Τις ημέρες αυτές ο μισός είμαι ανήσυχος και ο μισός ελπίζω. Πολλοί, νομίζω, νιώθουν όπως κι εγώ...
Τις ημέρες αυτές η καρδιά μου μιλάει στο μυαλό μου. Ακούω και ελπίζω. Κι όταν ο νους ανταπαντά ακούω κι ανησυχώ. Ψάχνω. Αλλά ποιος είμαι εγώ για να ψάχνω;
Οι κήρυκες στην αγορά θα έπρεπε να μου λένε για το τάδε και το δείνα. Κι εγώ να επιλέγω. Ισως και να προσθέτω. Να συμμετέχω. Ομως οι κήρυκες μιλούν με λέξεις λευκές. Πάνω σε λευκό χαρτί. Και μένω με τους οιωνούς. Να ψυχανεμίζομαι, αν τάχα είναι έτσι ή αλλοιώς.
Ψήφοι στη Βουλή σαν χειροβομβίδες κρότου-λάμψης.
Πάνω απ’ τα σπίτια βρέχει. Κάποια απ’ αυτά θα βγουν στους πλειστηριασμούς από πρώτης πρώτου του 2015 - σε λίγες μέρες. Λίγοι μιλούν
για αυτό, ίσως επειδή δεν προλαβαίνουν να μιλήσουν για όσα τρέχουν. Και άλλοι το αποσιωπούν. Το σκεπάζουν με λόγια βουτηγμένα στο μίσος. Μίσος για την αγωνία των ανθρώπων, για την αντίστασή τους. Ομιλεί η κυρία Βούλτεψη και στάζει το στόμα της μίσος, σαν να λέει ότι καλά να πάθουν όσοι έχασαν τις δουλειές τους. Αυτοί κυβερνούσαν, όχι εμείς.
Αυτές τις ημέρες είναι σαν να μην έρχονται Χριστούγεννα. Η θλίψη μέσα στα σπίτια αναμετριέται με τη θλίψη έξω απ’ τα σπίτια. Και χάνουν και οι δύο. Από την όπερα μπούφα που παίζεται πάνω της πολιτικής σκηνής. Τον λόγον έχει ο κ. Βενιζέλος: «Εχουμε φτύσει αίμα για να σταθεί η χώρα όρθια» ωρύεται! - «Οχι! έχετε φτύσει πάνω στο αίμα της χώρας που έχετε χύσει», του απαντά το κοριτσάκι με τα σπίρτα. Ομως το κοριτσάκι με τα σπίρτα δεν υπάρχει. Ουτοπίες ευαγγελίζεται. Και στις αγορές οι ουτοπίες δεν πιάνουν μία.
Στις αγορές, οι καλικάντζαροι βγάζουν λιτανεία τον κ. Στουρνάρα. Και βακχίζεται η Ηρωδιάς. Φέρτε μου κι άλλα υποσιτισμένα παιδιά να φάω! Και στροβιλίζεται σαν τις νιφάδες στις εικονογραφήσεις των παραμυθιών, γαμήστε τα παραμύθια. Θέλω, εγώ η Ηρωδιάς, το βράδυ της Αγιας Νύχτας, την παραμονή των Χριστουγέννων, τότε κι όχι άλλοτε να περικοπούν και πάλι οι συντάξεις, να μειωθούν και πάλι οι μισθοί, θέλω ακόμα και η γέννηση του Χριστού να θεωρηθεί μονομερής ενέργεια.
Welcome to the machine - δεν σταματάει η Μηχανή, δεν έχει γιορτές και σχόλες, Χριστούγεννα ανήμερα και Πρωτοχρονιά, των Φώτων και του Αγιαννιού, το σαράκι θα συνεχίσει να τρώει τους ανθρώπους και τη χώρα τους. Οταν θα ανταλλάσσουμε ευχές, χιλιάδες από μας εκείνην ακριβώς τη στιγμή και όχι άλλη, θα προγράφονται. Και θα ξεγράφονται.
Είναι το γραμμένο των ξεγραμμένων. Γραμμένο στις συνθήκες και τους εφαρμοστικούς νόμους, στους τόκους και τις δηλώσεις των μεγαλόσχημων θεομπαιχτών.
Τις ημέρες αυτές, εμείς οι άλλοι, θα κάνουμε την αγάπη μας αγκαλιά και το λίγο μας καλή καρδιά. Αντιθέτως με αυτούς που θα γιορτάσουν και φέτος τις γιορτές γύρω από ένα χοιρινό με μήλο στο στόμα, φορώντας παπιόν στις ληστείες τους, πίνοντας κυκεώνα και λήθη. Ανθρωποι είναι κι αυτοί, έλεγα παλιότερα, σε κρίσεις εορταστικής ευρυχωρίας. Τώρα πια δεν χωράει άλλο πλέον το στομάχι μου τη βουλιμία τους, την πείνα τους για ανθρώπινες ζωές.
Εχει ξανά κοπεί μέσα μου ο κόσμος στα δύο. Και δεν γνωρίζω για την έκβαση. Αν θα ’ναι «απαισία» όπως στη Μαγνησία ή αν θα κερδίσουμε μια μέρα ακόμα καθ’ οδόν προς τους Φιλίππους.
Τις ημέρες αυτές, ο μισός είμαι ανήσυχος και ο μισός ελπίζω. Ενα μόνον είναι βέβαιον. Δεν φοβάμαι. Φωνάζουν μέσα στο μυαλό μου με θυμό, αλλά και στην καρδιά μου, εκείνοι που με αποτρέπουν - τίποτα δεν γίνεται έτσι όπως πας να το κάνεις, μου λένε. Και αφ’ υψηλού, άμωμοι αυτοί, με περιπαίζουν. Ισως να ’χουν και δίκιο, απέναντι όμως
οι εμπρηστές που μου λένε τα ίδια, έχουν βάλει φωτιά στα τόπια και καίνε τον τόπο, εμένα, εσάς, αυτούς που με περιπαίζουν, όλους. Λέω να κάνω κάτι. Λέω να μουντάρω πάνω τους. Μα οι λέξεις των κηρύκων στην αγορά είναι λευκές. Εσύ γράφεις τις λέξεις. Εσύ βάζεις τον στόχο. Εσύ χαράζεις στρατηγική. Εσύ, τακτική και στρατηγήματα. Εσύ ο Δήμος, δηλαδή ο πολιτικώς οργανωμένος λαός. Τις ημέρες αυτές σε βλέπω να έχεις τα μάτια ανοιχτά, τα αυτιά τσιτωμένα, να ακούς, να μιλάς, να προσέχεις, να διαλέγεις και να διαλέγεσαι, να οπλίζεσαι, να παίρνεις θέση - είναι κι αυτό μια γιορτή
όχι των θλιμμένων σπιτιών, αλλά των αθώων (γνωστών και ως «τεμπέληδων» ή «διεφθαρμένων») που ελπίζουν. Η ελπίδα, συντρόφισσες και σύντροφοι, κυρίες και κύριοι, είναι όπλο ακαταμάχητο. Είναι το εν τούτω νίκα των πληβείων, των αδικημένων και των καταφρονεμένων. Αλλά και των λαμπρών ψυχών που είναι μαζί τους, που η ελευθερία τους δεν καταδέχεται να μετέχει στην ανελευθερία των άλλων.
Εδώ και χρόνια, όσοι είσθε παλιοί αναγνώστες, θα γνωρίζετε ότι «περί όλων αμφιβάλλω». Οτι μάλιστα συχνά σας υπενθυμίζω να αμφιβάλλετε κι εσείς για όσα σας γράφω - όχι για την τιμιότητα, αλλά για την αλήθεια τους. Για αυτό και τα πάντα υποβάλλονται στη βάσανο της απόδειξης. Υπάρχουν όμως και αλήθειες που ακόμα δεν μπορούμε να αποδείξουμε. Σήμερα δεν σας μιλώ για αυτές. Μιλώ για αυτό που έχει αποδειχθεί: την εκ νέου αιχμαλωσία μας σε σκλαβιά.
Που μαίνεται να ολοκληρωθεί. Οι καιροί ου μενετοί, αλλά και ανοιχτοί. Εκείνοι που οπλίζουν το χέρι τους με τις σκέψεις τους, το σθένος τους με την παράδοσή τους και την καρδιά τους με τις ελπίδες τους, είναι αυτοί που μπορούν να κάνουν τη διαφορά και να έχουμε ξανά Βουλή και Δήμο...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες