της ΝΙΝΕΤΤΑΣ ΚΟΝΤΡΑΡΟΥ-ΡΑΣΣΙΑ
Ενα τεράστιο αρχαίο στάδιο, μήκους 184,60 μέτρων (αττικού τύπου), με τις λίθινες κερκίδες του και την αφετηρία εκκίνησής του, αποκαλύφθηκε πλάι σε ένα κτήριο με λουτρό που ενδεχομένως χρησιμοποιούσαν οι αθλητές στο Ιερό του αρχαίου Μολυκρείου ή της Μολυκρείας της Αιτωλίας.
Πρόκειται για έναν αρχαιολογικό χώρο γνωστό ήδη από τους περιηγητές του 19ου αιώνα, καθώς υπήρχαν κάποια ορατά λείψανα. Βρίσκεται στο οροπέδιο πάνω στην κορυφή ενός χαμηλού βουνού ύψους 510 μ. (15 χλμ. από τη Ναύπακτο και σε ευθεία σχεδόν γραμμή με το στενό πέρασμα Ρίου-Αντιρρίου). Την έρευνα διεξάγει εκεί από το 2006 με πολλές δυσκολίες, λόγω της οικονομικής δυσπραγίας και με μια χορηγία του Ιδρύματος Ψύχα, ο επ. διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου Νίκος Καλτσάς, σε συνεργασία με την καθηγήτρια στο ΑΠΘ Αλίκη Μουστάκα. Αρχιτέκτονας της ανασκαφής είναι ο καθηγητής του ΕΜΠ Μανώλης Κορρές.
Το χώρο, που σήμερα ονομάζεται Ελληνικά, επισκέφθηκε το 1915 ο Κ. Ρωμαίος, αναφέροντας ότι σώζεται η δίβαθμη κρηπίδα ενός μεγάλου ναού. Την ταύτιση ωστόσο αυτής της θέσης με το αρχαίο Μολύκρειο ή Μολύκρεια είχε προτείνει πρώτος ο Leake, με βάση τις πηγές κυρίως από τον Θουκυδίδη, τον Παυσανία και τον Πλούταρχο, μας επισημαίνει ο κ. Καλτσάς, ο οποίος θα μιλήσει τη Δευτέρα, 6 μ.μ., για τα εντυπωσιακά παλιά και νέα ευρήματα του εν πολλοίς άγνωστου αυτού χώρου στις διαλέξεις των Φίλων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (Τοσίτσα 1).
Πρώτος ανασκαφέας του υπήρξε ο Α. Ορλάνδος, το 1925, ο οποίος στις 10 μέρες της έρευνάς του σχεδίασε το τοπογραφικό όλου του χώρου, αποτυπώνοντας όλα τα ορατά τότε και εν μέρει αποκαλυφθέντα λείψανα κτηρίων, όπως και τον τοίχο του περιβόλου που ακολουθεί την καμπύλη στο φρύδι του οροπεδίου, χωρίς να σχηματίζει καμιά γωνία. Το ενδιαφέρον του Ορλάνδου επικεντρώθηκε στο μεγάλο ναό διαστάσεων 14,37 x 31,45 μ. που έχει ασυνήθιστο προσανατολισμό από Β προς Ν, πρόναο και οπισθόδομο με δυο κίονες εν παραστάσει και φέρει 6 x 13 κίονες στο περιστύλιο. Με βάση τις κατασκευαστικές λεπτομέρειες και αναλογίες του τον χρονολόγησε γύρω στο 400 π.Χ. Είναι κατασκευασμένος από ντόπιο μαλακό ψαμμόλιθο, όπως και όλα τα υπόλοιπα κτήρια του Ιερού, υλικό που αφθονεί στην περιοχή. Ο Ορλάνδος αποκάλυψε επίσης τη θεμελίωση τοίχων και τις βάσεις πεσσών μιας διπλής στοάς με ενδιάμεσο τοίχο μήκους 38 μέτρων. Η θέση της στοάς ακριβώς δίπλα και σε επαφή σχεδόν με το κρηπίδωμα του ναού οδήγησε τον ανασκαφέα στο να τη χαρακτηρίσει ως χώρο εργοταξιακό για την οικοδόμηση του ναού, ερμηνεία που δεν ισχύει, όπως αποδεικνύεται από τις τελευταίες ανασκαφές. Σκάβοντας το 2006 σε σημεία που δεν ερεύνησε ο Ορλάνδος στα νότια του Ιερού βρήκαν ένα δεύτερο μικρότερο ναό με κανονικό προσανατολισμό Α-Δ και εντός του σηκού τη θέση του βάθρου του λατρευτικού αγάλματος. Εξω από το ναό, πίσω από τον οπισθόδομο, εντόπισαν και τη βάση του χάλκινου αγάλματος, που ήταν πιθανότατα φυσικού μεγέθους.
Δυστυχώς τα κινητά ευρήματα δεν βοηθούν για την ταύτιση των ναών με κάποια συγκεκριμένη θεότητα, ούτε και για την ακριβή λειτουργία του Ιερού. Στη μεγάλη έκταση ανάμεσα στους δύο ναούς αποκαλύφθηκε ένα ορθογώνιο κτήριο, την ύπαρξη του οποίου είχε επισημάνει ο Ορλάνδος στο τοπογραφικό του, χωρίς όμως να το ερευνήσει. Εχει διαστάσεις 14,35 x 9,20 μ. και χωρίζεται σε έξι δωμάτια. Τα τέσσερα από αυτά μοιάζουν ως χώρος υποδοχής, ενώ τα δύο μεγαλύτερα ίσως ήταν αποθήκες, γιατί στις γωνίες τους βρέθηκαν μεγάλα πιθάρια, σιδερένια αγροτικά εργαλεία, πέντε αξίνες και ένα κλαδευτήρι. Ωστόσο, στο κατώφλι ενός από τρία μικρά δωμάτια γράφει το επίρρημα ΕΥ και στο δάπεδό του περισυνελέγησαν περί τις 100 αγνύθες διαφόρων τύπων, που σημαίνει πως είχε εργαστηριακή χρήση. Στο χώρο υποδοχής βρέθηκε μια λίθινη κατασκευή, ένα είδος πάγκου εργασίας για την εναπόθεση αγγείων και άλλων αντικειμένων. Παρόμοιος πάγκος υπήρχε και σε άλλο δωμάτιο, ενώ ένα γωνιακό δωμάτιο χρησίμευε ως λουτρό, γιατί εντός του βρέθηκε ένας πήλινος λουτήρας και ένα πήλινο περιρραντήριο με ψηλό πόδι
«Από την αρχή ήταν σαφές ότι το κτήριο αυτό ήταν ένα "κοσμικό" κτήριο που εξυπηρετούσε διάφορες λειτουργικές ανάγκες του Ιερού» θα πει ο κ. Καλτσάς, τονίζοντας όμως ότι τους είχε προβληματίσει κάπως η παρουσία του λουτρού στο Ιερό, ωσότου ήρθε μια ανεπάντεχη ανακάλυψη πριν από δύο χρόνια να τους λύσει την απορία. Κόβοντας κάποιους θάμνους είδαν μια σειρά από λίθους. Προχωρώντας λίγο περισσότερο βρήκαν και μια δεύτερη σειρά λίθων. «Το πρόβλημα πάντοτε ήταν η βλάστηση από την οποία τελικά καθαρίστηκε ο χώρος ώς τον τοίχο του περιβόλου και μπορέσαμε έτσι να πραγματοποιήσουμε κάποιες τομές». Επειτα από λίγες μέρες «οι υποψίες μας επαληθεύθηκαν. Βρεθήκαμε έκπληκτοι μπροστά σε ένα στάδιο με λίθινες κερκίδες. Την αφετηρία του σταδίου σχηματίζει μια σειρά από λίθινες πλάκες, πάνω στις οποίες διακρίνεται καθαρά η βαλβίδα, μονή στην περίπτωσή μας με μια αύλακα, που πιθανότατα μας παραπέμπει στον 5ο αιώνα π.Χ. Σε απολύτως κανονικά διαστήματα ανά 1,40 μ. υπάρχουν βαθείς ορθογώνιοι τόρμοι πλευράς 10 εκ., στους οποίους ήταν τοποθετημένοι οι ξύλινοι πάσσαλοι του μηχανισμού της ύσπληγας για την εκκίνηση των δρομέων».
Οι τέσσερις λίθινες κερκίδες (μήκους 32 μ.) ήταν σε ένα τμήμα του σταδίου και προορίζονταν για τους αξιωματούχους των αγώνων και τους επίσημους θεατές. Η επιγραφή ΑΒΑΤΟΝ σε μια σειρά των καθισμάτων ίσως σηματοδοτεί «το ούτως ή άλλως άβατον του σταδίου για το γυναικείο φύλο».
«Μετά την ανακάλυψη του σταδίου δικαιολογείται εν πολλοίς και η ύπαρξη του κτηρίου Γ με το λουτρό που δεν χωρεί αμφιβολία ότι, εκτός των άλλων λειτουργιών, εξυπηρετούσε και τους αθλητές ως χώρος αποδυτηρίων» σημειώνει ο κ. Καλτσάς. Πάντως, ο χώρος αυτός έχει πολλά ακόμη να μας αφηγηθεί, αφού την τελευταία ανασκαφική περίοδο, τον περασμένο Σεπτέμβριο του 2013, αποκαλύφθηκε και ανασκάφτηκε ακόμα ένα κτήριο νότια της στοάς, μήκους 12 μ. και πλάτους 6. Τα ευρήματα πάντως αυτού του Ιερού δεν έχουν δώσει ώς τώρα «ικανοποιητικές απαντήσεις σε ζητήματα όπως: αν ο χώρος του Ιερού σχετίζεται με το αρχαίο Μολύκρειο και ποια ήταν η θεότητα στην οποία ήταν αφιερωμένο». Οι σημερινοί ανασκαφείς γνωρίζουν ότι ο Ορλάνδος είχε υποστηρίξει ότι ο μεγάλος λίθινος ναός ήταν αφιερωμένος στον Ποσειδώνα, βασιζόμενος στη μαρτυρία του Παυσανία, ο οποίος αναφέρει ότι σε ένα ναό του Ποσειδώνα στο Μολύκρειο είχαν καταφύγει αναζητώντας άσυλο οι φονείς του Ησιόδου Κτίμενος και Αντιφος. «Για να αποδεχθεί όμως κανείς κάτι τέτοιο θα πρέπει να δεχθεί πρώτα ότι πράγματι ο χώρος αυτός σχετίζεται με το Μολύκρειο» λέει ο κ. Καλτσάς.
Ο Ορλάνδος, ενώ είχε βρει τα υπολείμματα μιας επιγραφής στη γωνία ενός βάθρου αγάλματος μέσα στο ναό με την κατάληξη ενός γυναικείου ονόματος (-ΣΙΑ), π.χ. Διονυσία, Αρτεμισία ή κάτι παρόμοιο, και τα γράμματα ΝΑΙ, που αποτελούν τη δοτική του ονόματος της θεάς Αθηνάς, επέμενε στον Ποσειδώνα, αναφέροντας την πιθανότητα η Αθηνά να ήταν μια δεύτερη θεότητα που λατρευόταν στο ίδιο Ιερό. Αυτό ακριβώς θεωρεί πολύ πιθανόν και ο κ. Καλτσάς, ελπίζοντας πως «οι έρευνες που θα ακολουθήσουν θα δώσουν περισσότερα στοιχεία για την ταύτιση ή όχι του χώρου με το αρχαίο Μολύκρειο, καθώς και για τις λατρείες, πλουτίζοντας τις γνώσεις μας για το Ιερό αυτό, το οποίο δεν φαίνεται να ήταν ένα πολύ μικρό τοπικό ιερό στενής εμβέλειας, αλλά ίσως να είχε μια μεγαλύτερη ακτινοβολία, όπως υποδεικνύει πλέον η αποκάλυψη του μοναδικού ώς τώρα σταδίου στην περιοχή της δυτικής Ελλάδας».
Στο αρχαίο μολύκρειο είναι και ο τάφος του Ησίοδου. Όπως στην Παλιοβούνα είναι ο τάφος των Κενταύρων.
ΑπάντησηΔιαγραφή