Γράφει ο Γιώργος Αρκουλής
Στην εποχή του «δήθεν» και του «φαίνεσθαι», το να βρεις έναν γνήσιο αντιστάρ στην τέχνη του αποτελεί «σταυρόλεξο» για (πολύ) λίγους.
Μιλάμε για τους ταπεινούς που ο χρόνος τους έχει δικαιώσει για ό,τι έκαναν αλλά και για τους χαμηλούς τόνους που κράτησαν, όταν το όνομά τους συζητιόταν και κέρδιζε την εμπιστοσύνη του μεγάλου κοινού.
Ο Παναγιώτης Φυλακούρης -ο γλυκύτατος Τότης- ανήκει σε αυτή την κατηγορία. Μεγαλούργησε με τον Παναθηναϊκό κάπου δεκατρία χρόνια φορώντας τη φανέλα με το «τριφύλλι», όμως ποτέ δεν είδε τις οικονομίες στον τραπεζικό λογαριασμό του να «μεγαλώνουν».
Αμοιβή του ήταν οι… τίτλοι, και η τιμή να ανήκει σε ένα μεγάλο σύλλογο, στοιχεία που του είχε περάσει στο μυαλό ο παμπόνηρος Αντώνης Μαντζαβελάκης!
Και όταν -τέσσερα χρόνια μετά την εποποιία του Γουέμπλεϊ- ο Φυλακούρης διαπίστωσε πως δεν είχε δεκάρα στην άκρη, προκειμένου να αγοράσει ένα μικρό διαμέρισμα (είχε ήδη αποφασίσει να δημιουργήσει οικογένεια), πήγε στον «Στάλιν» του ΠΑΟ (στους πρόποδες του Λυκαβηττού) να κάνει ταμείο.
Συνεχίζει ο ίδιος: «Πήγα, που λες στον Μαντζαβελάκη και του ζήτησα τους μισθούς μου. Μου είχε πει πως έβαζε τα χρήματα στην Τράπεζα, αλλά ο λογαριασμός μου ήταν μηδενικός, για την ακρίβεια είχε πενταροδεκάρες για να μην τον κλείσει η Τράπεζα. Με άκουσε ήρεμα και μου απάντησε πως δεν υπήρχαν χρήματα. Έγινα θηρίο, αλλά κράτησα την ψυχραιμία μου. «Τότε, κυρ Αντώνη, δώσε μου μεταγραφή. Δεκατρία χρόνια με ξεζουμίσατε. Καιρός είναι να πιάσω δυο φράγκα κι’ εγώ» του είπα τσαντισμένος… Με κοίταξε στα μάτια με ύφος λύκου και μου πέταξε: «Αν νικήσουμε στην Καστοριά την Κυριακή θα σε αφήσω να φύγεις, με έναν όρο. Δεν θα πας στον Ολυμπιακό»!
«Συμφώνησα. Ο αγώνας ήταν δύσκολος αλλά όχι ακατάβλητος. Πήγαμε στην Καστοριά νικήσαμε 3-1, βγήκαμε Ευρώπη, πέτυχα μάλιστα και ένα γκολ και ήμουν σίγουρος για τη συμφωνία. Αναρωτιόμουν όμως πως ο Ματζε είχε υποψιαστεί ότι μπορεί να πήγαινα στον Ολυμπιακό. Φαίνεται είχε τον τρόπο του… Άλλωστε, ήταν η εποχή του ‘ψυχρού πολέμου’ στο πρωτάθλημα και οι δύο μεγάλοι είχαν βάλει σε ενέργεια τους κατασκόπους»
Πράγματι, ο Τότης είχε πρόταση από τον Ολυμπιακό, με καλά χρήματα, όμως του είπαν ότι η Εφορία θα πληρωθεί «μισή – μισή». Βάζοντας το μυαλό του να δουλέψει, ο Φυλακούρης τηλεφώνησε στον Φίλη, τον πρόεδρο –τότε- της Κορίνθου και του ζήτησε χάρη.
«Προεδράρα, αν σε ρωτήσουν από τον Παναθηναϊκό να πεις ότι με θέλεις». Συμφώνησε ο άνθρωπος γιατί με σεβόταν και είχε καταλάβει ότι ήμουν από τους ριγμένους.. Τα υπόλοιπα αποτελούν ένα συγκλονιστικό σενάριο που δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ».
Παράλληλα με την πρόταση του Ολυμπιακού, προέκυψε αντίστοιχη του Εθνικού με τα ίδια χρήματα, αλλά χωρίς την Εφορία.
Ο Τότης ζύγισε την κατάσταση και φυσικά –μπροστά στη θύελλα που θα ξέσπαγε- ψήφισε «Εθνικάρα».Ένα εκατομμύριο μετρητά, μέσα σε σακούλα, του μέτρησε ο κυρ Τάκης ο Βασιλόπουλος στο γραφειάκι που κράταγε, κάτω στον Πειραιά, στη Γούναρη. Λεφτά γερά για την εποχή. Που φυσικά έπιασαν τόπο. Γιατί αμέσως ο Τότης πήγε και αγόρασε ένα διαμέρισμα. Σήμερα θα πει με νοσταλγία:
«Ωραία περίπτωση. Έβλεπα την τύχη να μου γελάει, μετά από μια δωδεκάδα χρόνων νηστείας στον Παναθηναϊκό. Δηλαδή σε μια ομάδα στην οποία έδωσα το αίμα μου και μου πρόσφερε ελάχιστα. Την περίοδο του Γουέμπλεϊ ζήτημα είναι αν πήρα εκατόν πενήντα χιλιάρικα ακαθάριστα, όταν κάποιοι συμπαίκτες μου μάγκωσαν πέντε και έξι φορές πιο πολλά. Δεν με πειράζει, χαλάλι τους.
Όμως, εγώ νοιώθω ότι ο Παναθηναϊκός μου χρωστάει. Με αδίκησε. Όπως γνωρίζετε, το έφερε η μοίρα έτσι ώστε ο Βαρδινογιάννης να μου δώσει την ομάδα σε μια μεταβατική περίοδο, γιατί δεν είχε περιθώρια άλλης επιλογής. Τρεις νίκες πέτυχα.
Και όταν έπρεπε να παίξουμε στην Ισπανία με την Σεβίλλη, ο Τότης πήγε με θάρρος την ομάδα στην Ανδαλουσία και γύρισε μάγκας, κάνοντας την Ευρώπη και τους βάζελους να παραμιλάνε.. Νικήσαμε και εκεί. Και ο Βαρδινογιάννης, με είχε πιστέψει τόσο πολύ, ώστε μυστικά είχε κλείσει τον Μαλεζάνι, που είχε φέρει βιαστικά από την Ιταλία.
Όσο για τον Τότη; Ξαναγύρισε στο κελάρι του, εκεί όπου είχε μάθει να πολεμάει και να βγάζει νέους αθλητές για λογαριασμό του Παναθηναϊκού, χωρίς να παίρνει χρήματα, παρά ένα μικρό χαρτζιλίκι για την βενζίνα του, που λέει ο λόγος. Χρόνια αργότερα, παλαιοί ποδοσφαιριστές του συλλόγου τους οποίους φώναξε ο Βαρδινογιάννης μοιράζοντας πόστα, πήραν βαρβάτους μισθούς. Όμως, η Ιστορία θα γράψει μόνο τις νίκες του Φυλακούρη και όχι τα φράγκα που χαραμίστηκαν στο πουθενά.
Η θητεία του στον Εθνικό αποδείχτηκε ένας παρατεταμένος θρίαμβος:
«Τέσσερα χρόνια αγωνίστηκα, δεν έχασα ματς, δύο φορές αναδείχτηκα πρώτος σκόρερ της ομάδας. Αρχοντόπαιδο ήμουν, όλοι με αγαπούσαν και με σέβονταν. Οι οπαδοί στις προπονήσεις με χειροκροτούσαν κι εγώ δεν είχα τρόπους να τους ευχαριστήσω.
Ο Καρέλλας, αυτός ο πρίγκιπας, είναι αλήθεια πως δεν μου έδινε μεγάλη σημασία, προτιμούσε άλλους, που ήταν ομορφόπαιδα και έμπαινε η φωτογραφία τους στο «Φως» και άλλες εφημερίδες, αλλά αυτό δεν με ενοχλούσε.
Όμως, συνήθιζε μετά από νίκη στο Καραϊσκάκη να μπαίνει στο αποδυτήριο και βάζοντας το χέρι στην κωλότσεπη, όπου είχε ετοιμάσει τη δεσμίδα, έβγαζε ένα δεκαχίλιαρο και το έδινε στον κορυφαίο, κατά την γνώμη του, παίκτη.
Έζησα καμιά δεκαριά περιπτώσεις που ήμουν ο καλύτερος, είχα πετύχει το γκολ, αλλά ο Καρέλλας έλεγε: «Σήμερα θα πάρει το χρήμα ο Γιούτσος». Και έμενα κάγκελο. Ελεγα μέσα μου: «ή δεν έχει γρι από ποδόσφαιρο ο κύριος Δημήτρης, ή κάποιοι τον ψήνουν και τον επηρεάζουν σατανικά». Μια μέρα, με πλησιάζουν ο Μήτσος ο Σταματάκης με τον Μήτσο τον Μουτάφη, τα δύο ακραία μπακ, μάγκες αμφότεροι και μου λένε:
«Ρε Τότη, δεν την αντέχουμε την αδικία. Να είσαι ο καλύτερος και να παίρνει τα φράγκα ο Κουρέας. Εμείς, έτσι κι’ αλλιώς δεν έχουμε τύχη γιατί είμαστε της άμυνας, ταλαίπωροι. Οσο καλά και να πάμε, ούτε που θα γυρίσει να μας κοιτάξει ο μεγάλος. Εσύ έχεις τύχη. Αρκεί να συμφωνήσεις με το σχέδιό μας.
Συνεχίζει ο Φυλακούρης: «Μου ζήτησαν από ένα χιλιάρικο ο καθένας –στο δεκάρικο- και αυτοί θα καθάριζαν. Θα ήμουν ανόητος αν δεν συμφωνούσα μαζί τους. Και τότε έγινε το θαύμα. Να πως είχε το παραμύθι με τον Καρέλλα. Στην εξέδρα, εκεί όπου παρακολουθούσε με την παρέα του τον αγώνα –συνήθως με τίποτε γκόμενες από το εξωτερικό- τον Νίκο Μουρκάκο και τον άντρακλα του συλλόγου τον Μιχάλη Παπαηλιάδη, τον γάτο- υπήρχε ένας φωνακλάς που φώναζε συνεχώς:
«Είσαι παιχταράς ρε Γιούτσο, μπράβο αγόρι μου». Ο Καρέλλας τον άκουγε τον φωνακλά και επηρεαζόταν. Με το που έληγε ο αγώνας και ο πρόεδρος κατέβαινε για τα’ αποδυτήρια, στην πόρτα νάτος ένας άλλος παρατρεχάμενος έτοιμος να γνωματεύσει και να κλειδώσει το κόλποι: «Κύριε Δημήτρη, έσκισε σήμερα ο Γιούτσος».
Έτσι το πράγμα ήταν ώριμο. Με το που έμπαινε στο αποδυτήριο ο Καρέλλας ήταν αποφασισμένος: «Μεγάλη μπάλα σήμερα ο Γιούτσος».
Και του έδινε το χρήμα, παρά τις διαμαρτυρίες των παικτών για την αδικία. Με το που έγινε η συμφωνία με τον Σταματάκη και τον Μουτάφη, είδα επιτέλους αυτό το ιδιότυπο πριμ, που είχε βέβαια τη σημασία του, γιατί επρόκειτο για γερό χρήμα εξτρά. Και όλοι μας ήμασταν ευχαριστημένοι. Άντε να τα κάνεις αυτά στον Μαντζαβελάκη.
Το αίμα θα μας είχε ρουφήξει. Πέρασα τα ωραιότερα χρόνια μου στον Εθνικό. Αρχοντόπουλα μας είχε η διοίκηση, με ακριβά ρούχα και παροχές που δεν φαντάζονταν οι παίκτες των μεγάλων ομάδων. Σήμερα τα σκέφτομαι όλα αυτά και ειλικρινά στεναχωριέμαι. Λυπάμαι για το γεγονός τη απώλειας του Καρέλλα, ενός ανθρώπου που αγάπησε ανιδιοτελώς το ποδόσφαιρο, έδωσε ψωμί σε εκατοντάδες οικογένειες και ποτέ δεν κράτησε κακία σε κανένα».
Ποια είναι η γνώμη του Τότη Φυλακούρη για τον σημερινό Παναθηναϊκό; Έχει άποψη αλλά δεν επιθυμεί να την δημοσιοποιήσει (συνεπώς αντιλαμβάνεστε πως είναι αρνητική). Απλά, δηλώνει αδικημένος (και όχι μόνο του λόγου του) γιατί εργάστηκε με πάθος και μεράκι για τον σύλλογο και η διοίκηση –εν προκειμένω οι Βαρδινογιάννηδες- δεν το εκτίμησαν. Όταν άλλοι ευεργετήθηκαν (αυτό δεν το ανέφερε ο Τότης, είναι άποψη του υπογράφοντος, την οποία θα κατανοήσουν επαρκώς οι κ.κ. Δομάζος, Αντωνιάδης και αρκετοί άλλοι).
ΥΓ: Σήμερα ο Τότης είναι υπεύθυνος (μαζί με τον μοναχογιό του Πέτρο) σε ένα σύγχρονο κλαμπ με γήπεδα 5Χ5 στη Γλυφάδα («Οριον» λ. Βουλιαγμένης) και βγάζει ένα μεροκάματο.Τις ελεύθερες ώρες λύνει –με πάθος- σταυρόλεξα γιατί πιστεύει ότι αυτή η ιστορία ακονίζει το μυαλό.
Έχω και γω συναισθηματικούς αλλά και…ανταγωνιστικούς δεσμούς με την «Εθνικάρα»
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ μπάρμπας μου που με μεγάλωσε και τον αγαπούσα πάρα πολύ, ήταν «Εθνικάκι» . Το παράπονό μου ήταν που μου άφηνε την υπαγόρευση της ορθογραφίας στη μέση και εγκατέλειπε εμένα για να πάει στον Εθνικό, την θρησκεία του όπως έλεγε.
Τώρα τους θυμάμαι και τους δυο με πολύ τρυφερότητα και νοσταλγία.
Είδες όμως Δημήτρη μου που και τότε δεν ήταν όλα αγγελικά πλασμένα; Έτσι είναι η κοινωνία των ανθρώπων τελικά .Τηρουμένων πάντα των αναλογιών άλλοτε και τώρα…
Αφού έκανα την περιήγησή μου στις εγγραφές σου , και ενημερώθηκα για την επικαιρότητα από την οποία απέχω εδώ και μέρες λόγω ανωτέρας βίας και φόρτου εργασιών, σε καλημερίζω και σε παρακαλώ να είσαι πάντα καλά και με κέφι να επιδίδεσαι στο μεράκι της ενημέρωσης.
Βέβαια δεν σου κρύβω ότι εγώ πάντα περιμένω με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποκλειστικά δικά σου κείμενα ,που τα καταλαβαίνω αμέσως από την ανάγνωση των δυο πρώτων αράδων γιατί γνωρίζω το ύφος της γραφής σου που είναι αυθεντική, και γλαφυρή και απέχει παρασάγγας από την ξύλινη γλώσσα των εφημερίδων…
Καλή σας μέρα και καλό Σαβ/κο
Σου έξυσα πληγές πάλι αλλά,όπως ξαναείπαμε με τον Εθνικό ήμουνα κι εγώ δεμένος κάποτε εξ αιτίας του συγκεκριμένου ποδοσφαιριστή και για τον τρόπο με τον οποίο έφυγε από την ομάδα που δόξασε και υπηρέτησε πιστά για 13 χρόνια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαθώς σταμάτησε ο Τότης το ποδόσφαιρο έπαψα να είμαι οπαδός και παραμένω απλός φίλαθλος αλλά με αυτά που είδαν τα ματάκια μου το βράδυ του Σαββάτου στο ΟΑΚΑ αηδίασα τελείως!
Δυστυχώς οι πονηροί και οι άδικοι πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν και θα κονομάνε σε βάρος όσων πάνε με το σταυρό στο χέρι.
Να είσαι πάντα γερή και δυνατή,καλό βράδυ!