Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2014

Λαθρεμπόριο καυσίμων: Η απομυθοποίηση ενός μυστικού, γνωστού σε όλους!

του ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΡΔΑ
Καθηγητής
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών, ΑΠΘ

Τον Ιανουάριο του 2012, σε άρθρο με τίτλο «Πώς χάνονται βυτιοφόρα στο τρίγωνο των Βερμούδων», περιγράφαμε διάφορους πιθανούς τρόπους λαθρεμπορίου των καυσίμων στα χερσαία σύνορα της χώρας

Με τη βοήθεια των στατιστικών του διεθνούς εμπορίου του ΟΗΕ οδηγηθήκαμε σε κάποια συμπεράσματα, τα οποία επιβεβαιώνονται από συλλήψεις βυτιοφόρων λαθραίων καυσίμων, που κατά καιρούς πραγματοποιούνται. 

Λίγο αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 2012, παρουσιάσαμε μια όμοια μελέτη, που πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών, Εμπόρων της Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ) και την Πανελλήνια Ομοσπονδία πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ), (Βλ. http://www.gsevee.gr/ ).

Στη δεύτερη έρευνα αναφερόμασταν σε όλο το κύκλωμα λαθρεμπορίας καυσίμων τόσο στα χερσαία σύνορα όσο και στην θάλασσα. Από την άλλη, προτείναμε συγκεκριμένα μέτρα αντιμετώπισης του φαινομένου.

Τα όσα έλαβαν χώρα με την πρόσφατη αποκάλυψη του λαθρεμπορίου ναυτιλιακών καυσίμων και το πέρασμα τους στην αγορά μέσω ορισμένων πρατηρίων, ήταν αναλυτικά γραμμένα και με παραδείγματα στη συγκεκριμένη μελέτη, (βλ. Κεφάλαιο 3).

Ενίοτε συγχέεται το λαθρεμπόριο καυσίμων με την φοροαποφυγή. Ας αρχίσουμε λοιπόν από την φοροαποφυγή στα καύσιμα, καθώς αυτή προκαλεί ένα νεφελώδες τοπίο εντυπώσεων στο εξεταζόμενο θέμα του λαθρεμπορίου!. 

Χαρακτηριστικό παράδειγμα φοροαποφυγής δίνεται από το πετρέλαιο κίνησης και θέρμανσης. Πιο αναλυτικά, η κυβέρνηση θριαμβολογεί εδώ και καιρό γιατί με την εξίσωση του ειδικού φόρου του πετρελαίου κίνησης και θέρμανσης (στα 33 λεπτά / λίτρο) θεωρεί ότι περιόρισε το λαθρεμπόριο. Με το μέτρο όμως αυτό, απλά μείωσε τη φοροαποφυγή και όχι το λαθρεμπόριο.

Η παραπάνω θέση γίνεται πιο σαφής με το ακόλουθο παράδειγμα. Ας υποθέσουμε ότι υπάρχει διαφορετικός ειδικός φόρος στο πετρέλαιο θέρμανσης και κίνησης (π.χ. 41,2 λεπτά / λίτρο για το κίνησης και 6 λεπτά / λίτρο γιa το θέρμανσης, όπως δηλ. ήταν παλιότερα).

Αν ένας αγρότης γεμίσει το ρεζερβουάρ του τρακτέρ του με πετρέλαιο θέρμανσης αντί κίνησης, που το αγόρασε από ένα πρατήριο υγρών καυσίμων με τα σχετικά παραστατικά, τότε ο αγρότης πληρώνει λιγότερους φόρους απ’ ότι θα πλήρωνε αν χρησιμοποιούσε πετρέλαιο κίνησης. Εδώ δεν έχουμε λοιπόν λαθρεμπόριο, αλλά ένα απλό φαινόμενο φοροαποφυγής!.

Όταν λοιπόν υποστηρίζεται από κυβερνητικούς αξιωματούχους ότι η εξίσωση των δύο φόρων οδηγεί στον περιορισμό του λαθρεμπορίου, τότε εύλογα οδηγούμαστε στις εξής υποθέσεις: Ή είναι αδαείς, οπότε δεν έχουν κατανοήσει τις συνέπειες του μέτρου που αποφάσισαν οι ίδιοι να εφαρμόσουν ή ήθελαν με την επιχειρηματολογία αυτή να εμπαίξουν την τρόικα. Ως προς το δεύτερο, μάλλον τα κατάφεραν!. Αυτό ίσως ερμηνεύει τις χλιαρές αντιδράσεις των εκπροσώπων των πιστωτών σε θέματα λαθρεμπορίου καυσίμων.

Μετά τις παραπάνω διευκρινίσεις περί φοροαποφυγής, συνεχίζουμε με το λαθρεμπόριο καυσίμων στα χερσαία σύνορά μας όπως και στη θάλασσα. Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 ψηφίζονται νόμοι για την πάταξή του. Με μεγάλη καθυστέρηση εφαρμόζονται κατά ένα μέρος, πεισματικά όμως δεν αγγίζουν την κίνηση των ναυτιλιακών καυσίμων. Γιατί άραγε;

Η απραξία της πολιτικής ηγεσίας, ενώ η χώρα είναι στην τελευταία του κακού τη σκάλα, οδηγεί σε υποθέσεις κατά τις οποίες η δειλία, η υποκρισία και η διαπλοκή είναι ίσως οι κυρίαρχες συνιστώσες του προβλήματος. Η θέση της χώρας ως της 80ης πιο διεφθαρμένης στον πλανήτη, μας επιτρέπει να αποδεχθούμε καταρχήν τις ανωτέρω υποθέσεις.

Όσο εμβαθύνουμε όμως στη μελέτη του φαινομένου, τόσο περισσότερο το θολό τοπίο των παραπάνω υποθέσεων, αποκτά μια δυσάρεστη διαύγεια από τις πληροφορίες που συγκεντρώνουμε!.

Ειδικότερα, ως προς το λαθρεμπόριο καυσίμων στα χερσαία σύνορά μας, ενδεικτικά και όχι εξαντλητικά εκτίθενται κάποια υποθετικά σενάρια που μπορεί να ισχύουν, όταν εμείς δείχνουμε (στα τελωνεία μας) ότι εξάγουμε πολλές ποσότητες ενώ οι απέναντι αρχές (της χώρας εισαγωγής) δείχνουν ότι εισάγουν λίγες από εμάς.

Αυτό λοιπόν μπορεί αν συμβεί, αν το βυτιοφόρο δηλώνει στα ελληνικά σύνορα την αξία των καυσίμων προς εξαγωγή που αντιστοιχούν σε ένα πλήρες φορτίο, ενώ μεταφέρει τη μισή ποσότητα, η οποία δηλώνεται ακολούθως στο απέναντι συνοριακό φυλάκιο.

Στις τέσσερις τα ξημερώματα και με -5ο C θερμοκρασία και χωρίς εξοπλισμό, δύσκολα ένας Τελωνειακός θα σκαρφαλώσει στο βυτιοφόρο για να μετρήσει τον πραγματικό όγκο των εξαγόμενων καυσίμων. Και η εν λόγω ερμηνεία είναι μια από τις πολλές που υπάρχουν!. 

Από την άλλη, όταν δείχνουμε ότι εμείς εξάγουμε μικρές ποσότητες, ενώ στο απέναντι τελωνείο της χώρας εισαγωγής σημειώνονται υψηλές ποσότητες, τότε μπορούμε να οδηγηθούμε στα ακόλουθο υποθετικό σενάριο: Το βυτιοφόρο δηλώνει στα Ελληνικά σύνορα ότι μεταφέρει τολουόλη ή ξυλένη ή BTX, δεν ελέγχεται για διάφορους λόγους, ενώ στα σύνορα εισαγωγής δηλώνει τις βενζίνες που πράγματι εισάγει. 

Ως προς τα λαθραία ναυτιλιακά καύσιμα, με 713 χιλιάδες κυβικά και με τζίρο της τάξης των 72 εκατ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 20% των διακινούμενων ποσοτήτων ετησίως, τα εν λόγω καύσιμα προκαλούν το ενδιαφέρον κάθε εμπλεκόμενου. 

Ενδεικτικά δίνεται ένας από τους τρόπους λαθρεμπορίας τέτοιων καυσίμων. Αναλυτικότερα, οι λαθρέμποροι του ναυτιλιακού καυσίμου επωφελούνται του συνόλου της φορολογίας, αφού αυτό διατίθεται στα πλοία ατελώς, βάσει νόμου. H όλη διαδικασία στηρίζεται στα περίφημα «σλέπια» ή «μπάρτζες», δηλαδή τα μικρά δεξαμενόπλοια που φορτώνουν το ναυτιλιακό καύσιμο από τα διυλιστήρια, δηλώνοντας ότι οι συγκεκριμένες ποσότητες προορίζονται για τον ανεφοδιασμό των πλοίων. 

Όπως είναι γνωστό, ποσότητες ναυτιλιακού πετρελαίου που προορίζονται για ανεφοδιασμό πλοίων καταλήγουν συχνά, μέσω των «σλεπιών» στη στεριά σε κάποιες αποθήκες. Έτσι, ενώ φαίνεται ότι το «σλέπι», παραλαμβάνει από τα διυλιστήρια 20 χιλ. λίτρα ντίζελ, τελικά παραδίδει σε πλοίο τα 4 χιλιάδες λίτρα. Από την άλλη, τα παραστατικά που παίρνει από τον υπεύθυνο των προμηθειών καυσίμων του πλοίου, αναφέρουν την παράδοση 20 χιλ. λίτρων!. Οπότε τα 16 χιλιάδες λίτρα τα ξεφορτώνει σε κάποιες αποθήκες χωρίς αυτό να γίνει αντιληπτό, όλως τυχαίως από κανένα! Στις αποθήκες, το καύσιμο αποχρωματίζεται και διατίθεται λαθρεμπορικά στην αγορά.

Η λύση στο πρόβλημα δίνεται με την τοποθέτηση των λεγόμενων «μαύρων κουτιών» στα σλέπια. Μέσω αυτών, παρακολουθείται λεπτομερώς και ηλεκτρονικά κάθε κίνηση του «σλεπιού». Εξαιτίας του μικρού μεγέθους των περισσότερων εξαρτημάτων της συσκευής αυτής, το συγκεκριμένο «κουτί» είναι ιδιαίτερα εύχρηστο. Ενδεικτικά παρουσιάζονται δύο φωτογραφίες μίας τέτοιας συσκευής (Βλ Φωτογραφίες).

Με τα ανωτέρω, το δρομολόγιο του «σλεπιού» είναι απόλυτα ελεγχόμενο από την στιγμή της παραλαβής του καυσίμου. Βέβαια υπάρχουν και άλλα πολλά μέτρα, που εκτίθενται στη σχετική μας μελέτη, τα οποία αν και βρίσκονται έξω από το περιβάλλον της ψηφιακής οικονομίας, είναι δυνατόν να προσφέρουν ικανοποιητικά αποτελέσματα. 

Mέτρα υπό μορφή κινήτρων, λόγου χάρη, που αναδεικνύουν και επιβραβεύουν τον ανθρώπινο παράγοντα, μπορεί να είναι πιο αποδοτικά από οποιοδήποτε τεχνολογικά εξελιγμένο προϊόν, που καλείται να ενταχθεί στο κύκλωμα της διακίνησης-εμπορίας των καυσίμων. 

Το προαναφερθέν, θεμελιώνεται από την πρακτική των πυροσβεστών κατά την οποία η μεγάλη φωτιά με φωτιά αντιμετωπίζεται!. Σε ένα χορό λοιπόν δισεκατομμυρίων, που συγκρίνεται μόνο με εκείνο του εμπορίου ναρκωτικών, παράνομων οπλικών συστημάτων και ανθρωπίνων οργάνων, κακοπληρωμένοι ελεγκτές δύσκολα μπορούν να αποδώσουν τα μέγιστα. Η απόδοσή τους μειώνεται ακόμη περισσότερο, αν δεν καλύπτονται πολιτικά από διαπλεκόμενους ή αδιάφορους ή δειλούς ή διεφθαρμένους πολιτικούς, υπουργούς κ.ά και απειλούνται με μετάθεση, όταν κάνουν καλά τη δουλειά τους.

Το τελειότερο ψηφιακό σύστημα δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς τη συνδρομή του ανθρώπινου παράγοντα. Η ανάδειξη του λοιπόν, μέσω μιας πολιτικής γενναίας επιβράβευσης (με χρηματικές και ηθικές ανταμοιβές) μπορεί να υπερκαλύψει διάφορες τεχνολογικές αδυναμίες του συστήματος και να εκμηδενίσει το λαθρεμπόριο καυσίμων.

Τέλος, στο πλαίσιο της ίδιας λογικής, προτείνονται και τα εξής: Η είσπραξη των προστίμων να γίνεται άμεσα, χωρίς τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης με οποιαδήποτε αρχή, με σκοπό τη μείωσή τους. Η απόφαση λοιπόν του όποιου οργάνου επιβολής του προστίμου, πρέπει να λαμβάνεται κατά δέσμια αρμοδιότητα (στη θέση της υφιστάμενης διακριτικής ευχέρειας). Το όποιο πρόστιμο λοιπόν θα ορίζεται βάσει γνωστών εκ των προτέρων πινάκων (ένας πίνακας με διαφορετικά πρόστιμα και ταξινόμηση προστίμων ανά είδος και ποσότητα). 

Οι Περιφερειάρχες ή οποιοσδήποτε άλλος φορέας δε θα εμπλέκεται έτσι στη διαμόρφωση (με σκοπό την μείωση) του προστίμου του καυσίμου. Αποφάσεις της μορφής «…Ο περιφερειάρχης, δύναται να επιβάλλει πρόστιμο στον παραβάτη….» ή διατάξεις που προβλέπουν ανώτατα και κατώτατα όρια προστίμων για την ίδια παραβατική συμπεριφορά θα εκλείψουν. Το πρόστιμο θα είναι λοιπόν συνάρτηση του είδους και του όγκου του λαθραίου ή νοθευμένου καυσίμου και όπως τονίστηκε, θα είναι γνωστό εκ των προτέρων και αδιαπραγμάτευτο. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι από το λαθρεμπόριο καυσίμων το κράτος χάνεις 2,5 δις ευρώ φόρους κάθε έτος!!!

Υπάρχει σωρεία μέτρων και βέλτιστων πρακτικών που εφαρμόζονται σε όλο τον κόσμο. Δε χρειάζεται εμείς να ανακαλύψουμε τον τροχό!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για πες