Κυριακή 3 Αυγούστου 2014

ΜΙΚΡΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ


Σαν έρχεται η ώρα που πρέπει να ταξιδέψω με τη κυρά στο χωριό, έτσι έστω και για μια ολιγοήμερη επίσκεψη, γνωρίζω ότι θα ζήσω μια μικρή «Οδύσσεια». Και μη φανταστείτε ότι πρόκειται για πολύωρο ταξίδι σ’ ένα χωριό απομονωμένο και δύσβατο. Όχι, το Αγγελόκαστρο Αγρινίου είναι ένα καμποχώρι, τρείς ώρες και κάτι ψηλά απ’ την πρωτεύουσα.

Δεν είναι λοιπόν η απόσταση το επίκεντρο της δικής μου «Οδύσσειας».
Αιτία είναι η κυρά, και η αντίληψή της για το τι πρέπει ένας άνθρωπος να παίρνει μαζί του για μια σύντομη μετεγκατάσταση. Κι εγώ το είχα δει από μέρες το όνειρο ότι το παραμικρό δε θα άλλαζε και πάλι.

Κάπως έτσι και φέτος - επιστρατεύοντας τεχνικές εφάμιλλες του πολυμήχανου Οδυσσέα- αναγκάστηκα να ταχτοποιήσω σακβουαγιάζ με ρούχα (αναγκαία) αλλά και σακούλες με ντομάτες, πατάτες, φρούτα, οδοντογλυφίδες, λάδι, αναψυκτικά, καφέδες, χαρτοπετσέτες, ζάχαρη, οδοντόκρεμες, κουτιά με γλυκά, απορρυπαντικά... Φέτος μάλιστα, ξεπερνώντας κάθε όριο προχώρησε λίγο ακόμα. 

Αν έχετε το Θεό σας, θεώρησε αναγκαίο να κουβαλήσουμε κι ένα μεγάλο τηγάνι  (ε ρε άνθρωπε, αυτό που έχουμε είναι μικρό) αλλά και σήτες για τα έντομα στις πόρτες που έφερνε το μυαλό μου βόλτα που να τα βολέψω. Μάταια προσπάθησα να την πείσω ότι δεν είναι αναγκαίο κάθε φορά να μεταφέρουμε όλα αυτά τα αγαθά απ’ την Αθήνα στο χωριό. Ότι είπα πέρασε και δεν ακούμπησε. 

Για μια ακόμα φορά δεν έλεγε να καταλάβει ότι τα σούπερ μάρκετ και εμπορικά της περιοχής μπορούν να καλύψουν κάθε ανάγκη και έλλειψη που πιθανώς παρουσιαστούν. Αγύριστο κεφάλι! Κι ο διάλογός κάθε φορά παρόμοιος, λόγω έλλειψης λογικών επιχειρημάτων από μέρους της, κατάληγε. «Εγώ έτσι έχω μάθει, να είμαι σ’ όλα πρακτική».

Άιντε εσύ λοιπόν να βγάλεις άκρη, πετάω την πετσέτα στο τερέν σηκώνω τα χέρια ψηλά και παραδίνομαι, ζώντας μια «Οδύσσεια» να βρω χώρο στο αυτοκίνητο για να βολέψω όσα θεωρούνταν κατά την άποψή της αναγκαία! Κι εκεί που αυτή τη φορά τα κατάφερα εκπληκτικά, αφού κανείς μας δε θα χρειάζονταν να έχει στα πόδια του ούτε ένα κουτί με απορρυπαντικό-εκτός απ’ το τηγάνι που ήταν επάνω απ’ το κεφάλι μου σαν τζόκεϊ - η άνεση αυτή ελάχιστα εκτιμήθηκε από εκείνη,  η οποία ρισκάροντας μερικά καντηλοκατεβάσματα,  μπροστά σ’  ένα πάγκο με φρούτα στην άκρη του δρόμου με ρώτησε: «Αφού έχουμε χώρο, μήπως να παίρναμε και κανένα τελάρο γιαρμάδες;»  Έδωσα τόπο στην οργή και φυσικά δεν πήραμε τα φρούτα.

Εκεί όμως που ηρέμησα πραγματικά ήταν όταν ξεκάμπισα στην «Αϊδονόραχη» αντίκρισα τον Παντοκράτορα και  είδα σαν όραμα τον πολυμήχανο Οδυσσέα να μου λέει: «Βούλωστο Καστρινέ, εσύ έχεις φτάσει στη δική σου την Ιθάκη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για πες