Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012

Αυτός είναι ο Κώστας Σαμαράς, ένας από τους μεγαλύτερους ληστές και δραπέτες, αλλά και συγγραφέας

Δεν ΚΑΤΑΖΗΤΕΙΤΑΙ... για την ώρα τουλάχιστον!
Πιάστηκε "άδοξα" το πρωί στο Μοσχάτο.

Εχει ενδιαφέρον να γνωρίσετε τις σκέψεις,τη φιλοσοφία και τη δράση του Κώστα Σαμαρά,ενός εκ των μεγαλυτέρων ληστών και δραπετών της σύγχρονης Ελλάδας,μέσα από μια συνέντευξή του στο Βήμα και στο Θανάση Λάλα το Μάη του 1999 αλλά και μέσα από τα αποσπάσματα του βιβλίου του "ΚΑΤΑΖΗΤΕΙΤΑΙ",που εκδόθηκε επίσης το 1999.

Προς Θεού δεν συστήνουμε σε κανέναν να γίνει κακοποιός,όμως και οι κακοποιοί,τουλάχιστον του παλιού καιρού,είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας και κυρίως δεν σκότωναν!


Κώστας Σαμαράς
Ο δραπέτης... της μεγάλης φυγής. Η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων ακούγοντας αυτό το επίθετο θα έφερνε στο μυαλό της έναν τύπο καθ' όλα ακίνδυνο, με γραβάτα και κοστούμι γκρι, ο οποίος στη νεότητά του, αφού απόλαυσε τη χάρη της Αννας Βίσση, έγινε υπουργός στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και κατέστη κίνδυνος -θάνατος για την παράταξή του τότε, μια και φρόντισε να την κάνει να χάσει την εξουσία μιαν ώρα αρχύτερα. 

Τελικώς το επίθετο «Σαμαράς» που μου εκστόμιζε εκείνο το πρωινό ο φίλος, ο Νίκος, βρισκόταν λίγες ακόμη ημέρες σε ένα κελί των φυλακών Κορυδαλλού προτού μεταφερθεί στην Κέρκυρα και είχε μόλις κυκλοφορήσει η αυτοβιογραφία του.

«Στις 10 και μισή να είστε εδώ...» είπε η γνωστή φωνή από την άλλη μεριά της τηλεφωνικής γραμμής και έκλεισε το τηλέφωνο μετά το «οκέι» του Νίκου.
Δύο ημέρες αργότερα γυναίκες έξω από την πόρτα των φυλακών περίμεναν το επισκεπτήριο. Εμείς δεν σταθήκαμε να περιμένουμε. «Μας περιμένει ο κύριος...» είπε ο Νίκος. Στεκόμαστε μπροστά σε μια γκρίζα πελώρια σιδερένια πόρτα, με ένα σιδερένιο παράθυρο στο ύψος μας. 

Από μέσα ακούγονται φωνές, το παράθυρο ανοίγει, ένα πρόσωπο μας εξετάζει, μετά ακούγεται ο εκνευριστικός ήχος της σιδερένιας πόρτας που ξεκλειδώνει, ο ήχος ενός χοντρού σύρτη και ξαφνικά βρισκόμαστε στον προθάλαμο των φυλακών Κορυδαλλού.

Δεξιά φυλακισμένοι περιμένουν στη σειρά για να τηλεφωνήσουν... Εμείς πάμε αριστερά... Δεν περνάει πολλή ώρα και ακούγεται μια φωνή, «Σαμαράς, Σαμαράς..», και ο πιο επικίνδυνος έλληνας κρατούμενος βρίσκεται μπροστά μας. 

Ενας μικρόσωμος τύπος, με αγριεμένα μάτια, που ζητάει τσιγάρο από τον Νίκο, το ανάβει και τότε σκάει το πρώτο του χαμόγελο. Η συζήτηση θα διαρκέσει μιάμιση ώρα... 

Θα ζητήσει και άλλα τσιγάρα, ώσπου να μας πείσει, χωρίς να το προσπαθήσει, ότι τελικώς τα καλά μυαλά κατοικούν παντού και, τέλος, ότι μόνο τα ανθρώπινα σώματα φυλακίζονται... Ποτέ η ψυχή και το μυαλό! Γι' αυτό και μέσα σε μια φυλακή μπορεί να γεννηθεί ένας συγγραφέας.
Το έχεις μετανιώσει που πήρες ανάποδα τη ζωή;
«Εννοείς που πήρε η ζωή μου τον δρόμο τον δύσκολο;».
Πες το κι έτσι.
«Ναι...».
Γιατί διάλεξες αυτό τον δρόμο και όχι κάποιον άλλο;
«Ξέρεις, μέσα στο κελί μου έχω του Νίτσε το "Ζην επικινδύνως". Αμα δεν ζεις επικίνδυνα, η ζωή δεν έχει κανένα νόημα. Είναι τζίφος η δουλειά. Μετά άμα μπεις μία φορά σ' αυτό τον δρόμο ­ "του ζην επικινδύνως" ­ μετά πάει, είναι δύσκολο ν' αλλάξεις, να βγεις απ' αυτή τη θεώρηση».
Εσύ όμως δεν είσαι αυτή η περίπτωση... Εσύ το επέλεξες;
«Κοιτάξτε, όπως γράφω και μέσα στο βιβλίο, από μικρός ήμουν λίγο ανήσυχος τύπος. Η αλήθεια είναι αυτή. Κάποια στιγμή έπεσαν στα χέρια μου και κάτι περίεργα βιβλία κι άρχισα να μπαίνω στον σωστό δρόμο, τον δύσκολο, όπως σου είπα και πριν».
Τι ήταν αυτά τα βιβλία;
«Ο "Πεταλούδας", ας πούμε, που είχε πρωτοκυκλοφορήσει γύρω στο '70. Τρελάθηκα και προβληματίστηκα πολύ τότε».
Γιατί δεν διάλεξες να κάνεις κάτι επικίνδυνο και νόμιμο;
«Πρώτα πρώτα να εξηγηθούμε κάτι... Η έλξη στα επικίνδυνα είναι ζήτημα προδιάθεσης. Βλέπω ας πούμε στην τηλεόραση, παίρνει ο άλλος μια μηχανή κι αρχίζει να τρέχει σε αγώνες σαν τρελός. Αυτό είναι μια πολύ επικίνδυνη φάση. Μπορεί να φύγει σε μια στροφή και να διαλυθεί, να γίνει κομματάκια και να τον μαζεύουν με τα κουταλάκια. Κι όμως το κάνει... Τον ξέρει τον κίνδυνο, αλλά το κάνει... Θα μου πεις τώρα, γιατί το κάνει; Το ζήτημα είναι ότι ο κίνδυνος έχει και κάποιο κέρδος... Γι' αυτό το κάνει».
Τι κέρδος έχει;
«Σε φέρνει πρόσωπο με πρόσωπο με τα όριά σου... Είναι ωραία η θέα του κόσμου όταν βγαίνεις από τα όρια... Κι αν δεν είναι ωραία, τουλάχιστον είναι τόσο διαφορετική που αξίζει τον κίνδυνο. Το διαφορετικό στη ζωή είναι η πλάκα... Ολο τα ίδια και τα ίδια είναι ο θάνατος». (γέλια)
Στην αρχή, όταν μπήκες στην παρανομία, δεν φοβήθηκες μη σε πιάσουν;Σκέφτηκες ποτέ τις συνέπειες αν σε έκαναν τσακωτό;
«Κοίτα να δεις... Την άσχημη κατάληξη μπορεί και τώρα να τη σκέφτομαι. Σ' ένα παιχνίδι σίγουρα κάποια στιγμή μπορεί να είσαι κι ο χαμένος, αλλά αυτό δεν σε εμποδίζει να "κολλήσεις" με το παιχνίδι.

Ο Ντοστογέφσκι λέει: "Αν το παιχνίδι σε κάνει προς στιγμή να τα ξεχάσεις όλα ­ προς στιγμή δηλαδή να μη σε απασχολούν οι συνέπειες αν έρθει η στραβή ­, τότε το παιχνίδι αξίζει τον κόπο".

Με άλλα λόγια, όταν παίζεις ένα παιχνίδι που σε κάνει να μη σκέφτεσαι τις συνέπειες της ήττας, τότε αξίζει τον κόπο και να καείς! (γέλια) Μη γελάς... Εκείνη τη στιγμή πρέπει να σε απασχολεί μόνο το παρόν, μόνο το παιχνίδι το ίδιο. Αν παράλληλα είσαι και καλός παίκτης, τότε όλοι οι φόβοι πάνε περίπατο.

Το "καλός" είναι ένας τρόπος να σκοτώσεις τον φόβο σου... Αυτός που νιώθει "καλός" σε κάτι δεν φοβάται, έχει μια αυτοπεποίθηση, πιστεύει ότι τελικώς ό,τι κι αν γίνει θα τα καταφέρει... Ο "κακός" είναι πιο προσεκτικός... Οι παγίδες αυτής της ζωής είναι περισσότερες για τους ικανούς, για τους ταλαντούχους... Ο ταλαντούχος πιστεύει στον εαυτό του, τον εμπιστεύεται και ρισκάρει... αυτό είναι το πρόβλημα...».
Εχεις μια προσωπική φιλοσοφία;
«Δύο ήταν πάντα τα σκέλη της φιλοσοφίας μου... Να είμαι εγώ ο μόνος υπεύθυνος για τις αποφάσεις μου και να δρω ελεύθερος, χωρίς τους περιορισμούς που βάζει αναπόφευκτα κάθε ομάδα».
Πόσα χρόνια σού μένουν;
«Πάω για τα είκοσι πέντε».
Είκοσι πέντε;
«Τα περισσότερα είναι για αδικήματα κατά περιουσίας με άσκηση βίας».
Ποια είναι η μεγαλύτερη «μπάζα» που έχεις κάνει;
«Εκατόν είκοσι πέντε εκατομμύρια από την Καλαμπάκα το '92».
Το οργανώνατε καιρό αυτό;
«Οχι, την προηγούμενη ημέρα το αποφασίσαμε. Τη γενικότερη οργάνωση την είχαμε κάνει καμιά βδομάδα πιο μπροστά. Ψάχναμε κάτι άλλο και τελικά το ακυρώσαμε και πήγαμε εκεί πέρα για άλλους λόγους». (γέλια)
Από τι καθορίζεται συνήθως η απόφαση να χτυπήσετε αυτόν ή τον άλλο στόχο;
«Είναι το τι αποτέλεσμα κυνηγάμε... όπως και τα μέτρα ασφαλείας παίζουν ρόλο... Αυτά τα δύο είναι τα κυριότερα κριτήρια...».
Αυτή η δράση σάς εξιτάρει ακόμη;
«Από πλευράς ψυχολογίας πάντα με εξιτάρει. Από 'κεί και πέρα η λογική τώρα πια παίζει το δικό της το παιχνίδι πάνω μου. Είναι ένα θέμα αν πρέπει να συνεχίσεις έτσι ή πρέπει να πάρεις μια άλλη κατεύθυνση».
Η ζωή σάς έκανε συγγραφέα ή ήσασταν γεννημένος γι' αυτό;
«Η φυλακή... Ηταν ένας τρόπος να κάνω κάτι μέσα στη φυλακή... Ετσι άρχισα το γράψιμο... Η φυλακή δεν είναι τόσο πρόβλημα όπως ήταν παλιότερα... Εχουν αλλάξει ορισμένα πράγματα στις φυλακές πια».
Οπως;
«Η δυνατότητα ν' ασχοληθείς με τον εαυτό σου αν το θέλεις... Η δυνατότητα επικοινωνίας με τον έξω κόσμο, η οποία πριν από λίγα χρόνια δεν υπήρχε. Ηταν πιο σφιχτά τότε τα πράγματα. Σε όλες βέβαια τις περιόδους υπάρχουν τα υπέρ και τα κατά».
Δηλαδή;
«Τότε μπορεί να μην είχες τηλέφωνο να επικοινωνήσεις με τους απέξω, αλλά από την άλλη δεν υπήρχε ούτε τηλεόραση μέσα στο κελί».
Δεν βλέπεις τηλεόραση;
«Οχι, δεν παίρνω το ναρκωτικό αυτό! Εγώ τουλάχιστον την τηλεόραση τη βλέπω σαν ναρκωτικό. Σ' εμένα έτσι λειτουργεί. Οταν υπάρχει μέσα σ' ένα δωμάτιο, επειδή η κίνηση στην τηλεόραση είναι συνεχής, σου τραβάει το βλέμμα και δεν σε αφήνει να ησυχάσεις».
Ετσι θα συνεχιστεί η ζωή σου; Θα εξακολουθήσεις ακάθεκτος να την «κοπανάς»,να κάνεις ληστείες, να σε πιάνουν και πάει λέγοντας; Δεν βαρέθηκες τα ίδια και τα ίδια;
«Το σκέφτομαι πολύ αυτό που λες και λέω ότι για να ξεφύγεις τελικώς πρέπει να ξαναβάλεις τα πράγματα σε μια σειρά. Αυτό κάνω τώρα. Με βρίσκεις σε μια φάση που τα ξαναβάζω τα πράγματα στη σειρά... Είναι ζήτημα επιβίωσης για μένα να τα βάλω στη σειρά... Εχει οξυνθεί η κατάσταση πάρα πολύ και το επόμενο βήμα είναι να πέσεις στα τάρταρα ­ να έχεις την τύχη του Σορίν. Ασε που ψιλοβαρέθηκα κιόλας, όπως είπες. Μόνο ο κίνδυνος του τέλους και η βαρεμάρα μπορούν να σε συνεφέρουν πάντως όταν είσαι στο λούκι αυτό».
Τι είναι αυτό που σε έχει κουράσει σ' αυτό το μονοπάτι;
«Δεν είναι ένα, είναι πολλά αυτά που με έχουν κουράσει. Το κυριότερο είναι ότι είδα αρκετούς φίλους να χάνονται όλα αυτά τα χρόνια για διάφορους λόγους· είτε επειδή δεν άντεξαν είτε...

Είδα επίσης ότι το χρήμα σαν αυτοσκοπός δεν έχει σημασία. Δηλαδή είδα καλύτερα κάποιες άλλες αξίες. Οχι ότι κυνηγούσα ποτέ το χρήμα σαν αξία. Απλώς σε προσωπικό επίπεδο η παρανομία με βοήθησε να αναβαθμίσω την οικονομική μου κατάσταση.

Οταν αρχίσεις να μπαίνεις σε κόντρα μ' ένα ταξικό σύστημα ή θα κοιτάξεις να ανεβάσεις το οικονομικό σου επίπεδο ή θα κοιτάξεις να ενωθείς με άτομα που βρίσκονται στην ίδια θέση με σένα και για να κάνεις κάτι σε επίπεδο πιο ομαδικό. Από την άλλη, δεν μου πολυάρεσε να κάνω τον αρχηγό και να μπαίνω μπροστά από τους άλλους».
Με το γράψιμο εκτονώνεις τον θυμό σου;
«Ισως, αν αυτά που γράφω βρουν αποδέκτες στα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Μόνο έτσι μπορεί να γίνει συζήτηση και επανεξέταση κάποιων θεμάτων που θέτει ο συγγραφέας ο οποιοσδήποτε συγγραφέας. Τώρα, το αν θα γίνει μια συζήτηση μεταξύ φίλων ή μια διάλεξη σ' ένα πανεπιστήμιο ή σ' έναν ανοιχτό χώρο, αυτό είναι θέμα ποσοτήτων.

Ως ένα σημείο πάντως τη στιγμή που γράφεις ξεδίνεις. Το θέμα είναι τι αποτέλεσμα έχει παραπέρα αυτή η χαρά σου. Η πίεση που νιώθεις σε προσωπικό επίπεδο μπορεί να εκτονώνεται κάπως.

Η συγγραφή σού ανοίγει πόρτες και παράθυρα και ξεφεύγεις. Αυτό όμως γίνεται νοητικά. Πρακτικά τι γίνεται; Τα πράγματα παραμένουν όπως ήταν. Δυστυχώς... Μόνο μέσα από συγκρούσεις θα ισορροπήσουν κάποιες αντιθέσεις. Διαφορετικά θα συνεχίσουν να υπάρχουν».
Αρα και για την τέχνη έχεις την ίδια γνώμη.
«Μα δεν είναι δική μου γνώμη... Η τέχνη είναι ένας δρόμος για να εκφραστείς, ένας δρόμος για να ξεδώσεις. Και με τη ζωγραφική που έχω ασχοληθεί και με την ντραμς που έπαιζα παλιότερα, αυτή την αίσθηση είχα, ότι ξεφεύγω.

Είπαμε όμως ότι μ' αυτό τον τρόπο τα πράγματα συνεχίζουν και παραμένουν όπως ήταν. Και σαν τους Sex Pistols να παίζεις, το πολύ πολύ να ξεδώσεις εσύ και να ξεδώσει και το ακροατήριο από κάτω χοροπηδώντας.

Από 'κεί και πέρα, το αν το συγκρότημα αυτό λέει "Κάτω η βασίλισσα" στους στίχους των τραγουδιών ή "Θάνατος στον λευκό ρατσισμό", αυτό δεν παύει να είναι απλώς μια κουβέντα ή μια πρόταση. Η βασίλισσα συνεχίζει να είναι στα πάνω της. Δεν γίνεται όπλο, δεν γίνεται ξίφος, να σκοτώσει το κακό.

Εχει σημασία και τι πιστεύει ο ίδιος ο καλλιτέχνης... Αν ο καλλιτέχνης πιστεύει ότι με τη δράση του θα βοηθήσει κάτι να αλλάξει, έχει μεγάλη σημασία και για τον ίδιο και για τον κόσμο. Αν έχει αυτή την πρόθεση και δει ότι ουσιαστικά τίποτε δεν αλλάζει από αυτό που κάνει, είναι φυσικό να νιώσει κενό και απογοήτευση. Αν και πιστεύω ότι το προσωπικό κενό, άμα το 'χεις μέσα σου, μάλλον ποτέ δεν γεμίζει».
Πόσοι από αυτούς που είναι κλεισμένοι στη φυλακή θα μπορούσαν να είναι έξω και να ζουν ως ευυπόληπτοι πολίτες;
«Κατ' αρχάς το 90% αυτών που βρίσκονται έξω κινείται στα πλαίσια της ημιπαρανομίας ­ άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο. Τώρα, αν κάποιος βρεθεί στη φυλακή για λόγους εφοριακούς ή για κάποιο ατύχημα με το αυτοκίνητο ή για λόγους τιμής ­ ειδικά τα εγκλήματα για λόγους τιμής εγώ τα λέω στιγμιαία εγκλήματα ­, είναι καθ' όλα φυσιολογικός άνθρωπος.

Απλώς ήταν η κακή στιγμή που πληρώνουν οι περισσότεροι από αυτούς. Πιστεύω ότι μέσα στον καθένα υπάρχει μια κλίμακα από το "πολύ καλός" ως το "πολύ κακός". Κι όλα αυτά είναι μέσα στο υποσυνείδητο του ανθρώπου. Και κάποια στιγμή που θα υπάρχει αφορμή για να βγει το "πολύ κακός", θα βγει.

Οπότε αν δεν μπορεί να τεκμηριώσει τους λόγους που αντέδρασε έτσι ή αν δεν φτάνουν τα τεκμήρια και μετράει περισσότερο η πράξη, θα βρεθεί εδώ πέρα. Υπό τέτοιες συνθήκες ο οποιοσδήποτε μπορεί να βρεθεί στη φυλακή ανά πάσα στιγμή. Για μένα όλοι οι φυσιολογικοί άνθρωποι είναι υποψήφιοι φυλακισμένοι». (γέλια)
Η φυλακή χαλάει τον άνθρωπο;
«Εξαρτάται ποιος είναι ο κριτής τού τι είναι καλό και τι είναι κακό στη ζωή. Σε τελική ανάλυση είναι ποιος θα έχει το κέρδος από το αν εσύ θα είσαι καλός ή κακός. Είναι για τον εαυτό σου το κέρδος ή είναι για τον "Χ";

Ολα όσα σχετίζονται λοιπόν με τον τρόπο ζωής στη φυλακή μπορούν να καθοδηγηθούν από αυτούς που σε έστειλαν στη φυλακή. Αυτοί έχουν το μαχαίρι, αυτοί και το πεπόνι. Αν το δούμε όμως από τη μεριά του φυλακισμένου, τα πράγματα αλλάζουν πολύ...

Το κυριότερο όλων είναι πόσο η φυλακή σε βγάζει από τον δρόμο που έχεις αποφασίσει να τραβήξεις στη ζωή σου, πόσο σε βγάζει από το σκεπτικό σου, πόσο σε αναγκάζει να αλλάξεις κάποια δεδομένα. Εγώ για παράδειγμα σκέφτομαι να αλλάξω κάποια δεδομένα».
Πιστεύεις ότι αν το αποφασίσεις μπορείς να το κάνεις; Να μείνεις έξω από την παρανομία;
«Πιστεύω ότι έχω αρκετή δύναμη θέλησης ώστε αν το αποφασίσω να μην ξαναανακατευτώ σε παράνομα σχήματα, σε παράνομη δράση. Μπορώ, αν το θελήσω, να βρω τρόπους παρέμβασης, σ' ένα κοντινό κοινωνικό περιβάλλον, αν όχι σ' ένα μακρύτερο. Αν δεν το θελήσω, μπορεί να μην κάνω και καθόλου παρεμβάσεις. Κρίνοντας και κάνοντας».
Υπάρχουν αδικήματα που θα έπρεπε να τιμωρούνται με την ποινή του θανάτου;
«Ναι, βέβαια. Αλλά κατά πόσο ο καθένας μπορεί να έχει το δικαίωμα να σκοτώσει; Σε μερικές καταστάσεις βέβαια προβληματίζομαι κι εγώ, με την έννοια ότι όταν είναι προσωπικό το θέμα, μπορεί να έχεις και ένα δικαίωμα ανταπόδοσης».
Πότε όμως είναι προσωπικό ένα θέμα;
«Πιστεύω ότι όταν εξαντλείται μια άδικη πράξη στο ίδιο σου το πρόσωπο, στην ίδια σου την ύπαρξη, τότε έχεις δικαίωμα ανταπόδοσης. Οταν ξεφεύγει από την ίδια σου την ύπαρξη και πάει στη γυναίκα σου, στο παιδί σου, στον πατέρα σου, στη μάνα σου ­ όταν δηλαδή ανοίγει ο κύκλος ­, ποιος σου δίνει εσένα το δικαίωμα να παρέμβεις εκεί; Στερώντας σου κάποιος τη στενή σχέση που έχεις μ' ένα πρόσωπο, σε κάνει να αισθάνεσαι μια απώλεια. Εκεί προσπαθείς να γεμίσεις αυτή την απώλεια, προσπαθώντας να εξουδετερώσεις τον δράστη».
Βέβαια σε χώρες όπου ισχύει η ποινή του θανάτου η κοινωνία επικαλείται τον παραδειγματισμό και την πρόληψη της εγκληματικότητας. Το ζήτημα είναι αν η άρρωστη ψυχή μπορεί να παραδειγματιστεί.
«Οπως βλέπουμε ιστορικά, στην πορεία του κόσμου και στην πορεία της παράνομης δράσης, η νόμιμη εκτέλεση των εγκληματιών δεν δημιουργεί καμία αναστολή στους επίδοξους δράστες. Εγώ πιστεύω ότι ο λόγος που νομιμοποιείται η εκτέλεση από την εξουσία είναι είτε για να δικαιολογήσει η ίδια η εξουσία την ύπαρξή της ­ εφόσον είναι δημοκρατική ­ είτε για να παραμείνει στη θέση της ­ εφόσον έχει επιβληθεί. Είναι επίφαση ο παραδειγματισμός».
Για σας υπάρχουν άρρωστες ψυχές, οι οποίες θεραπεύονται;
«Εξαρτάται από το τι εννοούμε όταν λέμε "άρρωστη ψυχή". Εγώ πιστεύω ότι από τη στιγμή που για μια πράξη μπορεί κάποιος να προβάλει δικαιολογίες, οι οποίες λογικά στηρίζονται, μπορεί και να απαλλαγεί από την κατηγορία για αυτή την πράξη του. Από την άλλη όμως βγαίνει ο "Χ" πρόεδρος της Αμερικής, ρίχνει μια ατομική βόμβα και σκοτώνονται 200.000 άνθρωποι εν ριπή οφθαλμού ­ κατά βάση αθώοι, δηλαδή άμαχος πληθυσμός. Κι εκεί ισχύει το ίδιο πράγμα. Υπάρχει μια δικαιολογία που στηρίζει αυτή την απόφαση αυτού του άρρωστου μυαλού; Εκεί γιατί δεν είναι άρρωστη η ψυχή;».
Εχεις έρθει ποτέ αντιμέτωπος με κάποιο «θύμα» σου τη στιγμή της δράσης;
«Κάποτε σε μια κλοπή αυτοκινήτου, την ώρα που κόντευα να τελειώσω, εμφανίστηκε ο ιδιοκτήτης. Ηταν πέντε η ώρα το πρωί. Αυτός προσπαθούσε να μπει από την πόρτα του οδηγού κι εγώ την ίδια στιγμή έβγαινα από την άλλη. (γέλια)

Εχει τύχει να έρθω πρόσωπο με πρόσωπο με "θύματα" ­ ζωντανά θύματα, εντάξει; ­ τα οποία εκτίμησαν τον τρόπο δράσης μου ή μας,­ αναλόγως αν κινιόμουν μόνος ή με άλλους ­ και έφτασαν στο σημείο να μας πουν: "Αμα τύχει και ξαναπεράσετε από την περιοχή, ελάτε να πιούμε καφέ".

Και ακόμη πιο τραβηγμένα πράγματα· ένας μου είπε: "Ελα να σου δώσω εγώ μια δουλειά καλή". Ναι, έχει τύχει και πιστεύω ότι είναι θέμα συμπεριφοράς. Υπάρχουν άνθρωποι που καταλαβαίνουν ότι δεν πας να τον εξοντώσεις».
Τους γονείς σου πώς τους αντιμετωπίζεις;
«Αυτή είναι μια πονεμένη ιστορία. (γέλια) Τι να σου πω τώρα... Εχουν αποδεχτεί μια ορισμένη συμπεριφορά χρόνια τώρα κι εγώ απ' τη μεριά μου προσπαθώ να κρατάω μια ισορροπία απέναντί τους. Είναι κι αυτός ένας λόγος που δεν έχω παρεκτραπεί πολύ σε εξτρεμιστικές καταστάσεις ­ για να μην τους στείλω μια ώρα αρχύτερα».
Η κοινωνία θεωρεί ότι η μάνα και ο πατέρας παίζουν μεγάλο ρόλο στο τι θα γίνει το παιδί τους.
«Μπορεί να παίζουν ρόλο είτε μη παίζοντας ρόλο είτε παίζοντας τον υπερβολικά... (γέλια) Πάντως ό,τι και να λέμε, είναι προτιμότερο να υιοθετήσεις ένα-δυο παιδιά και να τα βοηθήσεις ν' αναπτυχθούν σ' αυτό τον κόσμο παρά λόγω εγωισμού να φέρεις τέσσερα-πέντε παιδιά και να μην ξέρεις πώς να τα κατευθύνεις. ».
Ολα αυτά που λένε ­ για ναρκωτικά, για βιασμούς ­ είναι αλήθεια;
«Αλήθεια είναι».
Μπορεί δηλαδή ένας άνθρωπος ο οποίος μπαίνει εδώ μέσα και δεν πειράζει κανέναν να περάσει ήσυχα;
«Οχι σε όλα τα ιδρύματα. Να λέμε τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη... Σε κάθε φυλακή υπάρχει ένας μικρόκοσμος, ο οποίος κινείται διαφορετικά. Ακόμη κι εδώ, ας πούμε, στον Κορυδαλλό, η κάθε ακτίνα έχει ένα δικό της περιβάλλον, ένα δικό της πνεύμα. Αν ένας άνθρωπος τύχει για παράδειγμα να προφυλακιστεί για τροχαίο στην Κέρκυρα, θα πάθει την πλάκα του».
Θυμάσαι την πρώτη φορά που μπήκες στη φυλακή;
«Κοίταξε, εγώ τότε ήμουν σε κατάσταση έρωτα. Αυτό που με τραυμάτισε περισσότερο και με απασχολούσε ήταν η έλλειψη του ανθρώπου μου παρά ο χώρος της φυλακής. Απ' την πρώτη στιγμή που βρέθηκα μέσα προσπαθούσα να βρω τρόπο διαφυγής.

Οχι ότι σώνει και καλά ήθελα να φύγω απ' την πρώτη στιγμή. Αυτό ήταν θέμα τού πώς θα εξελίσσονταν τα πράγματα. Το έβλεπα περισσότερο σαν ένα είδος ασκήσεων επί χάρτου. Εβαζα προβλήματα στο μυαλό μου για να 'χω λύσεις για το μέλλον.

Εσωτερικά αυτό που με προβλημάτιζε όμως ήταν ότι ήμουν χωριστά απ' τον άνθρωπό μου και με ζόριζε πάρα πολύ αυτό. Και τότε δεν υπήρχαν τα τηλέφωνα που υπάρχουν σήμερα για να 'χεις άμεση επικοινωνία. Ενα τηλέφωνο τη βδομάδα κι αυτό με άδεια του αρχιφύλακα ή του διευθυντή».
Αυτή την περίοδο δεν είσαι ερωτευμένος; Ή μήπως ζεις πάλι αυτή την ταλαιπωρία;
«Ευτυχώς ή δυστυχώς ­ δεν ξέρω πώς να το πω ­ κάπου τα 'χω αποδεχτεί αυτά τα πράγματα και δεν νιώθω πια αυτή την έντονη ανάγκη που ένιωθα τότε. Νομίζω ότι το 'χω απωθήσει μέσα μου, αλλά υπάρχουν στιγμές που ξυπνάει και έρχεται στην επιφάνεια είτε με αφορμή κάποια μουσική είτε με κάποιο άλλο ερέθισμα. Εκείνες τις στιγμές προσπαθώ να το καταχωνιάσω πάλι, γιατί αλλιώς τρελαίνομαι».
Αν ξανάρχιζες τη ζωή σου, τα ίδια θα έκανες;
«Μπορεί να μπλεκόμουν με τη φυσική ζωή. Θα έκανα μια οικολογική ζωή αραγμένος σ' ένα σπιτάκι στην εξοχή και θα έψαχνα να βρω τρόπους παρέμβασης μαζί με κάποια άλλα άτομα που μπορεί να σκεφτόμασταν με τον ίδιο τρόπο. Δηλαδή αυτή τη στιγμή για μένα αξία να παρέμβεις κοινωνικά έχει η οικολογία, για να μπορέσει η ζωή να διατηρηθεί σε κάποιο επίπεδο. Γιατί τη βλέπω να πηγαίνει απ' το κακό στο χειρότερο».

Οπως πολύ καλά καταλάβατε ο ληστής-δραπέτης είναι και συγγραφέας! 

ΚΑΤΑΖΗΤΕΙΤΑΙ:εκδόσεις Οξύ 1999 ,δεύτερη έκδοση το 2006 από τις εκδόσεις Κέρδος κι επίσης από το Κέρδος το 2008 τρίτη αναθεωρημένη έκδοση με συνέντευξη του συγγραφέα στο Σταύρο Θεοδωράκη.

Κριτικές για το βιβλίο

Το βιβλίο αυτό είναι η γραπτή μεταφορά παράνομης δράσης και οδυνηρών εμπειριών που ζητούσαν πιεστικά διέξοδο με ζητούμενο την ψυχική ισορροπία μέσα σ' ένα ασφυκτικό και επικίνδυνο περιβάλλον.Το να μπορεί ένας επικίνδυνος κρατούμενος -που κατά καιρούς έχει γίνει πονοκέφαλος για το διωκτικό και σωφρονιστικό σύστημα- να εκφράζει ελεύθερα τις σκέψεις και τις εμπειρίες που αφορούν την παράνομη δράση του, και να τις εκδίδει μάλιστα, είναι επιφανειακά μια δυνατότητα την οποία άνετα κάποιος απονήρευτος θα χρέωνε στα θετικά αυτού του συστήματος.
Κώστας Σαμαράς (ο ίδιος ο συγγραφέας)

…Ο Σαμαράς καταδικάστηκε γιατί λήστεψε κάποιες τράπεζες. Και καλώς έπραξε, αφού οι Τράπεζες είναι οι μεγαλύτεροι γκάνγκστερ που υπάρχουν… Ο Κ.Σ. γράφει αλάνθαστα ελληνικά… είναι ήδη μια Προσωπικότητα. Είμαι πλήρως αλληλέγγυος με αυτόν τον ιδιόρρυθμο Ποιητή.
Ηλίας Πετρόπουλος, ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 19.11.2000

…Όπως θα έλεγε και ο Γουίλιαμ Μπάροουζ, ο Σαμαράς έχει το σθένος να ταξιδεύει στην κόλαση και από εκεί να μας στέλνει τις αναφορές του… πασχίζοντας με κάθε μέσον να εκφράσει αυτό που συμβαίνει πίσω από το προπέτασμα που θέλει να κρύβει τα δεινά, τις ανεπάρκειες, τις ατέλειες αυτής της κοινωνίας…Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 1999

…Ένα εγχειρίδιο όχι μόνο του καλού αλλά και του ευδιάθετου κλέφτη…Νίκος Ντόκας, Βιβλιοθήκη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ 11.6.1999

…Κλείνοντας το Καταζητείται ο αναγνώστης αποκομίζει την εντύπωση ότι δεν διάβασε μια αυτοβιογραφία όπως εκείνες διασήμων κρατουμένων που μας έρχονται από το εξωτερικό αλλά ένα γκαγκστερικό μυθιστόρημα, εφάμιλλο των καλύτερων δειγμάτων του είδους Φίλιππος Φιλίππου ΤΟ ΒΗΜΑ 30.5.1999

…Πρόκειται για πολλαπλά αποκαλυπτική αυτοπρoσωπογραφία, αφού ο συγγραφέας της δεν υπήρξε απλός κλέφτης, αλλά διαπνέεται και από μια αυθεντική αντιεξουσιαστική ιδεολογία. Την ιδεολογία που φαίνεται επίκαιρη, αλλά και ανίσχυρη όσο ποτέ, στις μέρες μας…Βαγγέλης Ραπτόπουλος ΤΑ ΝΕΑ 15.7.1999

Μέσα από τα αποσπάσματα στο βιβλίο του με τίτλο: “Κώστας Σαμαράς: Καταζητείται” μπορεί κανείς να σκιαγραφήσει την προσωπικότητά του:

«Τελείωσα το Λύκειο αντιγράφοντας στα περισσότερα διαγωνίσματα και εξετάσεις, έχοντας αναγάγει τα σκονάκια σε επιστήμη. Η κατασκευή τους μου έτρωγε περισσότερο χρόνο απʼ όσο αν διάβαζα κανονικά, αλλά το διασκέδαζα περισσότερο. Από εκεί άρχισε και ο εθισμός στην ένταση της αδρεναλίνης. (…)

Κάποιες μικροκλοπές από μέρους μου γίνονταν περισσότερο για ʽεκπαιδευτικούςʼ και ιδεολογικούς λόγους παρά από ανάγκη. Έκλεβα βιβλία και δίσκους με πρωτότυπο τρόπο, από το Μοναστηράκι συνήθως, αλλά και από μεγαλοκαταστήματα όπως το Μινιόν».

(...)«Αντίθετα μʼ αυτούς που κινούνταν στα νόμιμα πλαίσια όσον αφορά τον τρόπο ζωής τους, εγώ είχα γίνει κοινωνικό τσιμπούρι, παράσιτο και αρπακτικό. Θεωρούσα την κλοπή και την απόκτηση χρημάτων με τη βία σαν συμπυκνωμένη εργασία που σε ελάχιστο χρόνο περικλείει όλα τα κέρδη, αλλά και όλους τους πιθανούς κινδύνους μιας πολύχρονης εργασίας. Παράλληλα όμως και μάλλον ασυναίσθητα προσπαθούσα με τις παράνομες ενέργειές μου να γεμίσω περισσότερο το απέραντο συναισθηματικό και υπαρξιακό κενό μέσα μου παρά να πλουτίσω».

«Μερικές φορές πηγαίναμε να κάνουμε μια δουλειά (σ.σ. με τους αδερφούς Παλαιοκώστα) όπως ο υπόλοιπος κόσμος βγαίνει το Σάββατο το βράδυ για διασκέδαση. Έτσι, επειδή δεν μπορούσαμε να κάτσουμε για μέρες ήσυχα. Μας έτρωγε ο κώλος μας κι αναζητούσαμε την αδρεναλίνη της παράνομης δράσης, όπως οι άλλοι πηγαίνανε για ποτό ή για χορό στα μπαράκια. Στην ουσία η παρανομία μάς είχε γίνει αυτοσκοπός, ψυχική και σωματική ηδονή και ίσως να ʽχαμε ξεφύγει από το ψυχρό κυνήγι του οικονομικού στόχου».

«Μερικά καλοκαίρια στις σχολικές διακοπές και για μικρά διαστήματα δούλευα κοντά στον πατέρα μου στην οικοδομή… Να δουλεύεις μια ζωή μες στη λάσπη φτιάχνοντας τα σπίτια αλλονών και να μην μπορείς να ξεχρεώσεις το δικό σου…

Κατά διαστήματα πέρασα από διάφορες δουλειές σχετικές με τα καλλιτεχνικά αλλά και από διάφορες άλλες,άσχετες μʼ αυτό το αντικείμενο. Οι τελευταίες σχεδόν με τρομοκράτησαν λόγω του ρομποτισμού και της ψυχικής αλλοτρίωσης που δημιουργούσαν. Δεν είχα καταλήξει ακόμη σε μια συγκεκριμένη στάση ζωής με ξεκάθαρες, ακραίες παράνομες πρακτικές. Ίσως γιατί διέθετα περιθώριο επιλογών ή τουλάχιστον πίστευα ότι μέσω της τέχνης θα έβρισκα λύση στα προσωπικά μου αδιέξοδα…

Έκανα φιλότιμες προσπάθειες για να ξεπεράσω καταρχήν τη δυσκολία του βασανιστικού για μένα πρωινού ξυπνήματος. Η βίαιη διακοπή του ύπνου και η επαναφορά σε μια σκληρή πραγματικότητα μού δημιουργούσε ένα βαθύτερο συναίσθημα απώλειας. Και δεν ήταν θέμα έλλειψης αυτοπειθαρχίας, αλλά προσωπικής ιδεολογίας και αναζήτησης σκοπών ζωής. Το χειρότερό μου ήταν όταν έβρισκα μια προσωρινή δουλειά και αναγκαζόμουνα να βρίσκομαι στο πόδι από τις έξι ή τις εφτά το πρωί. Φρίκη! Εργαλείο για παραγωγή και εκμετάλλευση. Τέρμα τα αστεία!».

Η περιγραφή της σκηνής μιάς από τις αποδράσεις του το 1996

«Έπεσα κάτω, στη βάση του συρματοπλέγματος. Μισοξάπλωσα, με τα πόδια σε κάτι φυτά και το κεφάλι ανάμεσα στον μπροστινό προφυλακτήρα ενός αυτοκινήτου και στο συρματόπλεγμα. Στο ένα χέρι κρατούσα το όπλο έτοιμο και στο άλλο την αυτοσχέδια χειροβομβίδα με το δάχτυλο πάνω στον πυροκροτητή.

Ακίνητος, με όλες τις αισθήσεις σε επιφυλακή. Μια κατάσταση σχεδόν θρησκευτικού δέους που μόνο όποιος την έχει περάσει μπορεί να την καταλάβει. Τα μηνίγγια χτυπάνε και ακούς τους χτύπους της καρδιάς σου. Είναι η αληθινή κόψη του ξυραφιού».

«Ήμασταν δραπέτες, κυνηγημένοι (σ.σ. αναφέρεται στον εαυτό του και τους αδερφούς Παλαιοκώστα), χωρίς σταθερή διαμονή, αφού σχεδόν κάθε ένα-δυο μήνες νοικιάζαμε σπίτι σε άλλη πόλη. Συχνά διατηρούσαμε συγχρόνως από δύο σπίτια-καβάτζες σε διαφορετικές πόλεις. Στους ιδιοκτήτες παρουσιαζόμασταν σαν φοιτητές ή μουσικοί ή πλανόδιοι έμποροι. Τους πληρώναμε από δυο-τρία νοίκια μπροστά και μετά είχαμε το κεφάλι μας ήσυχο (…)

Είχαμε γίνει από καιρό ʽʼτζάνκιαʼʼ, εξαρτημένοι τόσο από τα τελετουργικά, όσο και από τα λειτουργικά στοιχεία που προσδιόριζαν την υλοποίηση κάθε παράνομης επιχείρησης: γρήγορα αυτοκίνητα, όπλα, προετοιμασία και σχεδιασμό, παρατήρηση και αξιολόγηση κάθε επιμέρους στόχου μας. Και κυρίως μας μαγνήτιζε η κόντρα-παιχνίδι με τους μπάτσους».

H ιστορική ληστεία που έκαναν μαζί με τον Βασίλη και τον Νίκο Παλαιοκώστα το 1992 στην Εθνική Τράπεζα της Καλαμπάκας με λεία 125 εκατομμύρια δραχμές (περίπου 360.000 ευρώ)

Ήταν η μεγαλύτερη ληστεία που είχε γίνει ως τότε στην Ελλάδα:

«Έβγαλαν τις καραμπίνες από την πάνινη τσάντα και τις όπλισαν φωνάζοντας προς τους ταμίες και τους υπαλλήλους. Το ίδιο έκανα κι εγώ βγάζοντας το ούζι κάτω από το σακάκι μου. ʽʼΛηστεία! Όλοι όρθιοι αμέσως!ʼʼ.

ʽʼΛηστεία! Όλοι όρθιοι και πίσω στον τοίχο και συ, χοντρούλη, τσακίσου αμέσως όρθιοςʼʼ, φώναξα άγρια στον διευθυντή που είχε κοκαλώσει. (…)

Δεν προλάβαμε να κάνουμε δεκαπέντε-είκοσι μέτρα και ακούσαμε δύο κρότους και κάποιον να τρέχει πίσω μας. Γύρισα το κεφάλι και είδα έναν σαραντάρη τύπο να μας ακολουθεί για λίγο στον κατήφορο κρατώντας πιστόλι στο δεξί του χέρι και μετά να μένει πίσω.

ʽʼΚάποιος μπάτσος πρέπει να μας πυροβόλησε, αλλά δεν ξέρω αν πέτυχε τʼ αυτοκίνητοʼʼ, είπα στα παιδιά μπροστά, ενώ το βλέμμα μου έπεφτε στις τσάντες με τα λεφτά."Πρέπει να 'ναι πάνω από 100 εκατομμύρια εδώ πέρα, μάγκες…"

Περάσαμε με ιλιγγιώδη ταχύτητα το Κέντρο Υγείας της πόλης από τα δεξιά μας και το γήπεδο πιο πάνω στʼ αριστερά χωρίς να μας ακολουθεί κανένα αυτοκίνητο από πίσω. (…)

Κανα δυο χιλιόμετρα πριν από την Καλαμπάκα, καθώς κινούμασταν με αρκετά μεγάλη ταχύτητα, είδαμε να εμφανίζονται από την απέναντι μεριά τα δύο περιπολικά της αστυνομίας που είχαν βγει στο κατόπι μας. Πρώτο ήταν το τζιπ και από πίσω το Μιτσουμπίσι κι άλλο ένα συμβατικό αυτοκίνητο. ʽʼΝάτοι!ʼʼ έκανε ο Βασίλης όλο έξαψη.

"Εγώ πέφτω κάτω,παιδιά", είπα και χώθηκα στο κενό ανάμεσα στα πίσω και στα μπροστινά καθίσματα του αυτοκινήτου ώστε οι μπάτσοι να δούνε μόνο δύο άτομα στο Όπελ. Μόλις κατάλαβα ότι διασταυρωθήκαμε με τα τρία αστυνομικά οχήματα χωρίς να ακουστεί κάποιο ανησυχητικό φρενάρισμα άρχισα νʼ ανασηκώνομαι πάλι».

(...)Πάντα απέφευγα τις συγκρούσεις με τους μπάτσους στη διάρκεια μιας "επιχείρησης". Αν αυτό ήταν αναπόφευκτο, προσπαθούσα να μη φτάσω στο οριακό σημείο του φόνου. Θεωρώ κάθε ζωή υπολογίσιμη και από πλευράς φιλοσοφίας και από πλευράς τακτικής».

Δε λήστεψε ποτέ ιδιωτικές κατοικίες, μόνο τράπεζες, κοσμηματοπωλεία, καταστήματα κλπ.

«Δεν ήθελα να κάνω ζημιά σε έναν άνθρωπο κατώτερης τάξης, έναν άνθρωπο του μεροκάματου. Έναν γέρο, ένα παιδί. Παρόλα αυτά στην παρανομία δεν μπορείς να πας από το Α στο Ω. Πρέπει να περάσεις από κάποια σκαλοπάτια. Το να κλέψω αυτοκίνητο από κάποιον που είναι άνθρωπος του μόχθου δεν ήθελα να το κάνω, αλλά αναγκάστηκα να το κάνω» (συνέντευξη στο περιοδικό Esquire, Φεβρουάριος 2009).

Και πολλά από τα αυτοκίνητα που έκλεβε, τα επέστρεφε στους ιδιοκτήτες τους μετά τη «δουλειά».

2 σχόλια:

  1. Μερικά πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται εκ πρώτης όψεως. Και τούτη η συνέντευξη είναι ένα δείγμα αυτής της διαπίστωσης.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Φίλε Ευρυτάνα όλα τα νομίσματα έχουν δύο όψεις,ακόμα και τα κάλπικα!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Για πες