Δόθηκε το Σάββατο το βράδυ στη δημοσιότητα η προκήρυξη ανάληψης ευθύνης για τις δολοφονίες στο Νέο Ηράκλειο.
Ορισμένες σκέψεις:
1ο) Το μοντέλο του καλοζωισμένου «Ζορό» που αφήνει τη χλιδή του αρχοντικού του για να πάρει εκδίκηση για τους δούλους που... διατηρεί στις φυτείες του, είναι μια εξευγενισμένη μυθιστορηματική και κινηματογραφική φιγούρα. Πλην, όμως, σε συνθήκες πραγματικής ζωής αποτελεί ένα βαθύτατα αντιδραστικό κατασκεύασμα. Η πραγματική ζωή δεν κινείται με βάση τους κανόνες της εικονικής πραγματικότητας. Οι «Ζορό» στην πραγματική ζωή δεν υπάρχουν. Κι όσοι τους υποδύονται υπάρχουν μόνο ως η άλλη όψη του νομίσματος των ταγμάτων εφόδου του υποκόσμου ή των προβοκατόρων με τα κουμπούρια. Η δράση τους που βολεύει αφάνταστα την άθλια θεωρία περί «των δυο άκρων» - κι αυτό δεν είναι «σενάριο» - έχει επιπτώσεις σε πολλά επίπεδα:
- Λειτουργούν ως προβοκατόρικη καρικατούρα της οργανωμένης πάλης με σκοπό την υπονόμευση του λαϊκού κινήματος. Υπηρετούν την επιλογή του συστήματος να συκοφαντηθεί κάθε εστία πολιτικής ριζοσπαστικοποίησης και κοινωνικής αφύπνισης μέσα από τον ορυμαγδό της τρομο-υστερίας.
- Εξυπηρετούν, εξ’ αντικειμένου, την πολιτική της έντασης και της «δικαιολόγησης» μέτρων «νόμου και τάξης».
- Ρίχνουν λίπασμα στον παραληρηματικό φασιστικό λόγο, «θυματοποιούν» την κάθε λογής ακροδεξιά υστερία, με συνέπεια την αποθέωση της καθεστωτικής αυθαιρεσίας.
- «Νομιμοποιούν» το πλαστό δίλημμα «ελευθερία ή ασφάλεια», με θύμα τις προσωπικές και κοινωνικές ελευθερίες, τα ατομικά και συλλογικά δικαιώματα και συνεπικουρούν μια πολιτική «ασφάλειας» που είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα των «προστατών», οι οποίοι ως άλλοι «λύκοι» καλούνται ξανά να φυλάξουν τα πρόβατα...
Εν κατακλείδι:
Τόσο η χρονική στιγμή όσο και η ρευστότητα της περιόδου κατά την οποία εμφανίστηκαν οι εγκληματίες (σσ: διέπραξαν το έγκλημα τη στιγμή που οι ναζί βρίσκονταν σε δεινή θέση, δημοσιοποίησαν την προκήρυξη παραμονή του Πολυτεχνείου…), είναι μια ακόμα πιστοποίηση των ήδη γνωστών: Είτε έχουμε να κάνουμε με δολοφόνους - «χρήσιμους ηλίθιους» του συστήματος, είτε έχουμε να κάνουμε με δολοφόνους - κατασκευασμένους και εντεταλμένους «άνωθεν», με εγκληματίες, με ενεργούμενα που η λεγόμενη «επιχειρησιακή τους ετοιμότητα» και η «άνεση των κινήσεών τους» θα μπορούσε να βάλει σε σκέψεις για το ρόλο που τους έχει ανατεθεί εκ των «υπηρεσιών».
2ο) Οι συντάκτες της προκήρυξης πασχίζουν να εμφανιστούν ότι κινούνται στον «αντίποδα» εκείνου που υποτίθεται ότι «πολεμούν». Παραχαράσσουν την ιστορία του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ των εκατομμυρίων μελών και χιλιάδων μαχητών, που πολεμούσαν εναντίον της ξένης κατοχής, του αστικού δοσιλογισμού, του κατσαπλιάδικου μαυραγοριτισμού. Συγκρίνονται (!) με τους μαχητές που βγαλμένοι από το μεγαλειώδες κίνημα αντίστασης του λαού, παίρνοντας εντολές από το λαό και δίνοντας λογαριασμό στο λαό, αποτελούσαν το «τιμωρό χέρι του λαού» ενάντια στις ομάδες των προδοτών , των εγκληματιών και βασανιστών φασιστών (σσ: αυτοί αλήθεια, από ποιόν παίρνουν εντολές, σε ποιόν δίνουν αναφορά, ποιες «μάζες» εκπροσωπούν;). Φλυαρούν ότι η ατομική τρομοκρατία είναι το απότοκο της «επαναστατημένης» και «χειραφετημένης» συνείδησής τους για να προτάξουν το «χρυσαυγίτικο αξίωμα» (και μάλιστα στην προκήρυξή τους!) ότι «όλα τα πολιτικά κόμματα ανεξαιρέτως υπήρξαν και εξακολουθούν να είναι εντολοδόχοι των Μεγάλων Δυνάμεων» και για να καταλήξουν «να καεί το μπουρδέλο η Βουλή». Αν τους άκουγαν οι εμπρηστές του Ράιχσταγκ θα έτριβαν τα χέρια τους.
Τα παραπάνω θα συνιστούσαν αφέλεια μόνο στην περίπτωση που δεν συνιστούσαν συνειδητή διαστρέβλωση και προσπάθεια μακιγιαρίσματος. Αλλά τόση αφέλεια και τόση «αθωότητα» δεν υπάρχει στις μέρες μας.
Στις μέρες μας δεν υπάρχει μαρξιστής (πραγματικός) που να μη γνωρίζει ότι η ατομική τρομοκρατία είναι ένα «παιδί» υιοθετημένο, διαποτισμένο και τηλεκατευθυνόμενο από την τρομοκρατία που ασκεί το σύστημα της «εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο». Όχι μόνο δεν συνιστά «επαναστατική βία», αλλά αποτελεί τον ορισμό της αντεπαναστατικής βίας.
Οι τάχα μου «ευαίσθητες χορδές» των εγκληματιών της ατομικής τρομοκρατίας είναι απολύτως ελεγχόμενες από εκείνους που ελέγχουν τα «τόξα» τους και τα κουμπούρια τους. Εξηγούμαστε: Πάντα και παντού στις εκμεταλλευτικές κοινωνίες η αδικία των «από πάνω» γεννά την αγανάκτηση, την τάση για εκδίκηση, τη ροπή για αντίδραση στο νόμο της ζούγκλας που κυριαρχεί στην λεγόμενη οικονομία της αγοράς. Αλλά αυτό δεν συνιστά «χειραφέτηση». Το «οφθαλμός αντί οφθαλμού» και μάλιστα σαν μοντέλο πολιτικής δράσης, είναι το πιο καθυστερημένο, το πιο ανεπεξέργαστο πολιτικό ένστικτο που στο ξυπνάει, στο ερεθίζει ο ίδιος ο καπιταλισμός. Και που αν μείνεις σ' αυτό, τότε πολύ εύκολα μπορείς να περάσεις στα μονοπάτια της τρομοκρατίας νομίζοντας (ή δασκαλεύοντάς σε να λες) ότι έτσι αποδίδεις «δικαιοσύνη».
Μόνο που, στην «καλύτερη» εκδοχή της, η ατομική τρομοκρατία είναι η απόδοση «δικαιοσύνης» με τον φυσικό τρόπο της αυτοδικίας (παίρνω το δίκαιο στα χέρια μου). Μήπως, όμως, φυσικό δίκαιο δεν είναι και η οικονομία της αγοράς (το δίκαιο του ισχυρότερου); Και μήπως αυτό, το φυσικό δίκαιο της αγοράς, δεν είναι που σε τελευταία ανάλυση υπερασπίζεται το οργανωμένο κοινωνικό δίκαιο της αστικής κοινωνίας;
Όταν, λοιπόν, κάποιος θέλει να εμφανίζεται μαρξιστής εκθειάζοντας την ατομική τρομοκρατία – αυτοδικία στο όνομα ότι έτσι αντικρούει τη συστημική τρομοκρατία – αυτοδικία, τότε (αν υποθέσουμε ότι υπήρξε ποτέ μαρξιστής) εγκαταλείπει το Μαρξισμό για χάρη του οπορτουνισμού. Υποτάσσεται στο αυθόρμητο, στο ακατέργαστο πολιτικό ένστικτο που γεννιέται ως προέκταση της καπιταλιστικής αδικίας και που αξιοποιείται για να θρέφει την καπιταλιστική αδικία.
Αντίθετα εκείνο που οφείλει ο μαρξιστής (όταν είναι μαρξιστής) είναι να δείξει ποιος ευθύνεται για την κοινωνική αδικία. Να μην υποτάσσεται στην απλή, στην τυφλή και πολιτικά καθυστερημένη «αντικαπιταλιστική» αγανάκτηση. Στη θέση του καταπιεστή και του καταπιεσμένου να μην βλέπει «πρόσωπα», αλλά τάξεις. Να μπολιάζει αυτή την αγανάκτηση κι από ένστικτο να την μετασχηματίζει σε συνείδηση, για να τραβήξει τις μάζες μπροστά, να τις φωτίσει, να τους δείξει τη διέξοδο στο πραγματικό κίνημα, στην επαναστατική ιδεολογία. Κι αυτό δεν γίνεται ούτε με κουμπούρια, ούτε με κουκούλες, ούτε με κράνη.
Και κάτι ακόμα: Οι φίλοι των «Ζορό» είναι οι πρώτοι που θεωρούν «επαναστατική γυμναστική» ή «εκτός τόπου και χρόνου» κάθε προσπάθεια μαζικής πολιτικής δράσης του λαϊκού κινήματος. Είναι η ίδια σχολή που με ένα απίθανο άλμα δείχνει να εκστασιάζεται μπροστά στην ατομική «επαναστατική» δράση με το κουμπούρι και την κουκούλα. Αλλά πάντα ο μικροαστισμός είχε λιγότερη σχέση με την κοινωνική επανάσταση απ' ό,τι με το άλμα επί κοντώ.
3ο) Για του λόγου το αληθές, το πώς στέκεται ο μαρξιστής, ο πραγματικός επαναστάτης απέναντι στην ατομική τρομοκρατία θα το δούμε αμέσως παρακάτω, μέσα από τα λόγια και τις πράξεις των ίδιων των (πραγματικών) μαρξιστών.
- Ο Λένιν (σ.σ.: ένας «υποδεέστερος» προφανώς επαναστάτης σε σχέση με τους αυτόκλητους «Ζορό»…) ξεκαθάριζε από πολύ νωρίς (στο γράμμα του «Προς τον Φ. Κορίτσονερ, 25 του Οκτώβρη 1916») τα εξής, έτσι για να μην υπάρχουν αμφιβολίες για το ρόλο τέτοιου είδους «τύπων» και για το πώς αξιοποιούνται από το σύστημα: «Όσον αφορά την πολιτική εκτίμηση της πράξης, εμείς, φυσικά, παραμένουμε στην παλιά μας άποψη, που έχει επιβεβαιωθεί από την πείρα δεκαετιών, ότι οι ατομικές τρομοκρατικές απόπειρες (...) σαν επαναστατική τακτική, είναι άσκοπες και επιζήμιες. Μόνο το μαζικό κίνημα μπορεί να θεωρηθεί σαν πραγματική πολιτική πάλη», σημείωνε ο Λένιν, και συνέχιζε: «Οι τρομοκράτες στη Ρωσία (ενάντιά τους πάντοτε παλεύαμε) έκαναν μία σειρά μεμονωμένες απόπειρες δολοφονίας, όμως το Δεκέμβρη του 1905, όταν η υπόθεση έφτασε επιτέλους στο μαζικό κίνημα, στην εξέγερση (…) τότε ακριβώς οι "τρομοκράτες" απουσίασαν...». (ΛΕΝΙΝ, Άπαντα, τ. 40, σελ. 312).
- Πάμε σε έναν ακόμα «υποδεέστερο» επαναστάτη. Τον Ένγκελς: «(...) Τούτη η παθιασμένη πυρετώδης φούρια, τούτο το πυροτέχνημα των δολοφονιών, που δεν έχουν κανένα νόημα, και, αν το καλοκοιτάξεις, είναι πληρωμένες και μονταρισμένες απ' την αστυνομία, - έγραφε ο Ένγκελς - δεν μπορεί να μην ανοίξει τα μάτια ακόμα και του αστισμού για τον αληθινό χαρακτήρα αυτής της προπαγάνδας των φρενοβλαβών και βαλτών πρακτόρων(...)». (Φρ. Ένγκελς, επιστολή του προς τον Πάμπλο Ιγκλέσιας στη Μαδρίτη, Κ. ΜΑΡΞ - Φ. ΕΝΓΚΕΛΣ, Άπαντα, τ. 39, σελ. 223).
- Ας επιστρέψουμε πάλι στον Λένιν: «Ας περάσουμε στο δεύτερο σημείο, στο ζήτημα της τρομοκρατίας (...) Η ακαταλληλότητά της έχει αποδειχθεί τόσο καθαρά από την πείρα του ρωσικού επαναστατικού κινήματος (...) Οι Ρώσοι σοσιαλδημοκράτες αναιρούσαν (και αναίρεσαν για πολύ καιρό) τη σκοπιμότητα μιας τέτοιας μεθόδου πάλης... Οι σοσιαλιστές - επαναστάτες έχουν την αφέλεια να μην αντιλαμβάνονται πως η ροπή τους προς την τρομοκρατία βρίσκεται στην πιο στενή αιτιατή σύνδεση με το γεγονός ότι οι ίδιοι στάθηκαν από μιας αρχής και εξακολουθούν να στέκονται παράμερα από το εργατικό κίνημα, χωρίς, μάλιστα, να επιδιώκουν να γίνουν κόμμα της επαναστατικής τάξης που διεξάγει τον ταξικό της αγώνα... Το ότι η μοναδική "ελπίδα" της επανάστασης είναι το "πλήθος", ότι ενάντια στην αστυνομία μπορεί να παλέψει μόνο η επαναστατική οργάνωση που καθοδηγεί (στην πράξη, κι όχι στα λόγια) αυτό το πλήθος, αυτό είναι πια στοιχειώδες. Αυτό είναι ντροπή να το αποδείχνει κανείς. Και μόνο άνθρωποι που ξέχασαν τα πάντα και δε διδάχτηκαν απολύτως τίποτα, μπορούσαν να υποστηρίξουν το "αντίθετο" (...) Να καλείς σε μια τέτοια τρομοκρατία, όπως είναι η διοργάνωση αποπειρών δολοφονίας ενάντια σε υπουργούς από μεμονωμένα άτομα και από άγνωστους μεταξύ τους ομίλους, τη στιγμή που οι επαναστάτες δεν έχουν αρκετές δυνάμεις και μέσα για την καθοδήγηση της μάζας, που ήδη ξεσηκώνεται, σημαίνει ότι όχι μόνο διακόπτεις μ' αυτόν τον τρόπο τη δουλειά μέσα στις μάζες, αλλά και προκαλείς άμεσα την αποδιοργάνωση της δουλειάς (...). Εμείς, οι επαναστάτες (...) Πρέπει να δρούμε όλοι μαζί πιο ενεργητικά, πιο θαρραλέα και πιο οργανωμένα. Ενώ οι σοσιαλιστές - επαναστάτες συμπεραίνουν: "Πυροβόλα, ασύλληπτο άτομο, γιατί, αλίμονο, η μάζα θα αργήσει ακόμα, και γιατί ενάντια στη μάζα υπάρχουν φαντάροι". Αυτό πια είναι τελείως ανόητο, κύριοι!» (Β. Ι. ΛΕΝΙΝ: «Άπαντα», τ. 6, σελ. 381 - 385, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»).
- Και πάλι ο Λένιν: «Το συνέδριο αποκρούει κατηγορηματικά την τρομοκρατία, δηλαδή το σύστημα των πολιτικών εκτελέσεων μεμονωμένων προσώπων σαν μέθοδο πολιτικής πάλης τελείως ακατάλληλη... (γιατί) καλλιεργεί και στους ίδιους τους επαναστάτες και στον πληθυσμό γενικά τις πιο στραβές αντιλήψεις για τα καθήκοντα και τις μεθόδους πάλης ενάντια στην απολυταρχία».(ΛΕΝΙΝ, Άπαντα τ. 7, σελ. 249).
- Και ξανά ο Λένιν: «(...) Οι μεμονωμένες απόπειρες δολοφονίας, σαν επαναστατική τακτική, είναι άσκοπες και επιζήμιες. Μόνο το μαζικό κίνημα μπορεί να θεωρηθεί σαν πραγματική πολιτική πάλη (...)». (ΛΕΝΙΝ, Άπαντα, τ. 40, σελ. 312).
- Αλλά ας έρθουμε σε κάποιον που υποτίθεται ότι οι τάχα «επαναστάτες» τον έχουν σε εκτίμηση: «Είμαστε ειλικρινά πεπεισμένοι ότι η τρομοκρατία είναι ένα αρνητικό όπλο, που δεν προσφέρει απολύτως ποτέ τα αναμενόμενα αποτελέσματα κι ότι μπορεί να απομακρύνει το λαό από ένα επαναστατικό κίνημα, αφού συνδέεται ολοκληρωτικά με αυτούς που επιδιώκουν ανθρώπινες απώλειες χωρίς προοπτική για τα προσδοκώμενα αποτελέσματα». (Τσε Γκεβάρα, «Ο Ανταρτοπόλεμος», σελ. 127, εκδόσεις «Καρανάση», Αθήνα, 1982).
- Και πάλι ο Τσε: «Η δολοφονία και ο τυφλός τερορισμός (τρομοκρατία) δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται. Είναι προτιμότερο να γίνεται μαζική δουλειά, να εντυπώνεται το επαναστατικό ιδανικό, και να το κάνει να ωριμάσει για να μπορούν, στη δοσμένη στιγμή, να κινητοποιήσουν αυτές τις μάζες υποστηριζόμενες από τον επαναστατικό στρατό και να κάνουν να κλίνει η πλάστιγγα προς την πλευρά της Επανάστασης». (Τσε Γκεβάρα, στο ίδιο, σελ. 118-119).
- Ο Μαρξ, ο Ένγκελς, ο Λένιν, ο Τσε, αντιμετώπισαν ως έναν από τους βασικούς εχθρούς του εργατικού κινήματος, ομάδες και πρόσωπα, που είχαν αιχμή της δράσης τους την ατομική τρομοκρατία. Οι Μαρξ και Ένγκελς, καταδεικνύοντας τι κρυβόταν πίσω από τη «Μυστική Συμμαχία» των Μπακούνιν – Νετσάγιεφ, έγραφαν: «Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια εταιρεία, που (…) δε διστάζει να χρησιμοποιήσει κάθε μέσο και κάθε δολιότητα. Το ψέμα, η συκοφαντία, οι εκφοβισμοί, οι τραμπουκισμοί, είναι χαρακτηριστικά της γνωρίσματα. (…) Εμείς τους παραδίδουμε στην περιφρόνηση των εργατών και στην εύνοια των κυβερνήσεων, στις οποίες πρόσφεραν ανεκτίμητες υπηρεσίες, αποδιοργανώνοντας το εργατικό κίνημα. Η εφημερίδα της Ζυρίχης "Tagwacht" είχε απόλυτο δίκιο όταν, απαντώντας στον Μπακούνιν, έλεγε: "Αν δεν είστε πληρωμένος πράκτορας, τότε, όπως και να 'χει, ένα είναι φανερό: Κανένας πληρωμένος πράκτορας δε θα μπορούσε να προξενήσει μεγαλύτερη ζημιά απ' ό,τι προξενήσατε εσείς"» («Κ. Μαρξ - Φ. Ένγκελς, «Για τον αναρχισμό», εκδόσεις «Καζάντζα»).
Αυτή είναι η «σχέση» των μαρξιστών με την ατομική τρομοκρατία. Πράγματα γνωστά. Εδώ και 100 χρόνια. Εδώ και 150 χρόνια, απ' όταν ο Μαρξ και ο Ένγκελς αποκάλυπταν το ρόλο των Νετσάγιεφ. Αλλά, είναι ηλίου φαεινότερο: Και 1.000 χρόνια να περάσουν, και 1.000.000 φορές να τοποθετηθούν οι κομμουνιστές γύρω από το ζήτημα, οι αδαείς, οι κάθε λογής γκεμπελίσκοι, οι διατεταγμένοιστην υπηρεσία της πολιτικής και ιστορικής παραχάραξης, οι «ενσωματωμένοι»στις καθεστωτικές εργολαβίες της μετατροπής των εννοιών «Αριστερά», «Προλεταριακή Δημοκρατία», «Κομμουνισμός», σε ποινικά αδικήματα (!), οι επιφορτισμένοι να αναπαράγουν την ιταμή και προβοκατόρικη συσχέτιση της πολιτικής πάλης του εργατικού κινήματος με την τρομοκρατία (!) θα συνεχίσουν το βιολί τους. Όπως θα συνεχίσουν το βιολί τους και εκείνοι οι μηχανισμοί που, μέχρι να τους συντρίψει ο λαός, θα κατασκευάζουν την τρομοκρατία ή θα αξιοποιούν την τρομοκρατία, ώστε να τη μετασχηματίζουν σε τρομο-υστερία, σε τρομο-λαγνεία και, τελικά, σε μέθοδο τρομοκράτησης του λαού και σε «επιχείρημα» συκοφάντησης των μαζικών αγώνων του λαού ενάντια στους δυνάστες του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες