με 2015.
Φυσικά, η Ελλάδα θα χρειαστεί χρόνο για να τεθεί σε εφαρμογή ένα τέτοιο πακέτο αλλαγών και για τον λόγο αυτό χρειάζεται μια συμφωνία άμεσα.
Μετά τη συμφωνία, ωστόσο, η Ελλάδα και οι πιστωτές της θα πρέπει να αρχίσουν να εργάζονται για μια λύση, όχι μόνο για μια βραχυχρόνια συμφωνία.
http://www.newsit.gr/
Ζείδωρον
του Θανάση Λυρτσογιάννη
Η Ελλάδα απαιτεί μεταρρυθμίσεις. Είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου. Μόνο με ριζικές και ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις μπορεί να σωθεί η χώρα. Η συμφωνία με τους δανειστές δεν έχει καμία αξία αν δεν υπάρξει σχέδιο ευρύτατων μεταρρυθμίσεων σε ολόκληρο το φάσμα της πολιτικοοικονομικής ζωής και δραστηριότητας της χώρας.
Από τη στήλη αυτή το τονίσαμε επανειλημμένα και θα το τονίζουμε χωρίς να κουραστούμε.
Σε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Centre of European Reform εκφράζεται μία πολύ ενδιαφέρουσα και συμπυκνωμένη προσέγγιση του θέματος και φανερώνει την πυξίδα που θα έπρεπε να έχει η ελληνική κυβέρνηση, τα ελληνικά κόμματα η ελληνική κοινωνία, αλλά και οι Ευρωπαίοι εταίροι αν θέλουν η Ελλάδα να βγει οριστικά από την κρίση και να βρει το δρόμο της.
Το άρθρο είναι:
Μια συμφωνία ανάμεσα στην Ελλάδα και τους πιστωτές της εξακολουθεί να είναι το βασικό σενάριο αναφέρει σε ειδική ανάλυση της ένα από τα σημαντικότερα ινστιτούτα σκέψης της Ευρώπης το Centre For European Reform στο Λονδίνο.
Με βάση το ινστιτούτο, αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα, είναι μια κυβέρνηση που θα αλλάξει τους θεσμούς της χώρας και θα υιοθετήσει ευέλικτες δημοσιονομικές πολιτικές.
Οι τρέχουσες διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην Ελλάδα και τους πιστωτές της, εισέρχονται στην τελική φάση.Ελλάδα και δανειστές βρίσκονται ακόμη πολύ μακριά - ως επί το πλείστον για τις μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας και των συντάξεων.
Να σημειωθεί ότι αυτές τις μεταρρυθμίσεις δεν τις αρνείται μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η προηγούμενη ελληνική κυβέρνηση της ΝΔ είχε αρνηθεί να τις εφαρμόσει.
Η κρίσιμη προθεσμία είναι η 30η Ιουνίου, όταν η Ελλάδα θα πρέπει να καταβάλει 1,6 δισεκ. στο ΔΝΤ, μετά την ομαδοποίηση των δόσεων και ακολουθεί αποπληρωμή ελληνικού ομολόγου που κατέχει η ΕΚΤ στις 20 Ιουλίου.
Μια συμφωνία για τις μεταρρυθμίσεις και τους δημοσιονομικούς στόχους κατά πάσα πιθανότητα θα επιτευχθεί.Κανείς δεν έχει συμφέρον ούτε ο Τσίπρας, ο ΣΥΡΙΖΑ, ούτε η Merkel και η ευρωζώνη από ένα Grexit.
Ωστόσο, μια συμφωνία θα είναι μια βραχυπρόθεσμη λύση και όχι μια μακροπρόθεσμη λύση.
Η Ελλάδα πρέπει να διαμορφώσει μια μακροπρόθεσμη, στρατηγική με διακομματική στήριξη με στόχο να αντιμετωπιστούν τα θεσμικά της προβλήματα.
Οι πιστωτές, από την άλλη πλευρά, πρέπει να υποστηρίξουν ένα τέτοιο μακροπρόθεσμο σχέδιο θέτοντας περισσότερο λογικούς δημοσιονομικούς στόχους και ελάφρυνση του χρέους στο τραπέζι.
Αν και οι δύο πλευρές ταυτιστούν τότε μπορεί να υπάρχει όχι απλά συμφωνία αλλά λύση στο ελληνικό πρόβλημα.
Η πολιτική μιας συμφωνίας
Το βασικό πολιτικό ερώτημα είναι:μπορεί ο Τσίπρας, η Merkel και οι ηγέτες της ευρωζώνης να περάσουν μια συμφωνία στα δικά τους κοινοβούλια και τους ψηφοφόρους τους;
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ ήθελε να απορρίψει μια συμφωνία, το κόμμα θα μπορούσε πιθανότατα να διαιρεθεί, ανοίγοντας το δρόμο για νέες εκλογές εξαιρώντας το πιο ριζοσπαστικό τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τώρα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ένα άνετο προβάδισμα.
Οι συνέπειες της απόρριψης μιας συμφωνίας θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε capital controls στις τράπεζες και θα άλλαζαν τα πολιτικά δεδομένα.
Οι δημοσκοπήσεις εξακολουθούν να δείχνουν ότι η πλειοψηφία των Ελλήνων θέλει να παραμείνει στο ευρώ και θέλει μια συμφωνία.Ως εκ τούτου, ο ΣΥΡΙΖΑ θα φέρει την συμφωνία αλλά μπορεί να την φέρει για να την εγκρίνει ο λαός.
Η Merkel αντιτίθεται στο Grexit καθώς θα έπληττε την σταθερότητα του ευρώ, την υπόληψη της ΕΕ, ενώ θα προκαλούσε και γεωπολιτικές επιπτώσεις στα νοτιοανατολικά σύνορα της Ευρώπης.
Η Γερμανία εμφανίζεται στα διεθνή μέσα ότι είναι διαιρεμένη άλλα πιστεύει η Merkel και άλλα ο Schaeuble ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ.
Όλα αυτά είναι σενάρια παραφουσκωμένα.
Ο Schaeuble μπορεί να είναι σκληρός υπουργός Οικονομικών, στάση που ενισχύει την δημοτικότητά του στην Γερμανία, γιατί ξέρει ότι η Merkel θα παρέμβει για τη συμβιβαστική λύση που απαιτείται για να αποφευχθεί το Grexit.
Άλλες χώρες της ευρωζώνης πιθανότατα θα συμφωνήσουν….με την συμφωνία για την Ελλάδα καθώς τείνουν να ευθυγραμμίζονται με τη Γερμανία, όπως η Φινλανδία, ή να έχουν μια λιγότερο επιθετική στάση από τη Γερμανία, όπως η Γαλλία και η Ιταλία.
Για την Πορτογαλία και την Ισπανία, είναι σημαντικό ότι η συμφωνία δεν μπορεί να θεωρείται ως μια εύκολη διέξοδος για την Ελλάδα, καθώς οι κυβερνήσεις στη Λισαβόνα και την Μαδρίτη, που έχουν εφαρμόσει σκληρή λιτότητα….ετοιμάζονται για εκλογές.
Η Ισπανία θέλει την συμφωνία με την Ελλάδα αλλά θέλει η Ελλάδα να εφαρμόσει σκληρή λιτότητα.
Το εργατικό κόστος σε Ελλάδα και ευρωζώνη σε σχέση με το ΑΕΠ
Η οικονομική διάσταση μιας συμφωνίας
Τα πιο επίμαχα ζητήματα κατά τις διαπραγματεύσεις εστιάζονται στην αγορά εργασίας και τις μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό, καθώς και στον ρυθμό της δημοσιονομικής εξυγίανσης.
Η Ελλάδα έχει απελευθερωθεί με όρους αγοράς εργασίας σημαντικά ήδη από το 2011 και τώρα είναι πιο ευέλικτη από ό, τι η Γερμανία, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ.
Το ελληνικό κόστος εργασίας και οι τιμές έχουν μειωθεί σημαντικά.
Και όμως, οι εξαγωγές εκτός από τον τουρισμό έχουν σε μεγάλο βαθμό δείξει σημάδια κόπωσης - σε αντίθεση με εκείνες των άλλων χωρών της Νότιας Ευρώπης.
Επίσης η ανελαστικότητα της αγοράς εργασίας είναι απίθανο να επιβραδύνει την ελληνική οικονομία.
Το παλαιό και πολύ γενναιόδωρο ελληνικό συνταξιοδοτικό σύστημα έχει ήδη υποστεί ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις.
Περαιτέρω προσαρμογές είναι απαραίτητες, αλλά κυρίως επειδή τα συνταξιοδοτικά ταμεία έχασαν στοιχεία του ενεργητικού τους στην αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους το 2012.
Ταυτόχρονα η οικονομία έχει καταρρεύσει, στερώντας το ασφαλιστικό σύστημα από έσοδα.
Για να καταστεί το σύστημα βιώσιμο σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, θα πρέπει να υπάρξουν περαιτέρω προσαρμογές.
Ωστόσο, το κλειδί για να καταστεί το συνταξιοδοτικό σύστημα βιώσιμο είναι η οικονομική ανάπτυξη, όχι οι περισσότερες περικοπές στα επιδόματα.
Το πολιτικό κεφάλαιο που θα μπορούσε να σπαταληθεί σε μια άλλη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος - με το 45% των συνταξιούχων να βρίσκονται ήδη κάτω από το όριο της φτώχειας - θα ήταν καλύτερο να δαπανηθεί σε μέτρα για την προώθηση της ανάπτυξης και της απασχόλησης.
Η δημοσιονομική προσαρμογή στην Ελλάδα υπήρξε μαζική.
Το ΔΝΤ υπολογίζει ότι οι δαπάνες για περικοπές και αυξήσεις φόρων ανήλθαν σε 16,5% του ΑΕΠ μεταξύ 2008 και 2013, περίπου διπλάσια από την Πορτογαλία ή την Ιρλανδία.
Οι επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία ήταν καταστροφικές, αυξάνεται αντί να μειώνεται ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ.
Οι πιστωτές εξακολουθούν να υποστηρίζουν, παρά τις συντριπτικές αποδείξεις για το αντίθετο, ότι η δημοσιονομική εξυγίανση εν μέσω κρίσης μειώνει τα επίπεδα του χρέους.
Αυτό θα μπορούσε να συμβεί μόνο μέσω τεράστιων επενδύσεων που δεν υπάρχουν.
Ακόμα και η Σουηδία που ξεκίνησε την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών της στις αρχές της δεκαετίας του 1990, πριν από την οικονομική ανάπτυξη....η εξυγίανση συνεχίζεται.
Η εστίαση στη δημοσιονομική εξυγίανση στην Ελλάδα είναι οικονομικά λανθασμένη.
Τι χρειάζεται η Ελλάδα πραγματικά
Η Ελλάδα δεν χρειάζεται μια ακόμα μεταρρύθμιση στην αγορά εργασίας ή περικοπές μισθών για να καταστήσει την οικονομία της πιο «ανταγωνιστική», ούτε περαιτέρω δημοσιονομική εξυγίανση ή μια μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος για να δημιουργηθεί κλίμα εμπιστοσύνης στους επενδυτές.
Το πραγματικό ζήτημα είναι βαθύτερο.
Για να αξιοποιηθεί το δυναμικό της Ελλάδας, οι επιχειρηματικές δεξιότητες και να αξιοποιηθούν επαρκώς οι φυσικοί πόροι, η Ελλάδα πρέπει να βελτιώσει τους θεσμούς που διέπουν την οικονομία της.
Πρώτον, η Ελλάδα πρέπει να μεταρρυθμίσει τη γραφειοκρατία στο δημόσιο, το οποίο είναι αδιαφανές, αναποτελεσματικό, και πελατειακό για δεκαετίες.
Οι διαδοχικές προσπάθειες μεταρρύθμισης έχουν σε μεγάλο βαθμό αποτύχει και η η γραφειοκρατία εξακολουθεί να υπόκειται στην ζώνη της…. πολιτικής επιρροής.
Μετά την κρίση, η Ελλάδα έχει σημειώσει κάποια πρόοδο, για παράδειγμα στην αντιμετώπιση της διαφθοράς, αλλά η δυναμική για αλλαγές είχαν ξεθωριάσει, ακόμη και πριν ο ΣΥΡΙΖΑ έρθει στην εξουσία.
Το πρόβλημα είναι ότι η θεσμική μεταρρύθμιση δεν μπορεί να συμβεί χωρίς ευρεία υποστήριξη από την ελληνική κοινωνία, τους πολιτικούς και τους γραφειοκράτες – αλλά ακόμη και τότε θα χρειαστεί χρόνο.
Δεύτερον, η Ελλάδα χρειάζεται αποφασιστική μεταρρύθμιση στο δικαστικό σύστημα.
Ένα λειτουργικό νομικό σύστημα είναι η καρδιά της οικονομίας της αγοράς ωφελεί τους επιχειρηματίες, τους επενδυτές, τους εξαγωγείς και μειώνει την ανισότητα.
Σήμερα, χρειάζεται 1.580 ημέρες για να εκτελεστεί μια σύμβαση στην Ελλάδα με βάση την Παγκόσμια Τράπεζα (ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 540 ημέρες).
Η εξέλιξη αυτή τοποθετεί την Ελλάδα στην 155η από 189 χώρες του κόσμου, ακριβώς δίπλα στο Τσαντ, το Πακιστάν και την Ιταλία.
Η μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης συνήθως διαρκεί μεγάλο χρονικό διάστημα και ως εκ τούτου χρειάζεται ευρεία πολιτική και δημόσια στήριξη για να είναι βιώσιμη.
Τρίτον, η Ελλάδα πρέπει να μειώσει τις περιττές ρυθμίσεις και παρεμβάσεις του κράτους στις αγορές προϊόντων.
Πρέπει να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός.
Οι έλεγχοι των τιμών και οι κρατικές επιχειρήσεις αυξάνουν τα φαινόμενα πελατειακών σχέσεων.
Η Ελλάδα χρησιμοποιεί περισσότερους περιορισμούς στην αγορά προϊόντων σε σχέση με άλλες χώρες της ευρωζώνης, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, αν και πρέπει να σημειωθεί ότι έχει σημειώσει πρόοδο τα τελευταία χρόνια.
Ο ΟΟΣΑ έχει συντάξει έναν κατάλογο με 329 συστάσεις για τη βελτίωση του ανταγωνισμού σε διάφορους κλάδους της ελληνικής οικονομίας και οι συστάσεις αυτές αποτελούν τμήμα των τρεχουσών διαπραγματεύσεων.
Ωστόσο, μια τέτοια απελευθέρωση θα μπορούσε να αποδειχθεί βραχύβια, αν δεν συμπληρωθεί με τη δικαστική και τη γραφειοκρατία μεταρρύθμιση.
Νομοθεσία και κρατικός έλεγχος στην αγορά προιόντων
Για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων θα χρειαστεί η Ελλάδα ιδέες και όχι έξωθεν πιέσεις.Οι μεταρρυθμίσεις δεν μπορούν να υλοποιηθούν όταν κάποιος σε απειλεί με ένα όπλο.
Οι έλληνες πολίτες και ένας ευρύς συνασπισμός πολιτικών κομμάτων πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να συμφωνήσουν σε ένα πακέτο αλλαγών για να αλλάξουν πολλά με ένα βιώσιμο τρόπο, έτσι ώστε να εφαρμόζονται ανεξάρτητα από τα αποτελέσματα των μελλοντικών εκλογών.
Η πρόοδος της μεταρρυθμιστικής διαδικασίας δεν θα πρέπει να παρακολουθείται από έλληνες πολιτικούς αλλά από ένα συμβούλιο που θα αποτελείται από Έλληνες ειδικούς, την ελληνική κοινωνία των πολιτών και τα μέσα ενημέρωσης καθώς και τα μεγάλα πολιτικά κόμματα στο κοινοβούλιο...μια ανεξάρτητη αρχή χρειάζεται αλλά...ανεξάρτητη.
Μόνο με την ανεξαρτησία της διαδικασίας μεταρρυθμίσεων μπορεί να μεταρρυθμιστούν τα θεσμικά όργανα της Ελλάδος.
Εάν η Ελλάδα δημιουργήσει ένα τέτοιο συμβούλιο διακομματικό οι πιστωτές θα στηρίξουν με ενθουσιασμό τα ελληνικά σχέδια - και θα προσφέρουν υποστήριξη ζητώντας λιγότερο περιοριστικά δημοσιονομικά μέτρα και εξετάζοντας και ελάφρυνση του χρέους.
Τουλάχιστον, η Ελλάδα χρειάζεται η δημοσιονομική πολιτική να είναι ουδέτερη.
Στην ιδανική περίπτωση, η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να είναι επεκτατική μέχρι η οικονομία να ανακάμψει και η ανεργία μειωθεί σημαντικά.
Η δημοσιονομική πολιτική είναι επίσης ο λόγος για τον οποίο τα θέματα της ελάφρυνσης του χρέους δεν συζητώνται από την Ευρωζώνη.
Χαμηλότερα επίπεδα χρέους είναι απαραίτητα ώστε η ελληνική οικονομίας να αντιμετωπίσει πιο αποτελεσματικά μια μελλοντική ύφεση, επιτρέποντας την ελληνική κυβέρνηση να αποφύγει τις προκυκλικές δημοσιονομικές πολιτικές που αναγκάστηκε να εφαρμόσει κατά τα τελευταία πέντε χρόνια 2010 με 2015.
Φυσικά, η Ελλάδα θα χρειαστεί χρόνο για να τεθεί σε εφαρμογή ένα τέτοιο πακέτο αλλαγών και για τον λόγο αυτό χρειάζεται μια συμφωνία άμεσα.
Μετά τη συμφωνία, ωστόσο, η Ελλάδα και οι πιστωτές της θα πρέπει να αρχίσουν να εργάζονται για μια λύση, όχι μόνο για μια βραχυχρόνια συμφωνία.
http://www.newsit.gr/
Ο μονος δρομος σωτηριας της Ελλαδας περναει απαραιτητα και μοναδικα μεσα απο την αρνηση του συνολου αποπληρωμης του χρεους , την εξοδο απο το συνδικατο των ανομων της ΕΕ και της ευρωζωνης με παραλληλη καθιερωση εθνικου νομισματος Ολες οι αλλες συνταγες δεν ειναι τιποτε αλλο παρα συνταγες για τη διαιωνιση της φτωχιας της μιζεριας του αργου μαρασμου της χωρας με μονη ευημερουσα την ντοπια ολιγαρχια που ειναι καιη
ΑπάντησηΔιαγραφήπεμπτη φαλαγγα των ξενων αποικιοκρατων
melito