Δεν ήμουνα ποτέ φανατικός της πατρίδας της σημαίας κι όλων αυτών των δήθεν υπερπατριωτισμών, ήμουν πάντα περισσότερο των ανθρώπων της ελευθερίας τους των δικαιωμάτων τους και της αξιοπρέπειάς τους. Τέλος πάντων.
Μ’ έφαγε φέτος η γυναίκα μου. Τράβα ρε άνθρωπε να πάρεις μια σημαία.( Εκείνη που είχε προίκα την χάσαμε εδώ και χρόνια σε μια μετακόμιση). Νοιώθω είπε την ανάγκη της φέτος περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Πήγα τι να ‘κάνα, ετούτη την ανάγκη φέτος σα να την ψιλοένιωθα κι εγώ.
Και την κουβάλαγα μέσα στο δρόμο σαν ακόντιο. Με βλέπει ένας παππούς εκεί κοντά στο σπίτι και μου ζητεί να τηνε ξεδιπλώσω. Την ξεδιπλώνω. Στάθηκε προσοχή, και μου είπε συγκινημένος: Μπράβο λεβέντη μου. Έχω πολύ καιρό να δω τέτοια σημαία με τα χρυσά της τα κρόσσια και το γαλανόλευκο κοντάρι. Ένα παλιόπανο μου είπε την καταντήσανε οι ξεφτιλισμένοι τη σημαία μας. Κι εγώ δεν ήξερα τι να του πω και δεν του είπα τίποτα.
Εκεί πρόσεξα πως φέτοs είχε και το μανάβικο σημαία που έριχνε τη σκιά της σε λεμόνια Αιγύπτου και πατάτες Τουρκίας, και το κρεοπωλείο ανάμεσα στα σφαγμένα Αργεντίνικα κρέατα και Γερμανικά λουκάνικα...Δίκιο είχε σκέφτηκα η γυναίκα μου όλοι φέτος κρεμάσανε σημαία. Οι πολυκατοικίες συναγωνίζονταν λες ποια θα έχει τα περισσότερα γαλανόλευκα μπαλκόνια. Έμοιαζε λίγο σαν προσκλητήριο, λες και θα περνούσε κάποιος να μετρήσει τις σημαίες. Την έδεσα κι εγώ στου μπαλκονιού τα κάγκελα κι είμαστε όλοι σημαιοστολισμένοι κι όμορφοι και γενικώς πολύ περήφανοι.
Κι εκεί μου πέρασε απ’ το μυαλό, αν με τούτη τη σημαία φωνάζουμε ότι είμαστε Έλληνες, σε μια ουσιαστικά κατακτημένη περιοχή, ίσως να θυμηθούμε και κάποια από τα χαρίσματα μας. Όχι του έθνους, αλλά της φυλής. Ίσως να θυμηθούμε ότι τούτος ο λαός είχε αξιοπρέπεια, είχε πείσμα, κι είχε και νεύρο.
Κι είχε και τσίπα αξιοσέβαστε πρόεδρε της Δημοκρατίας, και ο παππούς που στάθηκε προσοχή μπροστά στη δικιά μου τη σημαία ήταν τραυματίας του Αλβανικού όπως έμαθα αργότερα στο καφενείο που εμνημόνευσα το περιστατικό. Δεν βγήκε πότε όμως να λέει δημόσια ότι εγώ αγωνίστηκα για τούτη την Πατρίδα και ας τον κάνανε να ζει με τρείς κι εξήντα.
Κι αντί να βάζουμε τις σημαίες στα μπαλκόνια για να μετρηθούνε, να τις κάνουμε θηλιές και να πνίξουμε αυτούς που κάνανε τούτο το λαό ζήτουλα, κακομοίρη, έρμαιο των τηλεοπτικών ριάλιτι των Τούρκικων των σήριαλ και των εγκάθετων παπαρολόγων.
Κώστας Καστρινός
Μ’ έφαγε φέτος η γυναίκα μου. Τράβα ρε άνθρωπε να πάρεις μια σημαία.( Εκείνη που είχε προίκα την χάσαμε εδώ και χρόνια σε μια μετακόμιση). Νοιώθω είπε την ανάγκη της φέτος περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Πήγα τι να ‘κάνα, ετούτη την ανάγκη φέτος σα να την ψιλοένιωθα κι εγώ.
Και την κουβάλαγα μέσα στο δρόμο σαν ακόντιο. Με βλέπει ένας παππούς εκεί κοντά στο σπίτι και μου ζητεί να τηνε ξεδιπλώσω. Την ξεδιπλώνω. Στάθηκε προσοχή, και μου είπε συγκινημένος: Μπράβο λεβέντη μου. Έχω πολύ καιρό να δω τέτοια σημαία με τα χρυσά της τα κρόσσια και το γαλανόλευκο κοντάρι. Ένα παλιόπανο μου είπε την καταντήσανε οι ξεφτιλισμένοι τη σημαία μας. Κι εγώ δεν ήξερα τι να του πω και δεν του είπα τίποτα.
Εκεί πρόσεξα πως φέτοs είχε και το μανάβικο σημαία που έριχνε τη σκιά της σε λεμόνια Αιγύπτου και πατάτες Τουρκίας, και το κρεοπωλείο ανάμεσα στα σφαγμένα Αργεντίνικα κρέατα και Γερμανικά λουκάνικα...Δίκιο είχε σκέφτηκα η γυναίκα μου όλοι φέτος κρεμάσανε σημαία. Οι πολυκατοικίες συναγωνίζονταν λες ποια θα έχει τα περισσότερα γαλανόλευκα μπαλκόνια. Έμοιαζε λίγο σαν προσκλητήριο, λες και θα περνούσε κάποιος να μετρήσει τις σημαίες. Την έδεσα κι εγώ στου μπαλκονιού τα κάγκελα κι είμαστε όλοι σημαιοστολισμένοι κι όμορφοι και γενικώς πολύ περήφανοι.
Κι εκεί μου πέρασε απ’ το μυαλό, αν με τούτη τη σημαία φωνάζουμε ότι είμαστε Έλληνες, σε μια ουσιαστικά κατακτημένη περιοχή, ίσως να θυμηθούμε και κάποια από τα χαρίσματα μας. Όχι του έθνους, αλλά της φυλής. Ίσως να θυμηθούμε ότι τούτος ο λαός είχε αξιοπρέπεια, είχε πείσμα, κι είχε και νεύρο.
Κι είχε και τσίπα αξιοσέβαστε πρόεδρε της Δημοκρατίας, και ο παππούς που στάθηκε προσοχή μπροστά στη δικιά μου τη σημαία ήταν τραυματίας του Αλβανικού όπως έμαθα αργότερα στο καφενείο που εμνημόνευσα το περιστατικό. Δεν βγήκε πότε όμως να λέει δημόσια ότι εγώ αγωνίστηκα για τούτη την Πατρίδα και ας τον κάνανε να ζει με τρείς κι εξήντα.
Κι αντί να βάζουμε τις σημαίες στα μπαλκόνια για να μετρηθούνε, να τις κάνουμε θηλιές και να πνίξουμε αυτούς που κάνανε τούτο το λαό ζήτουλα, κακομοίρη, έρμαιο των τηλεοπτικών ριάλιτι των Τούρκικων των σήριαλ και των εγκάθετων παπαρολόγων.
Κώστας Καστρινός
Να ξεκινήσουμε βάζοντας την σημαία στην καρδιά μας!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαρεπτιτόντως,όμορφο το άρθρο σου Κώστα.
ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ